Εννοείται ότι ο Αδάμ και η Εύα έζησαν αρκετό καιρό μέσα στον κήπο της Εδέμ όμορφα και ταπεινά, μέσα στο θέλημα του Θεού και γίνονταν καθ’ ομοίωσή Του εφόσον ζούσαν δια πίστεως.
Το κεφάλαιο αυτό του βιβλίου της Γένεσης μας φανερώνει την τέλεια
καταστροφή της κατάστασης των πραγμάτων που μας απασχόλησε μέχρι εδώ.
Εδώ περιέχονται αρχές ύψιστης σπουδαιότητας. Βλέπουμε την κατάσταση που έφθασε ο άνθρωπος και τα μέσα που χρησιμοποίησε ο Θεός για να τον ξανασηκώσει!
Γέν.γ:1 Ο δε όφις ήτο το φρονιμώτερον
πάντων των ζώων του αγρού, τα οποία έκαμε Κύριος ο Θεός· και είπεν ο όφις προς
την γυναίκα, Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;
1. Φανερώθηκε σε μορφή φιδιού, όπως οι άγγελοι του Θεού για να γίνουν
αντιληπτοί πρέπει να πάρουν κάποια ορατή μορφή.
2. Ο Σατανάς μπορεί να μίλησε μέσα από το φίδι - όπως ο Θεός μίλησε μέσα από
έναν γάιδαρο (Αρ.κβ:28) - μπαίνοντας μέσα του όπως τα δαιμόνια μπήκαν στους
χοίρους (Μαρκ.ε).
3. Ίσως να μην ήταν κάποιο φίδι εκεί, αλλά μια παρουσία με κάποια άλλη
μορφή και ονομάζεται όφις σαν αντίτυπο (Αποκ.ιβ:7).
φρονιμώτερον: Στα Εβραϊκά σημαίνει έξυπνος, πονηρός, πανούργος,
φρόνιμος με την κακή έννοια, αλλά και πολλές φορές με την καλή δηλαδή του
ανθρώπου που είναι σοφός και προσεκτικός.
Ο Σατανάς απ’ την αρχή είναι πανούργος και πονηρός. Συνεχώς ψεύδεται,
διαστρεβλώνει και συγχύζει τον λόγο του Θεού.
Αυτός δημιούργησε την Βαβυλώνα (Βαβέλ) που θα πει σύγχυση. Εφεύρε την
μυθολογία για την Ελλάδα, Αίγυπτο, Ινδία, Περσία, Βαβυλώνα με σκοπό να
μπερδέψει τον άνθρωπο και να τον κάνει να πιστεύει ότι και η Βίβλος είναι ένα
παραμύθι όπως τα υπόλοιπα.
Εφεύρε τις ψευδοθρησκείες για να συγχύσει τον άνθρωπο και να κάνει τον
χριστιανισμό να μοιάζει με άλλη μια ανθρώπινη θρησκεία. Έτσι βγήκε το σκεπτικό
ότι όπως εσύ λες ότι είσαι χριστιανός, έτσι ο άλλος είναι Μωαμεθανός,
Βουδιστής, Βραχμάνος κτλ.
Β’ Κορ.ια:3 φοβούμαι όμως μήπως, καθώς ο όφις
εξηπάτησε την Εύαν διά της πανουργίας αυτού, διαφθαρή ούτως ο νούς σας, εκπεσών
από της απλότητος της εις τον Χριστόν.
Υπήρχε μια απλότητα και αθωότητα στην Εύα. Όμως ο Σατανάς με πανουργία
την εξαπάτησε κι έχασε αυτή την απλότητα.
Αυτό κάνει τον απόστολο Παύλο να προειδοποιεί τους χριστιανούς να
προσέχουν να μην εξαπατηθούν απ’ τον διάβολο κι εκπέσουν απ’ αυτή την απλότητα την
εν Χριστώ Ιησού.
Η Εύα δεν φοβόταν τον όφιν ούτε ήταν επιφυλακτική μαζί του επειδή ποτέ
δεν είχε δει κακό, θάνατο, κίνδυνο, καταστροφή. Δεν είχε εμπειρίες ώστε να
μπορεί να κρίνει.
Ήξερε όμως η Εύα τον Θεό, ήξερε ότι είναι Άγιος, ότι ήταν ευτυχισμένη
και χαρούμενη μαζί Του, κι αυτό έπρεπε να είναι αρκετό γι’ αυτήν.
Δεν έπρεπε να δώσει καμιά σημασία σ’ αυτά που της είπε ο όφις. Μήπως
εμείς που έχουμε εμπειρίες, μένουμε αναμάρτητοι όταν μας πειράζει ο Σατανάς;
Τω όντι είπεν ο Θεός; Ο Σατανάς πρώτα αμφιβάλλει τον λόγο του Θεού,
μετά τον αντιστρέφει και τελικά τον αρνείται. Έρχεται με μια ύπουλη ερώτηση με
την οποία προσπαθεί να ρίξει αμφιβολία στην θεία αποκάλυψη.
