Ποιος
ανέστησε το Χριστό;
Ο Ιησούς:
«Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε προς αυτούς· Χαλάσατε τον ναόν τούτον, και διά τριών ημερών θέλω εγείρει αυτόν. Και οι Ιουδαίοι είπον· Εις τεσσαράκοντα και εξ έτη ωκοδομήθη ο ναός ούτος, και συ θέλεις εγείρει αυτόν εις τρεις ημέρας; Εκείνος όμως έλεγε περί του ναού του σώματος αυτού» (Ιωάν.β:19-21).
Το Πνεύμα:
«Εάν δε κατοική εν υμίν
το Πνεύμα του αναστήσαντος τον Ιησούν εκ νεκρών, ο αναστήσας τον Χριστόν
εκ νεκρών θέλει ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα υμών διά του Πνεύματος αυτού του
κατοικούντος εν υμίν» (Ρωμ.η:11).
Ο Πατέρας:
«Ο Θεός όμως
ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών» (Πράξ.ιγ:30).
«Παύλος απόστολος ουχί
από ανθρώπων, ουδέ δι' ανθρώπου, αλλά διά Ιησού Χριστού και Θεού Πατρός του
αναστήσαντος αυτόν εκ νεκρών» (Γαλ.α:1).
«Συνετάφημεν λοιπόν
μετ' αυτού διά του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα καθώς ο Χριστός ανέστη
εκ νεκρών διά της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς περιπατήσωμεν εις νέαν
ζωήν» (Ρωμ.ς:4).
Ποιος μας
δίνει σοφία να μιλάμε;
Ο Ιησούς:
«Προ δε τούτων πάντων
θέλουσιν επιβάλει εφ' υμάς τας χείρας αυτών, και θέλουσι σας καταδιώξει,
παραδίδοντες εις συναγωγάς και φυλακάς, φερομένους έμπροσθεν βασιλέων και
ηγεμόνων ένεκεν του ονόματός μου· και τούτο θέλει αποβή εις εσάς προς
μαρτυρίαν. Βάλετε λοιπόν εις τας καρδίας σας να μη προμελετάτε τι να
απολογηθήτε· διότι εγώ θέλω σας δώσει στόμα και σοφίαν, εις την οποίαν
δεν θέλουσι δυνηθή να αντιλογήσωσιν ουδέ να αντισταθώσι πάντες οι εναντίοι σας»
(Λουκ.κα:12-15).
Το Πνεύμα:
«Όταν δε σας φέρωσι διά
να σας παραδώσωσι, μη προμεριμνάτε τι θέλετε λαλήσει, μηδέ μελετάτε, αλλ' ό,τι
δοθή εις εσάς εν εκείνη τη ώρα, τούτο λαλείτε· διότι δεν είσθε σεις οι
λαλούντες, αλλά το Πνεύμα το Άγιον» (Μάρκ.ιγ:11).
«Όταν δε σας φέρωσιν
εις τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μη μεριμνάτε πως ή τι να
απολογηθήτε, ή τι να είπητε· διότι το Άγιον Πνεύμα θέλει σας διδάξει εν αυτή
τη ώρα τι πρέπει να είπητε» (Λουκ.ιβ:11-12).
Ο Πατέρας:
«Όταν δε σας
παραδίδωσι, μη μεριμνήσητε πως ή τι θέλετε λαλήσει· διότι θέλει σας δοθή εν
εκείνη τη ώρα τι πρέπει να λαλήσητε. Επειδή σεις δεν είσθε οι λαλούντες, αλλά το
Πνεύμα του Πατρός σας, το οποίον λαλεί εν υμίν» (Ματθ.ι:19-20).
Ποιος
κατοικεί μέσα μας;
Ο Ιησούς:
«Εαυτούς εξετάζετε αν
ήσθε εν τη πίστει, εαυτούς δοκιμάζετε. Η δεν γνωρίζετε εαυτούς ότι ο Ιησούς
Χριστός είναι εν υμίν; εκτός εάν ήσθε αδόκιμοι κατά τι» (Β’ Κορ.ιγ:5).
«το Πνεύμα της
αληθείας, το οποίον ο κόσμος δεν δύναται να λάβη, διότι δεν βλέπει αυτό ουδέ
γνωρίζει αυτό· σεις όμως γνωρίζετε αυτό, διότι μένει μεθ' υμών και εν υμίν
θέλει είσθαι. Δεν θέλω σας αφήσει ορφανούς· έρχομαι προς εσάς» (Ιωάν.ιδ:17,18).
Το Πνεύμα:
«Η δεν εξεύρετε ότι το
σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος του εν υμίν, το οποίον έχετε από
Θεού, και δεν είσθε κύριοι εαυτών;» (Α’
Κορ.ς:19).
Ο Πατέρας:
«εις Θεός και Πατήρ
πάντων, ο ων επί πάντων και διά πάντων και εν πάσιν υμίν» (Εφες.δ:6).
Ποιος είναι
ο Πατέρας;
Ο Ιησούς:
«Διότι παιδίον εγεννήθη
εις ημάς, υιός εδόθη εις ημάς· και η εξουσία θέλει είσθαι επί τον ώμον αυτού·
και το όνομα αυτού θέλει καλεσθή Θαυμαστός, Σύμβουλος, Θεός ισχυρός, Πατήρ του
μέλλοντος αιώνος, (αιώνιος πατέρας) Άρχων ειρήνης» (Ης.θ:6).
