Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2024

Η ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 


 

Λογικά θα έπρεπε να είναι «το έτος μηδέν», εφόσον το χριστιανικό ημερολόγιο που χρησιμοποιούμαι έχει σαν αφετηρία του το γεγονός της γέννησης του Χριστού. Κι όμως, δεν είναι «το έτος μηδέν» η αρχή του ημερολογίου μας.

Πρώτα απ’ όλα, όταν καθιερώθηκε το χριστιανικό ημερολόγιο τον 6ο αιώνα μ.Χ. το «μηδέν» δεν ήταν ακόμα γνωστό στα μαθηματικά. Το σύμβολο του «μηδέν» χρησιμοποιήθηκε πρώτα από τους Ινδούς γύρω στο 400 μ.Χ.

Οι Άραβες το υιοθέτησαν από τους Ινδούς όταν εισέβαλαν στην Ινδία περί το 700 μ.Χ. Κατόπιν έφεραν την ιδέα του «μηδέν» στην Ευρώπη γύρω στο 1200 μ.Χ.

Φυσικά, αυτό το μικρό λάθος, ως προς τη χρονολογία, μπορεί εύκολα να διορθωθεί στο ημερολόγιο. Δυσκολίες παρουσιάζονται όταν επιχειρήσουμε να καθορίσουμε ποιο ήταν μέσα στην ιστορία το έτος της γέννησης του Χριστού, δηλαδή το έτος 1 της χριστιανικής χρονολόγησης.

Η εκλογή του έτους 1 στην ιστορία, σαν αφετηρία του ημερολογίου μας, έγινε από το Ρωμαιοκαθολικό μοναχό και μαθηματικό Διονύσιο τον Μικρό (Exigious) το 525 μ.Χ. Είχαν δηλαδή περάσει περισσότερα από 500 χρόνια όταν το ιστορικό γεγονός της γέννησης άρχισε να γιορτάζεται με βάση το σημερινό ημερολόγιο.

Όταν γεννήθηκε ο Χριστός, ο χρόνος υπολογιζόταν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, από κτίσεως Ρώμης. Όταν ο Χριστιανισμός επικράτησε, στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ο μοναχός Διονύσιος, κατά παραγγελία του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, έφτιαξε ένα ημερολόγιο που υπολόγιζε το χρόνο από τη γέννηση του Χριστού προκειμένου να αντικαταστήσει το Ρωμαϊκό ημερολόγιο. Έτσι, επέβαλε σαν έτος γέννησης του Χριστού το 754 Ab urbe condita (από κτίσεως Ρώμης).

Αυτός ο προσδιορισμός έγινε με βάση την ιστορία της βασιλείας του αυτοκράτορα Αυγούστου. Όμως, εκτός από την παράλειψη του έτους «μηδέν», έκανε και το λάθος να μην λογαριάσει, τη χρονική περίοδο των 4 χρόνων, που ο Αύγουστος κυβέρνησε τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία με το πραγματικό του όνομα Γάιος Οκταβιανός. Αυτό το λάθος των 4-5 χρόνων του Διονυσίου μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός γεννήθηκε γύρω στο 4-6 π.Χ.

Όμως η πιο σίγουρη χρονολογία της εποχής είναι ο θάνατος του Ηρώδη. Όπως μας πληροφορεί ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος που έγραψε 100 περίπου χρόνια μετά την αρχή της χριστιανικής εποχής, ο Ηρώδης πέθανε ένα αργό και οδυνηρό θάνατο, ύστερα από μια έκλειψη σελήνης που είχε γίνει ορατή και στην Ιεριχώ. Ακριβώς πότε πέθανε ο Ηρώδης ύστερα απ’ αυτή την έκλειψη, ο Ιώσηπος δεν το ξεκαθαρίζει αν και σαν πιο κοντινή χρονολογική πληροφορία αναφέρει τον εορτασμό του Πάσχα. Η έκλειψη λοιπόν που αναφέρει ο Ιώσηπος - έχουν συμπεράνει πολλοί μελετητές της Βίβλου - πρέπει να έγινε σαν συνέπεια της πανσέληνου που προηγήθηκε ένα μήνα από την πανσέληνο του Πάσχα, κι επομένως ο Ηρώδης πέθανε ανάμεσα στις δύο πανσέληνους.

