Η Καινή Διαθήκη είναι συνεπής στην προσδοκία της ότι η
επιστροφή του Χριστού μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή.
Η κλήση της διδασκαλίας της επικείμενης αρπαγής είναι να
ξυπνήσουμε και να υπακούσουμε, να απορρίψωμεν τα έργα του σκότους και να ενδυθώμεν
τα όπλα του φωτός.
Ο Χριστός μπορεί να έρθει ανά πάσα στιγμή. Το πιστεύω αυτό με όλη μου την καρδιά -- όχι εξαιτίας αυτών που διαβάζω στο διαδίκτυο, αλλά εξαιτίας αυτών που διαβάζω στις Γραφές.
Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της εκκλησίας, οι απόστολοι και
οι πρώτοι χριστιανοί καλλιέργησαν μια ειλικρινή προσδοκία και μια ένθερμη
ελπίδα ότι ο Χριστός θα μπορούσε να επιστρέψει ανά πάσα στιγμή για να
συγκεντρώσει την εκκλησία Του στον ουρανό.
Ο Ιάκωβος, (ίσως η παλαιότερη από τις επιστολές της Καινής
Διαθήκης), είπε ρητά στους αναγνώστες του ότι η επιστροφή του Κυρίου ήταν
επικείμενη:
Ιακ.ε:7-9 Μακροθυμήσατε λοιπόν, αδελφοί, έως της
παρουσίας του Κυρίου. Ιδού, ο γεωργός περιμένει τον πολύτιμον καρπόν της γης
και μακροθυμεί δι' αυτόν, εωσού λάβη βροχήν πρώϊμον και όψιμον· μακροθυμήσατε
και σεις, στηρίξατε τας καρδίας σας, διότι η παρουσία του Κυρίου επλησίασε. Μη
στενάζετε κατ' αλλήλων, αδελφοί, διά να μη κατακριθήτε· ιδού, ο κριτής ίσταται
έμπροσθεν των θυρών.
Ο Πέτρος επανέλαβε την ίδια προσδοκία όταν έγραψε:
Α’ Πέτρ.δ:7 Πάντων δε το τέλος επλησίασε. Φρονίμως
λοιπόν διάγετε και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς·
Ο απόστολος Παύλος:
Εβρ.ι:24,25 και ας φροντίζωμεν περί αλλήλων,
παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα, μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού,
καθώς είναι συνήθεια εις τινάς, αλλά προτρέποντες αλλήλους, και τοσούτω μάλλον,
όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.
Εβρ.ι:37 Διότι έτι ολίγον καιρόν, και θέλει ελθεί
ο ερχόμενος και δεν θέλει βραδύνει.
Ο απόστολος Ιωάννης έκανε ίσως την πιο δυνατή δήλωση:
Α’ Ιωάν.β:18 Παιδία, εσχάτη ώρα είναι, και καθώς
ηκούσατε ότι ο αντίχριστος έρχεται, και τώρα πολλοί αντίχριστοι υπάρχουσιν· όθεν
γνωρίζομεν ότι είναι εσχάτη ώρα.
Όταν ο Ιωάννης έγραψε το βιβλίο της Αποκάλυψης, το προλόγισε
λέγοντας ότι αυτά τα πράγματα «πρέπει να γείνωσι ταχέως» (Αποκ.α:1).
Οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης έγραφαν συχνά για την
«παρουσία» ή την «φανέρωση» του Χριστού και ποτέ δεν παρέλειψαν να μεταδώσουν
την αίσθηση ότι αυτό θα μπορούσε να συμβεί σύντομα:
Α’ Ιωάν.β:28 Και τώρα, τεκνία, μένετε εν αυτώ, ίνα
όταν φανερωθή, έχωμεν παρρησίαν και μη αισχυνθώμεν απ' αυτού εν τη παρουσία
αυτού.
Α’ Ιωάν.γ:2 Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα Θεού, και
έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως ότι όταν φανερωθή, θέλομεν
είσθαι όμοιοι με αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι.
