Αν θέλουμε να καταλάβουμε τις εβραϊκές θυσίες — και τελικά την έννοια της θυσίας του Ιησού Χριστού — πρέπει να καταλάβουμε ότι όταν ο Θεός είπε στον Αδάμ και την Εύα ότι θα πεθάνουν αν αμαρτήσουν, αυτό δεν ήταν μια αυθαίρετη απόφαση. Δεν είναι το ίδιο αν θα μπορούσε να είχε πει, «Την ημέρα που θα φάτε από αυτό, σίγουρα θα μεταμορφωθείτε σε βατράχια» ή κάτι τέτοιο.
Ο λόγος που ο
Θεός είπε ότι ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος, είναι ότι ταίριαζε τέλεια
και ήταν ό, τι πιο σωστό να γίνει. Όπως ο Παύλος έγραψε αργότερα στην Καινή
Διαθήκη (Ρωμ.ς:23). Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί. Πρώτα απ’ όλα, όταν
ο Αδάμ και η Εύα αμάρτησαν, δεν παρέβησαν κάποια ασήμαντη εντολή που ο Θεός
είχε θέσει. Επέλεξαν να απορρίψουν την εξουσία Του από πάνω τους. Ουσιαστικά,
διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους από το Θεό. Το πρόβλημα ήταν ότι ο Θεός ήταν
Αυτός που ανακήρυξε την ανεξαρτησία τους, Αυτός ήταν η πηγή και η υποστήριξη
της ζωής τους. Ήταν Αυτός που είχε εμφυσήσει πνοή ζωής στους μυκτήρες του και
τους κρατούσε στην ύπαρξη, έτσι ώστε όταν η σχέση τους μαζί Του έσπασε —
δηλαδή, όταν διαχωρίστηκαν και αποκόπηκαν από Αυτόν - η σύνδεσή τους με την μία
και μόνη πηγή ζωής, έσπασε.
Κι όχι μόνο
αυτό. Είναι επίσης σωστό και καλό ότι ο Θεός οργίζεται με τους επαναστάτες. Η
Γραφή μας λέει ότι ο Θεός είναι απόλυτα καλός και δίκαιος στο χαρακτήρα Του.
Γι’ αυτό, δεν πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι αντιδρά με μίσος κατά της
αμαρτίας, που από τη φύση της είναι το αγκάλιασμα του κακού και η απόρριψη ό,τι
είναι καλό, σωστό και δίκαιο. Φυσικά, η οργή του Θεού δεν είναι σαν τη δική
μας, δεν είναι εκρηκτική και εκτός ελέγχου. Είναι ακριβώς το αντίθετο — μια
έντονη, πάγια αντίθεση στην αμαρτία και μια δέσμευση να την καταστρέψει.
Αυτός είναι ο
λόγος που ο Θεός είπε στον Αδάμ και την Εύα ότι θα πεθάνουν όταν αμαρτήσουν,
και γι’ αυτό κάθε άνθρωπος τώρα ζει κάτω από αυτή την ποινή του θανάτου:
εξαιτίας της αμαρτίας μας — επειδή ανταλλάξαμε την καλοσύνη του Θεού με το εγωιστικό
κακό — κερδίσαμε την οργή του Θεού και αποκοπήκαμε από την πηγή της ζωής.
Αυτή είναι η
βαθύτερη καταγωγή του συστήματος των θυσιών του Ισραήλ. Ο Θεός δίδασκε το λαό
Του, ότι ο μισθός της αμαρτίας, από την ίδια τη φύση της, είναι θάνατος. Αλλά
υπήρχε άλλη μια αρχή που ο Θεός ήθελε να διδάξει το λαό Του μέσα από τις
θυσίες, μια αρχή που έδινε ελπίδα στην απελπισία: η ποινή του θανάτου δεν θα
πληρωνόταν από τον αμαρτωλό!
Ω, έπρεπε να
πληρωθεί από κάποιον – ο θάνατος ήταν ακόμα απαιτητός για την αμαρτία - αλλά ο
Θεός, με αγάπη και ευσπλαχνία, επέτρεψε η θανατική ποινή να εκτελεστεί σε ένα
υποκατάστατο που θα σταθεί στη θέση του αμαρτωλού. Αν το σκεφτείς, θα δεις πώς
αυτή η ρύθμιση εκφράζει τόσο όμορφα και την άκαμπτη δικαιοσύνη του Θεού και το
έλεός Του. Η ποινή που απαιτείτο εξαιτίας της αμαρτίας θα πληρωνόταν, η
δικαιοσύνη θα ικανοποιούταν, αλλά ο ίδιος ο αμαρτωλός δεν θα πέθαινε
αναγκαστικά.