Έτσι, η εκδοχή αυτή εντοπίζει καθαρά το θάνατο του Ηρώδη στο 4 π.Χ. επειδή αυτό ήταν το μόνο έτος που σε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, η έκλειψη που ήταν ορατή σ’ αυτό το μέρος της Γης, προηγήθηκε ένα μήνα του Πάσχα.

Επιβεβαιώνεται ακόμα από τις ημερομηνίες της ηγεσίας των γιων του Ηρώδη.

Ο Ηρώδης χτυπήθηκε από μια τρομερή ασθένεια στο στομάχι και τα έντερα, όταν διέταξε τη σφαγή των νηπίων της Βηθλεέμ. Η ασθένεια αυτή τον έκαιγε εσωτερικά με φοβερούς πόνους. Ο Ιώσηπος λέει για τον Ηρώδη: «στην απόγνωση για να επιζήσει έγινε τελείως κτηνώδης ενεργώντας με αχαλίνωτο θυμό και πικρία προς όλους. Το αίτιο ήταν ότι πίστευε ότι όλοι τον περιφρονούσαν και ότι όλο το έθνος ευχαριστιόταν στη δυστυχία του».

Μια ανυπόφορη μυρωδιά συνόδευε την ασθένειά του, ώστε κανείς δεν μπορούσε να τον πλησιάσει γιατί τα έντερά του σάπιζαν μέσα του.

Διέταξε να φονευθούν όλα τα παιδιά από 2 χρονών και κάτω σύμφωνα με τις προβλέψεις των μάγων(Ματθ.β:16)

Οι Ιουδαίοι ονόμαζαν ένα παιδί 2 χρονών, έστω και αν ήταν 1 έτους και μιας ημέρας.

Αν οι μάγοι είχαν πει στον Ηρώδη ότι ο Χριστός ήταν 2 χρονών, το πιο σίγουρο είναι ότι θα σκότωσε παιδιά μέχρι 3 χρονών για να είναι βέβαιος ότι έχει πιάσει τα χρονικά όρια. Οπότε πρέπει να μεσολαβεί 1-1 ½  χρόνος από τη γέννηση του Χριστού. Αφού ο Ηρώδης πέθανε το 4 π.Χ. αμέσως μετά τη σφαγή των νηπίων, σημαίνει ότι ο Χριστός γεννήθηκε το 4+1 ½ = 5-6 π.Χ.

Μια άλλη μαρτυρία με την οποία μπορούμε να καθορίσουμε το πότε γεννήθηκε ο Χριστός, είναι η εξής:

Ο  Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν από οικογένεια ιερέων (Λουκ.α:5-13) που πάντοτε άρχιζαν τη διακονία τους στα 30 τους χρόνια. (Αριθ.δ:3).

Στο Λουκ.γ:1 βλέπουμε ότι όταν ο Ιωάννης βγήκε στη διακονία, ήταν ο 15ος χρόνος της ηγεμονίας του Τιβέριου. Ξέρουμε από την ιστορία ότι ο Τιβέριος ηγεμόνευσε από το 14 μ.Χ. μέχρι το 37 μ.Χ. Όμως με το λάθος του Διονύσιου, αυτές οι χρονολογίες έρχονται 4-5 χρόνια πίσω και γίνονται 9-10 μέχρι 32-33 μ.Χ. Το 15ο έτος λοιπόν της ηγεμονίας του Τιβέριου σύμφωνα με τη σωστή χρονολογία είναι το 24-25 μ.Χ. Όμως, εκείνη την εποχή μας λέει ο λόγος του Θεού ότι ο Ιωάννης - που είχε 6 μήνες διαφορά από το Χριστό (Λουκ.α:26) - ήταν 30 χρονών. Έτσι αφαιρώντας από το 24-25 το 30 ερχόμαστε στο 5-6 π.Χ.

Μπορούμε όμως να φτάσουμε στο ίδιο συμπέρασμα, από το εξής γεγονός:

Ιωάν.β:20  Όταν ο Χριστός με το μαστίγιο έβγαλε έξω από το ναό όλους του αργυραμοιβούς, οι Ιουδαίοι Του ζήτησαν σημείο γιατί κάνει όλα αυτά. Και ο Χριστός τους είπε: Χαλάσατε τον ναόν τούτον και δια τριών ημερών θέλω εγείρει αυτόν. Και τότε του απάντησαν ότι αυτός ο ναός για να οικοδομηθεί χρειάστηκαν 46 χρόνια και συ λες ότι θα τον εγείρης σε τρείς μέρες;

Από την ιστορία γνωρίζουμε τα εξής: Μετά την αιχμαλωσία, η κατάσταση του ναού ήταν κακή, είχε σχεδόν καταρρεύσει. Έτσι δεν ήταν δυνατόν να ικανοποιήσει την ματαιοδοξία του βασιλιά Ηρώδη του Μεγάλου, ο οποίος ανέλαβε την ανοικοδόμησή του σε μεγάλη κλίμακα. Μετά τις απαραίτητες ετοιμασίες, άρχισε η ανοικοδόμηση το 18ο έτος της βασιλείας του Ηρώδη (20-19 π.Χ.).

