Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

Λέπρα (3)


Θα εξετάσουμε τώρα τις σχετικές με τον καθαρισμό του λεπρού ωραίες και σημαντικές διατάξεις, που μας προσφέρουν σαν τύπο, μερικές από τις πολυτιμότερες αλήθειας του Ευαγγελίου.

«Και ελάλησε Κύριος προς τον Μωϋσήν, λέγων, Ούτος είναι ο νόμος του λεπρού εν τη ημέρα του καθαρισμού αυτού· θέλει φερθή προς τον ιερέα· και θέλει εξέλθει ο ιερεύς έξω του στρατοπέδου και θέλει θεωρήσει ο ιερεύς, και ιδού, εάν ιατρεύθη η πληγή της λέπρας εις τον λεπρό» (κεφ. ιδ:1-3).

Έχουμε δει ποια θέση είχε ο λεπρός. Βρισκόταν έξω από το στρατόπεδο, σε απόσταση από τον Θεό, από το αγιαστήριο και από τη συναγωγή Του. Εκτός αυτού, κατοικούσε σε μια θλιβερή μοναξιά, σε μια κατάσταση ακαθαρσίας. Βρισκόταν μακριά από κάθε ανθρώπινη βοήθεια και ως προς τον εαυτόν του, δεν μπορούσε παρά να μεταδώσει την ακαθαρσία του σε κείνον που θα τον άγγιζε. Ήταν λοιπόν φανερό ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να καθαριστεί. 


Αν δεν μπορούσε παρά να μολύνει με την αφή του, πώς θα μπορούσε να καθαριστεί μόνος του; Πώς θα μπορούσε να συμβάλει ή να συνεργήσει στον καθαρισμό του; Αυτό ήταν αδύνατον. Σαν λεπρός ακάθαρτος, δεν μπορούσε να κάνει απολύτως τίποτε για τον εαυτό του - όλα έπρεπε να γίνουν γι’ αυτόν από κάποιον άλλον. Δεν μπορούσε να άνοιξη ένα δρόμο μέχρι τον Θεό, αλλά ο Θεός μπορούσε να άνοιξη ένα δρόμο μέχρις αυτόν. Δεν υπήρχε κανένα μέσο βοήθειας γι’ αυτόν, ούτε στον εαυτόν του ούτε στους όμοιους του. Είναι φανερό ότι ένας λεπρός δεν μπορούσε να καθαρίσει ένα άλλο λεπρό - και είναι επίσης φανερό ότι αν ένας λεπρός άγγιζε ένα υγιή, τον μόλυνε. Το μόνο μέσο θεραπείας του βρισκόταν στον Θεό. Όφειλε να είναι κατά πάντα χρεώστης στη χάρη.

Γι’ αυτό διαβάζουμε: «Θέλει εξέλθει ο ιερεύς έξω του στρατοπέδου». Δεν λέει: «Ο λεπρός θα έλθει». Αυτό ήταν τελείως αδύνατον, σε τι θα χρησίμευε να πει κανείς στον λεπρό να πάει ή να κάνει κάτι; Αυτός ήταν εξόριστος στη μοναξιά της ερήμου - που μπορούσε να πάει; Ήταν ανίατα μολυσμένος, τι μπορούσε να κάνει; Μπορούσε να επιθυμεί τη συναναστροφή των όμοιων του και να ποθεί να καθαριστεί, αλλά οι επιθυμίες του ήταν επιθυμίες ενός μεμονωμένου και ανίσχυρου λεπρού. Μπορούσε να καταβάλει προσπάθειες για να καθαριστεί, αλλά οι προσπάθειές του δεν θα είχαν άλλο αποτέλεσμα παρά να δείξουν ότι είναι ακάθαρτος και να συμβάλουν στη μετάδοση της ακαθαρσίας. Πριν καταστεί δυνατό να διακηρυχθεί «καθαρός», ήταν ανάγκη να ενεργηθεί ένα έργο γι’ αυτόν, που ο ίδιος δεν μπορούσε ούτε να το κάνει ούτε να βοηθήσει σ’ αυτό, έργο που έπρεπε να γίνει εξ ολοκλήρου από έναν άλλον. Ο λεπρός όφειλε να «μένει ήσυχος», και να παρατηρεί τον ιερέα, ενώ έκανε ένα έργο με το οποίο ο λεπρός μπορούσε να καθαριστεί τελείως. Όλα γινόταν από τον ιερέα. Ο λεπρός δεν έκανε τίποτε.

«τότε θέλει προστάξει ο ιερεύς να λάβωσι διά τον καθαριζόμενον δύο πτηνά ζώντα καθαρά και ξύλον κέδρινον και κόκκινον και ύσσωπον. Και θέλει προστάξει ο ιερεύς να σφάξωσι το εν πτηνόν εις αγγείον πήλινον επάνω ύδατος ζώντος» (κεφ.ιδ:4-5).

Στον ιερέα που εξέρχεται έξω από το στρατόπεδο — έξω από την κατοικία του Θεού - βλέπουμε τον Κύριο Ιησού, να μας βλέπει βυθισμένους στην ταπεινωτική λέπρα της αμαρτίας. Σαν τον καλόν Σαμαρείτη «ήλθεν εις τον τόπον όπου ήμεθα ημείς». Δεν έκανε το μισό δρόμο. Δεν έκανε τα εννέα δέκατα του δρόμου προς εμάς. Έκανε όλο το δρόμο.
Αυτό ήταν απαραίτητο. Μπορούσε να δημιουργήσει τους κόσμους με το λόγο του στόματός Του - όταν όμως επρόκειτο να καθαρίσει λεπρούς αμαρτωλούς, χρειαζόταν κάτι περισσότερο. «Ο Θεός τόσον ηγάπησε τον κόσμον, ώστε έδωκε τον υιόν αυτού τον μονογενή». Όταν επρόκειτο περί του σχηματισμού των κόσμων, ο Θεός δεν είχε να κάνει τίποτε άλλο παρά να μιλήσει.

Όταν πρόκειται για τη σωτηρία των αμαρτωλών, έπρεπε να δώσει τον Γιο Του. «Εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού προς ημάς, ότι τον Υιόν αυτού τον μονογενή απέστειλεν ο Θεός εις τον κόσμον, διά να ζήσωμεν δι' αυτού. Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ' ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών» (Α' Ιωάν.δ:9-10).

Αλλά η αποστολή του Γιου, δεν ήταν αρκετή. Αν ο ιερέας δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να εξέλθει έξω του στρατοπέδου για να παρατηρήσει την άθλια κατάσταση του λεπρού, αυτό δεν θα του ήταν και πολύ χρήσιμο. Το χύσιμο του αίματος ήταν απολύτως απαραίτητο για να αφαιρεθεί η λέπρα. Χρειαζόταν ο θάνατος ενός άμωμου θύματος. «Χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις» (Εβρ.θ:22). Και παρατηρήστε ότι η χύση του αίματος ήταν η πραγματική βάση του καθαρισμού του λεπρού. Δεν επρόκειτο για μια πρόσθετη περίπτωση που από κοινού με άλλες, συντελούσε στον καθαρισμό του λεπρού. Καθόλου. Η θυσία της ζωής ήταν το κυριότερο και σπουδαιότερο πράγμα. Όταν έγινε αυτό, ο δρόμος άνοιξε, κάθε εμπόδιο αφαιρέθηκε και ο Θεός μπορούσε να ενεργήσει με τέλεια χάρη προς τον λεπρό. Πρέπει να θυμάται κανείς αυτό το σημείο, αν θέλει να καταλάβει καλά την ένδοξη αλήθεια του αίματος.

«Και θέλει προστάξει ο ιερεύς να σφάξωσι το εν πτηνόν εις αγγείον πήλινον επάνω ύδατος ζώντος» (κεφ.ιδ:5).

