Ο ΘΕΟΣ
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΜΟΔΑΣ
Στις
μέρες μας, ακούγεται αρκετά συχνά η φράση: «Μα, δεν μπορείς σήμερα να πιστεύεις
στο Θεό»! Κατά κάποιο τρόπο είναι αρκετά δικαιολογημένη. Ζούμε σε μια
υπερβολικά πολυάσχολη εποχή και πολλοί από μας δεν έχουμε τον καιρό ούτε και τη
διάθεση να ερευνήσουμε δυσνόητα θέματα, που άλλωστε δεν μας αφορούν άμεσα.
Όμως, τι θα γίνει, αν υπάρχει Θεός που μας έπλασε, μας αγαπάει και μια μέρα θα μας κρίνει; Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η ουσία δεν είναι τι γνώμη έχω εγώ για το Θεό, αλλά τι γνώμη έχει ο Θεός για μένα.
Τι το
ιδιαίτερο υπάρχει στις μέρες μας που να μας κάνει πιο δύσκολους να πιστεύουμε
στο Θεό από παλιότερες μέρες;
Πρώτα,
υπάρχει η καταπληκτική επιτυχία της επιστήμης. Τα τελευταία 50 χρόνια, όλο το
πρόσωπο της γης έχει μεταμορφωθεί. Μπορούμε να καταλάβουμε γιατί οι άνθρωποι
είναι τόσο σαστισμένοι. Η επιστήμη κέρδισε τη μάχη. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς,
που πολλοί άνθρωποι στηρίζουν όλες τις ελπίδες τους πάνω στην επιστήμη κι
απορρίπτουν το Θεό.
ΤΟ
ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ
Το τέταρτο πρόβλημα είναι το ζήτημα των αποδείξεων. Δεν μπορείς ν’ αποδείξεις το Θεό λένε. Πολύ σωστό. Δεν μπορείς. Αλλά ούτε μπορείς ν’ αποδείξεις ότι η μητέρα σου σ’ αγαπάει. Στην πραγματικότητα, ορισμένα πολύτιμα πράγματα που δεν μπορείς ν ' αποδείξεις είναι οπωσδήποτε τα πιο ενδιαφέροντα στη ζωή, Το ν’ αποδείξεις κάτι σημαίνει στην πραγματικότητα να φανερώσεις ότι δεν μπορούσε να ήταν διαφορετικά, και αποτελεί μια πολύ οριστική μορφή της σιγουριάς. Δεν μπορείς ν' αποδείξεις ότι ο ήλιος θ ' ανατείλει αύριο.
Δεν μπορείς ν’ αποδείξεις ότι είσαι ζωντανός. Δεν μπορείς ν' αποδείξεις τον σύνδεσμο μεταξύ αιτίας κι αποτελέσματος, που οδηγούν κάθε κίνησή μας. Δεν μπορείς ν’ αποδείξεις ότι είσαι ο ίδιος άνθρωπος που ήσουν πριν δέκα χρόνια. Ο φιλόσοφος Daνid Hume, προσπάθησε ν’ αποδείξει τον σύνδεσμο μεταξύ αιτίας κι αποτελέσματος στον εαυτό του, την ενότητα δηλαδή του εαυτού του, τότε, και του εαυτού του δέκα χρόνια πρωτύτερα, κι απέτυχε. Απέτυχε πέρα για πέρα.
Τo αποδεικτικό στοιχείο είναι εφαρμόσιμο μόνο σε πολύ σπάνιες περιοχές της φιλοσοφίας και των μαθηματικών, αλλά, κι εκεί ακόμα, υπάρχει διαμάχη. Ως επί το πλείστο, παρακινούμαστε σε μια πράξη στηριζόμενοι σε καλές ενδείξεις, χωρίς να έχουμε την πολυτέλεια των αποδεικτικών στοιχείων. Υπάρχει επαρκής ένδειξη για τον σύνδεσμο μεταξύ αιτίας κι αποτελέσματος. Υπάρχει ικανοποιητική ένδειξη ότι ο ήλιος θ’ ανατείλει αύριο. Υπάρχει ισχυρός λόγος να πιστεύω ότι εγώ είμαι ο ίδιος άνθρωπος που ήμουν πριν δέκα χρόνια.
