Γένεση γ:22 «Και είπε Κύριος ο Θεός, Ιδού, έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν· και τώρα μήπως εκτείνη την χείρα αυτού, και λάβη και από του ξύλου της ζωής, και φάγη, και ζήση αιωνίως»
Αυτό είναι το δεύτερο κατά σειρά εδάφιο από την Γένεση, που πολυχρησιμοποιείται σαν απόδειξη της τριάδας.
Λένε λοιπόν ότι η προσωπική αντωνυμία
«ημών» είναι η απόδειξη της τριάδας των προσώπων που κατοικούν μέσα στην
θεότητα.
Ας δούμε όμως ολοκληρωμένα και συνάμα
προσεκτικά το εδάφιο αυτό, κάτω από το φως όλου του κεφαλαίου μέσα στο οποίο
βρίσκεται και σύμφωνα με τον ειρμό όλης της Αγίας Γραφής.
Ένας από τους βασικότερους κανόνες των
ερμηνευτικών είναι ότι η Γραφή ερμηνεύεται καλύτερα από τον εαυτό της,
συγκρίνοντας εδάφιο προς εδάφιο και πνευματικά προς πνευματικά.
Από τα προηγούμενα εδάφια του κεφαλαίου,
βλέπουμε τη διαβολή του όφη στην Εύα και το ψέμα που τη συνόδεψε: «....και θέλετε είσθαι ως θεοί, γνωρίζοντες το
καλόν και το κακόν» (Γέν.γ:5).
Έτσι η Εύα έφαγε, έδωσε και στον Αδάμ και
λέει στο 7ο εδάφιο ότι: «Και
ηνοίχθησαν οι οφθαλμοί αμφοτέρων, και εγνωρισαν ότι ήσαν γυμνοί....».
Στο 11ο εδάφιο βλέπουμε τον
Πατέρα Θεό να ρωτά τον Αδάμ «....μήπως
έφαγες από του δένδρρυ από του οποίου προσέταξα εις σε να μη φάγης»; Μετά
ακολουθεί η κατάρα του Θεού στον όφη και η τιμωρία στον Αδάμ και την Εύα.
Σαν επακόλουθο όλης αυτής της παρακοής του
ανθρώπου προς τον Δημιουργό του, είναι και η εκδίωξη του μέσα από τον κήπο της
Εδέμ. Το αιτιολογικό της εκδίωξης τους από τον κήπο, μας το δίνει ο ίδιος ο
Κύριος λέγοντας «...Ιδού, έγεινεν ο Αδάμ
ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν· και τώρα μήπως εκτείνη
την χείρα αυτού, και λάβη και από του ξύλου της ζωής, και φάγη, και ζήση
αιωνίως».
Η αιτία λοιπόν της εκδίωξης τους, είναι ότι
γνώρισαν το καλό και το κακό, με άλλα λόγια έκαναν κάτι που προκάλεσε τη λύπη,
αλλά και την κρίση του Θεού εναντίον τους, γιατί το να γνωρίσουν το καλό και το
κακό με τον τρόπο που το γνώρισαν (δηλ. υπακούοντας το Σατανά) ο Θεός το καταλόγισε
σαν θανάσιμο αμάρτημα.
Η γνώση του καλού και του κακού για την
οποία μιλάμε, πρέπει να διευκρινιστεί, διότι υπάρχουν δύο πλευρές στο θέμα
αυτό. Η μία είναι, να γνωρίζει κανείς το καλό και το κακό απλά και μόνον από παρατήρηση,
βλέποντας η συμπεραίνοντας τα επακόλουθα του, χωρίς όμως να πράξει το κακό και
έτσι να αμαρτήσει. Έτσι γνωρίζει ο Θεός το καλό και το κακό και το ξέρουμε από
καθαρές διακηρύξεις του λόγου του Θεού που λένε ότι ο Θεός είναι απείραστος
κακού και αγαθός. Η άλλη πλευρά είναι, να γνωρίζει κανείς το καλό και το κακό,
εμπειρικά, που σημαίνει ότι για να γνωρίσει το κακό εμπειρικά, έπραξε την
αμαρτία, πράξη που είναι εναντίον του Θεού.
