«Σας φανερόνω δε, αδελφοί, το ευαγγέλιον το οποίον εκήρυξα προς εσάς, το οποίον και παρελάβετε, εις το οποίον και ίστασθε δια του οποίου και σώζεσθε, τίνι τρόπω σας εκήρυξα αυτό, αν φυλάττητε αυτό εκτός εάν επιστεύσατε ματαίως. Διότι παρέδωκα εις εσάς εν πρώτοις εκείνο, το οποίον και παρέλαβον, ότι ο Χριστός απέθανε δια τας αμαρτίας ημών κατά τας γραφάς, και ότι ετάφη, και ότι ανέστη την τρίτην ημέραν, κατά τας γραφάς» (Α’ Κορ.ιε:1-4).
Τι είναι το Ευαγγέλιο;
Τα
εδάφια Α’ Κορ.ιε:1-4 μας δίνουν το βασικό Βιβλικό ορισμό, όσον αφορά ποιο είναι
το ευαγγέλιο και είδαμε ότι αυτό είναι ο θάνατος, η ταφή και η ανάσταση του
Ιησού Χριστού. Ωστόσο, για να έχουν κάποιο νόημα αυτά τα ιστορικά γεγονότα
σήμερα, είναι σημαντικό να καταλάβουμε την δογματική τους σημασία.
Το να κηρύττει κάποιος απλά αυτά τα ιστορικά γεγονότα, χωρίς να εξηγεί την σημασία τους, δεν δίνει στους ανθρώπους να καταλάβουν ποιο είναι το καλό που μπορούν να περιμένουν απ’ το ευαγγέλιο.
Η
έννοια είναι ότι μ’ αυτές τις πράξεις ο Ιησούς εξαγόρασε την σωτηρία και την
έκανε πρόσφορη στον καθένα που θα πιστέψει σ’ Αυτόν. Πέθανε για τις αμαρτίες
μας, Τον έθαψαν, αλλά αναστήθηκε κι έτσι πήρε νίκη ενάντια στην αμαρτία και τον
θάνατο, με αποτέλεσμα εμείς να μπορούμε να έχουμε αιώνια ζωή. Στην Καινή
Διαθήκη, Ευαγγέλιο σημαίνει τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού και της σωτηρίας
στο όνομα του Ιησού Χριστού, με την αποδοχή δια πίστεως του εξαγνιστικού Του
θανάτου, της ταφής, της ανάστασης και της ανάληψής Του.
Τα
καλά νέα, λοιπόν, είναι ότι ο θάνατος, η ταφή και η ανάσταση του Χριστού σώζουν
τον καθένα που ανταποκρίνεται με πίστη. Εξ ορισμού, η σώζουσα πίστη περιέχει
την οικειοποίηση ή την εφαρμογή του ευαγγελίου στη ζωή μας.
1.
Πως οικειοποιούμαστε ή πως εφαρμόζουμε
το ευαγγέλιο στην ζωή μας;
2.
Πως ανταποκρινόμαστε ή πως υπακούμε στο
ευαγγέλιο;
3.
Πως ταυτιζόμαστε με το ευαγγέλιο;
Ο
απόστολος Παύλος δίνει απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα στην Ρωμ.ς:3-5, όπου
εξηγεί πως μπορεί κάποιος να ταυτιστεί με το θάνατο την ταφή και την ανάσταση
του Χριστού.
Θάνατος
Πρώτα
απ’ όλα πρέπει να ταυτιστούμε με τον θάνατο του Χριστού. Ακριβώς όπως ο Χριστός
θυσιάστηκε πάνω στον σταυρό, έτσι και «ο παλαιός άνθρωπος» πρέπει να
θυσιαστεί, να πεθάνει. Ο «παλαιός άνθρωπος» δεν είναι η ικανότητα να
αμαρτάνει κανείς, γιατί αυτό παραμένει στον αναγεννημένο πιστό.
Ακόμα,
η εμπειρία του θανάτου με τον Χριστό δεν ξεριζώνει την σαρκική φύση, γιατί ο
Χριστιανός συνεχίζει να πολεμά ενάντια σ’ αυτή την φύση του (Γαλ.ε:16-17).
Αυτό
που πεθαίνει είναι η εξουσία και ο έλεγχος που έχει η αμαρτωλή φύση πάνω σ’
αυτόν που δεν έχει σωθεί (Ρωμ.ς:12-14). Όταν σωζόμαστε, ο έλεγχος και η εξουσία
που έχει η αμαρτία και ο Σατανάς πάνω μας, καταστρέφεται. Από την στιγμή που χάνεται
η δύναμη της αμαρτίας πάνω μας, καθώς πεθαίνουμε με τον Χριστό, πρέπει να
θεωρούμε την αμαρτία νεκρή. Δεν μπορεί πλέον να μας υπαγορεύσει τι να κάνουμε ή
να ελέγξει την ζωή μας. Μπορούμε να νικάμε τους πειρασμούς και να αγνοούμε την
δύναμή της. Αν και μπορούμε να αμαρτήσουμε, αν θέλουμε, δεν υποτασσόμαστε στην
αμαρτία γιατί είναι σα να μην υπάρχει πλέον.