Αν λοιπόν ο ναός άρχισε να ανοικοδομείτε το 19-20 π.Χ. και χρειάστηκαν 46 χρόνια για να τελειώσει, θα τέλειωσε το 25 περίπου μ.Χ.

Όταν λοιπόν ο Χριστός πήγε με το μαστίγιο στο ναό, ήταν το 25 μ.Χ. Αφαιρώντας από το 25 την ηλικία του Χριστού τότε, που ήταν 30 ½ (στο πρώτο Του Πάσχα) ερχόμαστε πάλι στο 5-6 π.Χ.

Μετά από όλα αυτά καταλαβαίνουμε ότι αν σήμερα λέμε ότι είμαστε στο 2014 μετά Χριστό, στην πραγματικότητα είμαστε 2014+5 ή 6 = 2019 η 2020. Και άφησε ο Θεός να μπερδευτούν έτσι τα πράγματα, ώστε κανείς να μην ξέρει ακριβώς.

 

Ο  Χριστός δεν είναι δυνατόν να γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου.

Η παλαιότερη μνεία ημερομηνίας της γέννησης του Χριστού την 25η Δεκεμβρίου, περιέχεται στο λεγόμενο Φιλοκάλειο ημερολόγιο στο 336 μ.Χ.

Την ημέρα αυτή οι ειδωλολάτρες λάτρευαν το φρυγικό θεό Άττη καθώς και τον Μίθρα

Η ημέρα αυτή συμπίπτει με το χειμερινό ηλιοστάσιο (25 Δεκεμβρίου κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο και 6 Ιανουαρίου κατά το Αιγυπτιακό) τότε που ο ήλιος σταματάει την εποχιακή του κίνηση προς Νότο και ξαναγυρίζει προς Βορρά. Λάτρευαν λοιπόν οι ειδωλολάτρες αυτή την ημέρα σαν τη γενέθλια του Αήττητου Ήλιου (DIES NATALIS SOLIS INVICTl)

Μπήκε μέσα στην εκκλησία στην προσπάθεια συμβιβασμών μεταξύ χριστιανών και ειδωλολατρών.

Στο Λουκ.β:8 διαβάζουμε ότι οι ποιμένες διανυκτέρευαν στους αγρούς που σημαίνει ότι ο καιρός το επέτρεπε να μένουν όλη τη νύκτα έξω. Οι ποιμένες ποτέ δεν έμεναν στους αγρούς πέρα από τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο και πριν τον Μάρτιο, εξ αιτίας της κακοκαιρίας του χειμώνα.

Ο Ισραήλ δεν θα ταξίδευε μέσα στον χειμώνα για να απογραφεί και μάλιστα με τα μέσα που είχαν τότε. Ο Ιωσήφ με την έγκυο Μαριάμ έπρεπε να κάνουν περίπου 150 χλμ. με τα πόδια ή με το γαϊδουράκι για να φτάσουν από τη Ναζαρέτ στη Βηθλεέμ. Οι απογραφές διαταζόταν αρχές της Άνοιξης, για να προλάβουν οι άνθρωποι μέχρι τέλους του Φθινοπώρου να έχουν τελειώσει.

Ένας άλλος υπολογισμός που μπορεί να γίνει για να δούμε πότε ο Χριστός γεννήθηκε (ποιο μήνα), είναι ο εξής:

Ξέρουμε ότι ο Χριστός πέθανε στις 14 του μήνα Αβίβ που συμπίπτει με το δικό μας Μάρτιο προς Απρίλιο. Έμεινε 3 μέρες στον τάφο, μετά αναστήθηκε, και αφού αναστήθηκε έμεινε 40 μέρες με τους μαθητές μέχρι που αναλήφθηκε (Πράξ.α:3).

