Αυτά τα εδάφια
περιγράφουν τον Ιησού Χριστό έτσι: «Όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν
ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν αλλ’ εαυτόν εκένωσε, λαβών δούλου
μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους και ευρεθείς κατά το σχήμα ως
άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε
σταυρού».
Προφανώς, αυτά τα εδάφια της Γραφής μας λένε ότι ο Ιησούς είχε τη φύση του Θεού, ότι ήταν ο ίδιος ο Θεός. Ο Θεός δεν έχει όμοιό Του (Ησ.μ:25, μς:5,9). Ο μόνος τρόπος να είναι ο Ιησούς όμοιος με το Θεό είναι να είναι ο Θεός.
Ο Ιησούς λοιπόν ήταν «ίσα
με τον Θεόν» με την έννοια ότι ήταν ο Θεός. Ωστόσο, δεν θεώρησε αυτό το
αποκλειστικό προνόμιο σαν κάτι που έπρεπε να το κρατήσει με κάθε θυσία, αλλά
εκούσια το άφησε κατά μέρος για να μπορέσει να σώσει το ανθρώπινο γένος.
Οι Τριαδικοί βλέπουν
αυτά τα εδάφια της Γραφής σαν να περιγράφουν δύο πρόσωπα στη θεότητα, το Θεό
Πατέρα και το Θεό Υιό. Σύμφωνα με τη θεωρία τους, ο Υιός είχε την ίδια φύση με
τον Πατέρα, αλλά δεν ήταν ο Πατέρας.
Πολλοί τριαδικοί προχωρούν
περισσότερο και λένε ότι στην ενσάρκωση ο θείος Υιός εγκατέλειψε ή άδειασε από
κάποιες ιδιότητές Του σαν Θεός, συμπεριλαμβανομένης και της πανταχού παρουσίας.
Έτσι, μιλάνε για την κένωση ή άδειασμα του Χριστού.
Εμείς όμως, οι
Μονοθεϊστές, δεν δεχόμαστε ότι ο Ιησούς είναι Θεός Υιός, αλλά ο ίδιος ο Θεός,
είναι ο Πατέρας και ο Υιός. Η έκφραση «ίσα με τον Θεόν» σημαίνει ότι η
θεία φύση του Ιησού ήταν η φύση του Πατέρα.
Ο Ιησούς δεν
απεκδύθηκε τις ιδιότητες της θεότητας, αλλά μάλλον σαν άνθρωπος άδειασε τον
εαυτό Του από τη μεγαλοπρέπεια, την επιβλητικότητα και τα προνόμια της θείας
φύσης Του, το διάστημα που κατοίκησε ανάμεσα στους ανθρώπους. Το Πνεύμα του
Ιησού, που ήταν ο ίδιος ο Θεός, ποτέ δεν έχασε την παντογνωσία Του, την
πανταχού παρουσία Του ή την παντοδυναμία Του.
Αυτά τα εδάφια
αναφέρονται μόνο στους περιορισμούς που ο Ιησούς σαν άνθρωπος επέβαλε στον
εαυτό Του σχετικά με τη ζωή Του. Η «κένωση» λοιπόν του Χριστού
συνίσταται σε μια εκούσια εγκατάλειψη της δόξας και της μεγαλοπρέπειας μάλλον,
παρά σε εγκατάλειψη της θείας Του φύσης, όσο ήταν εδώ στη γη. Σαν άνθρωπος, ο
Χριστός δεν πήρε την τιμή που του άξιζε σαν Θεός. Αντί να ενεργεί, όπως είχε
όλο το δικαίωμα να το κάνει, σαν Βασιλιάς του ανθρώπινου γένους, υπηρέτησε τον
άνθρωπο.
Σαν άνθρωπος
υποτάχθηκε στο σταυρικό θάνατο. Δεν πέθανε ο Θεός αλλά ο άνθρωπος. Έτσι λοιπόν,
αυτά τα εδάφια εκφράζουν μια πολύ όμορφη σκέψη: Αν και ο Ιησούς ήταν ο Θεός,
δεν επέμεινε να κρατήσει όλα τα δικαιώματά Του σαν Θεός. Αντίθετα, πρόθυμα
απεκδύθηκε το δικαίωμα της δόξας και της τιμής εδώ στη γη, πήρε την ανθρώπινη
φύση και έφτασε μέχρι το θάνατο. Τα έκανε όλα αυτά, προκειμένου να μας προμηθεύσει
τη σωτηρία.
Το αποτέλεσμα της
ταπείνωσης του ανθρώπου Χριστού (ο Θεός δεν ταπεινώνεται), ήταν ο Θεός να Τον
υπερυψώσει. Ο Ιησούς έχει το όνομα που είναι πάνω απ’ όλα τα ονόματα, είναι το
όνομα που αντιπροσωπεύει κάθε τι που ο Θεός είναι. Το Πνεύμα του Θεού, έδωσε
αυτό το όνομα στο Χριστό, το Μεσσία, γιατί ο Χριστός ήταν ο Θεός που φανερώθηκε
εν σαρκί.
