Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2023

ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΙΗΣΟΥΣ (28)

 


Δ. Χριστολογία του λόγου (1)

Κατά το 2ο μ.Χ. αιώνα η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ήταν το κέντρο της μάθησης και της φιλοσοφίας. Αυτή την εποχή στην Αλεξάνδρεια, η μυστική Εβραϊκή φιλοσοφία του Φίλωνα, η Ελληνική φιλοσοφία του Πλάτωνα με το σχήμα του Νεοπλατωνισμού, η διδασκαλία της Παλαιάς Διαθήκης του Μωυσή και των προφητών, ο σύγχρονος μ’ αυτά Γνωστικισμός, η Δυϊστική  θεωρία των Περσών και οι Ιουδαϊκές θεοσοφίες, αναμίχθηκαν φοβερά επικίνδυνα με το Χριστιανισμό και σχημάτισαν μια καινούρια άποψη του Θεού που ονομάστηκε Χριστολογία του λόγου.

Αυτή η διδασκαλία ήταν μια ανάμιξη του Ευαγγελίου με τις ειδωλολατρικές εθνικές θεωρίες. Οι αλήθειες των Γραφών συμβιβάστηκαν και αναμίχθηκαν με τις διεφθαρμένες και λανθασμένες ανθρώπινες ιδέες, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σιγά - σιγά οι μάζες από τη Βιβλική διδασκαλία στις πλάνες των εθνών και των ειδώλων.

Η Χριστολογία του λόγου μπορεί να συνοψιστεί, ανάλογα με τις αποχρώσεις της σε δύο σκέλη:

Το πρώτο σκέλος μιλάει για ένα προϋπάρχοντα γιο του Θεού μαζί με τον Πατέρα, ο οποίος και ενσαρκώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού. Αυτή η ιδέα ξεκίνησε όταν παρερμηνεύτηκε και αναμίχθηκε «ο λόγος» στο Ιωαν.α:1 με τη Δυϊστική φιλοσοφία του Πλάτωνα και με στοιχεία Γνωστικισμού.

Ο Πλάτωνας δίδασκε ότι υπήρχε ένας πραγματικός κόσμος ιδεών που δεν μπορούσαν να τον φτάσουν οι άνθρωποι απ’ τη γη. Έλεγε ακόμα, ότι μαζί μ’ αυτό τον κόσμο των ιδεών συνυπήρχε ένα ακριβές του αντίγραφο από ύλη, δηλαδή ο υλικός κόσμος, στον οποίο ζούμε εμείς τώρα. Αυτό ονομάζεται Δυϊσμός.

Ο φυσικός αυτός κόσμος που ζούμε είναι μια φτωχή προσέγγιση του ουρανίου (Εκκλ. Ιστορία Β. Στεφανίδη σελ.126 σημ.5). Όταν αυτή η θεωρία επικράτησε, έγινε αποδεκτή και η ιδέα του γιου του Θεού που προϋπήρχε του οποίου η ενσάρκωσή στο πρόσωπο του Χριστού, εδώ στη γη, είναι επίσης μια φτωχή προσέγγιση της ουράνιας πραγματικότητας. Αυτό σχετίζεται στενά με το Γνωστικισμό που δίδασκε ότι η ύλη είναι κακή, πονηρή και ατελής, πολύ κατώτερη της τελειότητας.

Το δεύτερο σκέλος της Χριστολογίας του λόγου δίδασκε ότι ο Χριστός ήταν άνθρωπος και όχι Θεός, τόσο πριν όσο και μετά την ενσάρκωσή του. Αυτή η άρνηση της θείας φύσης του Χριστού ήταν και πάλι αποτέλεσμα του Γνωστικισμού κι άλλων φιλοσοφιών.

Όπως είπαμε λίγο παραπάνω, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, η οποία τον καιρό εκείνο ήταν ένα απ’ τα ακμάζοντα κέντρα μάθησης, συγκεντρώθηκαν όλες οι τότε γνωστές φιλοσοφίες του ειδωλολατρικού κόσμου, για να σχηματίσουν ένα κράμα και να μπορέσουν ν’ αντιμετωπίσουν τον Χριστιανισμό που διατηρούσε τις αποστολικές αρχές και διδασκαλίες. Οι απόστολοι ήταν όλοι Ιουδαίοι, μεγαλωμένοι μέσα στο Μονοθεϊστικό πνεύμα, το οποίο μετέδωσαν και στους Εθνικούς Χριστιανούς, οι οποίοι λάτρευαν πριν πολλές θεότητες και μάλιστα Τριάδες ή Τριαδικές ενότητες.