Ίσως το πιο
δηκτικό παράδειγμα αυτής της αρχής ήταν η γιορτή του Πάσχα, η γιορτή του πώς ο
Θεός είχε τελικά σώσει το λαό Του από τη δουλεία στην Αίγυπτο. Η γιορτή του
Πάσχα, ουσιαστικά αναφερόταν σ’ εκείνο το συγκεκριμένο βράδυ, όταν ο Θεός
δραματικά και τρομερά εφάρμοσε την ποινή του θανάτου στο λαό της Αιγύπτου. Ξανά
και ξανά, τις προηγούμενες βδομάδες, ο Θεός είχε προειδοποιήσει το Φαραώ ότι η
άρνησή του να αφήσει τους Ισραηλίτες να φύγουν, δεν κέρδιζε τίποτα άλλο παρά μόνο θάνατο για τον ίδιο και το λαό του.
Εννέα διαφορετικές φορές, ο Θεός φανέρωσε με δραματικό τρόπο τη δύναμη και την
εξουσία Του πάνω στην Αίγυπτο, μέσα από μια σειρά πληγών που έπληξαν τη χώρα.
Μέσα από αυτές τις πληγές, ο Θεός αντιμετώπισε και νίκησε τους θεούς της
Αιγύπτου, οδηγώντας τους κάθε φορά στα γόνατα, αποδεικνύοντας στους Αιγύπτιοι
ότι Αυτός και μόνον Αυτός είναι ο Θεός.
Η φρίκη των πληγών,
έφτασε στο αποκορύφωμά της, στην 10η πληγή. Να, πως ο Θεός περιέγραψε
στο Μωυσή τι ήταν έτοιμος να κάνει στο λαό της Αιγύπτου:
Έτι μίαν πληγήν θέλω φέρει επί
τον Φαραώ και επί την Αίγυπτον· μετά ταύτα θέλει σας εξαποστείλει εντεύθεν·
εξαποστέλλων υμάς θέλει βεβαίως και διώξει υμάς ολοκλήρως εντεύθεν·….. Και
είπεν ο Μωϋσής, Ούτω λέγει ο Κύριος· Περί το μεσονύκτιον εγώ θέλω εξέλθει εις
το μέσον της Αιγύπτου· και παν πρωτότοκον εν τη γη της Αιγύπτου θέλει αποθάνει,
από του πρωτοτόκου του Φαραώ, όστις κάθηται επί του θρόνου αυτού, έως του
πρωτοτόκου της δούλης, ήτις δουλεύει εν τω μύλω, και παν πρωτότοκον των κτηνών·
και θέλει είσθαι καθ' όλην την γην της Αιγύπτου κραυγή μεγάλη, οποία ποτέ δεν έγεινεν,
ουδέ μετά ταύτα θέλει γείνει τοιαύτη· επί πάντας όμως τους υιούς Ισραήλ δεν
θέλει κινήσει σκύλος την γλώσσαν αυτού, από ανθρώπου έως κτήνους· διά να
γνωρίσητε ότι ο Κύριος έκαμε διάκρισιν μεταξύ των Αιγυπτίων και του Ισραήλ· (Έξοδ.ια:1, 4-7).
Αυτή ήταν μια
καταστροφική κρίση που ο Θεός ήταν έτοιμος να εκχύσει, αλλά επίσης υποσχέθηκε
ότι θα γλίτωνε το λαό Του - αν θα υπάκουαν
και ακολουθούσαν τις οδηγίες Του.
Αυτό που ο Θεός
είπε στον λαό Του ότι θα κάνει, πρέπει να ήταν πολύ τρομακτικό από μόνο του.
Τους είπε ότι το βράδυ που θα πέθαιναν τα πρωτότοκα, κάθε οικογένεια έπρεπε να
πάρει ένα αρνί, που δεν θα ήταν ελαττωματικό, αλλά χωρίς οποιοδήποτε ελάττωμα ή
ψεγάδι και να το σφάξουν το σούρουπο. Στη συνέχεια, η οικογένεια έπρεπε να γιορτάσει.
Το πιο σημαντικό ήταν αυτό που ο Θεός τους είπε, ότι πρέπει να πάρουν ένα μέρος
από το αίμα του ζώου και να το βάλουν στους παραστάτες της πόρτας του σπιτιού
τους. Αυτό ήταν το κλειδί για όλα, επειδή ο Θεός τους είπε ότι όταν διαπεράσει τη
γη της Αιγύπτου για να σκοτώσει τα πρωτότοκα, θα έβλεπε το αίμα στους
παραστάτες της πόρτας και θα προσπερνούσε εκείνο το σπίτι, η πληγή δεν θα τους
χτυπούσε. Αν τα έκαναν όλα αυτά — να σφάξουν το αρνί και η οικογένεια κρυβόταν πίσω
από το αίμα — θα σωζόταν (Έξοδ.ιβ:1-13).
