Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2023

Γένεση Κεφ.ιδ

 


ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ

 

Ι. ΣΚΟΠΟΣ ΗΤΑΝ ΝΑ ΠΡΟΕΙΚΟΝΙΣΕΙ ΤΗΝ ΙΕΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

Στη Γέν.ιδ:18-20 έχουμε μια εισαγωγή γι’ αυτόν που πρόκειται να συμβολίσει την ιερατεία του Χριστού, αφού διαβάζουμε ότι ο Μελχισεδέκ ήταν «ιερεύς του Θεού του Υψίστου».

Οι Λευίτες ιερείς δεν μπορούσαν να προεικονίσουν το Χριστό, παρά μόνο με τρόπο αντίθετο με το λογικό, εφόσον υπάρχουν πολλές διαφορές της ιερατείας του Χριστού απ’ αυτή των Λευιτών.

Στην Εβρ.ζ:12 διαβάζουμε: «Διότι μετατιθεμένης της ιερωσύνης, εξ ανάγκης και νόμου μετάθεσις γίνεται».

Συνεπώς, ήταν αναγκαίο κάποια άλλη μορφή να έρθει στο προσκήνιο που θα προεικόνιζε την ιερατεία του Χριστού. Θα κάνουμε μια παύση, για να δούμε μερικές διαφορές ανάμεσα στους Λευίτες και το Χριστό:

1.     Ο Χριστός ήταν από τη φυλή του Ιούδα, όχι απ’ τη φυλή του Λευί. «Επειδή είναι πρόδηλον ότι εξ Ιούδα ανέτειλεν ο Κύριος ημών, εις την οποίαν φυλήν ο Μωϋσής ουδέν περί ιερωσύνης ελάλησε» (Εβρ.ζ:14).

2.     Οι Λευίτες πέθαιναν, ενώ ο δικός μας αρχιερέας δεν πεθαίνει ποτέ. «Και περισσότερον έτι κατάδηλον είναι, διότι κατά την ομοιότητα του Μελχισεδέκ εγείρεται άλλος ιερεύς, όστις δεν έγεινε κατά νόμον σαρκικής εντολής αλλά κατά δύναμιν ζωής ατελευτήτου» (Εβρ.ζ:15-16).

3.     Η ιεροσύνη των Λευιτών σταματούσε με το θάνατό τους, ενώ ο Χριστός έγινε ιερέας μετά το θάνατό του: «Και εκείνοι μεν έγειναν πολλοί ιερείς, επειδή ημποδίζοντο υπό του θανάτου να παραμένωσιν· εκείνος όμως, επειδή μένει εις τον αιώνα, έχει αμετάθετον την ιερωσύνην» (Εβρ.ζ:23-24).

4.     Οι Λευίτες ήταν επίγειοι ιερείς, ενώ ο Χριστός είναι ιερέας στον ουρανό. «Κεφάλαιον δε των λεγομένων είναι τούτο, Τοιούτον έχομεν αρχιερέα, όστις εκάθησεν εν δεξιά του θρόνου της μεγαλωσύνης εν τοις ουρανοίς» (Εβρ.η:1) και Εβρ.θ:24.

5.     Οι Λευίτες πρόσφεραν αίμα πρώτα για τις δικές τους αμαρτίες, αλλά ο Χριστός ήταν χωρίς αμαρτία. «Διότι τοιούτος αρχιερεύς έπρεπεν εις ημάς, όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος, όστις δεν έχει καθ' ημέραν ανάγκην, ως οι αρχιερείς να προσφέρη πρότερον θυσίας υπέρ των ιδίων αυτού αμαρτιών, έπειτα υπέρ των του λαού· διότι άπαξ έκαμε τούτο, ότε προσέφερεν εαυτόν» (Εβρ.ζ:26-27).

Εξαιτίας αυτών των διαφορών, ο Θεός διακήρυξε: «Συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Εβρ.ζ:21).

Ο Μελχισεδέκ «έφερεν έξω άρτον και οίνον». Αυτό έγινε για να φανερώσει πότε ο Χριστός θα είχε τη θέση του Αρχιερέα. Είναι αυτή η περίοδος της χάρης που διανύουμε και μετέχουμε στον άρτο και τον οίνο.