Η ερώτηση τώρα είναι, Με ποιο από τους δύο
τρόπους γνώρισε ο Αδάμ το καλό και το κακό; Η μόνη απάντηση είναι ότι ο Αδάμ
γνώρισε το καλό και το κακό εμπειρικά, όχι όπως ο Θεός ήθελε. Αν ο Αδάμ γνώριζε
το καλό και το κακό όπως ο Θεός, δεν θα ήταν ανάγκη να φύγει από τον κήπο της Εδέμ
και την παρουσία του Θεού, γιατί δεν θα είχε αμαρτήσει.
Το γεγονός όμως ότι αμάρτησε γνωρίζοντας
έμπρακτα το κακό, είναι αυτό που έκανε το Θεό να τον διώξει μέσα από τον κήπο
της Εδέμ. Εάν τώρα το εδάφιο αυτό που εξετάζουμε αναφέρεται στην τριάδα και
μόνο, τότε αυτό που υπονοείται είναι ότι ο Θεός γνώριζε το καλό και το κακό
όπως ο Αδάμ, πράγμα που σημαίνει ότι ο Θεός έκανε το κακό και την αμαρτία όπως
ακριβώς και ο Αδάμ, γι’ αυτό λέει ότι «...
Ιδού, έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν....». Ταυτίζει δηλαδή ο ίδιος ο Θεός την πράξη με
την οποία απέκτησε τη γνώση του κάλου και του κάκου ο Αδάμ, που είναι η αμαρτία
για την οποία διώχτηκε από τον κήπο, με τη γνώση του κάλου και του κάκου που
έχει ο ίδιος ο Θεός. Αυτό όμως είναι παράλογο και φέρνει μομφή στο Θεό, ή
τουλάχιστον σε ένα από το τρία υποτιθέμενα πρόσωπα της τριάδας.
Πρώτα από όλα, ο Θεός δεν αναφέρεται στον
Εαυτό Του, γιατί θα έπρεπε να πει: «Ιδού, έγεινεν ο Αδάμ ως και ημείς». Αντίθετα λέει ότι: «έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών». Ο
πληθυντικός δεν αναφέρεται στη θεότητα, αλλά στον Ένα και Μόνο Θεό, και σε
κάποιο άλλο πρόσωπο. Το γεγονός αυτό φαίνεται και πάλι από το ρήμα «είπεν».
Δεν λέει: «και ΕΙΠΑΝ ΚΥΡΙΟΙ ΟΙ ΕΛΟΧΙΜ», ούτε
«και ΕΙΠΑΝ ΚΥΡΙΟΣ ΟΙ ΕΛΟΧΙΜ» , αλλά λέει «και ΕΙΠΕΝ ΓΙΑΧΒΕ ΕΛOXIM...».
Αυτός που μιλάει, είναι ο Γιάχβε Ελοχίμ. Σύμφωνα
με τη θεωρία της τριάδας, Ελοχίμ σημαίνει «θεοί» και αναφέρεται στο πλήθος των
προσώπων μέσα στη θεότητα, (συμπέρασμα τελείως επιπόλαιο και λανθασμένο).
Παίρνοντας όμως αυτό το σκεπτικό τους, στο εδάφιο που εξετάζουμε, πρέπει να
μιλάει όλη η τριάδα, αφού λέει «Ελοχίμ» και όχι «Ελ».
Κανονικά, αν ήταν και τα τρία πρόσωπα τα
οποία μιλούσαν και στα οποία αναφέρεται (υποτίθεται), ο όρος ΗΜΩΝ, τότε θα
έπρεπε να πει «και ΕΙΠΑΝ οι Ελοχίμ....ως εις εξ ΗΜΩΝ», για να ταιριάζει συντακτικά
το ρήμα, με την προσωπική αντωνυμία (και τα δύο στον πληθυντικό αριθμό).
Όμως εδώ δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ούτε
πάλι μπορεί λογικά κανείς να ισχυριστεί ότι είναι ένα πρόσωπο της τριάδας το
οποίο μιλάει, γιατί μας λέει ότι μιλάει ο Ελοχίμ, που κατά τη δική τους αντίληψη
είναι και τα τρία πρόσωπα.