Έχουμε εδώ ένα αναγνωρισμένο τύπο του θανάτου του Χριστού «όστις διά του Πνεύματος του αιωνίου προσέφερεν εαυτόν άμωμον εις τον Θεόν». «Ούτος εσταυρώθη εξ ασθενείας» (Εβρ.θ:14 - Β' Κορ.ιγ:4). Το μεγαλύτερο, το σπουδαιότερο, το ενδοξότερο έργο που έγινε ποτέ στο άπειρο σύμπαν του Θεού, έγινε «εξ ασθένειας». Πόσο τρομερή πρέπει να είναι η αμαρτία στην κρίση του Θεού, εφόσον ο μονογενής Γιος Του έπρεπε να καρφωθεί στο καταραμένο ξύλο, ενώπιον των ανθρώπων, των αγγέλων και των δαιμόνων, για να μπορέσουμε εσείς κι εγώ να σωθούμε!

Και τι τύπο της αμαρτίας έχουμε στη λέπρα! Ποιος θα φανταζόταν ότι αυτό το μικρό «λευκόν εξάνθημα», που φανερώθηκε σ’ ένα μέλος της συναγωγής, θα είχε τόσο σοβαρές συνέπειες; Αλλά αυτό το μικρό «λευκόν εξάνθημα» δεν ήταν παρά η ενέργεια του κακού, έτοιμου να εκδηλωθεί. Ήταν το σημείο της φοβερής δουλειάς της αμαρτίας στη φύση και πριν μπορέσει το άτομο να καταλάβει και πάλι μια θέση στην εκκλησία, ή να απολαύσει την κοινωνίαν με τον άγιο Θεό, ο Γιος του Θεού όφειλε να κατέλθει στα κατώτατα μέρη της γης, για να κάνει πλήρη εξιλέωση για εκείνο που δεν φαινόταν παρά σαν ένα μικρό «λευκό εξάνθημα».

Ας το θυμόμαστε αυτό. Η αμαρτία είναι κάτι το τρομερό στην κρίση του Θεού. Ο Θεός δεν μπορεί να ανεχτεί ούτε μια απλή ένοχη σκέψη. Πριν συγχωρεθεί μια τέτοια σκέψη, ο Χριστός όφειλε να πεθάνει πάνω στο σταυρό. Και η ελάχιστη αμαρτία, αν οποιαδήποτε αμαρτία μπορεί να ονομαστεί ελάχιστη, δεν απαιτούσε τίποτα λιγότερο από τον θάνατο του αμαρτωλού. Αυτή την τιμή την πλήρωσε ο Γιος του Θεού.

Αλλά, ας είναι ευλογητός ο Θεός, εκείνο που η αμαρτία απαιτούσε, το έδωσε δωρεάν η απολυτρωτική αγάπη και τώρα ο Θεός δοξάζεται πολύ περισσότερο με την συγχώρηση της αμαρτίας, παρά αν ο Αδάμ διατηρούσε την αρχική του αθωότητα. Ο Θεός δοξάζεται περισσότερο με την σωτηρία, τη συγχώρεση, τη δικαίωση, της διατήρηση και τον τελικό δοξασμό αμαρτωλών ανθρώπων, από όσο θα δοξαζόταν αν κρατούσε ένα αθώο άνθρωπο στην απόλαυση των ευλογιών της δημιουργίας. Αυτό είναι το πολύτιμο μυστήριο της απολύτρωσης. Μακάρι, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, να μπορέσουν οι καρδιές μας να καταλάβουν το θαυμαστό τούτο μυστήριο και να εμβαθύνουν σ’ αυτό!

«το δε πτηνόν το ζων, θέλει λάβει αυτό και το ξύλον το κέδρινον και το κόκκινον και τον ύσσωπον και θέλει εμβάψει αυτά και το πτηνόν το ζων εις το αίμα του πτηνού του εσφαγμένου επάνω του ύδατος του ζώντος· και θέλει ραντίσει επί τον καθαριζόμενον από της λέπρας επτάκις και θέλει κρίνει αυτόν καθαρόν· και θέλει απολύσει το πτηνόν το ζων επί πρόσωπον της πεδιάδος» (κεφ.ιδ:6-7).

Αφού χύθηκε το αίμα, ο ιερέας μπορεί να ξεκινήσει αμέσως και πλήρως το έργο του. Μέχρις εδώ διαβάζαμε: «Θέλει προστάξει ο ιερεύς», τώρα όμως ενεργεί ο ίδιος. Ο θάνατος του Χριστού είναι η βάση της ιερατικής υπηρεσίας Του. Αφού μπήκε στα Άγια διά του ιδίου αυτού αίματος, ο Χριστός ενεργεί σαν ο Μέγας Αρχιερέας μας, εφαρμόζοντας στις ψυχές μας όλα τα πολύτιμα αποτελέσματα του εξιλαστήριου έργου Του, και κρατώντας μας στην πλήρη και θεία ακεραιότητα της θέσης που μας έχει βάλει η θυσία Του.
Εβρ.η:3-4 Διότι πας αρχιερεύς καθίσταται διά να προσφέρη δώρα και θυσίας· όθεν είναι αναγκαίον να έχη και ούτός τι, το οποίον να προσφέρη. Επειδή εάν ήτο επί γης, ουδέ ήθελεν είσθαι ιερεύς, διότι υπήρχον οι ιερείς οι προσφέροντες τα δώρα κατά τον νόμον,

Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να είχαμε ένα τελειότερο τύπο της ανάστασης του Χριστού, από εκείνο που μας δείχνει «το ζωντανό πουλί που απολύεται στην πεδιάδα». Δεν απολύθηκε, παρά μόνο μετά τον θάνατο του συντρόφου του - διότι τα δύο πτηνά εικονίζουν ένα μόνο Χριστό, σε δύο στιγμές του ευλογημένου έργου Του, δηλαδή στο θάνατο και την ανάστασή Του.

Χιλιάδες πουλιά κι αν αφηνόταν, δεν θα χρησίμευαν σε τίποτα στο λεπρό. Μόνον αυτό το ζωντανό πτηνό, που υψωνόταν προς τους ουρανούς και είχε πάνω στα φτερά του το σημαντικό σημείο του εξιλασμού, διακήρυττε το μέγα γεγονός ότι το έργο είχε τελειώσει, το έδαφος είχε καθαριστεί, το θεμέλιο είχε μπει. το ίδιο συμβαίνει σε σχέση με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Η ανάστασή Του διακηρύττει τον ένδοξο θρίαμβο της απολύτρωσης: «Ανέστη την τρίτην ημέραν κατά τας γραφάς». «Ανέστη διά την δικαίωσιν ημών» (Α' Κορ.ιε:4, Ρωμ.δ:25). Αυτό είναι που ανακουφίζει τη βεβαρυμμένη καρδιά και αναπαύει την ταραγμένη συνείδηση. Οι Γραφές με βεβαιώνουν ότι ο Ιησούς καρφώθηκε στο ξύλο, φορτωμένος τις αμαρτίες μου, αλλά οι ίδιες Γραφές με βεβαιώνουν επίσης ότι αναστήθηκε από τον τάφο χωρίς καμιά από αυτές τις αμαρτίες πάνω Του. Και δεν είναι μόνον αυτό. Οι ίδιες αυτές Γραφές με βεβαιώνουν ότι όσοι εμπιστεύονται τον Ιησού Χριστό, είναι τόσο απαλλαγμένοι από κάθε καταλογισμό της αμαρτίας, όσο και Εκείνος, ότι δεν υπάρχει πλέον οργή ή καταδίκη γι’ αυτούς, καθώς δεν υπάρχει γι’ Αυτόν. Είναι πλέον εν Αυτώ, ένα μαζί Του. Έχουν ζωοποιηθεί, αναστηθεί, συγκαθίσει μαζί Του στα επουράνια. Αυτή είναι η σωτήρια μαρτυρία του λόγου της αλήθειας – αυτή είναι η μαρτυρία του Θεού, ο Οποίος δεν μπορεί να ψευσθεί (Ρωμ.ς:6-11, η:1-4, Β' Κορ.ε:21, Εφεσ.β:5-6, Κολ.β:10-15, Α' Ιωάν.δ:17).