Αυτό τοποθετεί την ανάληψη του Χριστού γύρω στα μέσα Μαΐου.

Αφού ο Χριστός είχε 3 ½ χρόνια διακονία, αυτό φέρνει τη γέννησή Του στα μέσα του Νοεμβρίου, και αν πούμε ότι τα 3 ½ χρόνια ήταν μέχρι τον σταυρό του Γολγοθά, τότε ερχόμαστε αρχές Οκτωβρίου.

Μετράμε μόνο τον μισό χρόνο (6 μήνες) γιατί τα υπόλοιπα 33 χρόνια είναι ακέραια χρόνια που δεν επηρεάζουν.

Ένα άλλο γεγονός που μας δείχνει ότι ο Χριστός δεν γεννήθηκε Δεκέμβριο, είναι ο καιρός της εφημερίας του Ζαχαρία.

Το Ταλμούδ λέει ότι ο ναός καταστράφηκε κατά τη διακονία της πρώτης εφημερίας. Ο Δαβίδ ήταν αυτός που οργάνωσε το ιερατείο και τους χώρισε σε 24 ομάδες (εφημερίες) οι οποίες ξεκίνησαν κάποια στιγμή, και ανά 15 μέρες άλλαζαν. Έχουμε τη δεδομένη ημερομηνία 4 Αυγούστου του 70 μ.Χ. που καταστράφηκε ο ναός, και τότε ήταν η πρώτη εφημερία που διακονούσε μέσα στο ναό.

β:4 Ο Ιωσήφ φαίνεται να είχε αποφασίσει να μείνει στη Βηθλεέμ διότι:

1)  είχε ήδη μείνει εκεί ορισμένους μήνες πριν ο άγγελος τον προειδοποιήσει για να φύγει.

2)  Χρειάστηκε και άλλη προειδοποίηση του αγγέλου να τον αποτρέψει να πάει πίσω στη Βηθλεέμ όταν έφευγε από την Αίγυπτο.

β:6 Τα σπάργανα ήταν λινές λουρίδες περίπου 15 εκ. φάρδος (χρησιμοποιούντο από τους φτωχούς). Οι πλούσιοι χρησιμοποιούσαν ακριβές πάνες και σάλια που τα έδεναν με χρυσές κορδέλες και καρφίτσες.

Ο στάβλος ήταν μάλλον σκαμμένος μέσα στο βράχο διότι έτσι είναι ακόμα και σήμερα οι στάβλοι στη Βηθλεέμ.

Ταπεινή διαμονή, χωρίς πικρία μέσα στην καρδιά τους ο Ιωσήφ και η Μαριάμ δεν διαμαρτυρήθηκαν στο Θεό για τον τρόπο που έφερνε τον Μεσσία στη Γη. Αντίθετα ήταν γεμάτοι χαρά και ευγνωμοσύνη για το γεγονός.

Ας πάρουμε παράδειγμα για τους εαυτούς μας, ας μην είμαστε άνθρωποι που να τα θέλουμε όλα δικά μας, και όταν ο Θεός κάνει κάτι παράξενο να τα βάζουμε μαζί Του!

Μέσα στη φάτνη δεν υπήρχαν ούτε άγγελοι, ούτε χορωδίες ούτε δυνάμεις, αλλά ήταν η δόξα του Θεού, μέσα στο παιδί. Η πίστη του Ιωσήφ και της Μαριάμ ήταν αρκετή για να αισθανθούν το μεγαλείο δίχως τίποτα το εξωτερικό! Αντίθετα στους βοσκούς, για να γίνει μαρτυρία, παρουσιάστηκαν στρατιές αγγέλων και ένας απ’ αυτούς τους οδήγησε στη φάτνη.

β:8-10 Όταν ο Θεός φανερώνεται στους ταπεινούς, οι ταπεινοί φοβούνται! Όχι από τρόμο αλλά από σεβασμό προς τον Κύριο. Ο  Δανιήλ, ο Ιωάννης έπεσαν κάτω σαν νεκροί στην παρουσία του Κυρίου δια μέσου του αγγέλου Του.

Τα πρόβατα έμεναν μέσα στη στάνη από τις πρώτες βροχές του Οκτώβρη, Νοέμβρη μέχρι το Πάσχα.

ποιμένες Οι Ισραηλίτες ήταν κυρίως ποιμενικός λαός, π.χ. Ιωσήφ, Δαβίδ, Αβραάμ.