Ο Θεός είπε: Με θάνατο θα πεθάνεις, και ο Σατανάς λέει: Δεν θέλεις
βεβαίως αποθάνει!
Το να δεχτεί κανείς αυτή την ερώτηση αποτελεί απιστία όταν γνωρίζει ότι
ο Θεός έχει μιλήσει και τι έχει πει. Το γεγονός και μόνο της αποδοχής της
ερώτησης κάνει το άτομο ανίκανο να την πολεμήσει!
Αυτή η ερώτηση είναι το τρομακτικό υπόδειγμα και ο πρόδρομος όλων των
ασεβών και βλάσφημων ερωτήσεων που έχουν υποκινηθεί κατά καιρούς από τους
πιστούς υπηρέτες του όφεως, ερωτήσεις που μπορούν να καταπολεμηθούν μόνο με την
εξουσία της Αγίας Γραφής.
Εάν ο λόγος Του Θεού είχε «κατοικήσει πλουσίως» στην καρδιά της Εύας, η
απάντησή της θα ήταν απλή, σωστή και αποφασιστική.
Κολ.γ:16 Ο λόγος του Χριστού ας κατοική εν
υμίν πλουσίως μετά πάσης σοφίας· διδάσκοντες και νουθετούντες αλλήλους με
ψαλμούς και ύμνους και ωδάς πνευματικάς, εν χάριτι ψάλλοντες εκ της καρδίας
υμών προς τον Κύριον.
Δεν υπάρχει παρά ένας τρόπος να απαντάμε στις ερωτήσεις και τις
εισηγήσεις του διαβόλου, και αυτός είναι να τις μεταχειριζόμαστε σαν ερχόμενες
απ’ αυτόν, και να τις απωθούμε με τον λόγο του Θεού.
Αν τους δώσεις περισσότερη σημασία, έστω και για μία στιγμή, κινδυνεύεις
να χάσεις την μόνη δύναμη με την οποία μπορείς να τις πολεμήσεις.
Ο διάβολος στρέφεται στην υπερηφάνεια του ανθρώπου, στους διαλογισμούς,
και στην επιθυμία του να αξιολογεί μόνος του τα πράγματα. Εδώ βάζει την Εύα να
γίνει κριτής των λόγων του Θεού.
Ο Σατανάς έπεισε την Εύα ότι μπορούσε να καθορίσει
το καλό και το κακό μόνη της, χωρίς την βοήθεια του Θεού.
Γέν.γ:5 αλλ' εξεύρει
ο Θεός, ότι καθ' ην ημέραν φάγητε απ' αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας,
και θέλετε είσθαι ως θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν.
Έτσι η Εύα αποφάσισε ότι ο απαγορευμένος καρπός δεν
απαγορευόταν.
Δεν ήταν κάτι κακό γι' αυτήν, θα της έκανε καλό.
Και το έφαγε. Είχε καλή γεύση αλλά έφερε τον θάνατο, την αποσύνθεση, την
ανασφάλεια, την αδικία, την δολοφονία και κάθε φανταστικό κακό στον κόσμο της
(Γέν.γ).
Ο Σατανάς είπε ψέματα – δεν μπορούσε να καθορίσει
το καλό και το κακό από μόνη της.
Δυστυχώς, σε όλη την ιστορία ο Σατανάς συνέχισε να
εξαπατά τους ανθρώπους με αυτό το ψέμα.
Έχει πείσει μερικούς ανθρώπους να δημιουργήσουν
ειδωλολατρικούς θεούς για να καθορίσουν το καλό και το κακό.
Έπεισε τους άλλους να αρνηθούν τον Θεό και να
εξαρτώνται από την ανθρώπινη διάνοιά τους.
Και πείθει ενεργά κάποιους σύγχρονους «χριστιανούς»
να ορίσουν το καλό και το κακό με τρόπους που τους κάνουν δημοφιλείς στον
κόσμο.
Η Ρωμ.α:16-32
εξηγεί τι συμβαίνει όταν οι άνθρωποι αποφασίζουν το καλό και το κακό από μόνοι
τους.
Ας θυμηθούμε λοιπόν αυτή την σημαντική αλήθεια: Αν κάθε άνθρωπος στη γη
διαφωνεί με τις εντολές του Θεού, κάθε άνθρωπος στη γη είναι λάθος. Τελεία και
παύλα.
Μιλάμε σε μια ψυχή για τη σωτηρία, και λέμε ότι αν κάνει τον Ιησού
Χριστό Κύριο στη ζωή της, θα της δώσει αιώνια ζωή, χαρά, ειρήνη και ευτυχία.