Αλλά και μια άλλη σπουδαιότατη αλήθεια μας παρουσιάζεται στο εδ.6 του κεφαλαίου μας. Δεν βλέπουμε μόνο την τέλεια απελευθέρωση από την ενοχή και την καταδίκη, που εικονίζεται θαυμαστά με το ζωντανό πτηνό που απολύεται - αλλά βλέπουμε και την τέλεια απελευθέρωσή μας από όλα τα ελκυστικά πράγματα της γης και όλες τις επιδράσεις της φύσης. «το κόκκινον» είναι η έκφραση που εικονίζει τα πρώτα, ενώ «το κέδρινον ξύλον και η ύσσωπος» εικονίζουν τα δεύτερα. Ο σταυρός είναι το τέλος κάθε κοσμικής δόξας. Ο Θεός τον παρουσιάζει έτσι, και ο πιστός τον αναγνωρίζει σαν τέτοιο: «Εις εμέ δε μη γένοιτο να καυχώμαι ειμή εις τον σταυρόν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, διά του οποίου ο κόσμος εσταυρώθη ως προς εμέ και εγώ ως προς τον κόσμον» (Γαλ.ς:14).

το «κέδρινον ξύλον και η ύσσωπος», μας προσφέρουν, ας πούμε, τα δύο άκρα της εκτενούς περιοχής της φύσης. Ο Σολομώντας «ελάλησε περί δένδρων, από της κέδρου της εν τω Λιβάνω, μέχρι της υσσώπου της εκφυομένης επί του τοίχου» (Α' Βασ.δ:33). Από τη μεγαλειώδη κέδρο που καλύπτει τις πλευρές του Λιβάνου, μέχρι την ταπεινή ύσσωπο - τα δύο άκρα και όλα όσα υπάρχουν μεταξύ αυτών στη φύση, σε όλες τις υποδιαιρέσεις τους. Όλα φέρθηκαν με τη δύναμη του σταυρού, έτσι ώστε ο πιστός να βλέπει στο θάνατο του Χριστού, το τέλος όλης της ενοχής του, το τέλος όλης της γήινης δόξας και το τέλος ολόκληρου του συστήματος της φύσης – ολόκληρης της παλιάς δημιουργίας. Και με τι οφείλει να ασχολείται ο πιστός; Με Εκείνον ο όποιος είναι το αντίτυπο του ζωντανού πτηνού με τα βαμμένα με το αίμα φτερά, να ανεβαίνει προς τους ανοικτούς ουρανούς. Αντικείμενο πολύτιμο, ένδοξο, που ικανοποιεί την ψύχη! Ένας Χριστός που αναστήθηκε, ανέβηκε στον ουρανό ένδοξος θριαμβευτής, έχοντας στο πρόσωπό Του τα σημεία του εξιλασμού. Με αυτό τον Χριστό έχουμε να κάνουμε. Είμαστε μαζί Του. Αυτός είναι το αποκλειστικό αντικείμενο της αγάπης του Θεού. Είναι το κέντρο της χαράς του ουρανού, το θέμα του άσματος των αγγέλων. Δεν έχουμε ανάγκην από καμιάν δόξα της γης, από κανένα ελκυστικό πράγμα της φύσης. Μπορούμε να τα βλέπουμε παραμερισμένα για πάντα, μαζί με τις αμαρτίες μας, διά του θανάτου του Χριστού. Μπορούμε πολύ εύκολα να απαλλαχτούμε από την γη και από τη φύση, εφόσον έχουμε βρει στη θέση τους «τον ανεξιχνίαστον πλούτον του Χριστού».

«και θέλει ραντίσει επί τον καθαριζόμενον από της λέπρας επτάκις και θέλει κρίνει αυτόν καθαρόν· και θέλει απολύσει το πτηνόν το ζων επί πρόσωπον της πεδιάδος» Λευιτ.ιδ:7

Όσο περισσότερο μελετάμε το περιεχόμενο του κεφαλαίου ιγ, τόσο καλύτερα βλέπουμε πόσο ήταν αδύνατο στον λεπρό να κάνει κάτι για τον καθαρισμό του. Ό, τι μπορούσε να κάνει, ήταν «να καλύψη το επάνω χείλος», και ό, τι μπορούσε να πει ήταν: «Ακάθαρτος, ακάθαρτος!».

Ο Θεός, και μόνο ο Θεός, διέτασσε και εκπλήρωνε το έργο με το οποίο ο λεπρός μπορούσε να καθαριστεί τελείως, και επιπλέον, ο Θεός και μόνο ο Θεός, διακήρυττε τον λεπρό «καθαρό». Γι’ αυτό λέει: «Ο ιερέας θέλει ραντίσει», και «θέλει κρίνει αυτόν καθαρόν». Δεν λέει: «Ο λεπρός θέλει ραντίσει, και θέλει διακηρύξει εαυτόν καθαρόν, η θέλει φανταστεί, εαυτόν καθαρόν». Ο Θεός ήταν ο κριτής — ο Θεός ήταν ο γιατρός — ο Θεός ήταν ο ενεργών τον καθαρισμό. Μόνος Αυτός ήξερε τι ήταν η λέπρα, πώς μπορούσε να αφαιρεθεί, και πότε ο λεπρός έπρεπε να διακηρυχθεί καθαρός. Ο λεπρός μπορούσε να περάσει τη ζωή του γεμάτος λέπρα, και την ίδια στιγμή να αγνοεί ολότελα ποια ήταν η ασθένειά του. Ο λόγος του Θεού — οι Γραφές της αλήθειας — η θεία μαρτυρία, διακήρυττε όλη την αλήθεια ως προς την λέπρα και τίποτε άλλο εκτός αυτής της ίδιας εξουσίας, δεν μπορούσε να διακηρύξει τον λεπρό καθαρό. Υπάρχει ένας πολυτιμότατος δεσμός μεταξύ των τριών πραγμάτων του εδ.7, το αίμα ραντίζεται, ο λεπρός διακηρύττεται καθαρός, και το πτηνό απολύεται ζωντανό. Δεν αναφέρεται ούτε μια λέξη για το τι ο λεπρός όφειλε να κάνει, να πει, να σκεφθεί ή να αισθανθεί. Ήταν αρκετό ότι ήταν ένας λεπρός - ένας λεπρός του οποίου η κατάσταση είχε καθαρά εκδηλωθεί, εξ ολοκλήρου κριθεί, του οποίου η λέπρα είχε εξαπλωθεί από το κεφάλι μέχρι τα πόδια. Γι’ αυτόν, αυτό ήταν αρκετό - όλο το υπόλοιπο ήταν υπόθεση του Θεού.

Γι’ αυτόν, που ανήσυχος ζητά την ειρήνη, είναι σπουδαιότατο να καταλάβει καλά την αλήθεια που αναπτύσσεται σ’ αυτό το μέρος του θέματός μας. Πολλές ψυχές δοκιμάζονται επειδή φαντάζονται ή επειδή ακούν ότι πρέπει να αισθανθούν, και να κατανοήσουν αντί να δουν, όπως στην περίπτωση του λεπρού, ότι ο ραντισμός του αίματος ήταν τόσο ανεξάρτητος από αυτόν και τόσο θείος, όσο και η χύση του αίματος αυτού. Δεν λέει: «Ο λεπρός θα εφαρμόσει, ή θα κατανοήσει, και τότε θα είναι καθαρός». Καθόλου. το σχέδιο της σωτηρίας είναι θείο - η θυσία, που ήταν απαραίτητη, ήταν θεία – το αίμα που χύθηκε ήταν θείο - ο ραντισμός του αίματος ήταν θείος - το αποτέλεσμα ήτο θείο - με μια λέξη, όλα ήταν θεία.

