Α. Η
σπουδαιότητα της Θεοπνευστίας
Η Βίβλος είναι από το Θεό, δεν είναι
δημιούργημα του ανθρώπου. Αυτή η αλήθεια είναι θεμελιώδης για να στηρίξουμε την
εξουσία της Βίβλου για διδασκαλία κι οδηγία.
Ο τρόπος με τον οποίο η Βίβλος απορρέει απ’ το Θεό είναι γνωστός σαν θεοπνευστία. Η Βίβλος δηλώνει, “Όλη η Γραφή είναι Θεόπνευστος...” (Β’ Τιμ.γ:16).
Η πίστη στη Θεοπνευστία των Γραφών είναι η
πρώτη διακήρυξη της πίστης μας.
“Όλη η Γραφή είναι Θεόπνευστος, και ωφέλιμος προς
διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς εκπαίδευσιν την μετά της
δικαιοσύνης” (Β’ Τιμ. γ:16).
Η Βίβλος είναι η μόνη δοσμένη εξουσία απ’ το
Θεό που κατέχει ο άνθρωπος. Γι’ αυτό όλη
η διδασκαλία, η πίστη, η ελπίδα κι η οδηγία για την εκκλησία πρέπει να
στηρίζονται πάνω στη Βίβλο και να είναι εναρμονισμένες μ’ αυτή. Πρέπει να
διαβάζεται και να μελετάται απ’ όλους τους ανθρώπους παντού και μπορεί να γίνει
κατανοητή μόνο απ’ αυτούς που έχουν το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος (Α’
Ιωάν.β:27). “Ουδεμία προφητεία της γραφής,
γίνεται εξ ιδίας του προφητεύοντος διασαφήσεως.
Διότι δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του
Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού”.
Β. Η σημασία της θεοπνευστίας
Η θεοπνευστία είναι η μέθοδος με την οποία η αποκάλυψη του Θεού μεταδόθηκε στον άνθρωπο
και καταγράφτηκε στη Βίβλο. «Να εμπνέεις» στην κυριολεξία σημαίνει «να δίνεις
πνοή σε». Όταν ο Παύλος είπε ότι «όλη η
Γραφή είναι θεόπνευστος», δίδαξε ότι τα λόγια των Γραφών ήταν η πνοή του
στόματος του Θεού. Η πνοή του Θεού ή η Θεία επιρροή ήταν επάνω σε ότι ειπώθηκε,
ώστε τα λόγια αυτά να είναι η ακριβής έκφραση των σκέψεων Του. Η Β’ Τιμ.γ16 , όπως ήδη αναφέρθηκε, εκφράζει
καθαρά ότι η θεοπνευστία είναι η μέθοδος την οποία ο Θεός χρησιμοποίησε για να
μεταδώσει την αλήθειά Του.
Η Β’ Πέτρ.α:21 διδάσκει πώς ο Θεός ενήργησε
εμπνέοντας κάποιους ανθρώπους για να μεταδώσουν αυτή την αλήθεια, η οποία
διαφορετικά δεν θα μπορούσε να έχει γίνει γνωστή στο ανθρώπινο γένος. Άνθρωποι του Θεού εμπνεύστηκαν να γράψουν,
αλλά όχι με δικές τους σκέψεις. «Διότι δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου,
αλλ’ υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι Άγιοι άνθρωποι του
Θεού». Αυτή ήταν η επιρροή του Αγίου
Πνεύματος πάνω στις ζωές των συγγραφέων η οποία τους οδήγησε να καταγράψουν τις
ακριβείς σκέψεις του Θεού που ο Ίδιος ήθελε να ξέρουν. Δεν μπορούμε να εξηγήσουμε πως ακριβώς ο Θεός
ικάνωσε κάθε συγγραφέα να καταγράψει το μήνυμα του, αλλά δεν πρέπει να έχουμε
καμία αμφιβολία ότι ο Παντοδύναμος κατηύθυνε το νου και τις κινήσεις καθενός,
με υπερφυσικό τρόπο.
Ο William Evans στο έργο του, «σημαντικές
διδασκαλίες της Βίβλου», συνοψίζει με αποτελεσματικό τρόπο το δόγμα της θεοπνευστίας:
Άγιοι άνθρωποι του Θεού δυναμωμένοι με την
έκχυση της έμπνευσης του Θεού, έγραψαν υπακούοντας τη θεία εντολή και
προφυλάχθηκαν από κάθε λάθος, είτε αποκάλυψαν αλήθειες που ήταν άγνωστες
προηγουμένως, είτε κατέγραψαν αλήθειες ήδη γνωστές.