Κολ.γ:4 όταν ο Χριστός, η ζωή ημών, φανερωθή, τότε
και σεις μετ' αυτού θέλετε φανερωθή εν δόξη.
Α’ Πέτρ.ε:4 Και όταν φανερωθή ο αρχιποιμήν, θέλετε
λάβει τον αμαράντινον στέφανον της δόξης.
Όλα αυτά τα κείμενα υποδηλώνουν ότι στην πρώτη εκκλησία η προσδοκία
για την επικείμενη επιστροφή του Χριστού ήταν έντονη.
Ας μην ξεχνάμε ότι «υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι
ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού», άρα ο Θεός ήθελε η εκκλησία Του, πάντα,
να περιμένει την επιστροφή του Χριστού!!
Όταν ο απόστολος Παύλος περιέγραψε τον ερχομό του Κυρίου για
την εκκλησία, χρησιμοποίησε προσωπικές αντωνυμίες που δείχνουν ότι ήταν σαφώς
πεπεισμένος ότι ο ίδιος θα μπορούσε να είναι μεταξύ εκείνων που θα αρπαχτούν
ζωντανοί για να συναντήσουν τον Κύριο:
Α’ Θεσ.δ:15 Διότι τούτο σας λέγομεν διά του λόγου
του Κυρίου, ότι ημείς οι ζώντες, όσοι απομένομεν εις την παρουσίαν του Κυρίου,
δεν θέλομεν προλάβει τους κοιμηθέντας·
Α’ Θεσ.δ:17 έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν
θέλομεν αρπαχθή μετ' αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα,
και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.
Προφανώς περίμενε τον Χριστό να επιστρέψει όσο ήταν
ζωντανός.
Τίτ.β:11-13 Διότι εφανερώθη η χάρις του Θεού η
σωτήριος εις πάντας ανθρώπους, διδάσκουσα ημάς να αρνηθώμεν την ασέβειαν και
τας κοσμικάς επιθυμίας και να ζήσωμεν σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς εν τω
παρόντι αιώνι, προσμένοντες την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του
μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού,
Πώς θα μπορούσε ο ερχομός του Χριστού να ήταν επικείμενος
στην πρώτη Εκκλησία;
Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο ερχομός του Χριστού δεν θα
μπορούσε ενδεχομένως να ήταν επικείμενος για την πρώτη εκκλησία, δεδομένου του
προφανούς γεγονότος ότι δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, δεν έχει ακόμη
επιστρέψει.
Οι σκεπτικιστές συχνά κοροϊδεύουν τον Χριστιανισμό ή
αμφισβητούν το αλάθητο των Γραφών γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο.
Εξάλλου, τα εδάφια που παρατίθενται στην αρχή αυτού του
κεφαλαίου αποδεικνύουν ότι ο Ιάκωβος, ο Πέτρος, ο Ιωάννης, και ο Παύλος
πίστευαν όλοι ότι η επιστροφή του Χριστού ήταν πολύ κοντά – «πρὸ τῶν θυρῶν»
(Ιακ.ε:9), «ἐγγύς» (Φιλιπ.δ:5, Α ́ Πέτρ.δ:7), «ἐγγίζουσαν» (Εβρ.ι:25),
«ταχύ» (Αποκ.γ:11, κβ:7).
Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα ο
Χριστός να μην έχει επιστρέψει ακόμα; Θα μπορούσαν οι απόστολοι να είχαν κάνει
λάθος σχετικά με το χρονοδιάγραμμα; Αυτό ακριβώς ισχυρίζονται ορισμένοι
σκεπτικιστές.