Έρχεται μετά ο Σατανάς και αρχίζει να ψιθυρίζει: Αυτό θα σου στερήσει
την καλοπέρασή σου, δεν θα μπορείς να απολαύσεις τίποτα σ’ αυτή την ζωή, θα
γίνεις καλόγερος ή καλόγρια κτλ., κτλ.
Φυσικό είναι αυτός ο άνθρωπος να τα χάσει, αλλά ο διάβολος έχει κάνει
την ίδια δουλειά που έκανε στην Εύα.
Ο λόγος του Θεού δεν βρίσκει απήχηση στην καρδιά του μη αναγεννημένου
γιατί βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση ώστε να είναι ανοικτή στο ψέμα του Σατανά,
γι’ αυτό ο Κύριος είπε στον Νικόδημο «Πρέπει να γεννηθείτε άνωθεν, εξ αρχής»
(Ιωάν.γ:7).
Ο απόστολος Παύλος λέει να υποτάσσουμε κάθε διανόημα στην υπακοή του
Χριστού (Β’ Κορ.ι:5).
Ένας άπιστος μπορεί να χαρακτηρίσει αυτή την υπακοή “τυφλή υπακοή”, ο
Χριστιανός όμως την ονομάζει “νοήμονα υπακοή” γιατί στηρίζεται στην γνώση που
έχει ότι υπακούει τον λόγο του Θεού!
Αυτό που μας χρειάζεται είναι να ξέρουμε ότι ο Θεός μίλησε, τότε η
υπακοή γίνεται ό,τι πιο υψηλό στις δραστηριότητες του νου μας.
Κάθε πράξη υπακοής περιέχει μια ευλογία, όταν όμως αρχίσει κανείς να
διστάζει, ο εχθρός υπερισχύει, και θα χρησιμοποιήσει αυτό το δισταγμό για να
απομακρύνει το άτομο περισσότερο και περισσότερο απ’ τον Θεό.
Όλη η ενέργεια του Σατανά είναι στραμμένη στο να διαβάλλει τον Θεό στον
άνθρωπο και καθένα που εργάζεται για τον Θεό.
Εμείς όμως πρέπει να τρεφόμαστε μόνο απ’ το δένδρο της ζωής κι ούτε καν
να πλησιάζουμε ή να τριγυρνάμε γύρω απ’ το δένδρο της γνώσης του καλού και του
κακού. Τι δουλειά είχε η Εύα κοντά σ’ αυτό το δένδρο;
Πρέπει να μάθουμε να υπακούμε στον Θεό, ακόμη κι αν αυτό που απαιτεί από
μας είναι αντίθετο με το θέλω μας, με τις σκέψεις μας ή με αυτό που βλέπουμε.
Πρέπει να μάθουμε να υποτασσόμαστε στο γεγραμμένο, σ’ αυτό που ο Θεός
μας έχει παραδώσει. Και μας το έχει παραδώσει με πιστά και άξια χέρια, με ζωές
ανθρώπων που μέχρι την τελευταία τους πνοή κήρυτταν τον Χριστό.
Να μάθουμε να “κλείνουμε το τηλέφωνο” στον Σατανά και να μην
περιεργαζόμαστε πράγματα που δεν είναι δικά μας.
Ο Θεός βλέπει και κάνει πολύ περισσότερα απ’ ότι εμείς μπορούμε να δούμε
ή να αντιληφθούμε, και να έχουμε εμπιστοσύνη στην κρίση Του παραδιδόμενοι στο
θέλημά Του!
Ο Ιησούς ποτέ δεν λογομάχησε με τον Σατανά, απλώς τον επιτίμησε. Ο
Σατανάς δεν μπορεί να σε πιέσει, αν εσύ δεν ενδώσεις:
Ιακ.δ:7 Υποτάχθητε λοιπόν εις τον Θεόν.
Αντιστάθητε εις τον διάβολον, και θέλει φύγει από σάς·
Γέν.γ:2,3 Και είπεν η γυνή προς τον όφιν, Από του καρπού των
δένδρων του παραδείσου δυνάμεθα να φάγωμεν· από δε του καρπού του δένδρου, το
οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου, είπεν ο Θεός, Μη φάγητε απ' αυτού, μηδέ
εγγίσητε αυτόν, διά να μη αποθάνητε.
Η Εύα αρχίζει να
διαλέγεται με τον Σατανά.
Μηδέ εγγίσητε: Ο Θεός δεν είπε κάτι τέτοιο (β:17), που σημαίνει ότι
η Εύα πρόσθεσε στον λόγο του Θεού. Αλλά και αφαίρεσε, γιατί είπε: διά να μη
αποθάνητε ενώ ο Θεός είχε πει «θέλεις
εξάπαντος αποθάνει».