Γ. Η
έκταση της θεοπνευστίας
Η θεοπνευστία περιλαμβάνει τα πάντα. Ολόκληρο
το περιεχόμενο της Βίβλου είναι εμπνευσμένο από το Θεό. Η Βίβλος έχει μόνο ένα
συγγραφέα κι Αυτός είναι ο Θεός. Οι σαράντα συγγραφείς της έγραψαν καθοδηγούμενοι
απ’ το Θεό. Εάν η Γραφή διακηρύττει ότι «όλη η Γραφή είναι Θεόπνευστος» τότε
εμείς πρέπει να δεχθούμε ότι δεν υπάρχει κανένα τμήμα της Γραφής το οποίο να
μην έχει γραφτεί από τον Ίδιο το Θεό.
Το Α’ Τιμ.γ:16 διδάσκει την πλήρη θεοπνευστία.
Η ιδέα της μερικής θεοπνευστίας είναι αντίθετη με την διδασκαλία της Γραφής.
Κάποιοι προσπαθούν να ισχυριστούν ότι η Βίβλος περιέχει το λόγο του Θεού. Έτσι
αφήνουν περιθώριο για τον ισχυρισμό ότι κάποια μέρη της Γραφής δεν είναι
θεόπνευστα. Η Βίβλος όμως δεν περιέχει το λόγο του Θεού, είναι ο λόγος του
Θεού. Είναι αναγκαίο να αναγνωρίσουμε
αυτή την τεράστια διαφορά. Όσοι διδάσκουν την άποψη της μερικής θεοπνευστίας
μπορεί να αγνοούν κάποια εδάφια κατά τη βούληση τους. Μπορούν ακόμα να
διαφοροποιούν με ευκολία την αληθινή σημασία και τις διδασκαλίες της Γραφής.
Η Λεκτική - Πλήρης θεοπνευστία είναι ο όρος
που χρησιμοποιείται για να εκφράσει την άποψη ότι ΟΛΗ η Γραφή είναι θεόπνευστη.
Λεκτική θεοπνευστία σημαίνει ότι κάθε λέξη και σκέψη της Γραφής ήταν
καθοδηγημένη απ’ το Θεό. Το πρωτότυπο κείμενο γράφτηκε από κάθε συγγραφέα χωρίς
κανένα λάθος. Αυτό το κείμενο έκφραζε ακριβώς με λέξεις και σκέψεις ότι ο Θεός
ήθελε να εκφράσει. Ενώ αναγνωρίζουμε ότι αργότερα έγιναν λάθη από αντιγραφείς
και μεταφραστές, το πρωτότυπο κείμενο ήταν τέλεια γραμμένο κάτω από την
απευθείας έμπνευση του Παντοδύναμου. (Μπορούμε εδώ να προσθέσουμε ότι η διάδοση
του κειμένου οδηγήθηκε με θαυματουργό τρόπο από το Θεό, ώστε η φωνή Του να
μπορεί να ακουστεί καθαρά και να κάνει γνωστό το θέλημα Του στην ανθρωπότητα.
Τα λάθη είναι πραγματικά αμελητέας σημασίας και δεν διαφοροποιούν σε τίποτα τις
διδασκαλίες που ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο μέσα από τη Γραφή).
Η πλήρης θεοπνευστία σημαίνει ότι «Όλη η
Γραφή» ήταν πλήρως εμπνευσμένη από το Θεό, κανένα τμήμα της δεν αντιπροσωπεύει
τον τρόπο έκφρασης ή τη σκέψη του συγγραφέα.
Κάθε εδάφιο της Βίβλου αν και γράφτηκε από ανθρώπους δόθηκε από το Θεό σαν
ένα μέρος της αποκάλυψης της αλήθειας.
Δ. Η
απόδειξη της θεοπνευστίας
1.
Εσωτερική απόδειξη - η μαρτυρία της Γραφής
Οι συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης βεβαιώνουν
ότι τα γραπτά τους είναι τα λόγια του Θεού,
«Και
ελάλησεν ο Θεός πάντας τους λόγους τούτους» (Έξοδ.κ:1)
«Και
είπε Κύριος προς τον Μωϋσή, Γράψων εις σε αυτόν τους λόγους τούτους» (Έξοδ.λδ:27)
«Πνεύμα
Κυρίου ελάλησε δι’ εμού, και ο λόγος Αυτού είρθεν επί της γλώσσης μου» (Β’ Σαμ.κγ:2)
«Και
έγεινε λόγος Κυρίου προς εμέ, λέγων» (Ιεζ.κ:2)
«Και
λόγος Κυρίου έγεινε προς εμέ, λέγων» (Ιερ.α:4)
«Το
φορτίον (.......) του λόγου του Κυρίου δια χειρός Μαλαχίου προς Ισραήλ» (Μαλ.α:1).
Οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης δηλώνουν
ότι οι Γραφές γράφτηκαν από τον Θεό,
«Υπό
του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού» (Β’ Πετρ.α:21)
«Ο Θεός
αφού ελάλησε το πάλαι προς τους Πατέρας ημών δια των προφητών» (Εβρ.α:1)
«Όλη η
Γραφή είναι θεόπνευστος» (Β’ Τιμ.γ:16)
Ο Ιησούς μίλησε από τις Γραφές με τρόπο που
απέδωσε θεία εξουσία σ’ αυτές. Στο Ματθ.ε17,18 ο Ιησούς αναφέρθηκε στο νόμο και
τους προφήτες αποδίδοντας σ’ αυτά τα γραπτά μια εξουσία πάνω από την ανθρώπινη.
Στο Λουκ.κδ44 ο Ιησούς αναφέρθηκε στα
τρία τμήματα της Εβραϊκής Παλαιάς Διαθήκης, το Νόμο, τους Προφήτες και
τους Ψαλμούς (ή τις Γραφές). Απέδωσε σ’
αυτά προφητικά στοιχεία τα οποία είναι καθαρά υπερφυσικά. Το Λουκ. κδ27 φανερώνει επίσης ότι ο Ιησούς
απέδειξε την προφητική πλευρά της Παλαιάς Διαθήκης καθώς εξηγούσε ότι
εκπληρώθηκαν οι προφητείες για τον ερχομό Του.
2.
Εξωτερική απόδειξη - μαρτυρίες έξω από τη Γραφή.
Πολλές αρχαιολογικές ανακαλύψεις τον 20ο
αιώνα αποδεικνύουν την ακρίβεια των Γραφών, η οποία, με τη σειρά της, μαρτυρά
τη θεία προέλευση της. Ο Μωυσής ποτέ δεν θα μπορούσε να έχει από μόνος του
καταγράψει τα γεγονότα με τέτοια ακρίβεια, εκτός κι αν είχε απ’ ευθείας
«έμπνευση από το Θεό». Ο καθηγητής Rowley τονίζει ότι οι λόγιοι σήμερα «τρέφουν
πολύ μεγαλύτερο σεβασμό για τις ιστορίες των πατριαρχών από ότι συνέβαινε
παλαιότερα..... γιατί όλα τα στοιχεία απαιτούν αυτή τη στάση.»
Ο Nelson Glueck, ο γνωστός Εβραίος
Αρχαιολόγος δηλώνει ότι «μπορεί να ειπωθεί κατηγορηματικά ότι καμία
αρχαιολογική ανακάλυψη δεν έχει έρθει, σε καμιά περίπτωση, σε σύγκρουση με τις
Βιβλικές αναφορές».
Ο Henry M. Morris τονίζει ότι «πρέπει να
είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι έχοντας υπόψη μας το πολύ μεγάλο
αριθμό των επιβεβαιωτικών στοιχείων που αφορούν τη βιβλική ιστορία αυτών των
περιόδων, δεν υπάρχει σήμερα ούτε ένα αναμφισβήτητο εύρημα της αρχαιολογίας το οποίο
να αποδεικνύει ότι η Βίβλος έχει λάθος σε οποιοδήποτε σημείο.»
Πολλές από τις λεπτομέρειες της Καινής
Διαθήκης οι οποίες παλαιότερα ήταν αμφισβητούμενες, σήμερα έχουν
επαληθευτεί. Για παράδειγμα το
δικαστήριο που αναφέρεται ότι ο Πιλάτος δίκασε τον Ιησού (Ιωάν.ιθ:13) είχε
χαρακτηριστεί «μύθος». Ο William F.
Albright στο έργο «Αρχαιολογία της Παλαιστίνης», περιγράφει τα τελευταία
ευρήματα, τα οποία ταυτίζει μ’ αυτό το δικαστήριο και αποδεικνύει έτσι την
ιστορικότητά του.
Η μαρτυρία
της επιστήμης
επιβεβαιώνει τη θεία προέλευση της Γραφής.