Ακόμα, ο Ιησούς έχει
όλη την εξουσία στον ουρανό, στη γη και κάτω απ’ τη γη. Κάθε γλώσσα θα
ομολογήσει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος, όχι με τη δόξα του Θεού Υιού,
αλλά «εις δόξαν Θεού Πατρός», κι έτσι ο Πατέρας που κατοικεί μέσα στο Χριστό θα
δοξαστεί.
Στην Φιλιπ.β:9-11 περιγράφονται
όλα αυτά: «Διά τούτο και ο Θεός
υπερύψωσεν αυτόν, και εχάρισεν εις αυτόν όνομα το υπέρ πάν όνομα, δια να κλίνη
εις το όνομα του Ιησού πάν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων και
πάσα γλώσσα να ομολογήση ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος, εις δόξαν Θεού
Πατρός».
Πολλοί, αν όχι οι
περισσότεροι Τριαδικοί σχολιαστές, στην πραγματικότητα βλέπουν την «κένωση»
του Χριστού σχεδόν σαν τους Μονοθεϊστές. Για παράδειγμα, ένας διακεκριμένος
σχολιαστής λέει ότι στην πραγματικότητα ο Ιησούς δεν «άδειασε» τον Εαυτό Του
από τις θείες ιδιότητες, γιατί αυτό θα σήμαινε αποποίηση της θεότητας κι ότι ο
Ιησούς έγινε ημίθεος.
Αντ’ αυτού, εξηγεί το
εδάφιο έτσι: Ο Ιησούς δεν αποκήρυξε τη θεία Του φύση, αλλά μόνο το να είναι «εν
μορφή Θεού». Δεν απέρριψε τις θεϊκές ιδιότητές Του, αλλά τις συγκάλυψε στην
αδυναμία της ανθρώπινης σάρκας. Ήταν πάντα διαθέσιμες, αλλά αποφάσισε να μην
τις χρησιμοποιήσει, ή τις χρησιμοποίησε μ’ ένα καινούριο τρόπο. Επέβαλε
περιορισμούς στον ίδιο Του τον εαυτό. Η ουράνια δόξα και μεγαλοπρέπεια δεν ήταν
πλέον άμεσα φανερές. Με λίγα λόγια, απέκρυψε τη θεότητα μέσα στην ανθρώπινη
φύση, αλλά την ίδια στιγμή η θεότητα ήταν ολοφάνερη στα μάτια της πίστης.
«Το αυτό δε φρόνημα έστω εν υμίν, το οποίον ήτο και εν τω Χριστώ Ιησού,
όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν,
αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους,
και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος
μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Διά τούτο και ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν και
εχάρισεν εις αυτόν όνομα το υπέρ παν όνομα, διά να κλίνη εις το όνομα του Ιησού
παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων, και πάσα γλώσσα να ομολογήση
ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος εις δόξαν Θεού Πατρός» (Φιλιπ.β:5-11).
Το θέμα του αποστόλου
Παύλου σ’ αυτό το κεφάλαιο είναι η ταπείνωση (β:3) και μας φέρνει σαν
παράδειγμα τον Ιησού. Η ταπείνωση δεν έχει να κάνει με το Θεό, αλλά με τον
άνθρωπο. Δεν συνδέει λοιπόν αυτή την αρετή με τον Ιησού σαν προϋπάρχοντα Θεό
υιό, αλλά με τον άνθρωπο Ιησού όσο βρισκόταν εδώ στη γη, από τη γέννησή Του και
μετά. Ο Κύριος Ιησούς ποτέ δεν μας ζήτησε να Τον ακολουθήσουμε και να Τον μιμηθούμε
σαν Θεό αλλά σαν άνθρωπο.
όστις εν μορφή Θεού υπάρχων
Η λέξη «μορφή»
σημαίνει σχήμα, εικόνα, εξωτερική εμφάνιση. Ο Θεός που είναι πνεύμα, πήρε
σχήμα, εικόνα, εξωτερική εμφάνιση μόνο στο πρόσωπο του ανθρώπου Ιησού Χριστού,
προκειμένου να γνωριστεί στους ανθρώπους (Α΄Τιμ.γ:16).
Ο ίδιος ο Ιησούς
είπε: «Ο πιστεύων εις εμέ δεν πιστεύει
εις εμέ, αλλ' εις τον πέμψαντά με, και ο θεωρών εμέ θεωρεί τον πέμψαντά με»
(Ιωάν.ιβ:44-45).
Ο Ιησούς λοιπόν
υπήρχε εν μορφή Θεού εδώ στη γη από τη γέννησή του και μετά. Η λέξη μορφή
προϋποθέτει κάποιο ορατό σχήμα, κάτι που ανήκει μόνο στον άνθρωπο αφού ο Θεός
είναι πνεύμα.