Στο ίδιο λάθος έπεσε και η εκκλησία που πρόσθεσε και αφαίρεσε στο λόγο
του Θεού, κι έτσι έδωσε το δικαίωμα στον διάβολο να μπει μέσα και να
καταστρέψει.
Γέν.γ:4 Και είπεν ο όφις προς την
γυναίκα, Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει
Βλέπουμε εδώ ότι ο Σατανάς τελείως ψυχρά έρχεται να πει το ψέμα με
τέτοια πειστικότητα που να είναι δύσκολο ν’ αντιδράσεις.
Είναι αδίστακτος προκειμένου να φέρει τον θάνατο. Βλέπουμε ότι ο
ισχυρισμός του είναι εκ διαμέτρου αντίθετος με τον λόγο του Θεού.
Και σήμερα οι υπηρέτες του Σατανά λένε ότι ο Θεός είναι τόσο καλός που
δεν πρόκειται ν’ αφήσει κανένα να χαθεί, αρνούμενοι την κρίση του Θεού και τον
αιώνιο θάνατο.
Αρνούνται τον λόγο του Θεού που είπε «με θάνατο θα πεθάνεις» και αυτός
είναι ο δεύτερος θάνατος που πραγματικά σκοτώνει τον άνθρωπο.
Ο πρώτος θάνατος είναι προσωρινός αποχωρισμός, ο δεύτερος είναι αιώνιος
και αυτόν εννοούσε ο Θεός.
Ο Σατανάς δεν είπε αμέσως στην Εύα να φάει, πρώτα αρνήθηκε την κρίση του
Θεού και μετά πρόσφερε το επιθυμητό και ευχάριστο αποτέλεσμα. Κι εφ’ όσον δεν
υπάρχει κρίση......
Ησ.νθ:2 αλλ' αι ανομίαι σας έβαλον χωρίσματα μεταξύ υμών και του Θεού υμών, και
αι αμαρτίαι σας έκρυψαν το πρόσωπον αυτού από σας, διά να μη ακούη.
Η αμαρτία βάζει χώρισμα ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο.
Αποκ.κ:14 Και ο θάνατος και ο άδης
ερρίφθησαν εις την λίμνην του πυρός· ούτος είναι ο δεύτερος θάνατος.
Αυτό εννοούσε ο Θεός όταν έλεγε «με θάνατο θα πεθάνεις»
Γέν.γ:5 αλλ' εξεύρει ο Θεός, ότι καθ'
ην ημέραν φάγητε απ' αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθαι
ως θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν.
Ο Σατανάς εδώ κατηγορεί τον Θεό για ζήλια, και πείθει την Εύα ότι δεν
τους αγαπάει γιατί κατακρατεί κάτι που είναι καλό για τον άνθρωπο. Αν τους
αγαπούσε δεν θα τους εμπόδιζε!
Είναι σημαντικό να δούμε το μέσο που χρησιμοποίησε ο Σατανάς για να
κλονίσει την εμπιστοσύνη της Εύας στην αλήθεια του Θεού, και να την κάνει να
σκεφθεί “λογικά”!!
Ο Σατανάς το κατάφερε όταν κλόνισε την εμπιστοσύνη της Εύας στην αγάπη
του Θεού και στον λόγο Του.
Επιδέξια της είπε ότι αυτό που τους είπε ο Θεός δεν στηρίζεται στην
αγάπη, αλλά «εξεύρει ο Θεός ότι καθ’ ήν
ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσι ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθε ως
θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν» (εδ.5).
Είναι σαν να της έλεγε: Υπάρχει κάτι καλό αν φάτε απ’ αυτό τον καρπό που
ο Θεός θέλει να σας στερήσει! Άρα δεν σας αγαπά, γιατί αν σας αγαπούσε δεν θα
σας στερούσε αυτή την χαρά!
Αν η Εύα στηριζόταν με απλότητα πάνω στην άπειρη αγάπη του Θεού, θα ήταν
ασφαλής και θα μπορούσε ν’ αντισταθεί στην επιρροή αυτού του συλλογισμού. Θα
μπορούσε να είχε απαντήσει:
“Έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στην αγαθότητα του Θεού, είναι αδύνατον να μου
στερήσει ο Θεός οποιοδήποτε πραγματικό αγαθό. Αν αυτός ο καρπός είναι καλός για
μένα, ασφαλώς θα μου τον έδινε.
Το γεγονός όμως ότι ο Θεός μου τον απαγορεύει, σημαίνει ότι αν φάω, αντί
να βρεθώ καλύτερα θα είμαι πολύ χειρότερα. Είμαι πεπεισμένη για την αγάπη και
την αλήθεια του Θεού!”