Πολλοί συγγραφείς της Βίβλου περιέγραψαν με ακρίβεια και λεπτομέρεια
πράγματα τα οποία δεν μπορούσαν να ξέρουν ή να είναι σε θέση να
καταγράψουν. Εφόσον η Γραφή δεν ισχυρίζεται
ότι είναι μία επιστημονική καταγραφή, μπορεί να βρεθεί κάποιο λάθος το οποίο να
σχετίζεται με επιστημονικές αλήθειες. Αν οι ιδέες αυτές ήταν ανθρώπινες ή πιο
προηγμένη επιστημονική γνώση θα είχε επισημάνει λάθη σε διάφορα σημεία. Ωστόσο παραμένει γεγονός ότι η αληθινή
επιστήμη ποτέ δεν ήρθε σε αντίθεση με τη Βίβλο.
Μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι ότι ο Ησαΐας μίλησε για τον «κύκλο της
γης» κι όμως οι άνθρωποι πολύ καιρό μετά συνέχιζαν να πιστεύουν ότι η γη είναι
επίπεδη (δες Ησ.μ22). Φυσικά η επιστήμη
έχει αποδείξει ότι ο Ησαΐας είχε δίκιο.
Η ανθρώπινη
εμπειρία
μαρτυρά τη θεοπνευστία της Γραφής. Καθένας που έχει δεχθεί τα λόγια της Βίβλου
να τον οδηγήσουν στη σωτηρία και την έχει υπακούσει απόλαυσε μία θαυμαστή
εμπειρία εν Χριστώ.
Η Βίβλος παρέχει πολλές πρακτικές απαντήσεις
στις ανθρώπινες ανάγκες. Πολλοί άνθρωποι
έχουν βρει στα λόγια των Γραφών απαντήσεις που χρειάζονταν. Οι αρχές της έχουν αποτέλεσμα κι
αποδεικνύονται πολύ πιο αποτελεσματικές από τις ανθρώπινες φιλοσοφίες.
Ο άνθρωπος που έχει δεχτεί το Χριστό σαν
προσωπικό του σωτήρα έχει μέσα στην καρδιά του την μαρτυρία για την θεοπνευστία
της Γραφής. Ο σκοπός των Γραφών - να αποκαλύψει το Χριστό και τη σωτηρία - έχει
εκπληρωθεί προσωπικά στη ζωή του.
Η μαρτυρία
της προφητείας-
Η Βίβλος είναι γεμάτη με προφητείες για τον ερχομό του Μεσσία και για διάφορα
γεγονότα της ανθρώπινης ιστορίας. Η εκπλήρωση αυτών των προφητειών είναι μία
από τις μεγαλύτερες αποδείξεις για την θεοπνευστία των Γραφών. Θα αναφέρουμε κάποιες απ’ αυτές τις
προφητείες που έχουν εκπληρωθεί σαν παραδείγματα. Τα αποσπάσματα που
παραθέτουμε είναι από το βιβλίο του Josh Mc Dowell «Στοιχεία που απαιτούν ένα
συμπέρασμα», στο οποίο παρουσιάζει μια θαυμάσια απολογία της χριστιανικής
πίστης.
Ο McDowell αναφέρει ότι «μία από τις πιο
ασυνήθιστες προφητείες στη Βίβλο είναι αυτή για την αρχαία πόλη της Τύρου»
(Ιεζ.κς:3-21). Αναφέρει τις ακόλουθες
προφητείες από αυτά τα εδάφια:
·
Ο
Ναβουχοδονόσορ θα καταστρέψει την κύρια πόλη της Τύρου (κς:8)
·
Πολλά
έθνη θα στραφούν ενάντια στην Τύρο (κς:3)
· Θα
γίνει σαν ένας γυμνός βράχος, θα ερημωθεί σαν την κορυφή ενός βράχου (κς:4)
·
Οι
ψαράδες θα απλώνουν τα δίχτυα τους σ’ αυτό το μέρος (κς:5)
·
Θα
πέφτουν ερείπια μέσα στα νερά (κς:12)
·
Ποτέ
δεν θα ξανακτιστεί (κς:14)
·
Ποτέ
δεν θα ξαναβρεθεί (κς:21)
Μετά από αυτό τον κατάλογο δίνει μία
λεπτομερή περιγραφεί από την ιστορία πως όλα αυτά πραγματικά συνέβησαν.
Συνοψίζει την μελέτη του μ’ ένα σχόλιο του Peter Stoner (Η επιστήμη μιλάει):
«Εάν ο Ιεζεκιήλ είχε παρατηρήσει την Τύρο
στην εποχή του και είχε κάνει αυτές τις 7 προβλέψεις βασισμένος στην ανθρώπινη
σοφία του, οι υπολογισμοί αυτοί σημαίνει ότι θα είχαν μία μόνο πιθανότητα σε
75.000.000 να πραγματοποιηθούν. Όλα όμως
εκπληρώθηκαν μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια».