«όστις είναι εικών του Θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως»
Κολ.α:15
«των οποίων απίστων όντων ο Θεός του κόσμου τούτου ετύφλωσε τον νούν,
διά να μη επιλάμψη εις αυτούς ο φωτισμός του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού,
όστις είναι εικών του Θεού» Β΄Κορ.δ:4
Η μετοχή «υπάρχων»
φανερώνει μια πράξη που έγινε στο παρελθόν. Τη στιγμή που ο απόστολος Παύλος
γράφει αυτή την επιστολή, το γεγονός που περιγράφει σ’ αυτά τα εδάφια ήδη έχει
γίνει όταν ο Χριστός ζούσε πάνω στη γη. Δεν σημαίνει ότι υπήρχε εν μορφή Θεού
προαιωνίως!
«δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν»
Αν το «ίσα με τον Θεόν» αναφερόταν στην
προΰπαρξη του Θεού υιού στον ουρανό, τότε, αφού ο Θεός υιός έχει τις ίδιες
ιδιότητες και προνόμια με το Θεό πατέρα και το Θεό πνεύμα άγιο, γιατί να το
θεωρήσει αρπαγή το να είναι ίσα με τον Θεό; Αφού αυτή ήταν δικαιωματικά η θέση
του σαν Θεός υιός.
Η έννοια της λέξης «αρπαγή» είναι ότι κάτι δεν σου ανήκει
δικαιωματικά, αλλά σου είναι δοσμένο από καλή θέληση και το αρπάζεις βίαια για
να το κάνεις δικό σου.
Ιωάν.ε:18 «Διά τούτο λοιπόν μάλλον εζήτουν οι Ιουδαίοι
να θανατώσωσιν αυτόν, διότι ουχί μόνον παρέβαινε το σάββατον, αλλά και Πατέρα
εαυτού έλεγε τον Θεόν, ίσον με τον Θεόν κάμνων εαυτόν»
Το παραπάνω εδάφιο
καθαρά μας διδάσκει ότι όταν ο Ιησούς ήταν εδώ στη γη ήταν «ίσα με τον Θεόν».
«αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος
όμοιος με τους ανθρώπους»
Αυτό που πρέπει να
προσέξουμε εδώ είναι ότι η κένωση συνέβη αφού ο Κύριος πήρε δούλου μορφή και
έγινε όμοιος με τους ανθρώπους. Σύμφωνα με την αρχαία Ελληνική γραμματική, ο
χρόνος που συμβαίνει η πράξη που δηλώνει η μετοχή του αορίστου δευτέρου
(λαβών), προηγείται από το χρόνο του ρήματος (εκένωσε).
Αποκάλυψη α:1
«Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, την οποίαν έδωκεν
εις αυτόν ο Θεός…».
Εδώ βλέπουμε ένα διαχωρισμό ανάμεσα στο
αιώνιο Πνεύμα του Θεού και τον άνθρωπο Χριστό. Μόνο το Πνεύμα μπορούσε να δώσει
την αποκάλυψη των αισχατολογικών γεγονότων. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού δεν
μπορούσε να τα γνωρίζει (Μάρκ.ιγ:32), που σημαίνει ότι ο Ιησούς Χριστός τα
ήξερε δια του Πνεύματος.
Ακόμα, η θεότητα του Ιησού δεν ήταν προϊόν
της ανθρώπινης φύσης Του, αλλά αυτή η ενότητα της θείας με την ανθρώπινη φύση
ήταν προϊόν της θεότητάς Του. Το βιβλίο της Αποκάλυψης δεν φανερώνει μόνο
πράγματα που πρόκειται να έρθουν, αλλά και τη θεότητα του Ιησού Χριστού, καθώς
και τη γνώση ότι και τα δύο προέρχονται απ’ το Πνεύμα του Θεού. Ήδη απ’ το
πρώτο κεφάλαιο της Αποκάλυψης, ο Ιησούς φανερώνεται σαν ο Θεός, γιατί ο Ιωάννης
Τον βλέπει σε όραση με όλη τη δόξα και τη δύναμη του Θεού.
Τα 7 πνεύματα του Θεού.
Αυτή τη φράση τη βρίσκουμε στην Αποκ.α:4, γ:1
και ε:6. Μήπως αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν 7 πρόσωπα στη θεότητα; Όχι βέβαια,
αλλά αν κάποιοι εφαρμόσουν σ’ αυτά τα εδάφια την ίδια λογική που εφαρμόζουν σε
άλλες φράσεις της Γραφής, τότε πρέπει να έχουν 7 πρόσωπα του Πνεύματος. Η
Βίβλος όμως μας διδάσκει ότι είναι μόνο ένα Πνεύμα (Α’ Κορ.ιβ:13 & Εφεσ.δ:4).
