Το 220 μ.Χ. ο προεστός της εκκλησίας μας στη Ρώμη Κάλλιστος εξηγούσε ότι σύμφωνα με την χριστιανική διδασκαλία, μια χριστιανή γυναίκα ευγενικής καταγωγής μπορεί να παντρεύεται με έναν ταπεινής καταγωγής χριστιανό άνδρα. Ο ίδιος
κατηγορήθηκε από τους ευσεβιστές της εποχής του για ανάλογα
ζητήματα (για παράδειγμα οι τριαδιστές "τερτυλλιανοί" τον μέμφονταν επειδή δέχονταν
στην εκκλησία τους μετανοούντες αμαρτωλούς..)
Ο λόγος της προτροπής του δεν ήταν μόνο να νουθετήσει τους
αδελφούς, αλλά μάλλον να τους δώσει θάρρος, αφού σύμφωνα με τον ρωμαϊκό
νόμο, η πράξη αυτή ήταν παράνομη και οι χριστιανοί καταργώντας στην πράξη τις
φυλετικές και κοινωνικές διακρίσεις θεωρούνταν συνωμότες , παραβάτες του νόμου
και της κοινωνικής τάξης.