Υπάρχει ισχυρός λόγος να συμπεραίνω
ότι η μητέρα μου μ’ αγαπάει πραγματικά, και δεν με παχαίνει με σκοπό κάποια
στιγμή να μου ρίξει αρσενικό μέσα στο τσάι μου. Και υπάρχει ισχυρός λόγος να
πιστέψω στο Θεό. Πάρα πολύ ισχυρός λόγος. Όχι πειστική απόδειξη, αλλά ένας
εξίσου ισχυρός λόγος. Σε γενικές γραμμές θα σας πω γιατί πιστεύω ότι είναι πολύ
δυσκολότερο ν’ απορρίψεις την ύπαρξη ενός Ανώτατου Όντος.
«Όλες
οι θρησκείες οδηγούν στο Θεό»
Μέχρι
πριν λίγα χρόνια η συγκριτική θρησκειολογία ήταν η μελέτη μιας χούφτας
εμπειρογνωμόνων, που καταπιάνονταν μ’ ένα τέτοιο ασυνήθιστο θέμα. Σήμερα,
αντικατέστησε τη μελέτη της θεολογίας στα Πανεπιστήμια σε όλο το Δυτικό κόσμο
κι έχει μια σταθερή θέση στη διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία. Φυσικά, η
αιτία είναι ότι «ξυπνήσαμε» επιτέλους στο γεγονός ότι ο κόσμος είναι ένα
σφαιρικό χωριό, και η εισροή των Ασιατών, Ινδών, Αράβων και Πακιστανών σ’ όλες
τις Ευρωπαϊκές χώρες έφερε το πρόβλημα άλλων θρησκειών μέσα στα σπίτια μας. Και
τι θα κάνουμε μ’ αυτές τις άλλες θρησκείες; Ίσως να είναι όλες περίπου το ίδιο.
Ίσως να είναι όλες μονοπάτια που οδηγούν στo
Θεό, και δεν έχεις παρά να κάνεις και συ μια εκλογή.
Μια τέτοια άποψη έχει τεράστια έλξη. Αποφεύγεις την εκλογή μαύρου και άσπρου και βλέπεις τα πάντα σαν μια γκρίζα απόχρωση. Κάτι τέτοιο, στη βάση του είναι ανεκτικότητα και η ανεκτικότητα όπως η ανεξιθρησκία είναι από τα πολύ μοντέρνα προτερήματα. Περιέχει μετριοφροσύνη και δεν απαιτεί τίποτα από την προσωπική σου θρησκεία. Φαίνεται ν’ αντικαθρεπτίζει ένα θαυμαστά κοινό νου. Παίρνουμε τις γνώμες όλων, και μετά προσπαθούμε να κατασκευάσουμε μια ταυτότητα του άγνωστου Θεού. Μερικοί εξαιρετικά σημαντικοί άνθρωποι, καθώς και οργανώσεις υποστηρίζουν το ίδιο.
Για παράδειγμα ο αγιοπρεπής Ινδός αρχηγός, Μαχάτμα Γκάντι
(Mahatma Gandhi) είπε: «Η ψυχή των θρησκειών είναι μια, αλλά περιβάλλεται από
πάρα πολλές μορφές... Η αλήθεια δεν είναι αποκλειστική ιδιοκτησία κανενός ιερού
κειμένου….. Δεν μπορώ ν ' αποδώσω αποκλειστική θεότητα στον Ιησού. Είναι τόσο
θεϊκός όσο κι ο Κρίσνα (Krishna), ή ο Ράμα (Rama) ή ο Μωάμεθ, ή ο Ζωροάστρης, Ο
Ινδουιστής μυστικιστής Ραμακρίσνα ( Ramakrishna) έλεγε για τον εαυτό του ότι
ήταν η ίδια ψυχή που γεννήθηκε πριν ως Rama, ως Krishna, ως Ιησούς ή ως Βούδδας
.Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Σεβήρος, πόνταρε σε όλα με το να έχει στον ιδιόκτητο
ναό του, όχι μόνο τα αγάλματα των θεοποιημένων αυτοκρατόρων, αλλά του
θαυματοποιού Απολλώνιου του Τυανέως, του Χριστού, του Αβραάμ και του Ορφέα!
