Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2024

Διότι τρεις είναι οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις είναι έν (Α’ Ιωάν.ε:7)


Αυτό είναι ένα πολύ χρησιμοποιημένο εδάφιο, που αποτελεί για πολλούς την κατ' εξοχήν απόδειξη της τριάδας μέσα στο λόγο του Θεού. Όμως, εδώ δεν πρόκειται για το λόγο του Θεού, αλλά για μια καθαρή πρόσθεση, ακριβώς από αυτούς που έχουν συμφέροντα στη διδασκαλία της τριάδας.

Η πρόσθεση αυτή δεν έγινε τους πρώτους αποστολικούς χρόνους, διότι τότε κανένας από τους πιστούς δεν πίστευε σε κάτι τέτοιο! Έγινε πολύ αργότερα, κάτω από την επίβλεψη του Πάπα της Ρώμης, όταν ο Έρασμος εξέδωσε τη δεύτερη έκδοση του πρώτου Ελληνικού κείμενου της Καινής Διαθήκης!!!

Η απόδειξη βρίσκεται στο κριτικό κείμενο U.B.S. όπου αναφέρονται με λεπτομέρεια όλα τα αρχαία χειρόγραφα. Εδώ, μπορούμε να δούμε ποια χειρόγραφα έχουν τη μαρτυρία αυτή και ποια δεν την έχουν, ώστε να βγάλουμε το σωστό συμπέρασμα.

Το κριτικό κείμενο U.Β.S. αναφέρει:

Α’ Ιωάν.ε:7 ὅτι τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες, ε:8 τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ὕδωρ καὶ τὸ αἷμα καὶ οἱ τρεῖς εἰς τὸ ἕν εἰσιν.

Ας δούμε την κριτική εργασία που παραθέτει σχετικά με το εδάφιο αυτό το κριτικό κείμενο U.B.S.

Πρώτα από όλα, δίνει βαθμό βεβαιότητας (Α), που σημαίνει ότι είναι σίγουρο 100% ότι δεν υπάρχει το εδάφιο αυτό στα πρωτότυπα.

Μετά αναφέρει τα χειρόγραφα που δεν το περιλαμβάνουν που είναι: Ο Σιναϊτικός κώδικας ΑΛΕΦ, ο Αλεξανδρινός κώδικας Α, ο κώδικας του Βατικανού Β, οι κώδικες Κ, Ρ, Ψ, επίσης τα χειρόγραφα 048, 049, 056, 0142, η MINUSCULE 33, 81, 88, 104, 181, 326, 330, 436, 451, 614, 630, 945, 1241, 1505, 1739, 1877, 1881, 2127, 2412, 2492, 2495, η Βυζαντινή μετάφραση καθώς και η Ιτάλα, η Βουλγάτα, η Συριακή, Κοπτική, Αρμενική, Αιθιοπική, η Σλαβική και τα γραπτά των: Ειρηναίου, Κλίμεντα, Τερτυλλιανού, Ιππόλυτου, Ωριγένη, Κυπριανού, Διονύσιου, Ιλαρίωνα, Εωσφόρου, Αθανασίου, Βασιλείου, Φαουστίνου, Γρηγορίου του Ναζιανζινού, του Αμβρόσιου, του Δίδυμου, του Επιφάνειου, του Χρυσόστομου, του Ιερώνυμου, του Αυγουστίνου, και του Κύριλλου.

Όλα αυτά τα χειρόγραφα, είναι γραμμένα από τον 3ο μέχρι και τον 15ο μ.Χ. αιώνα, και σε καμιά περίπτωση δεν αναφέρεται το περιβόητο αυτό εδάφιο. Απουσιάζει από όλες τις μαρτυρίες των αρχαίων χειρογράφων, αλλά ακόμη και από αυτές του μεσαίωνα. Κανείς από τους συγγραφείς των μεταποστολικών χρόνων δεν το αναφέρει ούτε μία φορά, ούτε ακόμη και αυτός ο Αθανάσιος ο οποίος ήταν ο φανατικότερος υποστηρικτής της τριάδας. Εάν υπήρχε τέτοιο εδάφιο δεν θα το χρησιμοποιούσε;

Το εδάφιο αυτό στα Ελληνικά, βρέθηκε σε ένα χειρόγραφο, το 635 μ.Χ., αλλά και εκεί δεν ήταν γραμμένο μέσα στο καθ' αυτό κείμενο, αλλά με ψιλά γράμματα στο περιθώριο της σελίδας, που σημαίνει ότι κάποιος το πρόσθεσε αργότερα, όπως έχει αποδειχτεί.