Η διάρκεια αυτής της περιόδου ορίζεται στην Α΄Κορ.ια:26. Ο Παύλος, δίνοντας οδηγίες σχετικά με τον άρτο και τον οίνο, λέει: «Διότι οσάκις αν τρώγητε τον άρτον τούτον και πίνητε το ποτήριον τούτο, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, μέχρι της ελεύσεως αυτού». Μετά το θάνατό Του, ο Ιησούς έγινε ο Μέγας Αρχιερέας και σαν τέτοιος θα μας βοηθά μέχρι να επιστρέψει.

 

ΙΙ. ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ;

 

Ο απόστολος Παύλος μας βάζει να σκεφτούμε «πόσον μέγας ήτο ούτος, εις ον ο Αβραάμ ο πατριάρχης έδωκε και δέκατον εκ των λαφύρων» (Εβρ.ζ:4).

Κάποιοι θέλουν να πιστεύουμε ότι ο Μελχισεδέκ ήταν ένας επίγειος βασιλιάς χωρίς καταγεγραμμένη αρχή ημερών. Μα και βέβαια ο Μελχισεδέκ ήταν ανώτερος από τον Αβραάμ, αφού ο Παύλος γράφει στην Εβρ.ζ:7 «χωρίς δε τινός αντιλογίας το μικρότερον ευλογείται υπό του μεγαλητέρου».

Από τότε που υπήρξαν άνθρωποι πάνω στη γη, κανένας δεν ήταν μεγαλύτερος από τον Αβραάμ. Όμως, αυτός ο Αρχιερέας, ήταν μεγαλύτερος.

Στην Εβρ.ζ:3 διαβάζουμε ότι ο Μελχισεδέκ ήταν: «απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μη έχων μήτε αρχήν ημερών μήτε τέλος ζωής, αλλ' αφωμοιωμένος με τον Υιόν του Θεού, μένει ιερεύς πάντοτε».

Μόνο ο Θεός μπορεί να ανταποκριθεί σ’ αυτή την περιγραφή, γιατί είναι ο μόνος που δεν έχει αρχή και τέλος. Ωστόσο, κάποιοι συμπεραίνουν ότι ο Μελχισεδέκ ήταν ο Θεός που φανερώθηκε εν σαρκί για το συγκεκριμένο σκοπό. Όμως, κανένα ανθρώπινο όν, όσο μεγάλο κι αν είναι, δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβολίσει τον αθάνατο Μέγα Αρχιερέα που έχουμε σήμερα.

Ο Μελχισεδέκ ονομάζεται Βασιλιάς και Ιερέας. «πρώτον μεν ερμηνεύεται βασιλεύς δικαιοσύνης, έπειτα δε βασιλεύς Σαλήμ, το οποίον είναι βασιλεύς ειρήνης» (Εβρ.ζ:2).

Ο δικός μας Αρχιερέας θα καταστεί Βασιλιάς όταν επιστρέψει στη Δεύτερη Έλευση. Θα διοικήσει τον κόσμο με δικαιοσύνη και «εκ Σιών θέλει εξέλθει νόμος και λόγος Κυρίου εξ Ιερουσαλήμ» (Ης.β:3).

Ο κόσμος δεν θα γνωρίσει ειρήνη μέχρι να έρθει ο Βασιλιάς της ειρήνης. Μετά, αυτοί «θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών διά υνία και τας λόγχας αυτών διά δρέπανα δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον» (Ης.β:4).

Ο Ιησούς κληρονόμησε το θρόνο του Δαβίδ δικαιωματικά λόγω γέννας. Σαν άνθρωπος, γεννήθηκε Βασιλιάς. Στο Ματθ.β:2 οι μάγοι αναζητούσαν τον Ιησού λέγοντας: «Που είναι ο γεννηθείς βασιλεύς των Ιουδαίων».

Επίσης, στο Μιχαία ε:2 διαβάζουμε: «Και συ, Βηθλεέμ Εφραθά, η μικρά ώστε να ήσαι μεταξύ των χιλιάδων του Ιούδα, εκ σου θέλει εξέλθει εις εμέ ανήρ διά να ήναι ηγούμενος εν τω Ισραήλ». Δες ακόμα Πράξ.β:29-32 και ιε:16-17.