Αντιπροσωπεύουν τον Ισραήλ σαν έθνος μέσα από το οποίο ο Θεός κάλεσε ποιμένες να ποιμάνουν τα έθνη. Όλοι οι πρώτοι χριστιανοί, οι απόστολοι, ήταν Ισραηλίτες. Όλα τα έργα που ανοιγόταν ήταν βασισμένα σε κάποια συναγωγή. Πρώτοι οι Ισραηλίτες είδαν το Χριστό, και μετά οι μάγοι που συμβολίζουν τους εθνικούς.

Οι άγγελοι λοιπόν έφεραν το άγγελμα στο έθνος Ισραήλ ερχόμενοι τόσο χαμηλά, όπως τότε στο Σινά, μόνο τώρα πιο ένδοξα και χαρούμενα αντίθετα με το φόβο που προκάλεσαν τότε δίνοντας το Νόμο. Ο Νόμος, είναι κρίση, θανατώνει, ενώ τώρα γεννιέται η χάρις στον κόσμο.

Δεν βλέπουμε τους αγγέλους να έρχονται στους Φαρισαίους, στους γραμματείς, ή στην αυλή του βασιλιά, αλλά σε ανθρώπους άσχετους με το Ναό. Το έκανε έτσι ο Θεός για να δείξει ότι αντιτάσσεται στους υπερήφανους και δίνει χάρη στους ταπεινούς. Οι βοσκοί ήταν οι πιο παραπεταμένοι και αποδιωγμένοι του λαού, π.χ. βοσκοί δεν επιτρεπόταν σαν μάρτυρες σε δίκες, ακόμα έλεγαν «βοήθεια δεν πρέπει να δίνεται σε βοσκούς και εθνικούς». Όμως σ’ αυτούς τους ευτελείς αποκαλύφθηκε και αποκαλύπτεται ο Θεός, γι’ αυτό ας είμαστε ευτελείς στα μάτια του κόσμου!! Βλέπουμε λοιπόν απόλυτη σιωπή στις αυλές του Ναού της Ιερουσαλήμ (Α’ Κορ.α:21)

β:11 πόλις Δαβίδ η πόλις που γεννήθηκε, η Βηθλεέμ Α’ Σαμ.ις:1-4 & Mιχ.ε:2

Χριστός Κύριος Ο  Χριστός σαν άνθρωπος είναι ο Κεχρισμένος, αλλά μέσα Του κατοικεί όλο το πλήρωμα της θεότητας σωματικά (Κολ.α:15, 19, β:9) οπότε είναι ο Κύριος. Η φανέρωση του Θεού εν σαρκί.

Σωτήρ Οι άγγελοι θα έπρεπε να είχαν ιδιαίτερη θέση στο γεγονός και γεμάτοι χαρά καθώς εμφανίστηκαν σε αμαρτωλούς ανθρώπους για να αναγγείλουν ότι η Σωτηρία είναι κοντά.

β:13 εν ανθρώπους ευδοκία: καλή σκέψη, διάθεση μέσα στους ανθρώπους, και αυτό γίνεται μόνο δια Ιησού Χριστού, όταν ο Ιησούς έρχεται και κατοικεί μέσα μας και γεμίζουμε με την ευδοκία του Θεού.

Ο  Ιησούς Χριστός είναι η δόξα του Θεού στη Γή, είναι η ειρήνη της Γής και η ευδοκία των λαών, και το έψαλλαν αυτό οι άγγελοι για τον Ιησού Χριστό Ψαλμ.πδ:11 .

β:15 Οι πρώτοι μάρτυρες του Ιησού Χριστού ήταν αυτοί οι ταπεινοί βοσκοί που αμέσως πήγαν να πουν το γεγονός σε όλους. Βλέπουμε ακόμη την απλή πίστη που έδειξαν, δίχως να καθίσουν να κρίνουν, να αμφισβητήσουν, να ρωτήσουν πως μπορεί να γίνει αυτό (Ζαχαρίας).

β:18 Ο  κόσμος άκουσε και θαύμασε.