Το σχέδιο λοιπόν του Σατανά ήταν να απογυμνώσει τον άνθρωπο από την
αληθινή γνώση του μόνου αληθινού Θεού. Έδωσε μια λάθος ιδέα περί Θεού,
υπαγορεύοντας στην Εύα ότι ο Θεός δεν είναι αγαθός.
Από τότε, λίγο ενδιαφέρει η μορφή που πήρε η αμαρτία. Ο πιο λεπτός
ηθικολόγος, ο πιο ευλαβής άνθρωπος, ο πιο καλός φιλάνθρωπος, αν δεν γνωρίζουν
τον μόνο αληθινό Θεό, ευρίσκονται τόσο μακριά απ’ την ζωή όσο και ο τελώνης και
η πόρνη.
O διάβολος ξέρει ότι η γνώση είναι δύναμη. Και πειράζει τον άνθρωπο να
πάρει αυτή την δύναμη από την γνώση αλλά όχι με τον σωστό τρόπο. Όχι απ’ το
δένδρο της ζωής, αλλά από το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού.
Πολύ γνώση και πολύ δύναμη είναι επικίνδυνη για τον άνθρωπο. Αν όμως
αφεθούμε στην φροντίδα του ουράνιου Πατέρα μας, Αυτός ξέρει πόσο μπορούμε ν’
αντέξουμε για να μην υπερηφανευθούμε και καταστραφούμε, και μας δίνει ανάλογα.
Καθώς περπατάμε δια πίστεως, αυξάνουμε συστηματικά σε γνώση και με τη
χάρη του Θεού μαθαίνουμε πώς να χρησιμοποιούμε αυτή τη δύναμη που ο Θεός μας
προσθέτει.
Ο Ιησούς είχε όλη την γνώση και την δύναμη και ο Σατανάς ακριβώς εκεί
Τον πείραξε όταν Του ζήτησε να τα χρησιμοποιήσει λάθος, για ιδιοτελείς σκοπούς,
κάνοντας τις πέτρες άρτους.
και θέλετε είσθε ως θεοί: Μα ακριβώς αυτό
είναι το σχέδιο του Θεού, να μας κάνει κατά την εικόνα και την ομοίωσή
Του!
Βλέπουμε ότι ο διάβολος ήξερε το σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο.
Προκειμένου τώρα να τον ρίξει απ’ αυτή την θέση, τον διαβάλλει μπροστά στον Θεό
προσφέροντάς του άλλους εύκολους δρόμους απ’ αυτόν που ο Θεός διάλεξε και που
είναι ο δρόμος της υπακοής και της υποταγής στο θέλημά Του!
Και ο άνθρωπος πέφτει! Η Εύα έφαγε απ’ τον καρπό, αλλά δεν έγινε Ελοχίμ,
αντίθετα έχασε ό,τι είχε απ’ τον Ελοχίμ.
Ο διάβολος δεν τους είπε ότι θα γνώριζαν το καλό αλλά δεν θα είχαν την
δύναμη να το κάνουν, και ότι θα γνώριζαν το κακό χωρίς να μπορούν να το
αποφύγουν.
Γέν.γ:6 Και είδεν η γυνή, ότι το
δένδρον ήτο καλόν εις βρώσιν, και ότι ήτο αρεστόν εις τους οφθαλμούς, και
επιθυμητόν το δένδρον ως δίδον γνώσιν· και λαβούσα εκ του καρπού αυτού, έφαγε·
και έδωκε και εις τον άνδρα αυτής μεθ' εαυτής, και αυτός έφαγε.
Αυτό το εδάφιο μας τοποθετεί μπροστά σε τρία πράγματα για τα οποία
μιλάει ο απόστολος Ιωάννης:
Την επιθυμία της σάρκας, την επιθυμία των οφθαλμών και την αλαζονεία του
βίου (Α’ Ιωάν.β:16). Αυτά τα τρία περικλείουν «πάν το εν τω κόσμω».
Μόλις ο Θεός αποκλείσθηκε, αυτά τα πράγματα κυριάρχησαν κατ’ ανάγκη στην
καρδιά της Εύας. Και ο διάβολος τα χρησιμοποιεί τόσο πολύ.
Έξοδ.κ:17 Μή
επιθυμήσεις....πάν ό,τι είναι του πλησίον σου.
Το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού δεν ανήκε στην Εύα, αλλά ο
Σατανάς την έριξε στην επιθυμία των οφθαλμών.
Ι.Ναυή ζ:20,21 Και ο Αχάν
είδε και επιθύμησε, αλλά αν η επιθυμία που διεγείρεται μέσα μας είναι αντίθετη
με το θέλημα του Θεού, δεν πρέπει να την αφήνουμε να εκτελεσθεί.