Είναι μια όμορφη συναισθηματική ιδέα να πιστεύουμε ότι όλες οι θρησκείες είναι βασικά μία, και ότι όλες αντιπροσωπεύουν παραλλαγές πάνω σ’ ένα κοινό θέμα. Αλλά δυστυχώς, τούτο έρχεται σε σύγκρουση με όλες τις αποδείξεις. Πώς είναι δυνατόν όλες οι θρησκείες να οδηγούν στο Θεό, όταν είναι τόσο διαφορετικές; Ο Θεός των Ινδουιστών, είναι πολλαπλός και χωρίς προσωπικότητα. Ο Θεός του Ισλάμ είναι ένας και προσωπικός.
Ο Θεός της χριστιανικής πίστης είναι ο Δημιουργός του κόσμου. Η θεότητα του Βουδισμού δεν είναι προσωπικότητα, ούτε δημιουργεί. Δύσκολα θα μπορούσες να έχεις μεγαλύτερη αντίθεση απ’ αυτή. Η χριστιανική πίστη διδάσκει ότι ο Θεός συγχωρεί τον άνθρωπο και του δίνει υπερφυσική βοήθεια. Στο Βουδισμό δεν υπάρχει συγχώρηση ούτε υπερφυσική βοήθεια. Ο στόχος όλης της ύπαρξης στο Βουδισμό είναι η Νιρβάνα, ο εξαφανισμός, -που κατορθώθηκε από τον Βούδα, αλλά όχι με λιγότερες από 547 μετενσαρκώσεις.
Ο στόχος όλης της ύπαρξης στη χριστιανική πίστη είναι να γνωρίσουμε το Θεό και να Τον απολαύσουμε αιώνια. Στον Ινδουισμό η διακόσμηση των ειδώλων έχει την πρώτη θέση, ο Ιουδαϊσμός απαγορεύει κάθε κατασκευή ομοιώματος του Θεού. Το Ισλάμ επιτρέπει στον άνδρα τέσσερις γυναίκες, η χριστιανική πίστη μία. Η μεγαλύτερη ίσως διαφορά βρίσκεται ανάμεσα στη Βίβλο -που βεβαιώνει ότι κανένας δεν μπορεί να σώσει μόνος του τον εαυτόν του -και σε κείνο που προσπαθεί να ευαρεστήσει το Θεό, μόνος του, και να σωθεί με τις δικές προσπάθειες. Και, σχεδόν όλες οι άλλες θρησκείες ισχυρίζονται ότι με το να υπακούσει ο άνθρωπος στις διδασκαλίες τους θα σωθεί, ή θα αναγεννηθεί, ή θα γίνει ακέραιος ή θα πετύχει την ολοκλήρωση του.
Τίποτα δεν εκφράζει τόσο ισχυρά αυτή την ανομοιότητα όσο η
Βουδιστική ιστορία, η οποία αρχίζει πάνω κάτω σαν την παραβολή του άσωτου γιου,
αλλά απέχει πάρα πολύ απ’ αυτή. Το παιδί επιστρέφει και συναντιέται με τον
πατέρα του. Μετά πρέπει να βρει μια διέξοδο για την τιμωρία των παλιών αμαρτιών
του, με το να δουλέψει πολλά χρόνια σαν δούλος στον πατέρα του. Ο Κανόνας της Κάρμα
(δηλ. αιτία κι αποτέλεσμα, εξοφλεί την ενοχή σου) είναι εκ διαμέτρου
αντίθετος από τη Χάρη του Ευαγγελίου (δωρεάν συγχώρηση, παρόλο που δεν αξίζεις
το παραμικρό).