Όμως, γιατί τότε η Αποκάλυψη μιλάει για 7
Πνεύματα; Πρέπει να θυμόμαστε ότι η Αποκάλυψη είναι ένα βιβλίο γεμάτο
συμβολισμούς. Επιπλέον, το 7 είναι ένας πολύ συμβολικός αριθμός μέσα στη Γραφή,
που συχνά αντιπροσωπεύει τελειότητα, πληρότητα, ολοκλήρωση. Για παράδειγμα, ο
Θεός «ξεκουράστηκε» από τη Δημιουργία την 7η ημέρα (Γεν.β:2), το
Σάββατο της Παλαιάς Διαθήκης ήταν την 7η ημέρα (Έξ.κ:10), η λυχνία
μέσα στη Σκηνή του Μαρτυρίου είχε 7 λύχνους (Έξ.κε:37), ο Νώε πήρε 7 ζευγάρια
καθαρών ζώων μέσα στην κιβωτό (Γέν.ζ:2), ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του να
συγχωρούν τον αδελφό τους 7 φορές τη μέρα (Λουκ.ιζ:4), το βιβλίο της Αποκάλυψης
περιέχει γράμματα για τις 7εκκλησίες της Μ. Ασίας (Αποκ.α:11).
Έτσι λοιπόν, τα 7 πνεύματα του Θεού, απλά
φανερώνουν την πληρότητα η την τελειότητα του Πνεύματος του Θεού. Είναι ένας
τρόπος να δώσει έμφαση στην ολότητα του Πνεύματος του Θεού. Η φράση αυτή μπορεί
ακόμα να υπονοεί τις 7 όψεις του Πνεύματος του Θεού όπως αναφέρονται στον
Ης.ια:2, αφού ο Ησαΐας και η Αποκάλυψη αποδίδουν αυτά τα πνεύματα στον Ιησού.
Αυτό όμως προβάλλει ένα άλλο σημείο: η Γραφή
δεν βλέπει αυτά τα 7 πνεύματα σαν 7 ξεχωριστά πρόσωπα, ούτε καν σαν ένα
πρόσωπο. Μάλλον ο Ιωάννης καθαρά μας λέει ότι αυτά τα 7 πνεύματα ανήκουν στον
Ιησού Χριστό (Αποκ.γ:1 & ε:6). Παρακάτω στο βιβλίο αυτό, περιγράφει το
Πνεύμα σε ενικό αριθμό (Αποκ.κβ:17). Τα 7 πνεύματα λοιπόν, αντιπροσωπεύουν
συμβολικά την πληρότητα και τη δύναμη του ενός Αγίου Πνεύματος, που δεν είναι
άλλο απ’ το Πνεύμα του Ιησού.
Το Αρνίο στην Αποκ.ε
Στην Αποκ.ε:1 μας μιλάει γι’ Αυτόν που
κάθεται στο θρόνο, στον ουρανό και κρατάει στο δεξί Του χέρι ένα βιβλίο. Μετά,
τα εδάφια 6 & 7 μιλάνε για ένα Αρνίο που έρχεται και παίρνει το βιβλίο απ’
το δεξί χέρι Αυτού που κάθεται στο θρόνο. Τώρα, μήπως αυτό σημαίνει ότι
υπάρχουν δύο πρόσωπα στη θεότητα; Όχι! Για άλλη μια φορά, πρέπει να θυμόμαστε
ότι το βιβλίο της Αποκάλυψης είναι άκρως συμβολικό. Στην πραγματικότητα,
ξέρουμε ότι το εδάφιο που είναι ερώτηση είναι συμβολικό. Ο Ιωάννης, δεν είδε το
αόρατο Πνεύμα του Θεού, γιατί ο ίδιος έγραψε ότι άνθρωπος δεν Τον είδε ποτέ
(Ιωάν.α:18, Α’ Ιωάν.δ:12).
Στην πραγματικότητα κανείς άνθρωπος δεν
μπορεί να δει το Θεό (Α’ Τιμ.ς:16). Στην Αποκ.ε:5 λέει ότι «ο λέων» θ’
ανοίξει το βιβλίο, αλλά στο εδάφιο 6 ο Ιωάννης βλέπει ένα Αρνίο άντ’ αυτού. Στο
ίδιο εδάφιο το Αρνίο είναι «ως εσφαγμένο» αλλά ακόμα κινείται. Είχε 7
μάτια που συμβολίζουν αντίστοιχες ιδιότητες του Πνεύματος του Θεού καθώς και
την παντογνωσία του Θεού (Παρ.ιε:3).
Ακόμα το Αρνίο είχε 7 κέρατα τα οποία
συμβολίζουν την πληρότητα της παντοδυναμίας του Θεού, αφού το κέρας είναι
σύμβολο δύναμης μέσα στο λόγο του Θεού (Ζαχ.α:18-19 Αποκ.ιζ:12-17). Όλες οι περιγραφές αυτής της
σκηνής φανερώνουν τη συμβολική φύση των εδαφίων. Για να καταλάβουμε αυτούς τους
συμβολισμούς, πρέπει να βρούμε ποιος είναι ο καθήμενος στο θρόνο και ποιος το
Αρνίο.