Αν δεχτούν ότι μιλάει ένα πρόσωπο, τότε
μόνοι τους καταρρίπτουν τη θεωρία τους περί Ελοχίμ, ότι αναφέρεται στο πλήθος
των προσώπων μέσα στη θεότητα, διότι έτσι θα είναι τρεις Ελοχίμ και όχι ένας
και κατά συνέπεια 3 Χ 3 μας κάνουν εννιά πρόσωπα και ο Θεός βοηθός!!
Η μόνη σωστή εκλογή που έχουμε είναι ότι
Αυτός που μιλάει, είναι ο Ένας και μόνος Θεός των Πατέρων, ο Δημιουργός και Ποιητής
του σύμπαντος και του ανθρώπου, ο Πατέρας του Αδάμ και της Εύας, ο Οποίος
αναφέρεται στον Εαυτό Του, και σε κάποιο άλλο πρόσωπο.
Ποιο είναι αυτό το άλλο πρόσωπο, στο οποίο
αναφέρεται ο Θεός;
Διαβάζοντας τα τρία πρώτα κεφάλαια της
Γένεσης, βλέπουμε να αναφέρονται τέσσερα πρόσωπα. Πρώτα βλέπουμε το Θεό, μετά
τον Αδάμ, την Εύα και τέλος τον όφη, που είναι ο Σατανάς. Αυτά είναι τα πρόσωπα
με τα οποία έχουμε να κάνουμε άμεσα. (Το πρόσωπο του Χρίστου αναφέρεται
προφητικά).
Όπως είπαμε, ο Αδάμ, γνώρισε το καλό και το
κακό εμπειρικά. Όταν λοιπόν ο Θεός λέει: «έγεινεν
ο Αδάμ ως εις εξ ημών», η έμφαση είναι στο ΕΝΑ πρόσωπο και όχι και στα δύο.
Με άλλα λόγια ο Θεός λέει, ότι ο Αδάμ έγινε
σαν ένας από εμάς τους δύο, όχι όπως και οι δύο. Το άλλο πρόσωπο, στο οποίο
αναφέρεται ο Θεός, δεν πρέπει να γνώριζε το καλό και το κακό όπως Αυτός, από
παρατήρηση, αλλά εμπειρικά όπως ο Αδάμ.
Ο Θεός ταυτίζει την απόκτηση της αμαρτωλής
γνώσης του κάλου και του από τον Αδάμ, με τη γνώση του κάλου και του κάκου που
έχει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται.
Ποιο από τα πρόσωπα που είδαμε μέχρι τώρα
έχει κάνει το ίδιο αμάρτημα και το ίδιο κακό όπως ο Αδάμ;
Φυσικά «ο
όφις ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος». Αυτός ο άγγελος, που η υπερηφάνεια
του τον έριξε, μακριά από το κάλλος και τη χάρη του Θεού και τον έδεσε με
αλυσίδες σκότους.
Αυτός είναι που έπεσε όπως ο Αδάμ και είναι
ο ίδιος που διέβαλε τον Αδάμ και την Εύα, ώστε όπως αυτός απαλλοτριώθηκε από
την παρουσία και τη χάρη του Κυρίου, έτσι να απαλλοτριώσει τον Αδάμ την Εύα και
όλους τους απογόνους τους.
Έτσι, ο Θεός στη Γέν.γ:22, αναφέρεται στο Σατανά, και λέει ότι τώρα που ο Αδάμ έχει αμαρτήσει έγινε όπως ο ένας από τους δυο μας, δηλ. όπως εσύ Σατανά, γιατί μόνο εσύ γνωρίζεις το κάλο και το κακό από εμπειρία και κατάφερες να κάνεις τον Αδάμ να κάνει το ίδιο. Γι’ αυτό ο Αδάμ, επειδή αμάρτησε όπως και εσύ, πρέπει να διωχθεί από τον κήπο ώστε να μη φάει από το δένδρο της ζωής και ζήσει αιώνια μέσα στην αμαρτία και μέσα στη κατάρα.