Ιακ.α:12-15 Ο Θεός δεν
πειράζει κανέναν.
Η Εύα ήθελε να πάρει γνώση. Και σήμερα ο άνθρωπος διψάει για καινούρια
πράγματα, για μυστήρια ίσως πράγματα. Έχουμε όμως μέσα στον λόγο του Θεού την
ομολογία ενός ανθρώπου που ήταν ο πιο σοφός και ο πιο πλούσιος άνθρωπος του
κόσμου, είχε την δυνατότητα να γνωρίσει παρά πολλά πράγματα, να απολαύσει ότι
πρόσφερε στην εποχή του ο κόσμος, και αυτός ήταν ο Σολομώντας.
Εκκλ.ζ:23,25,29 Παρ.α:7.
και έδωκε εις τον άνδρα αυτής: Απατήθηκε ο Αδάμ
όπως η Εύα; Ο λόγος του Θεού μας λέγει Όχι! (Α’ Τιμ.β:14).
Γέν.γ:7 Και ηνοίχθησαν οι οφθαλμοί
αμφοτέρων, και εγνώρισαν ότι ήσαν γυμνοί· και ράψαντες φύλλα συκής, έκαμον εις
εαυτούς περιζώματα.
Δεν εννοεί ότι γέμισαν με φως και αποκάλυψη! Είναι αλήθεια ότι τα μάτια
τους άνοιξαν, αλλά αυτό έγινε για να δουν την δική τους γύμνια, την δική τους
αμαρτία, την δική τους θλιβερή κατάσταση! Ήταν «ταλαίπωροι και ελεεινοί και πτωχοί και τυφλοί και γυμνοί», ο
θλιβερός καρπός του δέντρου της γνώσης!
Ο Αδάμ και η Εύα δεν απέκτησαν καμία καινούρια γνώση της αγαθότητας του
Θεού.
Το πρώτο αποτέλεσμα της παρακοής τους και της αναζήτησης γνώσης έξω απ’
τα σχέδια του Θεού ήταν η αποκάλυψη ότι ήταν γυμνοί.
Έτσι, μόλις ανακαλύπτουν ότι είναι γυμνοί, αρχίζουν να ψάχνουν για κάλυμμα.
Αυτό το γεγονός σηματοδοτεί το τέλος της οικονομίας της αθωότητας και την αρχή
της οικονομίας της συνείδησης.
Βλέπουμε για πρώτη φορά τον άνθρωπο να προσπαθεί να κρυφτεί απ’ τον Θεό.
Ο φυσικός άνθρωπος ρέπει στο να κρύβει τις αμαρτίες του, αντί να ζητήσει
τον Θεό να τον ελευθερώσει. Δεν βλέπουμε τον Αδάμ να ψάχνει το Θεό για να λύσει
το πρόβλημά του, αλλά μάλλον ο Θεός ψάχνει τον Αδάμ.
Αν σήμερα είμαστε σωσμένοι, δεν είναι επειδή εμείς ενδιαφερθήκαμε, αλλά
μάλλον επειδή Αυτός ενδιαφέρθηκε και ενδιαφέρεται για μας:
Α’ Ιωάν.δ:19 Ημείς αγαπώμεν αυτόν, διότι αυτός
πρώτος ηγάπησεν ημάς.
Ρωμ.ε:8 αλλ' ο Θεός δεικνύει την εαυτού
αγάπην εις ημάς, διότι ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ
ημών.
Ο Θεός δεν φανερώθηκε εν σαρκί επειδή οι άνθρωποι Τον ζήτησαν, αλλά για
να ψάξει και να σώσει τους αμαρτωλούς.
Ο Θεός το έκανε έτσι ώστε με την πτώση, ο άνθρωπος να αποκτήσει κάτι που
δεν το είχε πριν δηλαδή την συνείδηση, την γνώση του καλού και του κακού.
Είναι φανερό ότι πριν την πτώση ο άνθρωπος δεν είχε αυτή την γνώση, δεν
μπορούσε να γνωρίζει το κακό εμπειρικά γιατί ζούσε μέσα σε μια κατάσταση
αθωότητας.
Με την πτώση όμως και κατά την πτώση, ο άνθρωπος απέκτησε συνείδηση με
πρώτο αποτέλεσμα τον φόβο και τον τρόμο!
Ακόμη άρχισε να ντρέπεται, ενώ πριν δεν υπήρχε τέτοιο πρόβλημα. Τα μικρά
παιδιά δεν ντρέπονται να περπατάνε γυμνά. Η ντροπή έρχεται όταν αποκτούμε
συνείδηση της αμαρτίας, του καλού και του κακού. Στον Αδάμ και την Εύα δεν
υπήρχε πονηριά πριν αμαρτήσουν.