Σ’
αυτό το σημείο, δεν έχω σκοπό να κάνω εκτιμήσεις ανάμεσα στα διάφορα
θρησκευτικά πιστεύω. Απλά, θέλω να δείξω πόσο παράλογο είναι να λέμε ότι όλες
οι θρησκείες δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση . Είναι τόσο ανόητο όσο αν
λέγαμε ότι όλοι οι δρόμοι της Θεσσαλονίκης οδηγούν στην Αθήνα.
ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟ
Υπάρχουν δυο λόγοι για τους οποίους είναι
αδύνατο να βρούμε το Θεό μέσω οποιασδήποτε θρησκείας. Το πρώτο είναι η φύση του
Θεού. Αν υπάρχει Θεός, τότε Αυτός είναι η πηγή του ανθρώπου και του περιβάλλοντός
του. Είναι ο Κύριος όλης της ανθρώπινης ζωής. «Δεν εγνωρίσατε; δεν ηκούσατε;
δεν ανηγγέλθη προς εσάς εξ αρχής; Αυτός είναι ο καθήμενος επί τον γύρον της γης
και οι κάτοικοι αυτής είναι ως ακρίδες... (Ησαΐας μ:21).
Τις εστάθμισε το πνεύμα του Κυρίου ή έγινε
σύμβουλος αυτού και εδίδαξεν αυτόν; Μετά τίνος συνεβουλεύθη και τις εσυνέτισεν
αυτόν και εδίδαξε αυτού την οδόν της κρίσεως και παρέδωκε εις αυτόν επιστήμην
και έδειξε εις αυτόν την οδόν της συνέσεως; ίδού, τα έθνη είναι ως ρανίς από
κάδου και λογίζονται ως λεπτή σκόνη της πλάστιγγος ιδού μετατοπίζει τας νήσους
ως σκόνιν..
(Ησαΐας μ:13-15).
Αυτός είναι ο Θεός για τον οποίο μιλάμε πως
είναι δυνατόν να ανέβουμε στο ύψος Του; Πως μπορεί το πήλινο σκεύος, να
καταλάβει τον αγγειοπλάστη που το έφτιαξε; Δεν γίνεται. Ο άνθρωπος δεν μπορεί
να βρει το Θεό, όσο εντατικά και να ψάξει. Η θρησκεία, όλες οι θρησκείες, είναι
καταδικασμένες σε αποτυχία.
Όπως είδαμε, μπορούμε να τη δοκιμάσουμε.
Αλλά, πόσο μακριά θα μας οδηγήσει; Τα γεγονότα που εξετάσαμε μας δίνουν μόνο
μια μικρή ιδέα και όλα μαζί, δεν είναι παρά μια πιθανολογία. Το γεγονός της
ύπαρξης του κόσμου δείχνει ότι η αιτία του βρίσκεται έξω απ’ αυτόν. Η τάξη και
ο σκοπός του κόσμου δείχνει την ευφυΐα αυτής της αιτίας. Το γεγονός της
ανθρώπινης ζωής δείχνει ότι η αιτία αυτή δεν είναι μόνο ευφυΐα αλλά είναι και
προσωπικότητα. Η συνείδηση δείχνει το ενδιαφέρον Του για τη σωστή συμπεριφορά
και οι ηθικές αξίες όπως π.χ. η αλήθεια, η ομορφιά κι η καλοσύνη έχουν την προέλευσή
τους σ’ Αυτόν. Το γεγονός ότι κανένα έθνος στον κόσμο δεν έχει μείνει χωρίς
πίστη προς το Θεό, δείχνει ότι ο Θεός ζητάει τη λατρεία του ανθρώπου.