Τι θα κάνουμε γι’ αυτή την κατηγορία ενάντια στην αλήθεια
των Γραφών; Μήπως το πέρασμα δύο χιλιάδων ετών αποδεικνύει πράγματι ότι ο
ερχομός του Χριστού δεν ήταν επικείμενος στην πρώτη περίοδο της εκκλησίας και ότι
οι απόστολοι έκαναν λάθος;
Σίγουρα όχι. Θυμηθείτε τη σαφή δήλωση του Χριστού στο Λουκ.ιβ:40
«Και σεις λοιπόν γίνεσθε έτοιμοι· διότι καθ' ην ώραν δεν στοχάζεσθε, έρχεται
ο Υιός του ανθρώπου».
Ο ακριβής χρόνος παραμένει κρυμμένος από εμάς, όπως ήταν από
τους αποστόλους. Αλλά ο Χριστός μπορούσε παρόλα αυτά να έρθει ανά πάσα στιγμή.
Ο Κριτής είναι ακόμα στην πόρτα. Η μέρα είναι ακόμα κοντά.
Δεν υπάρχουν άλλα γεγονότα που πρέπει να συμβούν στο προφητικό
ημερολόγιο προτού ο Χριστός έρθει να μας συναντήσει στον αέρα. Μπορεί να έρθει
ανά πάσα στιγμή. Και με αυτή την έννοια επίκειται ο ερχομός του Χριστού. Με την
ίδια ακριβώς έννοια, ο ερχομός Του ήταν επικείμενος ακόμη και στις ημέρες της
πρώτης εκκλησίας.
Υποθέτω ότι είναι επίσης πιθανό ότι ο Χριστός θα μπορούσε να
καθυστερήσει τον ερχομό του άλλα δύο χιλιάδες χρόνια ή περισσότερο. Δεδομένης
της ταχείας παρακμής της κοινωνίας, δεν βλέπω πώς αυτό είναι δυνατό, αλλά ούτε
και οι απόστολοι όταν ερεύνησαν την κατάσταση του κόσμου στην εποχή τους.
Σε κάθε περίπτωση, το πέρασμα δύο χιλιάδων ετών δεν είναι
καμία απολύτως μομφή κατά της πίστης του Θεού ή της αξιοπιστίας του λόγου Του.
Αυτό ακριβώς έκανε ο Πέτρος όταν προέβλεψε τους χλευασμούς που θα προκύπταν,
χλευάζοντας την υπόσχεση της επιστροφής του Χριστού (Β ́ Πέτρ.γ:3–4).
Η απάντηση του Πέτρου σε αυτούς τους χλευασμούς; «παρά
Κυρίω μία ημέρα είναι ως χίλια έτη και χίλια έτη ως ημέρα μία» (Β ́ Πέτρ.γ:8).
Ο γήινος χρόνος που περνάει δεν έχει καμία σημασία. Είναι
σίγουρα άσχετο από τη διαχρονική άποψη του Θεού. Μια στιγμή είναι σαν πολλούς
αιώνες στο μυαλό Του και οι αιώνες περνούν σαν στιγμές. Δεν δεσμεύεται από τον
χρόνο όπως εμείς και κανένας χρόνος δεν μπορεί ποτέ να ακυρώσει την πιστότητά
Του.
Β’ Πέτρ.γ:9 Δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν
αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα, αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων
να απολεσθώσι τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν.
Με άλλα λόγια, ο πραγματικός λόγος για την καθυστέρηση του
Κυρίου δεν είναι ότι είναι αμελής ή απρόσεκτος στην εκπλήρωση των υποσχέσεών Του,
αλλά απλά επειδή είναι διορατικός και ευγενικός, καθυστερώντας τον ερχομό του
Χριστού και την οργή που θα Τον συνοδεύει, καλεί τους ανθρώπους σε σωτηρία.
Η εντολή να είμαστε έτοιμοι και άγρυπνοι είναι τόσο
εφαρμόσιμη σε εμάς όσο και στην πρώτη εκκλησία. Στην πραγματικότητα, η
επιστροφή του Χριστού θα πρέπει να είναι ένα ακόμη πιο επείγον ζήτημα για εμάς,
επειδή πλησιάζει περισσότερο με το πέρασμα κάθε ημέρας.