Τώρα άρχισε να δουλεύει μέσα τους η συνείδηση που τους κατέκρινε για ότι
έκαναν. Η ενέργεια της συνείδησης μας δίνει το αίσθημα εκείνου που είμαστε με
αποτέλεσμα να δημιουργεί φόβους.
Αν το αίσθημα εκείνου που είμαι δεν συνοδεύεται με την πίστη σ’ εκείνο
που ο Θεός είναι, η συνείδηση από μόνη της δεν μπορεί να με οδηγήσει στον Θεό,
δεν βοηθά σε τίποτα ουσιαστικό.
Το να γνωρίζω τι είμαι παράγει μέσα μου ντροπή, τύψεις, αγωνία, κι ίσως
προκαλέσει μερικές προσπάθειες εκ μέρους μου, για την επανόρθωση της κατάστασής
μου.
Όμως αυτές οι προσπάθειές μου όχι μόνο δεν με φέρνουν κοντά στον Θεό,
αλλά δημιουργούν και μια ψευδαίσθηση ικανοποίησης, αποκατάστασης, που μάλλον
μου κρύβουν παρά να μου φανερώνουν τον Θεό.
Έτσι για τον Αδάμ και την Εύα η αποκάλυψη της γυμνότητάς τους,
ακολουθήθηκε από μια προσπάθεια να την σκεπάσουν.
«Ράψαντες φύλλα συκής, έκαμον
εις εαυτούς περιζώματα»
Δείχνει άνθρωπο με νόηση κι όχι τον άγριο πιθηκάνθρωπο των σπηλαίων! Τα
ζώα δεν έχουν συνείδηση. Το λιοντάρι όταν σκοτώσει ένα ζώο για να φάει, μετά
δεν κάθεται να στεναχωριέται για το καημένο το ζώο που σκότωσε!
Εδώ, για πρώτη φορά αναφέρεται η προσπάθεια του ανθρώπου να επανορθώσει
την κατάστασή του με δικούς του τρόπους.
Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει τρομερά πράγματα και κόπους για να κρύψει την
αμαρτία του, παρά να την φανερώσει ταπεινώνοντας τον εαυτό του.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι μόνο ντυμένοι μπορούμε να κάνουμε κάτι που να
είναι ευπρόσδεκτο ενώπιον του Θεού.
Κι εδώ ακριβώς είναι η διαφορά μεταξύ του αληθινού χριστιανού και του
θρησκευόμενου ανθρώπου.
Ο χριστιανός πιστεύει ότι είναι ντυμένος με την δικαιοσύνη του Ιησού
Χριστού κι έτσι μπορεί να κάνει πράγματα ευάρεστα στον Θεό.
Αντίθετα ο θρησκευόμενος στηρίζεται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι
γυμνός. Ο χριστιανός έχει σαν αφετηρία εκείνο που αποτελεί σκοπό του
θρησκευόμενου ανθρώπου.
Ότι κάνει ο χριστιανός το κάνει επειδή είναι ντυμένος και μάλιστα
τέλεια, ενώ ο θρησκευόμενος ότι κάνει το κάνει για να ντυθεί!
Τα φύλλα της συκιάς σκεπάζουν μόνο για λίγο γιατί ξεραίνονται και
πέφτουν αφήνοντας τον άνθρωπο γυμνό όπως ήταν πριν. Τα φύλλα αναφέρονται στην
θρησκεία, και θρησκεία είναι τα έργα που κάνει ο άνθρωπος για να σωθεί
(Ιακ.α:27). Ο Χριστός καταράστηκε την συκιά που είχε μόνο φύλλα δίχως καρπό
(Ματθ.κα:19-20).
Γέν.γ:8 Και ήκουσαν την φωνήν Κυρίου
του Θεού, περιπατούντος εν τω παραδείσω προς το δειλινόν· και εκρύφθησαν ο Αδάμ
και η γυνή αυτού από προσώπου Κυρίου του Θεού, μεταξύ των δένδρων του
παραδείσου.
Μετά απ’ αυτό που έκαναν, δεν ξέρουν ότι δεν μπορούν να κρυφτούν από τον
Θεό ανάμεσα στα δέντρα!!
Φαίνεται ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Θεός συναντούσε εκεί τον Αδάμ
και την Εύα, μάλλον θα ήταν ένα καθημερινό ραντεβού την ώρα του δειλινού. Όμως
σήμερα, λείπει ο άνθρωπος!
Μόλις ο Αδάμ άκουσε την φωνή
Κυρίου του Θεού μέσα στον κήπο,
«εφοβήθη», επειδή όπως ομολογεί ο ίδιος, «ήτο γυμνός». Ναι, ήταν γυμνός παρά το κάλυμμα με το οποίο είχε
καλυφθεί!