Στην Αποκ.δ:2 & 8 λέει ότι Αυτός που
κάθεται στον θρόνο είναι ο «Κύριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ, ο Ην ο Ων και ο
Ερχόμενος». Ακόμα στην Αποκ.α:8, ο Ιησούς περιγράφει τον Εαυτό Του σαν
Αυτόν που είναι «ο ΩΝ, ο Ην και ο Ερχόμενος, ο Παντοκράτωρ». (Δες
α:11-18 και κβ:12-16 για επιπλέον αποδεικτικά στοιχεία ότι Αυτός που μιλάει στο
α:8 είναι ο Ιησούς).
Ακόμα, Αυτός που κάθεται στο θρόνο είναι Κριτής
(Αποκ.κ:11-12) κι εμείς ξέρουμε ότι ο Ιησούς είναι Αυτός που θα κρίνει τα πάντα
(Ιωάν.ε:22, 27 Ρωμ.β:16, ιδ:10-11).
Συνεπώς, μπορούμε να ολοκληρώσουμε με το γεγονός ότι Αυτός που κάθεται στο
θρόνο είναι ο Ιησούς με όλη Του τη δύναμη και τη θεότητα.
Το Αρνίο είναι ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς
Χριστός σαν άνθρωπος, ιδιαίτερα στο ρόλο Του σαν το εξιλαστήριο θύμα. Η Καινή
Διαθήκη ταυτίζει τον Ιησού με το Αρνίο που πρόσφερε το αίμα του για τις
αμαρτίες μας (Ιωάν.α:36 Α’ Πέτρ.α:19).
Γι’ αυτό στην Αποκ.ε:6 το Αρνίο περιγράφεται σαν «εσφαγμένο».
Ο Θεός δεν μπορεί να πεθάνει, ο άνθρωπος
Ιησούς Χριστός πέθανε. Έτσι, το Αρνίο αντιπροσωπεύει τον Ιησού μόνο ως προς την
ανθρώπινη φύση Του, σαν τη θυσία περί αμαρτίας. Το υπόλοιπο του 5ου
κεφαλαίου συνεχίζει ν’ αποδεικνύει το ίδιο, περιγράφοντας το Αρνίο σαν τον Λυτρωτή
μας.
Το ότι το Αρνίο δεν είναι απλά ένας άνθρωπος,
είναι ολοφάνερο από το γεγονός ότι έχει την πληρότητα του Πνεύματος του Θεού,
συμπεριλαμβανομένης της παντογνωσίας και της πανταχού παρουσίας (εδ.6). Είναι ακόμα
ο Λέων της φυλής του Ιούδα και η ρίζα του Δαβίδ (εδ.5).
Ο λέων είναι σύμβολο της βασιλικότητας του Χριστού
και της καταγωγής Του απ’ τον βασιλιά Δαβίδ. Ο Ιησούς ήταν απ’ τη φυλή του
Ιούδα (Ματθ.α:1-3 Λουκ.γ:33) που ήταν η
βασιλική φυλή απ’ τον καιρό του Δαβίδ. Ο λέων είναι ακόμα σύμβολο του Ιούδα σαν
άρχοντας (Γέν.μθ:9-10). Η ρίζα του Δαβίδ αναφέρεται στο ρόλο του Χριστού σαν
πηγή, Δημιουργός και Θεός του Δαβίδ.
Άλλο ένα γεγονός ενισχύει την άποψη ότι το
Αρνίο αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη φύση του Χριστού μάλλον παρά κάποιο «δεύτερο
πρόσωπο στην Τριάδα». Ο λόγος που το Αρνίο φανερώνεται, είναι για ν’ ανοίξει το
βιβλίο που κρατάει ο Θεός. Πολλοί ερμηνεύουν ότι αυτό το βιβλίο είναι ο τίτλος
της απολυτρωτικής πράξης του ανθρώπινου γένους. Άλλοι το βλέπουν σαν συμβολικό
των μυστικών σχεδίων του Θεού.
Όπως και να είναι, χρειαζόταν ένας άνθρωπος
να το ανοίξει, γιατί ο Θεός δεν μας λύτρωσε, ούτε μας αποκάλυψε τον Εαυτό Του
σαν υπερβατικός Θεός. Φανερώθηκε σε ανθρώπινη σάρκα προκειμένου να μας
αποκαλύψει τον Εαυτό Του και να γίνει ο στενός συγγενής που θα μας ελευθερώσει
από την αμαρτία (Λευιτ.κε:25, 47-49). Το Αρνίο λοιπόν, αντιπροσωπεύει τον
άνθρωπο Χριστό.
Πολλοί διαπρεπείς Τριαδικοί λόγιοι συμφωνούν
ότι το Αποκ.ε είναι συμβολικό και δεν αναφέρεται στο Θεό Πατέρα που κάθεται στο
θρόνο και το Θεό Υιό που στέκεται δίπλα απ’ το θρόνο.