Ο McDowell αναφέρει 11 ακόμα προφητείες που
αφορούν σε περιοχές, πόλεις, έθνη κλπ. και δίνει τα στοιχεία της ακριβείς
πραγματοποιήσεις τους. Η μελέτη αυτών
των διηγήσεων μπορεί να κάνει ακόμα και τον άπιστο να αναγνωρίσει ότι οι
προφητείες της Γραφής είναι πολύ πέρα από την ανθρώπινη δυνατότητα
προβλέψεις. Η απλή λογική από μόνη της
μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο να αναγνωρίσει ότι είναι μόνο ο Θεός που μπορεί
να είναι ο συγγραφέας αυτών των προφητειών. Ο Θεός που ενέπνευσε την συγγραφή
αυτή είδε ότι επρόκειτο να εκπληρωθούν μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια.
Η Παλαιά Διαθήκη η οποία γράφτηκε σε μία
περίοδο χιλίων πεντακοσίων χρόνων περιέχει πάνω από 300 αναφορές στον Μεσσία,
οι οποίες εκπληρώθηκαν όλες στο πρόσωπο του Ιησού. Αυτές οι προφητείες δείχνουν καθαρά την
θεοπνευστία της Βίβλου. Η Παλαιά Διαθήκη ολοκληρώθηκε 400 χρόνια πριν τον
ερχομό του Χριστού κι ωστόσο οι προρρήσεις της πραγματοποιήθηκαν ακριβώς όπως
είχαν πει οι συγγραφείς.
Παραθέτουμε μερικές από αυτές σαν παράδειγμα:
Þ Ο Ησ.ζ:14 προλέγει
για τη γέννηση από παρθένο. Στο Ματθ.α:18,24,25 έχουμε την εκπλήρωση.
Þ Η Γεν.μθ:10 ορίζει
ότι από τη φυλή του Ιούδα θα προέλθει ο Μεσσίας. Ο Λουκ.γ:23,33 επιβεβαιώνει
ότι ο Ιησούς ήταν από τη φυλή του Ιούδα.
Δες επίσης Ματθ.α:2 Εβρ.ζ:14.
Þ Στον Ησ.ια:1 και
ια:10 έχουμε την προφητεία ότι ο Μεσσίας θα προέλθει από την οικογένεια του
Ιεσσαί. Ο Λουκ γ:23, 32 και ο Ματ. α:6
φανερώνουν ότι ο Ιησούς ήρθε από τη γενιά του Ιεσσαί.
Þ Ο Μιχ.ε:2 ονομάζει τη
Βηθλεέμ σαν τον τόπο γέννησης του Μεσσία.
Ο Ματθ.β:1 δείχνει την εκπλήρωση.
Þ Το Δευτ.ιη:18 Τον
αποκαλεί προφήτη. Το Ματθ.κα:11 ονομάζει
τον Ιησού προφήτη. Δες επίσης Λουκ.ζ:16,
Ιωάν.δ:19, ς:14, ζ:40.
Þ Ο Ψαλμ.ρι:4 Τον
ονομάζει «Ιερέα κατά την τάξη Μελχισεδέκ».
Το Εβρ.γ:1 και ε:5,6 αποδίδει αυτή την ιερατεία στον Ιησού.
Þ Η διακονία των
θαυμάτων του Κυρίου προλέχθηκε στον Ησ.λα:5,6α. Η εκπλήρωση υπάρχει στο
Ματθ.θ:35 και σε πολλά άλλα εδάφια.
Þ Ο Ψαλμ.οη:2 προλέγει
ότι θα μιλούσε με παραβολές. Το Ματθ.ιγ:34 επιβεβαιώνει ότι ο Κύριος δίδασκε με
παραβολές.
Þ Ο Ζαχ.θ:9 αναφέρει
ότι θα έμπαινε στην Ιερουσαλήμ πάνω σε ένα γαϊδουράκι. Ο Λουκ.ιθ:35-37 αναφέρει την εκπλήρωση αυτής
της προφητείας. Δες επίσης Ματθ.κα:6-11
Þ Το τρύπημα των χεριών
και των ποδιών του Μεσσία προλέγεται στον Ψαλμ.κβ:16. Ο Λουκ.κγ:33 και ο
Ιωάν.κ:25 μιλάνε γι’ αυτό το γεγονός.