ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΕΚΤΟ
Γέν.κς:1-5
Έγεινε δε πείνα εν τη γη, εκτός της προτέρας πείνης,
της γενομένης επί των ημερών του Αβραάμ. Και υπήγεν ο Ισαάκ προς τον Αβιμέλεχ, βασιλέα
των Φιλισταίων, εις Γέραρα. Εφάνη δε εις αυτόν ο Κύριος και είπε, Μη καταβής εις
Αίγυπτον· κατοίκησον εν τη γη την οποίαν θέλω σοι ειπεί· παροίκει εν τη γη ταύτη,
και εγώ θέλω είσθαι μετά σου, και θέλω σε ευλογήσει διότι εις σε και εις το σπέρμα
σου θέλω δώσει πάντας τους τόπους τούτους· και θέλω εκπληρώσει τον όρκον, τον οποίον
ώμοσα προς Αβραάμ τον πατέρα σου· και θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του
ουρανού, και θέλω δώσει εις το σπέρμα σου πάντας τους τόπους τούτους, και θέλουσιν
ευλογηθή εν τω σπέρματί σου πάντα τα έθνη της γής· επειδή ο Αβραάμ υπήκουσεν εις
την φωνήν μου, και εφύλαξε τα προστάγματά μου, τας εντολάς μου, τα διατάγματά μου
και τους νόμους μου.
Το πρώτο εδάφιο αυτού του κεφαλαίου είναι
σχετικό με το Γεν.ιβ:10. Οι δοκιμασίες που περνάνε τα παιδιά του Θεού εδώ στη
γη, είναι σχεδόν όλες της ίδιας φύσης κι έχουν σκοπό να φανερώσουν πόσο η
καρδιά αναπαύεται στο Θεό. Κάθε γενιά πρέπει να δοκιμαστεί, να εκλέξει, να
διδαχτεί και να μάθει. Ο Θεός ενδιαφέρεται για τον Αβραάμ αλλά και για τον
Ισαάκ και γι’ αυτό επιτρέπει αυτή την πείνα.
Είναι κάτι το δύσκολο, που σπάνια φτάνει
κανείς, το να περπατά με το Θεό σε μια τόσο στενή κοινωνία ώστε η ψυχή να είναι
τελείως ανεξάρτητη από πρόσωπα και πράγματα.