Το Ευαγγέλιο που σώζει, είναι ότι «ο Χριστός πέθανε διά τας αμαρτίας ημών κατά τας γραφάς, και ότι ετάφη, και ότι ανέστη την τρίτην ημέραν κατά τας γραφάς».

Εδώ τίποτα δεν στηρίζεται στην κατανόηση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι κανείς ευτυχής όταν κατανοεί την σωτηρία του. Κάποιος που κινδύνευε να πνιγεί, χαίρεται όταν κατανοήσει ότι βρίσκεται πάνω σ’ ένα ναυαγοσωστικό - αλλά είναι φανερό ότι σώθηκε από το πλοίο και όχι διά της κατανοήσεώς του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον αμαρτωλό που πιστεύει εις τον Κύριο Ιησού. Είναι σωσμένος διά του θανάτου και της ανάστασης. Μήπως συμβαίνει αυτό επειδή το κατανοεί; Όχι, αλλά επειδή ο Θεός το λέει. Επειδή είναι «κατά τας γραφάς». Ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, και πάνω σ’ αυτή την αρχή ο Θεός διακηρύσσει τον αμαρτωλό καθαρό.

Αυτό είναι που δίνει στην ψυχή μια άπειρη ειρήνη. Έχω να κάνω με την απλή μαρτυρία του Θεού, την όποιαν τίποτε δεν μπορεί να κλονίσει. Αυτή η μαρτυρία σχετίζεται με αυτό τούτο το έργο του Θεού. Ο ίδιος ο Θεός έκανε ό,τι ήταν απαραίτητο, για να θεωρηθώ καθαρός στα μάτια Του.

Τον ραντισμό του αίματος τον έκανε ο ιερέας, και ο ιερέας διεκήρυττε ότι ο λεπρός ήταν καθαρός. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση του αμαρτωλού. Από τη στιγμή που βρίσκεται στην πραγματική του θέση, το αίμα του Χριστού και η μαρτυρία του Θεού εφαρμόζονται αυτόματα, χωρίς να γεννάται κανένα ζήτημα ή οποιαδήποτε δυσκολία.

Ο λεπρός θεωρείτο καθαρός βάσει της ίδιας αρχής που απέλυσε το ζωντανό πτηνό. Το ίδιο αίμα που έβαφε τα φτερά του ζωντανού πτηνού, είχε ραντιστεί και πάνω στον λεπρό. Αυτή ήταν μια τέλεια τακτοποίηση του όλου ζητήματος, κατά τρόπον τελείως ανεξάρτητο από την κατανόησή του. Αυτός είναι ο τύπος. Και όταν περνάμε από τον τύπον στο αντίτυπο, βλέπουμε ότι ο Κύριος Ιησούς, μπήκε στον ουρανό και παρουσίασε το αιώνιο αποδεικτικό ενός τετελεσμένου έργου, δυνάμει του οποίου ο πιστός εισέρχεται επίσης εκεί. Αυτό είναι μια ένδοξη αλήθεια, που μπορεί να διώξει από την  καρδιά που ανησυχεί, κάθε ενοχλητικό ζήτημα. Ο αναστημένος Χριστός, είναι το αποκλειστικό αντικείμενο του Θεού, και σ’ Αυτόν αποβλέπει κάθε πιστός.

«Και θέλει πλύνει ο καθαριζόμενος τα ιμάτια αυτού και θέλει ξυρίσει πάσας τας τρίχας αυτού και θέλει λουσθή εν ύδατι και θέλει είσθαι καθαρός· και μετά ταύτα θέλει ελθεί εις το στρατόπεδον και θέλει διατρίψει έξω της σκηνής αυτού επτά ημέρας» (κεφ.ιδ:8).

Αφού ανακηρύχθηκε καθαρός, ο λεπρός μπορεί ν’ αρχίσει να κάνει κάτι που ούτε να το σκεφτεί δεν μπορούσε προηγουμένως, να πλυθεί, να πλύνει τα ρούχα του, να ξυρίσει όλες τις τρίχες του. Μετά, μπορούσε να πάρει τη θέση του στο στρατόπεδο, τον φανερό και αναγνωρισμένο τόπο των δημοσίων σχέσεων με τον Θεό του Ισραήλ, του Οποίου η παρουσία στο στρατόπεδο καθιστά αναγκαία την αποπομπή του λεπρού.

Αφού εφαρμόστηκε το αίμα με την εξιλαστήρια δύναμή του, έρχεται το πλύσιμο του ύδατος, το όποιο εκφράζει την ενέργεια του λόγου του Θεού στο χαρακτήρα, τις συνήθειες, τη διαγωγή, για να κάνει το άτομο ηθικά και πρακτικά ικανό, όχι μόνον στα μάτια του Θεού, αλλά και της συναγωγής, να καταλάβει μια δημόσια θέση.

Όμως, μολονότι ο άνθρωπος ραντίστηκε με το αίμα και πλύθηκε με ύδωρ, και συνεπώς δικαιούται μιας θέσης στη συναγωγή, δεν είχε το δικαίωμα να μπει ακόμη στη δική του σκηνή. Δεν μπορούσε να μπει στην πλήρη απόλαυση των ιδιαίτερων και προσωπικών δικαιωμάτων, τα όποια ανήκουν στη δική του ιδιαίτερη θέση στο στρατόπεδο. Με άλλα λόγια, μολονότι γνώριζε την απολύτρωση διά του αίματος, και αναγνώριζε το λόγο του Θεού σαν τον κανόνα της διαγωγής του, όφειλε ακόμη να φερθεί, με τη δύναμη του Πνεύματος, σε μια πλήρη και νοήμονα κοινωνίαν της ιδιαίτερης θέσης του, της μερίδας του και των δικαιωμάτων του εν Χριστώ.

Υπάρχουν πολλές ψυχές που αναγνωρίζουν το αίμα του Χριστού σαν την μόνη βάση της συγχώρησης, και το λόγο του Θεού σαν το μόνο που οφείλει να καθαρίζει και τακτοποιεί την πορεία, τις συνήθειες και τις σκέψεις τους, και όμως μακράν απέχουν από του να ευρίσκονται, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, σε κοινωνία άξια της εξοχότητας Εκείνου που το αίμα σήκωσε τις αμαρτίες τους και του Οποίου ο λόγος οφείλει να καθαρίζει την πρακτική ζωή τους.

Πράγματι, αυτή η κοινωνία δεν θα γίνει πλήρως γνωστή παρά «την όγδοην ημέραν» η ένδοξη ημέρα της ανάστασης, όταν «θα γνωρίσωμεν καθώς και έγνωρίσθημεν» (А' Κορ.ιγ:12). Τότε, καθένας ατομικά, και όλοι μαζί θα μπούμε στην πλήρη και τέλεια κοινωνία με τον Χριστό, σ’ όλες τις πολύτιμες φάσεις του προσώπου Του και των γνωρισμάτων του χαρακτήρα Του, που αναπτύσσονται στο κεφ.ιδ:10-20.

«Και την εβδόμην ημέραν θέλει ξυρίσει πάσας τας τρίχας αυτού, την κεφαλήν αυτού και τον πώγωνα αυτού και τα οφρύδια αυτού και πάσας τας τρίχας αυτού θέλει ξυρίσει και θέλει πλύνει τα ιμάτια αυτού και θέλει λούσει το σώμα αυτού εν ύδατι και θέλει είσθαι καθαρός» (κεφ.ιδ:9).