Ο
Παύλος εξήγησε την ελευθερία που έχουμε από την δύναμη της αμαρτίας,
υπενθυμίζοντάς στους Ρωμαίους τι τους συνέβη στην πραγματικότητα όταν σώθηκαν:
«Τι
λοιπόν θέλομεν ειπεί; θέλομεν επιμένει εν τη αμαρτία, δια να περισσεύση η
χάρις; Μη γένοιτο ημείς οίτινες απεθάνομεν κατά την αμαρτίαν, πώς θέλομεν ζήσει
πλέον εν αυτή; …… τούτο γινώσκοντες, ότι ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη,
διά να καταργηθή το σώμα της αμαρτίας, ώστε να μη ήμεθα πλέον δούλοι της
αμαρτίας. Διότι ο απόθανών ηλευθερώθη από της αμαρτίας …… . Ούτω και σεις
φρονείτε εαυτούς ότι είσθε νεκροί μεν κατά την αμαρτίαν, ζώντες δε εις τον
Θεόν, δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών. Ας μη βασιλεύη λοιπόν η αμαρτία εν τω
θνητώ υμών σώματι, ώστε κατά τας επιθυμίας αυτού να υπακούητε εις αυτήν ….
Διότι η αμαρτία δεν θέλει σας κυριεύσει επειδή δεν είσθε υπό νόμον, αλλ’ υπό
χάριν»
(Ρωμ.ς:1-2, 6-7, 11-12, 14).
Ο
Πέτρος αναφέρθηκε επίσης στην ταύτισή μας με τον θάνατο του Χριστού, όταν
μιλώντας γι’ Αυτόν έγραψε:
«όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν
εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, δια να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη αποθανόντες
κατά τας αμαρτίας με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε» (Α’ Πέτρ.β:24).
Μια προσεκτική
μελέτη θα μας φανερώσει ότι και ο Παύλος και ο Πέτρος αναφερόταν σε μια
συγκεκριμένη εμπειρία σε μια ιδιαίτερη στιγμή κατά την οποία συμβαίνει ο
θάνατος κατά την αμαρτία.
Ποια
είναι αυτή η στιγμή; Πεθαίνει κανείς κατά την αμαρτία, ή όπως αλλιώς λέγεται
πεθαίνει ο παλαιός άνθρωπος, όταν ο άνθρωπος μετανοεί. Αυτό γίνεται φανερό από
την ορολογία της λέξης μετάνοια, που σημαίνει απομάκρυνση από την αμαρτία και
προσκόλληση στον Θεό (κεφ.5).
Κατά
την μετάνοια, ο άνθρωπος ομολογεί την αμαρτία, αποφασίζει να την εγκαταλείψει,
της στρέφει την πλάτη και αρνείται να δεχτεί την εξουσία της. Πεθαίνει ως προς
τις επιθυμίες και τις απολαύσεις του παλαιού ανθρώπου και αποφασίζει να ζήσει
κατά Θεό. Αυτή τη στιγμή, ο θάνατος του Χριστού στο σταυρό γίνεται ουσιαστικός στη
ζωή του και τον ικανώνει να σπάσει τα δεσμά της αμαρτίας.
Φυσικά,
η απόφαση για μετάνοια, από μόνη της δεν είναι αρκετή, γιατί φέρνει
περιορισμένη και προσωρινή δύναμη απομάκρυνσης από την αμαρτία. Η τελειοποίηση
της διαδικασίας της σωτηρίας περιλαμβάνει την ταφή των αμαρτιών του παρελθόντος
που γίνεται κατά το βάπτισμα στο νερό και την λήψη δύναμης που παραμένει
νικηφόρα, με το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος. Επειδή το να πεθάνει κάποιος με
τον Χριστό δεν σημαίνει ότι ξεριζώνεται και η αμαρτωλή φύση του, πρέπει να
συνεχίσει να θανατώνει τις επιθυμίες της σάρκας του (Ρωμ.η:13) και να πεθαίνει
καθημερινά (Α’ Κορ.ιε:31).
Ωστόσο,
το αποφασιστικό σημείο – ο θάνατος του παλαιού ανθρώπου – συμβαίνει κατά την
μετάνοια. Ο θάνατος του Χριστού, εφαρμόζεται στην ζωή μας, όταν στην αρχή
εξασκούμε τόση πίστη ώστε να μετανοήσουμε από τις αμαρτίες μας.