Ακόμα δεν γνωρίζουμε πότε έρχεται ο Χριστός, αλλά γνωρίζουμε
ότι είμαστε δύο χιλιάδες χρόνια πιο κοντά σε αυτό το γεγονός από ό,τι ήταν ο
Ιάκωβος εκείνες τις πρώτες μέρες της χριστιανικής εποχής, όταν το Άγιο Πνεύμα
τον παρότρυνε να προειδοποιήσει την εκκλησία ότι ο ερχομός του Κυρίου ήταν
κοντά και ο Κριτής στεκόταν ήδη στην πόρτα.
Γιατί είναι τόσο σημαντική η επικείμενη επιστροφή
του Χριστού;
Επειδή η ελπίδα του επικείμενου ερχομού του Χριστού έχει μια
ισχυρή αγιαστική και καθαριστική επίδραση σε εμάς.
Α’ Ιωάν.γ:3 Και πας όστις έχει την ελπίδα ταύτην
επ' αυτόν καθαρίζει εαυτόν, καθώς εκείνος είναι καθαρός.
Η γνώση ότι ο ερχομός του Χριστού πλησιάζει θα πρέπει να μας
παρακινήσει να προετοιμαστούμε, να επιδιώξουμε την ομοιότητα με το Χριστό και
να αφήσουμε όλα όσα σχετίζονται με την προηγούμενη ζωή μας χωρίς το Χριστό.
Ρωμ.ιγ:11-14 Και μάλιστα, εξεύροντες τον καιρόν,
ότι είναι ήδη ώρα να εγερθώμεν εκ του ύπνου· διότι είναι πλησιεστέρα εις ημάς η
σωτηρία παρ' ότε επιστεύσαμεν. Η νυξ προεχώρησεν, η δε ημέρα επλησίασεν· ας
απορρίψωμεν λοιπόν τα έργα του σκότους και ας ενδυθώμεν τα όπλα του φωτός. Ας
περιπατήσωμεν ευσχημόνως ως εν ημέρα, μη εις συμπόσια και μέθας, μη εις κοίτας
και ασελγείας, μη εις έριδα και φθόνον· αλλ' ενδύθητε τον Κύριον Ιησούν
Χριστόν, και μη φροντίζετε περί της σαρκός εις το να εκτελήτε τας επιθυμίας
αυτής.
Αυτή είναι η κλήση αφύπνισης του αποστόλου Παύλου στην
εκκλησία. Η επιστροφή του Χριστού πλησιάζει. Ο χρόνος τώρα είναι πιο κοντά απ’
ό, τι όταν πιστέψαμε για πρώτη φορά. Κάθε στιγμή που περνάει φέρνει την
επιστροφή του Χριστού ακόμα πιο κοντά. Πώς θα εξαγοράσουμε τον καιρό;
Ξυπνήστε! «εγερθείτε εκ του ύπνου», παρακαλεί (Ρωμ.ιγ:11)
– και υπογραμμίζει τόσο τον επείγοντα χαρακτήρα αυτής της εντολής όσο και την
επικείμενη επιστροφή του Χριστού, με τέσσερις φράσεις:
«εξεύροντες τον καιρόν» «είναι πλησιεστέρα εις
ημάς η σωτηρία» (Ρωμ.ιγ:11)·
«Η νυξ προεχώρησεν» «η δε ημέρα επλησίασεν»
(Ρωμ.ιγ:12).
Ο χρόνος είναι λίγος, η ευκαιρία είναι φευγαλέα. Ο Κύριος
έρχεται σύντομα και το γεγονός πλησιάζει κάθε στιγμή.
Η ώρα να υπακούσουμε είναι τώρα. Ο μόνος χρόνος που μπορούμε
να θεωρήσουμε δεδομένο είναι το τώρα. Και δεδομένου ότι δεν υπάρχει εγγύηση για
περισσότερο χρόνο, είναι ανόητο να αναβάλλουμε την υπακοή μας.