Είναι φανερό ότι ο λεπρός ήταν τόσο καθαρός, στα μάτια του Θεού, την πρώτη ημέρα, όταν είχε γίνει ο ραντισμός του αίματος επτά φορές, όσο ήταν και την έβδομη ημέρα. Ποια ήταν λοιπόν η διαφορά; Όχι στην παρούσα κατάσταση ή θέση, αλλά στην προσωπική του κοινωνία ή νοημοσύνη. Την έβδομη ημέρα, του ζητήθηκε να αρχίσει να καταστρέφει εξολοκλήρου κάθε τι που ανήκε στη φύση. Έπρεπε να καταλάβει ότι όχι μόνο η λέπρα της σάρκας του έπρεπε να σηκωθεί, αλλά και οι στολισμοί της - κάθε τι που προερχόταν από τη φύση του - ό, τι ανήκε στην παλιά του κατάσταση.

Το να γνωρίζω, σαν αλήθεια, ότι ο Θεός με βλέπει φύσει νεκρό, διαφέρει πολύ από το να «φρονώ» τον εαυτό μου νεκρό - να εκδυθώ, στην πρακτική ζωή, τον παλαιό άνθρωπο και τις επιθυμίες του - να «νεκρώσω τα μέλη μου τα επί της γης». Αυτό εννοούν πιθανώς πολλοί ευσεβείς άνθρωποι, όταν μιλούν περί προοδευτικού αγιασμού.

Ο λεπρός είχε διακηρυχθεί καθαρός από τη στιγμή που το αίμα είχε ραντιστεί πάνω του και παρόλα αυτά όφειλε να καθαριστεί. Στην πρώτη περίπτωση, ήταν καθαρός στην κρίση του Θεού, στη δεύτερη, όφειλε να είναι καθαρός στην πρακτική ζωή, στην προσωπική του κρίση και στον δημόσιο χαρακτήρα του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον πιστό: Ενωμένος με τον Χριστό, έχει «λουστεί, αγιαστεί και δικαιωθεί», έχει «χαριτωθεί», είναι «πλήρης» (Α' Κορ.ς:11, Εφεσ.α:6, Κολ.β:10). Τέτοια είναι η αναλλοίωτη θέση και κατάστασή του μπροστά στον Θεό. Είναι τόσο τέλεια αγιασμένος όσο και δικαιωμένος, γιατί ο Χριστός είναι το μέτρο και των δύο, σύμφωνα με το λόγο του Θεού.

Στη συνέχεια όμως, η πραγματοποίηση τούτων στην ψυχή του πιστού και η φανέρωση τους στην πορεία και τη μαρτυρία του, ανοίγουν μια τελείως άλλη σειρά σκέψεων. Γι’ αυτό είναι γεγραμμένο: «Έχοντες λοιπόν, αγαπητοί, ταύτας τας επαγγελίας, ας καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, εκπληρούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β’ Κορ.ζ:1).

Επειδή ο Χριστός μας έχει καθαρίσει διά του πολυτίμου αίματός Του, καλούμαστε να «καθαρίσωμεν εαυτούς», εφαρμόζοντας στους εαυτούς μας τον λόγο του Θεού.

Α’ Ιωάν.ε:6-8 Οὗτός ἐστιν ὁ ἐλθὼν δι' ὕδατος καὶ αἵματος, Ἰησοῦς Χριστὸς οὐκ ἐν τῷ ὕδατι μόνον ἀλλ' ἐν τῷ ὕδατι καὶ ἐν τῷ αἵματι καὶ τὸ πνεῦμά ἐστιν τὸ μαρτυροῦν ὅτι τὸ πνεῦμά ἐστιν ἡ ἀλήθεια. ὅτι τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες, τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ὕδωρ καὶ τὸ αἷμα καὶ οἱ τρεῖς εἰς τὸ ἕν εἰσιν.

Έχουμε εδώ τον ιλασμό διά του αίματος, τον καθαρισμό διά του λόγου του Θεού και τη δύναμη διά του Πνεύματος, όλα στηριζόμενα επί του θανάτου του Χριστού, και καθαρά εικονιζόμενα διά των διατάξεων που αφορούν τον καθαρισμό του λεπρού.

«Και την ογδόην ημέραν θέλει λάβει δύο αρνία αρσενικά άμωμα και εν αρνίον θηλυκόν ενιαύσιον άμωμον και τρία δέκατα σεμιδάλεως διά προσφοράν εξ αλφίτων, εζυμωμένης μετά ελαίου, και εν λογ ελαίου· και θέλει παραστήσει ο ιερεύς ο καθαρίζων τον άνθρωπον τον καθαριζόμενον και αυτά ενώπιον του Κυρίου, εις την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου. Και θέλει λάβει ο ιερεύς το εν αρσενικόν αρνίον και θέλει προσφέρει αυτό εις προσφοράν περί ανομίας και το λογ του ελαίου, και θέλει κινήσει αυτά εις κινητήν προσφοράν ενώπιον του Κυρίου» (κεφ.ιδ:10-12).

Όλη η σειρά των προσφορών παρουσιάζεται εδώ, αλλά το θύμα για την ανομία σφάζεται πρώτο, επειδή ο λεπρός θεωρείται σαν ένας πραγματικός παραβάτης. Τούτο είναι κατά πάντα αλήθεια. Όλοι έχουμε αμαρτήσει κατά του Θεού, έχουμε ανάγκην του Χριστού, σαν Εκείνου που εξάλειψε τα παραπτώματά μας στο σταυρό. «Τάς άμαρτίας ήμών αυτός έβάστασεν εν τώ σώματι αυτού επί του ξύλου» (Α' Πέτρ.β:24). Η πρώτη όψη με την οποία ο Χριστός παρουσιάζεται στον αμαρτωλό, είναι ότι Αυτός είναι το αντίτυπο της προσφοράς περί αμαρτίας.

«Και θέλει λάβει ο ιερεύς από του αίματος της περί ανομίας προσφοράς και θέλει βάλει αυτό ο ιερεύς επί τον λοβόν του δεξιού ωτίου του καθαριζομένου και επί τον αντίχειρα της δεξιάς αυτού χειρός και επί τον μεγάλον δάκτυλον του δεξιού αυτού ποδός» (κεφ.ιδ:14).

«Το αυτί» — το ένοχο τούτο κέντρο, το οποίο τόσο συχνά υπήρξε το κανάλι της επικοινωνίας με την ματαιότητα, την αφροσύνη, ακόμη δε και την ακαθαρσία — το αυτί έπρεπε να καθαριστεί διά του αίματος της προσφοράς περί ανομίας. Έτσι, όλη η ενοχή μου, στην οποία συνέβαλε το μέλος αυτό, συγχωρέθηκε, σύμφωνα με την εκτίμηση που ο Θεός κάνει περί του αίματος του Χριστού.

«Το δεξί χέρι», που τόσο συχνά είχε απλώσει διά να κάνει έργα ματαιότητας, αφροσύνης, ακόμη δε και ακαθαρσίας, πρέπει να καθαριστεί διά του αίματος της προσφοράς περί ανομίας. Έτσι, όλη η ενοχή μου, εις την οποία συνέβαλε το μέλος αυτό, συγχωρέθηκε με την εκτίμηση που ο Θεός κάνει περί του αίματος του Χριστού.

«Το πόδι», που είχε τόσο συχνά τρέξει στο δρόμο της ματαιότητας, της αφροσύνης, ακόμη δε και της ακαθαρσίας, πρέπει τώρα να καθαριστεί διά του αίματος της προσφοράς περί ανομίας, ώστε όλη η ενοχή μου, στην οποία συνέβαλε το μέλος αυτό, να συγχωρεθεί, σύμφωνα με την εκτίμηση που ο Θεός κάνει περί του αίματος του Χριστού.