Τώρα, στάσου και
σκέψου λίγο: ο λαός Ισραήλ, είναι λογικό να έμεινε λίγο έκπληκτος, όταν άκουσε
ότι ο Θεός θα περνούσε και από τα δικά τους σπίτια! Αυτό δεν συνέβη σε οποιαδήποτε
από τις προηγούμενες εννέα πληγές. Τα βατράχια, οι σκνίπες, οι μύγες, οι
ακρίδες, το χαλάζι, το σκοτάδι, το αίμα και τα εξανθήματα είχαν επηρεάσει όλη την
Αίγυπτο — εκτός από τις περιοχές που έμεναν οι Ισραηλίτες. Μέχρι αυτό το
σημείο, ο Θεός πολύ προσεκτικά έκανε απόλυτο διαχωρισμό μεταξύ Ισραηλιτών και
Αιγυπτίων. Δεν είχαν να κάνουν τίποτα εκτός από το να παρακολουθούν όσα συνέβαιναν.
Αλλά τώρα, ο Θεός τους λέει ότι θα επισκεφθεί τα σπίτια τους με την πληγή του
θανάτου και θα πεθάνουν ακριβώς όπως οι Αιγύπτιοι αν δεν πιστέψουν και
υπακούσουν στον Θεό.
Η νύχτα που ο
Θεός επισκέφτηκε τις πόλεις της Αιγύπτου, σκοτώνοντας ένα προς
ένα τα πρωτότοκα, σαν
κρίση για τις αμαρτίες του λαού, ήταν τρομακτική. Ο τόπος θα ήταν γεμάτος με
τις κραυγές των Αιγυπτίων, καθώς τα παιδιά τους έχαναν τη ζωή τους εκείνη τη
νύχτα. Άραγε, υπήρξαν Ισραηλίτες που έκραξαν και θρήνησαν μαζί με τους
Αιγύπτιους, επειδή δεν πίστεψαν ή δεν πήραν στα σοβαρά το λόγο του Θεού; Η Βίβλος
απλά δεν λέει.
Βλέπεις τι ο
Θεός δίδασκε τον λαό Του εκείνο το βράδυ; Ένα πράγμα, τους υπενθύμισε
συγκλονιστικά και τη δική τους
ενοχή. Όταν όλα ειπώθηκαν και έγιναν, ο Θεός τους υπενθύμισε ότι δεν άξιζαν λιγότερο
την ποινή του θανάτου από τους Αιγύπτιους. Και αυτοί ήταν ένοχοι αμαρτίας.
Αλλά τους
δίδαξε και κάτι άλλο. Μπήκε πολύ καλά μέσα στο μυαλό και την καρδιά τους η
δύναμη και η έννοια της αντικαταστατικής θυσίας. Ο θάνατος του αρνιού δεν ήταν απλά μια γιορτή,
ήταν κάτι πιο βαθύ και αιματηρό. Ο πατέρας θα γονάτισε δίπλα στο ζώο, θα πήρε ένα
μαχαίρι και θα έκοψε το λαιμό του ζώου. Το αίμα θα έτρεχε και θα γέμιζε το
πάτωμα, μέχρι το ζώο σπαράσσοντας, αργά-αργά, έπεφτε νεκρό. Και καθώς συνέβαινε
αυτό, ενστικτωδώς τα μάτια θα έφευγαν από το νεκρό αρνί και θα στρεφόταν στο
μικρό αγόρι και όλη η οικογένεια θα ήξερε ότι: αυτό το αρνί πέθανε για να μην
πεθάνει ο μικρός μας γιος, ο πρωτότοκος. Το αρνί πέθανε στη θέση του.
Βλέπεις; Ο Θεός
δίδασκε το λαό Του με ένα δυνατό, ρεαλιστικό τρόπο ότι δεν θα – ουσιαστικά δεν
μπορούσε να – εξαλείψει απλά
την αμαρτία τους. Έπρεπε να χυθεί αίμα εξαιτίας της. Κάποιος έπρεπε να πεθάνει, γιατί αυτός
είναι ο μισθός που απαιτεί η αμαρτία. Έτσι, καθώς ο πατέρας έβαζε το αίμα στους
παραστάτες, σήκωνε το μικρό του γιο στα χέρια του, τον αγκάλιαζε και έκλεινε την
πόρτα του σπιτιού πίσω τους. Όλη η οικογένεια μάθαινε ότι ήταν ένοχοι και άξιζαν
το θάνατο. Ο Θεός δεν θα τους λυπόταν επειδή ήταν αθώοι. Δεν θα τους έσωζε
επειδή ήταν λιγότερο άξιοι θανάτου από τους Αιγύπτιους. Όχι, θα τους
προσπερνούσε επειδή άλλος είχε πεθάνει στη θέση τους. Καθώς ο Θεός τους προσπερνούσε,
με το σπαθί της κρίσης στο χέρι Του, αυτοί εμπιστευόταν το αίμα του αρνιού.