Σκεφθείτε το εξής: Ο απόστολος Παύλος τόνιζε τον επείγοντα
χαρακτήρα αυτής της εντολής στην εποχή του, πριν από δύο χιλιάδες χρόνια.
Πίστευε ότι ο ερχομός του Χριστού ήταν κοντά - και συνεχώς πλησίαζε.
Πόσο πιο επείγοντα είναι αυτά τα πράγματα για την εποχή μας;
«είναι πλησιεστέρα εις ημάς η σωτηρία» (Ρωμ.ιγ:11) – δύο χιλιάδες χρόνια
πιο κοντά, για να είμαστε ακριβείς. Τώρα σίγουρα δεν είναι η ώρα να εγκαταλείψουμε
την επαγρύπνησή μας ή να κοιμηθούμε.
Αν και μερικοί μπορεί να μπουν στον πειρασμό να σκεφτούν ότι
η μεγάλη καθυστέρηση σημαίνει ότι ο ερχομός του Χριστού δεν είναι πλέον επείγον
ζήτημα, αλλά, το επείγον δεν μειώνεται από την καθυστέρηση, αλλά αυξάνει!
Είναι απολύτως φυσικό για τους σκεπτικιστές και τους
άπιστους να πιστεύουν ότι η καθυστέρηση του Χριστού σημαίνει ότι δεν θα
εκπληρώσει την υπόσχεσή Του (Β ́ Πέτρ.γ:4).
Αλλά κανένας γνήσιος πιστός δεν πρέπει ποτέ να σκέφτεται με
αυτόν τον τρόπο. Αντί να απελπιζόμαστε επειδή Εκείνος βραδύνει, οφείλουμε να
συνειδητοποιήσουμε ότι ο χρόνος είναι πιο κοντά τώρα από ποτέ.
Όταν ο Παύλος γράφει, «εξεύροντες τον καιρόν» (Ρωμ.ιγ:11),
εννοεί την περίοδο ή την οικονομία, όχι τον χρόνο που λέει ένα ρολόι.
Μερικές φορές φαίνεται σαν η εκκλησία σήμερα να βρίσκεται σε
ακόμη χειρότερη κατάσταση πνευματικής υπνηλίας. Υπάρχει διάχυτη αδιαφορία
σχετικά με την επιστροφή του Κυρίου.
Πάρα πολλοί χριστιανοί στην εποχή μας έχουν κατασταλάξει σε
μια κατάσταση λήθαργου και αδράνειας – μια έλλειψη ανταπόκρισης στα πράγματα
του Θεού.
Είναι σαν τον Ιωνά, κοιμούνται στο αμπάρι του πλοίου, ενώ οι
μαινόμενες καταιγίδες απειλούν να μας παρασύρουν (Ιωνάς α:5–6).
Ο Παύλος έστειλε μια παρόμοια κλήση αφύπνισης στην εκκλησία της
Εφέσου:
Εφεσ.ε:14-16 Διά τούτο λέγει· Σηκώθητι ο
κοιμώμενος και ανάστηθι εκ των νεκρών, και θέλει σε φωτίσει ο Χριστός.
Προσέχετε λοιπόν πως να περιπατήτε ακριβώς, μη ως άσοφοι, αλλ' ως σοφοί,
εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, διότι αι ημέραι είναι πονηραί.
Ποτέ ένας τέτοιος συναγερμός δεν χρειαζόταν περισσότερο από
σήμερα. Με τα λόγια του ίδιου του Κυρίου μας:
Μάρκ.ιγ:35,36 Αγρυπνείτε λοιπόν· διότι δεν
εξεύρετε πότε έρχεται ο κύριος της οικίας, την εσπέραν ή το μεσονύκτιον ή όταν
φωνάζη ο αλέκτωρ ή το πρωΐ· μήποτε ελθών εξαίφνης, σας εύρη κοιμωμένους.