Ναι όλα, όλα, όλα έχουν συγχωρεθεί - όλα εξελήφθησαν - όλα λησμονήθηκαν — όλα ρίχτηκαν, σαν μολύβι, στα βαθιά νερά της αιώνιας λήθης. Ποιος θα τα επαναφέρει στην επιφάνεια; Οι άγγελοι, οι άνθρωποι ή οι δαίμονες θα μπορέσουν να καταδυθούν στα ανεξιχνίαστα βάθη αυτών των υδάτων, για να ανασύρουν από εκεί αυτές τις παραβάσεις «του ποδός, της χειρός ή του ωτός», τις οποίες η απολυτρωτική αγάπη έριξε εκεί;

Ω! όχι, ας είναι ευλογητός ο Θεός, αυτές σηκώθηκαν, και σηκώθηκαν διά παντός. Είμαι πολύ ευτυχέστερος παρά εάν ο Αδάμ δεν είχε αμαρτήσει ποτέ. Πολύτιμη αλήθεια! το να είναι κανείς πλυμένος με το αίμα του Χρίστου, αξίζει πολύ περισσότερο από το να είναι ντυμένος την αθωότητα.

Αλλά ο Θεός δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί μόνο με τον καθαρισμό των αμαρτιών διά του ιλαστηρίου αίματος του Χριστού. Αυτό ήταν ήδη ένα πολύ μεγάλο πράγμα, αλλά υπάρχει κάτι πολύ μεγαλύτερο ακόμη.

«και θέλει λάβει ο ιερεύς από του λογ του ελαίου και θέλει χύσει αυτό εις την παλάμην της αριστεράς αυτού χειρός· και θέλει εμβάψει ο ιερεύς τον δάκτυλον αυτού τον δεξιόν εις το έλαιον το εν τη αριστερά αυτού παλάμη, και θέλει ραντίσει εκ του ελαίου διά του δακτύλου αυτού επτάκις ενώπιον του Κυρίου· και εκ του υπολοίπου ελαίου του εν τη παλάμη αυτού θέλει βάλει ο ιερεύς επί τον λοβόν του δεξιού ωτίου του καθαριζομένου, και επί τον αντίχειρα της δεξιάς αυτού χειρός και επί τον μεγάλον δάκτυλον του δεξιού αυτού ποδός, επί το αίμα της περί ανομίας προσφοράς· το δε εναπολειφθέν έλαιον το εν τη παλάμη του ιερέως θέλει χύσει επί την κεφαλήν του καθαριζομένου· και θέλει κάμει εξιλέωσιν ο ιερεύς υπέρ αυτού ενώπιον του Κυρίου» (κεφ.ιδ:15-18).

Έτσι τα μέλη μας είναι όχι μόνον καθαρισμένα με το αίμα του Χριστού, αλλά ακόμη και αφιερωμένα στον Θεό, με την δύναμη του Πνεύματος. το έργο του Θεού δεν είναι μόνο αρνητικό, αλλά και θετικό.

Το αυτί δεν οφείλει πλέον να είναι το κανάλι για να μεταδίδει την ακαθαρσία, αλλά οφείλει να είναι «ταχύ εις το να ακούει» την φωνή του καλού Ποιμένα.

Το χέρι δεν οφείλει πλέον να χρησιμοποιείται σαν όργανο αδικίας, αλλά οφείλει να είναι απλωμένο για έργα δικαιοσύνης, χάρης και αληθινής αγιότητας.

Το πόδι δεν οφείλει πλέον να περπατά στα μονοπάτια της αφροσύνης, αλλά να τρέχει στην οδόν των άγιων εντολών του Θεού. Τέλος, ολόκληρος ο άνθρωπος οφείλει να είναι αφιερωμένος στον Θεό, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.

Είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε ότι «το έλαιον» μπαίνει «επί το αίμα της περί ανομίας προσφοράς». Το αίμα του Χριστού είναι η θεία βάση των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος. Το αίμα και το λάδι συμβαδίζουν. Σαν αμαρτωλοί, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τίποτε για το λάδι, παρά μόνο στη βάση του αίματος. Το λάδι δεν μπορούσε να μπει πάνω στον λεπρό, πριν εφαρμοστεί πρώτα το αίμα του θύματος για την ανομία.

«Εις τον οποίον και πιστεύσαντες έσφραγίσθητε με το Πνεύμα το Άγιον της έπαγγελίας» (Έφεσ.α:13).

Η θεία ακρίβεια του τύπου, προκαλεί τον θαυμασμό της αναγεννημένης καρδίας. Όσο προσεκτικότερα τον εξετάζουμε - όσο περισσότερο συγκεντρώνουμε σ’ αυτόν το φως των Γραφών - τόσο πολύ περισσότερο βλέπουμε σ’ αυτόν την ωραιότητα, τη δύναμη και την ακρίβεια. Καθώς μπορούσε κανείς να το περιμένει, όλα βρίσκονται σε τέλεια αρμονία με ολόκληρη την αναλογία του λόγου του Θεού. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια του πνεύματος. Ας παίρνουμε τον Χριστό σαν κλειδί, για να ανοίγουμε τον πλούσιο θησαυρό των τύπων ας ερευνούμε το πολύτιμο περιεχόμενό τους με το φως του ουράνιου λύχνου του θεόπνευστου Βιβλίου, ας είναι το Πνεύμα το Άγιον ο Ερμηνευτής μας, και δεν θα αποτυγχάνουμε στο να οικοδομούμαστε, να φωτιζόμαστε και να ευλογούμαστε.

«Και θέλει προσφέρει ο ιερεύς την περί αμαρτίας προσφοράν, και θέλει κάμει εξιλέωσιν υπέρ του καθαριζομένου από της ακαθαρσίας αυτού» (κεφ.ιδ:19).

Έχουμε εδώ ένα τύπο του Χριστού, όχι μόνο σαν Εκείνου που βάσταξε τις αμαρτίας μας, αλλά και σαν Εκείνου που έθεσε τέλος στην αμαρτία, ρίζα και κλώνους, σαν Εκείνου που κατέστρεψε όλο το σύστημα της αμαρτίας, «του αμνού του Θεού του αίροντος την αμαρτία του κόσμου» (Ιωάν.α:29) «του ιλασμού περί όλου του κόσμου» (Α' Ιωάν.β:2).

Σαν προσφορά περί ανομίας, ο Χριστός εξάλειψε όλα τα παραπτώματά μου. Σαν προσφορά περί αμαρτίας, έβαλε κατά της μεγάλης ρίζας από την οποία προερχόταν αυτά τα παραπτώματα. Ικανοποίησε τα πάντα. Αλλά Τον γνωρίζω πρώτα σαν προσφορά περί ανομίας, επειδή πρώτα Τον έχω ανάγκη σαν τέτοιο. Εκείνο που με ταράσσει στην αρχή είναι η συναίσθηση των αμαρτιών μου. Γι’ αυτό προέβλεψε κατά θείον τρόπο η πολύτιμη για μένα προσφορά περί ανομίας. Έπειτα, ενώ προχωρώ, ανακαλύπτω ότι όλες αυτές οι αμαρτίες είχαν μια ρίζα, ένα κορμό, και βρίσκω στον εαυτόν μου αυτήν τη ρίζα και αυτό τον κορμό. Και γι’ αυτό προέβλεψε κατά θείον τρόπον η πολύτιμη για μένα θυσία περί αμαρτίας. Η σειρά που παρουσιάζεται στην περίπτωση του λεπρού είναι τέλεια. Την ίδια ακριβώς σειρά ξαναβρίσκουμε στην πείρα κάθε ψυχής. Η προσφορά περί ανομίας έρχεται πρώτα, έπειτα η προσφορά περί αμαρτίας.

«Και έπειτα θέλει σφάζει το ολοκαύτωμα» (κεφ.ιδ:19).

