ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Γέν.μγ:1-7
Η δε πείνα επεβάρυνεν επί την γην. Και αφού ετελείωσαν
τρώγοντες τον σίτον, τον οποίον έφεραν εξ Αιγύπτου, είπε προς αυτούς ο πατήρ αυτών,
Υπάγετε πάλιν, αγοράσατε εις ημάς ολίγας τροφάς. Και είπε προς αυτόν ο Ιούδας λέγων,
Εντόνως διεμαρτυρήθη προς ημάς ο άνθρωπος λέγων, Δεν θέλετε ιδεί το πρόσωπόν μου,
εάν δεν ήναι μεθ' υμών ο αδελφός υμών. Εάν λοιπόν αποστείλης τον αδελφόν ημών μεθ'
ημών, θέλομεν καταβή και θέλομεν σοι αγοράσει τροφάς· αλλ' εάν δεν αποστείλης αυτόν,
δεν θέλομεν καταβή· διότι ο άνθρωπος είπε προς ημάς, Δεν θέλετε ιδεί το πρόσωπόν
μου, εάν ο αδελφός υμών δεν ήναι μεθ' υμών. Είπε δε ο Ισραήλ, Διά τι με εκακοποιήσατε,
φανερόνοντες προς τον άνθρωπον ότι έχετε άλλον αδελφόν; Οι δε είπον, Ο άνθρωπος
ηρώτησεν ημάς ακριβώς περί ημών και περί της συγγενείας ημών λέγων, Ο πατήρ σας
έτι ζη; έχετε άλλον αδελφόν; Και απεκρίθημεν προς αυτόν κατά την ερώτησιν ταύτην·
ηδυνάμεθα να εξεύρωμεν ότι ήθελεν ειπεί, Φέρετε τον αδελφόν σας;
Φαίνεται ότι η Αίγυπτος, έχοντας το
μονοπώλιο, δεν επέτρεπε να πάρει κανείς μεγάλες ποσότητες σταριού για να έχουν
συνέχεια την ανάγκη της.