Με την ονομασία Ραϊχσκονκορδάτο ή Κονκορδάτο Χίτλερ - Πάπα, ή Κονκορδάτο της 20ης Ιουλίου 1933 ονομάζεται το παπικό σύμφωνο που συνομολογήθηκε μεταξύ του Βατικανού και του Γ΄ Ράιχ. Σκοπός του συμφώνου αυτού ήταν η εγγύηση των δικαιωμάτων της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας στη Γερμανία, υπό το νέο καθεστώς που είχε στο μεταξύ διαμορφωθεί.
Το σύμφωνο που περιλάμβανε 34 άρθρα, και ένα απόρρητο προσάρτημα, υπεγράφη στην "αγία" έδρα, στις 8 Ιουλίου του 1933 από τον καρδινάλιο Ευγένιο Πατσέλλι, πρώην παπικό νούντσιο στο Μόναχο και Βερολίνο, και μετέπειτα Πάπα Πίο ΙΓ΄, και από τον εκπρόσωπο του Χίτλερ, τον αντικαγκελάριο Φραντς φον Πάπεν. Επικυρώθηκε στις 20 Ιουλίου του 1933 και άρχισε η επίσημη έναρξη ισχύος του.
Στις διαπραγματεύσεις σημαντικό ρόλο είχαν κυρίως δύο πρόσωπα, ο γερμανόφιλος καρδινάλιος Ευγένιο Πατσέλλι, που την περίοδο αυτή είχε αναλάβει παπικός υπουργός εξωτερικών, δηλαδή το δεξί χέρι του Πάπα και ο καρδινάλιος Λούντβιχ Κάας,που από τον Δεκέμβριο του 1928 ήταν πρόεδρος του καθολικού κόμματος στη Γερμανία.
Η καθολική εκκλησία έπαψε να υποστηρίζει πολιτικά κόμματα που αντιτίθονταν στους ναζί και έτσι οι καθολικοί ψήφίσαν τον "υπερνόμο" που έδινε στον καγκελάριο, δηλαδή τον Χίτλερ, το δικαίωμα να ασκεί όλες τις εξουσίες.
Η συνεργασία της καθεστωτικής εκκλησίας με την νέα τάξη ήταν αποτέλεσμα της πεποίθησης που είχε κυριεύσει τότε τους γερμανούς αστούς ότι ο Χίτλερ αποτελούσε ένα ισχυρότατο ανάχωμα κατά του κομουνισμού, αλλά και των υποσχέσεων του Χίτλερ ως προς τη θέση της εκκλησίας μέσα στο Ράιχ.
Είναι γεγονός ότι πολλοί γερμανοί επίσκοποι είχαν επιστήσει την προσοχή στο χάσμα που υπήρχε μεταξύ χριστιανικής διδασκαλίας και ναζιστικού δόγματος, πλην όμως υπήρξε μεγαλύτερο το ενδιαφέρον τους για τα προνόμια που θα λάμβανε η εκκλησία τους μετά τη συμφωνία με τον Χίτλερ.
Σύμφωνα με τον Πάπα Πίο ΙΑ΄:"Προκειμένου να "σώσουμε" ψυχές θα διαπραγματευόμαστε ακόμα και με τον διάβολο!"
Ο ίδιος είχε υπογράψει και τις συνθήκες του Λοτερανού με τον Μουσολίνι, τέσσερα χρόνια πριν, το 1929..
Το σύμφωνο που περιλάμβανε 34 άρθρα, και ένα απόρρητο προσάρτημα, υπεγράφη στην "αγία" έδρα, στις 8 Ιουλίου του 1933 από τον καρδινάλιο Ευγένιο Πατσέλλι, πρώην παπικό νούντσιο στο Μόναχο και Βερολίνο, και μετέπειτα Πάπα Πίο ΙΓ΄, και από τον εκπρόσωπο του Χίτλερ, τον αντικαγκελάριο Φραντς φον Πάπεν. Επικυρώθηκε στις 20 Ιουλίου του 1933 και άρχισε η επίσημη έναρξη ισχύος του.
Στις διαπραγματεύσεις σημαντικό ρόλο είχαν κυρίως δύο πρόσωπα, ο γερμανόφιλος καρδινάλιος Ευγένιο Πατσέλλι, που την περίοδο αυτή είχε αναλάβει παπικός υπουργός εξωτερικών, δηλαδή το δεξί χέρι του Πάπα και ο καρδινάλιος Λούντβιχ Κάας,που από τον Δεκέμβριο του 1928 ήταν πρόεδρος του καθολικού κόμματος στη Γερμανία.
Η καθολική εκκλησία έπαψε να υποστηρίζει πολιτικά κόμματα που αντιτίθονταν στους ναζί και έτσι οι καθολικοί ψήφίσαν τον "υπερνόμο" που έδινε στον καγκελάριο, δηλαδή τον Χίτλερ, το δικαίωμα να ασκεί όλες τις εξουσίες.
Ηδηστις 5 Ιουλίου το καθολικό κόμμα του κέντρου δημοσίευσε την απόφαση περί της διάλυσής του απομακρύνοντας με την εξέλιξη αυτή και το τελευταίο εμπόδιο της υπογραφής του κονκορδάτου.
Κατόπιν αυτού το τελευταίο εσωτερικό εμπόδιο στα σχέδια του Χίτλερ είχε πάψει πλέον να υφίσταται, την περίοδο μάλιστα που οι αρχηγοί των περισσοτέρων τότε κρατών αντιμετώπιζαν την Γερμανία με δικαιολογημένη καχυποψία. Έτσι η εκδηλωθείσα δια του εν λόγω συμφώνου παπική έκφραση εμπιστοσύνης προς το ολοκληρωτικό καθεστώς της Γερμανίας αποτέλεσε αναμφισβήτητα μια μετάγγιση γοήτρου την οποία όπως αποδείχθηκε είχε απόλυτη ανάγκη για την άνοδό του.Η συνεργασία της καθεστωτικής εκκλησίας με την νέα τάξη ήταν αποτέλεσμα της πεποίθησης που είχε κυριεύσει τότε τους γερμανούς αστούς ότι ο Χίτλερ αποτελούσε ένα ισχυρότατο ανάχωμα κατά του κομουνισμού, αλλά και των υποσχέσεων του Χίτλερ ως προς τη θέση της εκκλησίας μέσα στο Ράιχ.
Σύμφωνα με τον Πάπα Πίο ΙΑ΄:"Προκειμένου να "σώσουμε" ψυχές θα διαπραγματευόμαστε ακόμα και με τον διάβολο!"
Ο ίδιος είχε υπογράψει και τις συνθήκες του Λοτερανού με τον Μουσολίνι, τέσσερα χρόνια πριν, το 1929..