Αυτή η προσφορά μας παρουσιάζει την πλέον υψηλή όψη του θανάτου του Χριστού. Εδώ έχουμε τον Χριστό να προσφέρει τον εαυτόν Του στον Θεό, άμωμο, χωρίς καμιά ιδιαίτερη σχέση είτε με την ανομία, είτε με την αμαρτία. Έχουμε τον Χριστό, να προχωράει προς τον σταυρό, με μια εκούσια αφοσίωση, και εκεί, να προσφέρει τον εαυτόν Του σαν θυσία οσμής ευωδίας εις τον Θεόν.

«Και θέλει προσφέρει ο ιερεύς το ολοκαύτωμα και την εξ αλφίτων προσφοράν επί του θυσιαστηρίου· και θέλει κάμει εξιλέωσιν υπέρ αυτού ο ιερεύς, και θέλει είσθαι καθαρός» (κεφ.ιδ:20).

Η εξ αλφίτων προσφορά εικονίζει τον άνθρωπο Χριστό Ιησού, στην τέλεια ανθρώπινη ζωή Του. Στην περίπτωση του καθαρισμένου λεπρού, αυτή συνδέεται στενότατα με το ολοκαύτωμα. Το ίδιο συμβαίνει και στην πείρα κάθε σωσμένου αμαρτωλού. Όταν γνωρίζουμε ότι τα παραπτώματα μας έχουν συγχωρεθεί και ότι η ρίζα ή η αρχή της αμαρτίας έχει κριθή, μπορούμε, κατά το μέτρο μας, με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος, να απολαμβάνουμε την κοινωνία με τον Ιησού, ο οποίος έζησε εδώ κάτω μια τέλεια ανθρώπινη ζωή, έπειτα πρόσφερε τον εαυτόν Του, άμωμο, στον Θεό, στο σταυρό.

Έτσι, οι τέσσερεις τάξεις των προσφορών τοποθετούνται μπροστά μας, στην θεία σειρά τους, κατά τον καθαρισμό του λεπρού: Η προσφορά περί ανομίας, η προσφορά περί αμαρτίας, το ολοκαύτωμα και η εξ αλφίτων προσφορά. Κάθε μια από αυτές δείχνει μια ιδιαίτερη όψη του αγαπητού μας Κυρίου Ιησού Χριστού.

Εδώ τελειώνει η διήγηση της συμπεριφοράς του Κυρίου προς τον λεπρό και τι θαυμαστή διήγηση που είναι! Τι αποκάλυψη του απαίσιου χαρακτήρα της αμαρτίας, της χάρης και της αγιότητας του Θεού, της αξίας του προσώπου του Χρίστου και της αποτελεσματικότητας του έργου Του!

Τίποτε δεν μπορεί να είναι περισσότερο ενδιαφέρον από το να παρατηρούμε τα ίχνη της θείας χάρης, να βγαίνουν από τον ιερό κόλπο του θυσιαστηρίου, για να πάνε μέχρι του μολυσμένου τόπου όπου βρισκόταν ο λεπρός, με την κεφαλήν ασκεπή, τα χείλη καλυμμένα και τα ρούχα σχισμένα. Ο Θεός επισκεπτόταν τον λεπρό εκεί όπου ήταν αυτός, αλλά δεν τον άφηνε εκεί. Προχωρούσε προς αυτόν, έτοιμος να τελειώσει ένα έργο, δυνάμει του οποίου μπορούσε να φέρει τον λεπρό σε μια υψηλότερη θέση, σε μια στενότερη κοινωνία από εκείνη που είχε γνωρίσει ποτέ στο παρελθόν. Στη βάση αυτού του έργου, ο λεπρός είχε οδηγηθεί, από τον τόπο της ακαθαρσίας και της μοναξιάς, μέχρι την θύρα της σκηνής του μαρτυρίου, της κατοικίας των ιερέων, για να απολαμβάνει εκεί τα ιερατικά δικαιώματα (Έξοδ.κθ:20,21,32).

Πώς θα μπορούσε να φτάσει ποτέ σ’ αυτό το ύψος; Με κανένα τρόπο δεν ήταν δυνατόν να το κατορθώσει ο ίδιος. Όσο λίγο κι αν θα εξαρτιόταν τούτο από τον εαυτό του, το αποτέλεσμα θα ήταν ότι θα βασανιζόταν και θα πέθαινε με την λέπρα του, αν η υπέρτατη χάρη του Θεού του Ισραήλ δεν χαμήλωνε προς αυτόν, για να σηκώσει τον ταλαίπωρο από την αθλιότητα και να τον τοποθέτηση μεταξύ των αρχόντων του λαού Του.

Αν υπήρξε ποτέ μια περίπτωση που το ζήτημα των ανθρώπινων προσπαθειών, της ανθρώπινης αξίας και της ανθρώπινης δικαιοσύνης μπόρεσε να δοκιμαστεί πλήρως και να λυθεί τελείως, αυτή είναι αναντίρρητα η περίπτωση του λεπρού. Θα ήταν λοιπόν χάσιμο χρόνου η συζήτηση ενός παρόμοιου ζητήματος, σε ανάλογες περιπτώσεις.

Πρέπει να είναι φανερό, ακόμη και για τον πιο απρόσεκτο αναγνώστη, ότι τίποτα, εκτός της δωρεάν χάρης, που βασιλεύει με την δικαιοσύνη, δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στην κατάσταση του λεπρού και στις ανάγκες του λεπρού. Και πόσο ένδοξα και θριαμβευτικά ενεργούσε αυτή η χάρη! Κατέβαινε μέχρι τα κατώτατα βάθη, για να σηκώσει τον λεπρό μέχρι τα ανώτατα ύψη. Δέστε τι έχανε ο λεπρός, και δέστε τι κέρδιζε!

Έχανε ότι προερχόταν από την φύση του, και κέρδιζε το αίμα του εξιλασμού και την χάρη του Πνεύματος. Εννοώ τυπικά. Το κέρδος του ήταν πραγματικά ανυπολόγιστο. Βρισκόταν σε μια απείρως καλύτερη κατάσταση παρά αν δεν είχε ποτέ εκβληθεί από το στρατόπεδο. Τέτοια είναι η χάρις του Θεού ! Τέτοια είναι η δύναμη και η αξία, η ενέργεια και η αποτελεσματικότητα του αίματος του Ιησού!

Όλα αυτά πόσο μας θυμίζουν τον άσωτο γιο του Λουκ.ιε! Και σ’ αυτόν η λέπρα είχε εργασθεί και είχε εκδηλωθεί. Είχε φύγει στην μακρινή χώρα της ακαθαρσίας, όπου οι δικές του αμαρτίες και ο μεγάλος εγωισμός των ανθρώπων του τόπου είχε δημιουργήσει τριγύρω του την μοναξιά.

Αλλά ξέρουμε πώς τέλειωσε αυτό. Ας είναι παντοτινά ευλογημένη η θερμή και βαθιά αγάπη του Πατέρα. Ο άσωτος βρήκε μια υψηλότερη θέση, και απόλαυσε μια καλύτερη κοινωνία, που δεν είχε γνωρίσει ποτέ στο παρελθόν. «Ο σιτευτός μόσχος δεν είχε ποτέ σφαχτεί γι’ αυτόν στο παρελθόν. «Η πρώτη στολή» δεν του είχε ποτέ δοθεί στο παρελθόν. Και από που προερχόταν αυτό; Μήπως ήταν εξαιτίας της αξίας του άσωτου γιου; Ω! όχι. Ήταν μόνο εξαιτίας της αγάπης του Πατέρα.