Όταν ο Παύλος λέει «είναι πλησιεστέρα εις ημάς η σωτηρία παρ'
ότε επιστεύσαμεν» (Ρωμ.ιγ:11) – μιλάει, φυσικά, για την ολοκλήρωση
της σωτηρίας μας. Δεν υπονοούσε ότι οι Ρωμαίοι δεν ήταν αναγεννημένοι. Δεν τους
έλεγε ότι η δικαίωσή τους ήταν μια πραγματικότητα που είχε ακόμη μέλλον. Τους
υπενθύμιζε ότι το αποκορύφωμα αυτού που ξεκίνησε με την αναγέννησή τους
πλησίαζε όλο και πιο κοντά.
Η «σωτηρία» σε αυτό το πλαίσιο αναφέρεται στη δόξα, τον
τελικό στόχο του σωτήριου έργου του Θεού (Ρωμ.η:30). Σε όλες τις Γραφές, αυτό
συνδέεται με την εμφάνιση του Χριστού:
Α’ Ιωάν.γ:2 εξεύρομεν όμως ότι όταν φανερωθή,
θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι.
Φιλ.γ:20,21 …. προσμένομεν Σωτήρα τον Κύριον
Ιησούν Χριστόν, όστις θέλει μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών, ώστε
να γείνη σύμμορφον με το σώμα της δόξης αυτού κατά την ενέργειαν, διά της
οποίας δύναται και να υποτάξη τα πάντα εις εαυτόν.
Κολ.γ:4 όταν ο Χριστός, η ζωή ημών, φανερωθή, τότε
και σεις μετ' αυτού θέλετε φανερωθή εν δόξη.
Εβρ.θ:28 ούτω και ο Χριστός, άπαξ προσφερθείς διά
να σηκώση τας αμαρτίας πολλών, θέλει φανή εκ δευτέρου χωρίς αμαρτίας εις τους
προσμένοντας αυτόν διά σωτηρίαν.
Ας δούμε μερικά από τα βασικά κείμενα που μιλούν για την
επικείμενη επιστροφή του Χριστού και ας παρατηρήσουμε συγκεκριμένα τι είδους
πρακτικά καθήκοντα μας ζητά αυτή η διδαχή:
• Σταθερότητα: «μακροθυμήσατε και σεις, στηρίξατε
τας καρδίας σας, διότι η παρουσία του Κυρίου επλησίασε» (Ιακ.ε:8).
• Καλοσύνη: «Μη στενάζετε κατ' αλλήλων, αδελφοί,
διά να μη κατακριθήτε· ιδού, ο κριτής ίσταται έμπροσθεν των θυρών!» (Ιακ.ε:9).
• Προσευχή: «Πάντων δε το τέλος επλησίασε.
Φρονίμως λοιπόν διάγετε και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς» (Α ́ Πέτρ.δ:7).
• Πιστότητα στο να συναθροιζόμαστε και να ενθαρρύνουμε ο
ένας τον άλλον: «και ας φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις
αγάπην και καλά έργα, μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια
εις τινάς, αλλά προτρέποντες αλλήλους, και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε
πλησιάζουσαν την ημέραν» (Εβρ.ι:24–25).
• Άγια διαγωγή και ευσέβεια: «Επειδή λοιπόν πάντα
ταύτα διαλύονται, οποίοι πρέπει να ήσθε σεις εις πολίτευμα άγιον και ευσέβειαν»
(Β ́ Πέτρ.γ:11).
• Αγνότητα και ομοιότητα με το Χριστό: «Αγαπητοί,
τώρα είμεθα τέκνα Θεού, και έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως
ότι όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν, διότι θέλομεν ιδεί αυτόν
καθώς είναι. Και πας όστις έχει την ελπίδα ταύτην επ' αυτόν καθαρίζει εαυτόν,
καθώς εκείνος είναι καθαρός» (Α ́ Ιωάν.γ:2–3).