Σαν άνθρωπος έχει δικαίωμα στο θρόνο του Δαβίδ και να κυβερνήσει επίγεια βασιλεία. Σαν ο Θεός έχει το δικαίωμα να ενθρονιστεί στις καρδιές του λαού Του και να κυβερνά τις καρδιές τους.

 

ΔΕΚΑΤΑ (Ματθ.κγ:23)

Εφόσον ο Μελχισεδέκ συμβολίζει αυτή την οικονομία της χάρης που σήμερα ζούμε, είναι πολύ φανερό ότι ο Άβραμ έδωσε δέκατο απ’ όλα όσα είχε σ’ αυτόν τον Ιερέα.

Κάποιοι αναρωτιούνται που βλέπουμε ότι πρέπει να δίνουμε δέκατο κατά την οικονομία της χάρης, αλλά στην προκειμένη περίπτωση, αυτό φαίνεται πολύ καθαρά.

Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Εβραίους, τους υπενθυμίζει πως ο Αβραάμ έδωσε δέκατο στο Μελχισεδέκ: «Στοχασθήτε δε πόσον μέγας ήτο ούτος, εις ον ο Αβραάμ ο πατριάρχης έδωκε και δέκατον εκ των λαφύρων. Και όσοι μεν εκ των υιών του Λευΐ λαμβάνουσι την ιερατείαν, έχουσιν εντολήν να αποδεκατόνωσι τον λαόν κατά τον νόμον, τουτέστι τους αδελφούς αυτών, καίτοι εξελθόντας εκ της οσφύος του Αβραάμ· εκείνος δε όστις δεν εγενεαλογείτο εξ αυτών, εδεκάτωσε τον Αβραάμ, και ηυλόγησε τον έχοντα τας επαγγελίας» (Εβρ.ζ:4-6).

Ο Χριστός είναι για μας σήμερα ο Μελχισεδέκ κι εμείς, τα τέκνα του Αβραάμ, που ο Ιησούς λέει ότι πρέπει να κάνουμε τα έργα του Αβραάμ (Ιωάν.η:29). Ξέρουμε πώς ο Αβραάμ έγινε πατέρας όλων των πιστών (Ρωμ.δ:11).

Το γεγονός ότι οι εργάτες έπαιρναν δέκατα από τους πιστούς στην εποχή του Παύλου, είναι φανερό από την Εβρ.ζ:8: «Και εδώ μεν θνητοί άνθρωποι λαμβάνουσι δέκατα, εκεί δε λαμβάνει ο μαρτυρούμενος ότι ζη».

Αυτό βέβαια δεν εξαιρεί τους εργάτες από το να δίνουν δέκατο, γιατί λέει στα εδάφια 9&10: «Και διά να είπω ούτω, διά του Αβραάμ και ο Λευΐ, όστις ελάμβανε δέκατα, απεδεκατώθη. Διότι εν τη οσφύϊ του πατρός αυτού ήτο έτι, ότε συνήντησεν αυτόν ο Μελχισεδέκ».

Ο Ιακώβ κατάλαβε την ευλογία που υπάρχει στο να δίνεις δέκατο στον Κύριο, ώστε όταν ο Θεός του φανερώθηκε στη Βαιθήλ, αυτός ανέκραξε: «και εκ πάντων όσα μοι δώσης, το δέκατον θέλω προσφέρει εις σε» (Γέν.κη:22).

Το τρίτο κεφάλαιο του Μαλαχία αναφέρεται επίσης σ’ αυτές τις μέρες της χάρης, γιατί ξεκινάει με την πρώτη έλευση του Ιησού και τελειώνει με τη Δεύτερη Έλευση.

Ξεκινάει με μια προφητεία για τον Ιωάννη το Βαπτιστή και τον Κύριο που ξαφνικά θα έρθει στο Ναό Του. Το κεφάλαιο τελειώνει με τον διακανονισμό των πολυτίμων του Κυρίου κατά την αρπαγή. Κατ’ αυτή την περίοδο ο Κύριος λέει: «Φέρετε πάντα τα δέκατα εις την αποθήκην» (εδ.10).