Ναι, αλλά πώς; Εξακολουθεί να παραμένει ο
Άγνωστος Θεός. Μέχρις ενός σημείου μπορείς να έχεις ένα συμπέρασμα, αλλά, όχι
και πιο πέρα. Μετά, χρειάζεσαι να Το να ακούσεις ή να Τον γνωρίσεις ή και τα
δυο. Το δημιούργημα δεν είναι σε θέση ν’ αποκαλύψει το Δημιουργό, εκτός κι αν ο
ίδιος θελήσει ν’ αποκαλύψει τον εαυτό Του. Αυτός είναι ένας απ’ τους λόγους,
γιατί όλες οι θρησκείες αναπόφευκτα απογοητεύουν. Και πραγματικά αυτό ακριβώς
κάνουν όλες οι θρησκείες.
Πριν μερικά χρόνια, ο Christopher Mayhew
δημοσίευσε ένα βιβλίο με τίτλο: «Οι ο Άνθρωποι σε Αναζήτηση
του Θεού». Σ’ αυτό το βιβλίο, εκπρόσωποι από διάφορες θρησκείες του κόσμου
μιλούσαν για τη θρησκευτική τους εμπειρία και για δική τους αναζήτηση του Θεού.
Δεν ήταν έκπληξη, που κανένας απ' αυτούς δεν ισχυρίστηκε ότι Τον βρήκε. Ο
Gordon Bailey το διατύπωσε επιγραμματικά στο μικρό του ποίημα, «Αν»:
«Αν όλες οι θρησκείες οδηγούν στο Θεό, γιατί
τότε οι πιο πολλές ύστερα από χίλια χρόνια που τους δόθηκαν δεν έχουν ακόμα
φτάσει σ’ Αυτόν;»
Υπάρχει ένας δεύτερος λόγος, γιατί η θρησκεία
δεν μπορεί ποτέ να φτάσει μέχρι τον Θεό. Δεν είναι μόνο λόγω της φύσης του
Θεού, αλλά και λόγω της φύσης του ανθρώπου. Η Βίβλος δίνει μια καθόλου κολακευτική
εικόνα του ανθρώπου, κι όχι ευχάριστη που όμως βρίσκεται κοντά στο πρόβλημα.
Μας λέει αρκετές δυσάρεστες αλήθειες.
Παραδείγματος χάρη, μας πληροφορεί ότι δεν αγαπάμε το Θεό ειλικρινά, όπως εμείς θέλουμε να πιστεύουμε. Αντίθετα, είμαστε «εχθροί κατά την διάνοιαν με τα έργα τα πονηρά» (Κολοσσαείς α:21).
Δεν έχουμε αυτή τη χρυσή καρδιά, που θέλουμε να νομίζουμε ότι έχουμε Αντίθετα, «η καρδιά είναι απατηλή υπέρ πάντα και σφόρδα διεφθαρμενη» (Ιερεμίας ιζ:9).
Μας λέει, ακόμα, ότι δεν είμαστε δίκαιοι στην εκζήτησή μας για την αλήθεια. Οι
άνθρωποι «κατακρατούν την αλήθεια εν αδικία» (Ρωμαίους α:18). Δεν
ακολουθούμε την κάθε λάμψη φωτός που έρχεται στο δρόμο μας, αντίθετα «οι
άνθρωποι ηγάπησαν το σκότος μάλλον παρά το φως διότι ήσαν πονηρά τα έργα αυτών»
(Ιωάννης γ:19).
Φαίνεται να υπάρχει μια βασική διαστρέβλωση στην ανθρώπινη φύση που μας κάνει ανίκανους να καλωσορίζουμε το «καλύτερο» όταν το βλέπουμε. Πιο συχνά, θέλουμε να το ξεφορτωθούμε, επειδή μας ξεσκεπάζει. Μια από τις πιο αξιολύπητες πλάνες της ανθρωπότητας είναι ότι οι άνθρωποι είναι όλοι καλοί - κατά βάθος - και όταν έχουν το κατάλληλο περιβάλλον, σίγουρη δουλειά, με ικανοποιητικούς όρους και πολλά χρήματα, θα είναι όλοι καλοί πολίτες και η χρυσή καρδιά τους θα λάμψει προς τα έξω.