Αυτό το κάλυμμα είναι φανερό ότι δεν ικανοποιεί ούτε την δική του
συνείδηση γιατί διαφορετικά δεν θα φοβόταν:
Α’ Ιωάν.γ:21 Αγαπητοί, εάν η καρδία ημών δεν
μας κατακρίνη, έχομεν παρρησίαν προς τον Θεόν,
Η αμαρτία απομακρύνει τον άνθρωπο απ’ τον Θεό. Αντί να τρέξουν στον Θεό
και να Του πουν το λάθος τους, φεύγουν μακριά και μάλιστα προσπαθούν να βρουν
τρόπο να κρύψουν την πράξη τους γιατί ήταν πονηρή.
Ο Αδάμ τώρα γνωρίζει λιγότερα απ’ ότι πριν. Έχασε την αποκάλυψη, την
ελευθερία και την χαρά του Θεού που είχε μέσα του. Έχασε την ελευθερία να είναι
γυμνός χωρίς αμαρτία, να περπατά ελεύθερα μέσα στον κήπο. Τώρα φοβάται και
κρύβεται!
Ο Αδάμ δεν θα φοβόταν αν είχε φυλάξει την τέλεια αγάπη του Θεού γιατί «ο φόβος δεν είναι εν τη αγάπη, αλλ’ η
τελεία αγάπη έξω διώκει τον φόβον, διότι ο φόβος έχει κόλασιν και ο φοβούμενος
δεν είναι τετελειωμένος εν τη αγάπη» (Α’ Ιωάν.δ:18).
Ο άνθρωπος σήμερα έχει ακόμη σκοτισμένο νου και καρδιά και προσπαθεί να
κρυφτεί απ’ τον Θεό. Όμως ο Θεός καλεί τα παιδιά Του να τρέξουν σ’ Αυτόν για να
φωτίσει ξανά τις σκοτισμένες καρδιές τους.
Η πτώση του ανθρώπου είναι που έδωσε την αφορμή να αποκαλυφθεί τι ο Θεός
είναι! Ο Θεός δεν αποκαλύφθηκε πλήρως
στην δημιουργία.
Με την δημιουργία είχε δείξει την αιώνια δύναμή Του και την θειότητά Του
(Ρωμ.α:20). Αλλά δεν είχε αποκαλύψει στο βάθος τους όλα τα μυστικά της φύσης
Του και του χαρακτήρα Του.
Η δημιουργία δεν μπορούσε ποτέ να φανερώσει πλήρως τι είναι ο Θεός.
Υπάρχουν στον Θεό απείρως περισσότερα από την σοφία και την δύναμη. Υπάρχουν
μέσα Του η αγάπη, το έλεος, η αγιότητα, η αγαθότητα, η τρυφερότητα, η
μακροθυμία.......
Γέν.γ:9 Εκάλεσε δε Κύριος ο Θεός τον
Αδάμ, και είπε προς αυτόν, Που είσαι;
Δεν είναι η φωνή κάποιου χωροφύλακα που ζητά τον κακοποιό, ούτε κάποιου
τυράννου που ζητάει τον σκλάβο που προσπαθεί να φύγει. Είναι η φωνή του Πατέρα
προς το παιδί του που αμάρτησε και έφυγε.
Στην παραβολή του άσωτου γιού (Λουκ.ιε:20), ο πατέρας αγνάντευε τον
δρόμο, πότε θα φανεί το παιδί του!
Η ερώτηση αυτή δεν ζητά απ’ τον Αδάμ ν’ απαντήσει σε ποιο σημείο του
κήπου βρίσκεται, αλλά να αναγνωρίσει την κατάστασή του μπροστά στον Θεό.
Η ερώτηση αυτή
φανερώνει δύο πράγματα:
α) ο άνθρωπος ήταν
χαμένος (αμαρτία),
β) ο Θεός είχε έρθει
για να τον ζητήσει (η χάρις του Θεού).
Εδώ φανερώνεται ο αληθινός χαρακτήρας του Θεού και η διάθεσή Του όσον
αφορά στον πεσμένο άνθρωπο. Ο Θεός προσπαθεί να κάνει τον πεσμένο άνθρωπο να
βγει από εκεί που ήταν κρυμμένος και να Τον εμπιστευθεί.
Βλέπουμε τον Θεό να έρχεται προς τον Αδάμ σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Όχι ότι δεν ξέρει τίποτα, αλλά για να τον κάνει να αισθανθεί άνετα κι ελεύθερα
κοντά Του, να του δώσει χρόνο και θάρρος να μετανοήσει.
Μπροστά σ’ αυτή την απλότητα του Θεού, ο Αδάμ αντί να ζητήσει συγχώρεση,
αρχίζει και κατηγορεί τον Ίδιο τον Θεό.