Αγαπητέ αναγνώστη, σε ρωτάω: Μπορείς να διαβάσεις την διήγηση της συμπεριφοράς του Θεού προς τον λεπρό, στο κεφ.ιδ του Λευιτικού, και την διήγηση της συμπεριφοράς του πατέρα προς τον άσωτο, στο κεφ.ιε του Λουκά, και να μην αισθανθείς βαθύτερα την αγάπη που υπάρχει στον κόλπο του Θεού, που ξεχύνεται από εκεί διά του προσώπου και του έργου του Χριστού, που αποκαλύπτεται στις Γραφές της αλήθειας και η οποία χύνεται διά του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά του πιστού;

Από το εδ.21 μέχρι το εδ.32, έχουμε «τον νόμον περί του έχοντος πληγήν λέπρας, όστις δεν ευπορεί να φέρη τα προς τον καθαρισμό αυτού».

Αυτό σχετίζεται με τις θυσίες της «όγδοης ημέρας» και όχι με τα «δύο ζώντα και καθαρά πτηνά». Σε καμιά περίπτωση, δεν μπορούσε κανείς να αποφύγει τα δύο πτηνά, επειδή εικονίζουν τον θάνατον και την ανάσταση του Χριστού, σαν το μόνο θεμέλιο επί του όποιου ο Θεός μπορεί να δεχτεί ένα αμαρτωλό επανερχόμενο προς Αυτόν.

Αλλά οι θυσίες της «όγδοης ημέρας», επειδή συνδεόταν με την κοινωνίαν του πιστού, επηρεαζόταν κατά κάποιον τρόπο από τον βαθμό της πραγματοποίησης αυτής της κοινωνίας. Όποιος όμως και αν ήταν αυτός ο βαθμός, η χάρις του Θεού μπορεί να πρόβλεψη περί αυτού με αυτά τα λόγια που είναι ιδιαίτερα συγκινητικά : «Όπως ευπορεί να φέρη».

Επιπλέον δε «αι δύο τρυγόνες», παρέχουν «εις τον πτωχόν» τα ίδια προνόμια που παρείχαν στον πλούσιο τα δύο αρνιά, εφόσον και τα δύο έδειχναν το «πολύτιμον αίμα του Χρίστου», το όποιο έχει άπειρη, αναλλοίωτη και αιώνια αποτελεσματικότητα στην κρίση του Θεού.

Στεκόμαστε όλοι μπροστά στον Θεό, εξαιτίας του θανάτου και της ανάστασης. Όλοι Τον έχουμε πλησιάσει με τον ίδιο τρόπο - αλλά όλοι δεν απολαμβάνουν τον ίδιο βαθμό κοινωνίας — όλοι δεν κατανοούν στον ίδιο βαθμό την αξία του Χριστού, σε όλες τις φάσεις του έργου Του.

Θα μπορούσαν αν το ήθελαν, αλλά αφήνουν τούς εαυτούς τους να εκτρέπονται με διάφορους τρόπους. Ο κόσμος και η σάρκα, με τις ανάλογες επιδράσεις τους, ενεργούν πάνω τους κατά τρόπον επιβλαβή. Το Πνεύμα λυπάται, και αυτοί δεν απολαμβάνουν τον Χριστό όπως θα μπορούσαν να το κάνουν. Εάν ζούμε κατά το φρόνημα των φυσικών καρδιών μας, είναι τελείως ανώφελο να πιστεύουμε ότι μπορούμε να τρεφόμαστε με τον Χριστό. Όχι, αν θέλουμε να τρεφόμαστε τακτικά με τον Χριστό, πρέπει να απαρνηθούμε τους εαυτούς μας, να κατακρίνουμε τους εαυτούς μας, να μπορούμε να λέμε: «Ζώ δε ούχί πλέον έγώ» (Γαλ.β:20).

Εδώ δεν πρόκειται περί της σωτηρίας. Δεν πρόκειται περί της εισόδου του λεπρού στο στρατόπεδο — τον τόπο των αναγνωρισμένων θέσεων. Καθόλου. Πρόκειται μόνο για τη κοινωνία του πιστού, για την χαρά του εν Χριστώ. Όσο αφορά σ’ αυτό, η μεγαλύτερη μερίδα έχει τεθεί στην διάθεσή μας. Μπορούμε να φτάσουμε στη γνώση των υψηλότερων αληθειών - αλλά, εάν το μέτρο μας είναι μικρό, η χάρη της καρδίας του Πατέρα μας, που δεν μέμφεται, ψιθυρίζει αυτά τα γλυκά λόγια: «Όπως ευπορεί να φέρει». Όλοι έχουμε τα ίδια δικαιώματα, αλλά οι ικανότητές μας είναι δυνατόν να ποικίλλουν - ας είναι ευλογητός ο Θεός, όταν μπαίνουμε στην παρουσία Του, οι θερμότερες επιθυμίες της νέας φύσης ικανοποιούνται - όλες οι δυνάμεις της νέας φύσης απασχολούνται. Μακάρι να δοκιμάζουμε αυτά τα πράγματα, κάθε μέρα και περισσότερο, στην ευλογημένη πείρα μας.

Ας δούμε ένα άλλο σοβαρό παράδειγμα:

Αποκ.β:12-16 Και προς τον άγγελον της εν Περγάμω εκκλησίας γράψον· Ταύτα λέγει ο έχων την ρομφαίαν την δίστομον, την οξείαν· Εξεύρω τα έργα σου και που κατοικείς· όπου είναι ο θρόνος του Σατανά· και κρατείς το όνομά μου, και δεν ηρνήθης την πίστιν μου και εν ταις ημέραις, εν αις υπήρχεν Αντίπας ο μάρτυς μου ο πιστός, όστις εφονεύθη παρ' υμίν, όπου κατοικεί ο Σατανάς. Έχω όμως κατά σου ολίγα, διότι έχεις εκεί τινάς κρατούντας την διδαχήν του Βαλαάμ, όστις εδίδασκε τον Βαλάκ να βάλη σκάνδαλον ενώπιον των υιών Ισραήλ, ώστε να φάγωσιν ειδωλόθυτα και να πορνεύσωσιν. Ούτως έχεις και συ τινάς κρατούντας την διδαχήν των Νικολαϊτών, το οποίον μισώ. Μετανόησον· ει δε μη, έρχομαι προς σε ταχέως και θέλω πολεμήσει προς αυτούς με την ρομφαίαν του στόματός μου.

Ο ιερέας στέκεται εδώ σε μια στάση δικαστική απέναντι του οίκου της Περγάμου. Δεν μπορούσε να παραμένει αδιάφορος ως προς τα τόσο τρομακτικά συμπτώματα. Χρησιμοποιεί όμως χάρη και υπομονή και τους δίνει τον καιρόν να μετανοήσουν. Αν οι προτροπές, οι παρατηρήσεις και η παιδεία δεν χρησιμεύσουν σε τίποτε, τότε η κρίση θα ακολουθήσει τον δρόμο της.

Αυτά τα παραδείγματα είναι γεμάτα πρακτικές οδηγίες ως προς την διδασκαλία περί της Εκκλησίας. Οι εφτά Εκκλησίες της Ασίας μας προσφέρουν διάφορες θαυμαστές εικόνες του οίκου υπό την ιερατική κρίση. Πρέπει να τις μελετάμε με προσοχή και με προσευχή. Αυτές είναι ανεκτίμητης αξίας για μας. Δεν πρέπει να καθόμαστε ήσυχοι, εφόσον κάτι που είναι υπόπτου φύσεως εμφανίζεται στην Εκκλησία. Είναι δυνατόν να παρασυρθεί κανείς και να πει: «Αυτό δεν με αφορά» αλλά είναι καθήκον όλων εκείνων που αγαπούν τον Κύριον του οίκου, να αναλαμβάνουν ζηλότυπη και ευσεβή μέριμνα για τον καθαρισμό του οίκου. Και εάν υποχωρούμε  στην εξάσκηση του καθήκοντος τούτου, τούτο δεν θα είναι διά την ευτυχία ή την ωφέλειά μας εις την ήμερα του Κυρίου.