Τι ανοησίες! Αν όλοι
έχουμε καλή καρδιά τότε γιατί το ποσοστό του εγκλήματος ανεβαίνει κάθε χρόνο
πιο ψηλά μαζί με την ευημερία μας. Αν όλοι είμαστε καλοί στο βάθος, θα
συγκεντρωνόμασταν γύρω από το καλύτερο πρόσωπο που ποτέ υπήρξε, τον
Ιησού Χριστό! Αλλά, καθένας που έχει κάποια πείρα ευαγγελισμού στο να φέρνει
δηλαδή κι άλλους στο φως, για να μοιραστούν τη χαρά της χριστιανικής ζωής,
γνωρίζει ποια μάχη συνήθως επακολουθεί, μέχρις ότου ο άνθρωπος με τον οποίο
συζητάει, υποταχθεί τελικά στο Χριστό. Έχω δει «καλούς» ανθρώπους να μοχθούν, με
ένταση και με σκληρό αγώνα, όχι για να βρουν το φως, αλλά για να απαλλαχτούν
από το φως του κόσμου.
Το γεγονός ότι πραγματικά κρυβόμαστε απ’
Αυτόν δείχνει ότι είμαστε κατά βάθος εγωκεντρικοί, όπως η Βίβλος λέει ότι
είμαστε. Και έχουμε ακόμα κι ένα άλλο πρόβλημα πολύ σχετικό. Κάτι δεν
πάει καλά με τη θέληση μας. Δεν φαίνεται να έχουμε την ικανότητα ούτε στο να
ζούμε σύμφωνα με τις κατά διαστήματα προσπάθειες μας για ψηλότερα επίπεδα. Για
παράδειγμα πόσο διαρκούν οι αποφάσεις σου για τον καινούργιο χρόνο; Πόσο
διαρκεί το ειρηνικό και καλοσυνάτο χριστουγεννιάτικο πνεύμα στο γραφείο σου; ή
πόσες φορές εγκατέλειψες το κάπνισμα; Ο Χριστός φανέρωσε αυτό το πρόβλημα όταν
ειπέ: «Όποιος κάνει το κακό γίνεται σκλάβος του κακού».
Δεν είναι ν’ απορεί κανείς που ο Παύλος έρχεται στο ίδιο συμπέρασμα με την Παλαιά Διαθήκη καθώς πλησιάζει προς το τέλος του κατηγορητηρίου του ενάντια στη σύγχρονη ειδωλολατρική και θρησκευτική κοινωνία. «Δεν υπάρχει δίκαιος ούτε ένας, δεν υπάρχει κάποιος να ‘χει σύνεση, δεν υπάρχει κάποιος που να εκζητεί το Θεό» (Ρωμαίους γ:10-11). Ο μύθος αποδείχτηκε λάθος. Δεν είμαστε ειλικρινείς αναζητητές του Θεού.
Οι πιο πολλοί από εμάς, τις πιο πολλές φορές είμαστε απόλυτα ευχαριστημένοι να βρισκόμαστε μακριά απ’ Αυτόν. Όλοι οι άνθρωποι αποδείχθηκαν ακατάλληλοι είτε έρχονται από την ονομαζόμενη χριστιανική Δύση ή τη μυστηριώδη Ανατολή. Κανένας δεν έχει φτάσει στο Θεό, πρώτα γιατί ο Κύριος είναι τόσο μεγάλος για όλα τα πλάσματά Του, ώστε να μη μπορεί να διεισδύσει μέσα στο απόρρητό και το άγνωστο είναι Του. Και δεύτερα επειδή τα πλάσματά Του είναι πολύ διαστρεβλωμένα και πολύ εγωκεντρικά, για να θελήσουν να Τον γνωρίσουν.
Η μεγαλοσύνη του Θεού κι η αμαρτωλότητα του ανθρώπου
είναι τα δυο ογκώδη εμπόδια στην υπόθεσή μας, ότι τάχα όλες οι θρησκείες
οδηγούν στο Θεό. Αυτό, ποτέ δεν μπορεί να γίνει. Καμιά από τις θρησκείες δεν
οδήγησε στο Θεό.