Το κριτικό κείμενο αναφέρει ακόμη ότι υπάρχει σε μια έκδοση της Ιτά-λα του 9ου – 10ου αιώνα, αλλά το έχει μέσα σε παρένθεση, που σημαίνει ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Το θέμα όμως είναι ότι η Ιτάλα είναι μετάφραση στα Λατινικά, ενώ το κείμενο είναι γραμμένο στα Ελληνικά, που σημαίνει ότι κάποιος το πρόσθεσε εκεί αργότερα.

Ακόμη λέει ότι υπάρχει στη Βουλγάτα, μετάφραση του 16ου αιώνα, που και πάλι δεν στέκει σαν αρχαίο κείμενο, γιατί είναι στα Λατινικά, ενώ το εδάφιο είναι γραμμένο στα Ελληνικά και είναι ολοφάνερο ότι το έχουν προσθέσει αργότερα.

Γι’ αυτό οι κριτικοί επιστήμονες δεν το έλαβαν καθόλου υπόψη τους. Υπάρχει ακόμη σε μια άλλη έκδοση της Βουλγάτας στα λατινικά, όπως και σε μερικούς Λατίνους συγγραφείς, που όμως τα γραφτά τους δεν έχουν κανένα κύρος και γι' αυτό και δεν λαμβάνονται υπόψη.

Αυτή είναι όλη η δουλειά των κριτικών επιστημόνων στο εδάφιο αυτό, και είναι 100%  βέβαιοι ότι έχει προστεθεί πολύ αργότερα από τους Λατίνους. Έτσι, δεν έχει κανείς το δικαίωμα ούτε πρέπει να ονομάζει το εδάφιο αυτό λόγο του Θεού, γιατί δεν είναι.

Πώς όμως υπάρχει το εδάφιο αυτό μέσα στη Γραφή μας σήμερα; Ο πρώτος που επεξεργάστηκε και εξέδωσε το πρώτο ελληνικό κείμενο της Καινής Διαθήκης, ήταν ο Έρασμος, περίπου το 1500 μ.Χ. Χρησιμοποίησε οκτώ χειρόγραφα του 8ου μ.Χ. αιώνα, αλλά από αυτά έλλειπε η Αποκάλυψη, την οποία μετέφρασε από τα Λατινικά στα Ελληνικά για να συμπληρώσει γρήγορα το κείμενο ώστε να το εκδώσει πρώτος, όπως και έγινε.

Σ’ αυτή την έκδοση του Έρασμου, δεν υπάρχει πουθενά το Α’ Ιωάν.ε:7, γιατί δεν υπήρχε σε κανένα από τα ελληνικά χειρόγραφα που χρησιμοποίησε. Ο Πάπας πίεσε τον Έρασμο να προσθέσει τα λόγια του εδαφίου που εξετάζουμε. Ο Έρασμος είπε ότι αν του βρουν έστω και ένα αρχαίο Ελληνικό χειρόγραφο που θα είχε αυτά τα λόγια, θα τα έβαζε στη δεύτερη έκδοση του. Ο Πάπας «βρήκε» πολύ γρήγορα ένα «αρχαίο» χειρόγραφο, με τη βοήθεια των «ειδικευμένων» καλογέρων του, οι οποίοι βρήκαν μια αρχαία άγραφη περγαμηνή και χωρίς πολλά χασομέρια αντέγραψαν το Α’ Ιωάν.ε:7.

Έτσι, ο Έρασμος στη δεύτερη έκδοση που έκανε, συμπεριέλαβε το εδάφιο αυτό. Αργότερα όμως κατάλαβε τη σκευωρία του Πάπα και στην τρίτη έκδοση το παρέλειψε πάλι, όμως ήταν ήδη αργά.

Οι αδελφοί Ελίζεβιρ, πήραν τη δεύτερη έκδοση του Έρασμου, την τύπωσαν και την ονόμασαν «TEXTUS RECEPTUS» που σημαίνει «παραδεδεγμένο κείμενο». Αυτό το κείμενο πήρε αργότερα και ο Στεφάνου, του έβαλε κεφάλαια και εδάφια και εκδόθηκε ακόμη ευρύτερα. Αυτό διαδόθηκε και στην Ελλάδα, το πήρε ο Νεόφυτος Βάμβας και γι' αυτό το έχουμε κι εμείς σήμερα.

Αργότερα, όταν ξεκίνησε η επιστήμη της κριτικής των κειμένων, κανείς από του κριτικούς δεν θεώρησε το εδάφιο αυτό αυθεντικό (παρ' όλο που οι ίδιοι είναι τριαδικοί) και έτσι δεν το συμπεριέλαβαν στα κείμενα τους.