Θα μπορούσαμε σαν συμπέρασμα να πούμε ότι η
όραση στην Αποκ.ε είναι συμβολική και απεικονίζει τις δύο φύσεις και τους δύο
ρόλους του Ιησού Χριστού. Σαν Πατέρας, Κριτής, Δημιουργός και Βασιλιάς κάθεται
στο θρόνο, γιατί στη θεότητά Του είναι ο Θεός ο Παντοκράτωρ.
Σαν Υιός, είναι το Αρνίο το εσφαγμένο, γιατί
σαν άνθρωπος είναι η θυσία περί αμαρτιών, των δικών μας αμαρτιών. Ο Ιωάννης δεν
είδε το αόρατο Πνεύμα του Θεού, αλλά μια συμβολική όραση στην οποία ο Ιησούς
σαν ο Θεός κάθεται στο θρόνο και σαν Αρνίο στο ρόλο του Υιού του Θεού που θυσιάστηκε
για τις αμαρτίες μας.
Αν τώρα κάποιος επιμένει στην κατά γράμμα
ερμηνεία των αποδεδειγμένα συμβολικών εδαφίων, τότε πρέπει να συμφωνήσει ότι ο
Ιωάννης δεν είδε δύο πρόσωπα του Θεού, αλλά μάλλον ένα Θεό να κάθεται στο θρόνο
κι ένα πραγματικό αρνί δίπλα στο θρόνο. Αυτό βέβαια δεν είναι λογικό, αλλά
φανερώνει ότι οι προσπάθειες των Τριαδικών να χρησιμοποιήσουν αυτά τα εδάφια
για να στηρίξουν τη θεωρία τους, είναι άκαρπες.
Υπάρχουν κι άλλα εδάφια στο βιβλίο της
Αποκάλυψης που δείχνουν καθαρά ότι το Αρνίο δεν είναι κάποιο ξεχωριστό πρόσωπο
του Θεού. Ιδιαίτερα στην Αποκ.κβ:1 & 3 μιλάει για το «θρόνο του Θεού και
του Αρνίου» και προφανώς αναφέρεται στον ένα θρόνο του δ:2 και ε:1. Αφού
μιλάει για «το Θεό και το Αρνίο» στο κβ:3, παρακάτω λέει «οι δούλοι αυτού»
(όχι αυτών), «θέλουσιν λατρεύσει αυτόν» (όχι αυτούς), «…το πρόσωπον
αυτού» (όχι τα πρόσωπα αυτών), «…το όνομα αυτού» (όχι τα ονόματα
αυτών).
Το Αρνίο και η δόξα του Θεού φωτίζουν τη Νέα
Ιερουσαλήμ (Απόκ.κα:23), κι ακόμα Κύριος ο Θεός είναι το φως (Αποκ.κβ:5). Έτσι,
λοιπόν, ο Θεός και το Αρνίο είναι ένα όν. Η φράση αναφέρεται στον Ιησού Χριστό
και προσδιορίζει τη διπλή φύση Του.
Κλείνοντας, το Αποκ.ε είναι στη φύση του
συμβολικό και φανερώνει ότι υπάρχει ένας Θεός με ένα πρόσωπο και μία υπόσταση.
Περιγράφει Αυτόν που κάθεται στο θρόνο, αλλά κι ένα λιοντάρι, μια ρίζα κι ένα
αρνί. Μήπως αυτή η περιγραφεί μιλάει για τέσσερα πρόσωπα στη θεότητα; Φυσικά,
όχι. Μάλλον είναι μόνο ένας Αυτός που κάθεται στο θρόνο.
Το λιοντάρι, η ρίζα και το αρνί είναι
συμβολισμοί και χαρακτηριστικά προσόντα αυτού που είναι άξιος ν’ ανοίξει το
βιβλίο. Το λιοντάρι μας φανερώνει ότι είναι βασιλιάς απ’ τη φυλή του Ιούδα. Η
ρίζα μας λέει ότι είναι ο Δημιουργός. Το αρνί φανερώνει το Θεό που φανερώθηκε
εν σαρκί, τη θυσία.
Μόνο έτσι, σαν Αρνίο εσφαγμένο είναι που
μπορεί να γίνει ο Λυτρωτής μας και ν’ ανοίξει το βιβλίο. Υπάρχει λοιπόν μόνο
ένας Θεός, Αυτός ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί σαν Αρνίο (ο Γιος) προκειμένου να
μας αποκαλύψει τον Εαυτό Του και να μας λυτρώσει από τις αμαρτίες μας.