«Εάν εγνωρίζετε εμέ,
και τον Πατέρα μου ηθέλετε γνωρίσει. Και από του νυν γνωρίζετε αυτόν και
είδετε αυτόν. Λέγει προς αυτόν ο Φίλιππος· Κύριε, δείξον εις ημάς τον Πατέρα
και αρκεί εις ημάς. Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· Τόσον καιρόν είμαι μεθ' υμών,
και δεν με εγνώρισας, Φίλιππε; όστις είδεν εμέ είδε τον Πατέρα· και πως
συ λέγεις, Δείξον εις ημάς τον Πατέρα; Δεν πιστεύεις ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί
και ο Πατήρ είναι εν εμοί; τους λόγους, τους οποίους εγώ λαλώ προς υμάς, απ'
εμαυτού δεν λαλώ· αλλ' ο Πατήρ ο μένων εν εμοί αυτός εκτελεί τα έργα» (Ιωάν.ιδ:7-10).
Το Πνεύμα:
«Του δε Ιησού Χριστού η
γέννησις ούτως ήτο. Αφού ηρραβωνίσθη η μήτηρ αυτού Μαρία μετά του Ιωσήφ, πριν
συνέλθωσιν, ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος Αγίου» (Ματθ.α:18).
«Και αποκριθείς ο
άγγελος είπε προς αυτήν· Πνεύμα Άγιον θέλει επέλθει επί σε, και δύναμις
του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει· διά τούτο και το γεννώμενον εκ σου άγιον θέλει
ονομασθή Υιός Θεού» (Λουκ.α:35).
Ο Πατέρας:
«διά να δοξάζητε
ομοθυμαδόν εν ενί στόματι τον Θεόν και Πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού»
(Ρωμ.ιε:6).
Ποιος έγραψε
την Αποκάλυψη;
Ο Ιησούς:
«Και εστράφην να ίδω
την φωνήν, ήτις ελάλησε μετ' εμού· και στραφείς είδον επτά λυχνίας χρυσάς, και
εν μέσω των επτά λυχνιών είδον ένα όμοιον με υιόν ανθρώπου, ενδεδυμένον ποδήρη
χιτώνα και περιεζωσμένον πλησίον των μαστών ζώνην χρυσήν. Η δε κεφαλή αυτού και αι τρίχες ήσαν λευκαί και ως μαλλίον λευκόν,
ως χιών· και οι οφθαλμοί αυτού ως φλόξ πυρός, και οι πόδες αυτού όμοιοι με χαλκολίβανον, ως εν καμίνω
πεπυρωμένοι, και η φωνή αυτού ως φωνή υδάτων πολλών, και είχεν εν τη δεξιά αυτού χειρί επτά αστέρας, και εκ του
στόματος αυτού του εξήρχετο ρομφαία δίστομος οξεία, και η όψις αυτού έλαμπεν ως
ο ήλιος λάμπει εν τη δυνάμει αυτού. Και
ότε είδον αυτόν, έπεσα προς τους πόδας αυτού ως νεκρός, και επέθηκε την δεξιάν
αυτού χείρα επ' εμέ; λέγων μοι· Μη φοβού· εγώ είμαι ο πρώτος και ο έσχατος και ο ζων, και έγεινα νεκρός, και
ιδού, είμαι ζων εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν, και έχω τα κλειδία του άδου
και του θανάτου. Γράψον όσα είδες
και όσα είναι και όσα μέλλουσι να γείνωσι μετά ταύτα» (Αποκ.α:12-19)·
Το Πνεύμα:
«Όστις έχει ωτίον ας
ακούση τι λέγει το Πνεύμα προς τας εκκλησίας. Εις τον νικώντα θέλω δώσει εις
αυτόν να φάγη εκ του ξύλου της ζωής, το οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου του
Θεού. Και προς τον άγγελον της εκκλησίας των Σμυρναίων γράψον· Ταύτα λέγει ο πρώτος
και ο έσχατος, όστις έγεινε νεκρός και έζησεν· Εξεύρω τα έργα σου και την
θλίψιν και την πτωχείαν· είσαι όμως πλούσιος· και την βλασφημίαν των λεγόντων
εαυτούς ότι είναι Ιουδαίοι και δεν είναι, αλλά συναγωγή του Σατανά. Μη φοβού
μηδέν εκ των όσα μέλλεις να πάθης. Ιδού, ο διάβολος μέλλει να βάλη τινάς εξ
υμών εις φυλακήν διά να δοκιμασθήτε, και θέλετε έχει θλίψιν δέκα ημερών. Γίνου
πιστός μέχρι θανάτου, και θέλω σοι δώσει τον στέφανον της ζωής. Όστις έχει
ωτίον ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα προς τας εκκλησίας. Ο νικών δεν θέλει αδικηθή
εκ του θανάτου του δευτέρου» (Αποκ.β:7-11).
Ο Πατέρας:
«Εθεώρουν έως ότου οι
θρόνοι ετέθησαν και ο Παλαιός των ημερών εκάθησε, του οποίου το ένδυμα ήτο
λευκόν ως χιών και αι τρίχες της κεφαλής αυτού ως μαλλίον καθαρόν· ο θρόνος
αυτού ήτο ως φλόξ πυρός, οι τροχοί αυτού ως πυρ καταφλέγον….. Είδον εν οράμασι
νυκτός και ιδού, ως Υιός ανθρώπου ήρχετο μετά των νεφελών του ουρανού και
έφθασεν έως του Παλαιού των ημερών και εισήγαγον αυτόν ενώπιον αυτού. Και εις
αυτόν εδόθη η εξουσία και η δόξα και η βασιλεία, διά να λατρεύωσιν αυτόν πάντες
οι λαοί, τα έθνη και αι γλώσσαι· η εξουσία αυτού είναι εξουσία αιώνιος, ήτις
δεν θέλει παρέλθει, και η βασιλεία αυτού, ήτις δεν θέλει φθαρή» (Δαν.ζ:9,13,14).