Γιατί ο Θεός άφησε «μπερδεμένα» εδάφια μέσα
στην Αγία Γραφή;
Πολλοί άνθρωποι ρωτάνε: Αν η διδασκαλία του
μονοθεϊσμού είναι σωστή, γιατί ο Θεός άφησε να υπάρχουν τέτοια εδάφια που
μπερδεύουν το ζήτημα; Για παράδειγμα, αν ο Θεός θέλει να βαπτιζόμαστε στο όνομα
του Ιησού, γιατί άφησε το Ματθ.κη:19 να είναι γραμμένο έτσι; Έστω κι αν εμείς
καταλαβαίνουμε ότι αυτό το εδάφιο σημαίνει ότι πρέπει να βαπτιζόμαστε στο όνομα
του Ιησού, όμως δεν γίνεται αιτία περιττής ανακατωσούρας;
Η απάντηση έχει δύο σκέλη. Πρώτα, αυτά τα
εδάφια της γραφής δεν συγχύζουν όταν διαβαστούν στο ευρύτερο αρχικό πλαίσιο που
γράφτηκαν, σύμφωνα με τα συμφραζόμενα. Ο Θεός δεν είναι υπεύθυνος για τα
ανθρώπινα λάθη. Το εδάφιο που αναφέρει ο Ματθαίος ήταν απόλυτα κατανοητό την
αποστολική περίοδο και δεν είναι λάθος του Θεού που αργότερα ανθρώπινες
διδασκαλίες διαστρέβλωσαν την έννοια του εδαφίου απομονώνοντάς το από τα συμφραζόμενα.
Μετά, ο Θεός μερικές φορές έχει κάποιο σκοπό
όταν φανερώνει μια αλήθεια μ’ ένα μερικά κρυμμένο τρόπο. Στο Ματθ.ιγ:10 οι
μαθητές ρώτησαν τον Ιησού γιατί μιλάει στους ανθρώπους με παραβολές. Τους
εξήγησε ότι τα μυστήρια της Βασιλείας των ουρανών δεν είναι δοσμένα σε όλους
(εδ.11).
Γιατί; «Διότι βλέποντες δεν βλέπουσι, και
ακούοντες δεν ακούουσιν, ουδέ νοούσι….διότι επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου,
και με τα ώτα βαρέως ήκουσαν, και τους οφθαλμούς αυτών έκλεισαν, μήποτε ίδωσι
με τους οφθαλμούς, και ακούσωσι με τα ώτα, και νοήσωσι με την καρδίαν, και
επιστρέψωσι, και ιατρεύσω αυτούς» (Ματθ.ιγ:13-15).
Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι πολλές φορές δεν
επιθυμούν ν’ ακούσουν, να δουν ή να καταλάβουν περισσότερα πράγματα για το Θεό.
Αν τους μιλούσε ανοικτά, μπορεί να καταλάβαιναν χωρίς να έχουν την ανάλογη
πνευματική επιθυμία. Γι’ αυτό ο Ιησούς μιλούσε με παραβολές, ώστε μόνο αυτοί
που πραγματικά πεινούσαν και διψούσαν για δικαιοσύνη να χορτάσουν (Ματθ.ε:6) κι
αυτοί που ειλικρινά ζητούσαν την αλήθεια να ικανοποιηθούν (Εβρ.ια:6). Μετά,
αφού τους απάντησε, ο Ιησούς άρχισε να τους εξηγεί την παραβολή που λίγο πριν
είχε πει στα πλήθη.
Μπορεί ο Θεός ν’ αφήνει κάποια εδάφια να
είναι λίθοι προσκόμματος γι’ αυτούς που είναι ικανοποιημένοι με τις παραδόσεις
των ανθρώπων και γι’ αυτούς που δεν ψάχνουν ειλικρινά την αλήθεια μέσα απ’ όλη
τους την καρδιά. Την ίδια στιγμή όμως, αυτά τα ίδια εδάφια μπορεί να είναι
θαυμαστές αποκαλύψεις σ’ αυτούς που ειλικρινά εκζητούν την αλήθεια.
Αν όμως είναι έτσι, αυτό είναι μεγάλη ευθύνη
γι’ αυτούς που έχουν μεγαλώσει γνωρίζοντας την αλήθεια. Αν δεν έχουν τόση πείνα
και αγάπη γι’ αυτήν, όση ο Θεός απαιτεί απ’ τους άλλους, στο τέλος ίσως και οι
ίδιοι να εκπέσουν απ’ την αποκάλυψη που είχαν μέχρι τότε (Β’ Θεσ.β:10-12). Ίσως
έτσι να εξηγείται γιατί κάποιοι «Χριστιανοί» ποτέ δεν βρίσκουν την αλήθεια,
γιατί κάποιοι που την έχουν την χάνουν και γιατί κάποιοι που έχουν ένα μέρος
της, το χάνουν κι αυτό.
Συμπέρασμα
Έχοντας επισκοπήσει ολόκληρη την Αγία Γραφή
στα τρία τελευταία κεφάλαια, συμπεραίνουμε ότι πουθενά μέσα στη Βίβλο δεν
διδάσκεται διαχωρισμός προσώπων μέσα στη θεότητα. Επιπλέον, δεν βρίσκουμε καν
τη λέξη Τριάδα ή τη διδασκαλία της τριάδας κάπου μέσα στη Γραφή. Στην
πραγματικότητα, το μοναδικό σημείο που βρίσκουμε τον αριθμό 3 να συνδέεται
άμεσα με το Θεό, είναι το αβέβαιο, νόθο εδάφιο Α’ Ιωάν.ε:7.
Η Καινή Διαθήκη όντως διδάσκει τη διπλή φύση
του Ιησού Χριστού κι αυτό είναι το κλειδί για να καταλάβει κανείς το θέμα της
θεότητας. Απ’ τη στιγμή που θα πάρουμε την αποκάλυψη ποιος είναι πραγματικά ο
Ιησούς Χριστός – ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης που φανερώθηκε εν σαρκί – τότε,
όλα τα εδάφια μπαίνουν στη θέση τους.
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε δύο πράγματα
σχετικά με τα εδάφια της γραφής που χρησιμοποιούν οι Τριαδικοί για να δείξουν
πλειονότητα προσώπων στη θεότητα. Πρώτο, πολλά απ’ αυτά τα εδάφια στην
πραγματικότητα είναι δυνατές αποδείξεις του Μονοθεϊσμού (Ματθ.κη:18-18 Ιωάν.α:1-14
ιδ:16-18 Α’ Ιωάν.β:33).
Δεύτερο, πολλά απ’ αυτά τα εδάφια, αν ερμηνευτούν
από τριαδική άποψη, οδηγούν σ’ ένα μη τριαδικό δόγμα όπως ο Αρειανισμός, ο
δυθεϊσμός, ή ο τριθεϊσμός. Για παράδειγμα, πολλοί χρησιμοποιούν τις προσευχές
του Χριστού για ν’ αποδείξουν ότι ο Πατέρας είναι ξεχωριστό πρόσωπο απ’ το Γιο.
Αν αυτό σημαίνει ότι ο Γιος προσευχόταν σαν ένα πρόσωπο της θεότητας, τότε
έχουμε υποταγή του κατώτερου «Υιού Θεού» στον Πατέρα.
Όμως αυτή η ερμηνεία ανατρέπει την Τριαδική
διδασκαλία ότι ο Υιός είναι ίσος με τον Πατέρα και οδηγεί σ’ ένα τύπο Αρειανισμού.
Απ’ την άλλη μεριά, αν ο Υιός προσευχήθηκε σαν άνθρωπος, τότε αυτή η ερμηνεία
ενισχύει τη Μονοθεϊστική πίστη και δεν προάγει την τριαδική θεωρία. Το ίδιο
επιχείρημα γκρεμίζει τις τριαδικές θέσεις που βασίζονται σε εδάφια της γραφής
που λένε ότι ο Πατέρας είναι μεγαλύτερος απ’ το Γιο, ο Γιος δεν έχει όλη την
εξουσία ή όλη τη γνώση.
Κατά τον ίδιο τρόπο, τα τριαδικά επιχειρήματα
ότι οι συνομιλίες, οι σχέσεις αγάπης και γνώσεων που βρίσκουμε στη Γραφή είναι
απόδειξη ύπαρξης πολλών προσώπων στη θεότητα, τελικά οδηγούν σε λάθος
διδασκαλίες.
Μ’ αυτό τον τρόπο είτε το θέλουν είτε όχι
μιλάνε για τρεις ξεχωριστές προσωπικότητες που κάθε μία έχει δικό της θέλω και
δικό της τρόπο σκέψης. Πέφτουν δηλαδή στο λάθος του Τριθεϊσμού (πίστη σε τρεις
θεούς) που οι Τριαδικοί βασικά δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι το πιστεύουν. Κατά
τον ίδιο τρόπο, αν επιχειρηματολογούν ότι ο Στέφανος είδε δύο κατά γράμμα
ξεχωριστά σώματα του Θεού στον ουρανό, τότε δεν μπορούν να ξεφύγουν απ’ την
ιδέα του πολυθεϊσμού.
Αφού τα περισσότερα εδάφια που χρησιμοποιούν
οι Τριαδικοί σαν αποδεικτικά, μιλάνε για δύο κι όχι για τρία πρόσωπα, φαίνεται
ότι ερμηνεύοντας έτσι το λόγο του Θεού, προσπαθούν να εδραιώσουν δυθεϊσμό
(πίστη σε δύο θεούς), ή τουλάχιστον μια υποδεέστερη κατάσταση του Αγίου
Πνεύματος σε σχέση με τον Πατέρα και το Γιο.
Για να τελειώσουμε, τα περισσότερα όπως
θέλουν να τα ονομάζουν «τριαδικά εδάφια», ή θα πρέπει να ερμηνευτούν κατά το
Μονοθεϊστικό τρόπο, ή θα καταλήξουν σε διδασκαλίες που οι ίδιοι οι τριαδικοί
δεν δέχονται.
Απ’ την άλλη μεριά, η Μονοθεϊστική θεώρηση
των πραγμάτων εξηγεί καθαρά και εναρμονίζει όλα τα εδάφια της Γραφής.
Ταυτίζεται τέλεια με τον απόλυτο Μονοθεϊσμό της Παλαιάς Διαθήκης και διατηρεί
τη χριστιανική πίστη στο Γιο του Θεού που πέθανε για την απολύτρωσή μας.