Όταν οι μάγοι πήγαν στην Ιερουσαλήμ και ρώτησαν τον Ηρώδη για τον βασιλιά που γεννήθηκε, αυτός αμέσως πήγε και βρήκε τους γραμματείς που ξέρανε το Νόμο για να του πούνε που πρόκειται να γεννηθεί ο Μεσσίας. Και φυσικά θα του είπαν ότι θα γεννηθεί στη Βηθλεέμ (Μιχ.ε:2). Το ερώτημα είναι: Γιατί αυτοί οι άνθρωποι (Γραμματείς, Φαρισαίοι) αφού είδαν τους μάγους που δεν ήταν 3, αλλά ολόκληρη πομπή και θα έγινε σάλος στην Ιερουσαλήμ από την παρουσία τους, δεν σκέφτηκαν, δεν αποφάσισαν να πάνε μέχρι τη Βηθλεέμ να δουν μήπως πράγματι γεννήθηκε Αυτός που περίμεναν; Αντίθετα, …..ησυχία.... δεν τους ένοιαζε!!

Ο  λόγος του Θεού είχε καταντήσει γι’ αυτούς ένα εργαλείο με το οποίο μπορούσαν να ασκούν επιρροή και εξουσία στο λαό δίχως να τους νοιάζει η εφαρμογή Του, το πνεύμα του Νόμου, η αγάπη και το έλεος. Ενδιαφερόταν για το γράμμα του Νόμου, τους τύπους.

Ας προσέχουμε να μην συμβεί και σ’ εμάς μιλώντας για την Αρπαγή, για τον Αντίχριστο, για το 666, να γίνουν όλα αυτά τυπικά πράγματα για τα οποία μπορεί να έρθουμε σε λογομαχίες και ίσως να υπερισχύσουμε του αντίλογου.

Όμως, ο λόγος του Θεού δεν είναι λόγος για διαπληκτισμό αλλά για να Τον ζήσουμε, να είναι μέσα μας.

β:19 Η Μαριάμ έπρεπε να ζει κάθε μέρα τα γεγονότα που συνέβαιναν γύρω της με πίστη: Ο Θεός της είπε ότι το Πνεύμα το Άγιο θα την επισκιάσει και θα γεννήσει υιό, και αυτή τα άφησε όλα με πίστη στο Θεό! Ο Θεός έφερε έτσι τα πράγματα ώστε ο γάμος της να είναι νόμιμος, ήρθε η στιγμή της γέννησης, είδε τους βοσκούς, αργότερα τους μάγους, μετά πήγαν το παιδί να το αφιερώσουν σαν πρωτότοκο αρσενικό στο Ναό, και όλα αυτά τα κράταγε μέσα στην καρδιά της.

Και είναι πολύ φυσικό να σκέφτεται τι είναι όλα αυτά, γιατί ο Θεός δεν της είπε τα πάντα, δεν της είπε ότι το παιδί που γεννά μια μέρα θα το δει καρφωμένο πάνω σ’ ένα σταυρό, της είπε όμως «Σού δε αυτής την ψυχήν ρομφαία θέλει διαπεράσει». Και όλα αυτά η Μαριάμ τα κρατούσε μέσα της!

Όταν ο Θεός μας λέει κάτι ας μην το πετάμε ή να το ξεχνάμε αλλά να το κρατάμε μέσα στην καρδιά μας γιατί κάπου μέσα στη ζωή μας τα λόγια του Θεού θα βρουν τη θέση τους, και τα χρειαζόμαστε!

Η Μαριάμ συχνά έπρεπε να περιμένει και να συλλογίζεται μόνη της Λουκ.β:33-35 50, 51, Ιωάν.β:4, Μάρκ.γ:31-35, Ιωάν.ζ:5 ιθ:26, 27.

Ιωάν.β:4 είναι στο γάμο της Κανά που ο Ιησούς λέγει στη Μαριάμ «Τι είναι μεταξύ εμού και σού, γύναι; δεν ήλθεν έτι η ώρα μου».

Και η Μαριάμ θα αναρωτιόταν: Τι μου λέει τώρα, ποια ώρα Του; Και θα το κράτησε κι αυτό μέσα της, γιατί δεν μπορούσε να κάνει και τίποτε άλλο, όπως και τόσα άλλα που τα χρειάστηκε αργότερα για να καταλάβει το σχέδιο της σωτηρίας μέσω του Ιησού Χριστού την ημέρα της Πεντηκοστής. Μέχρι τότε έπρεπε να προχωρά με πίστη. Έπρεπε με πίστη να βλέπει το Χριστό να πεθαίνει, με πίστη να Τον περιμένει να αναστηθεί και μετά να έρθει να την βαπτίσει και την ίδια με Πνεύμα Άγιο.

β:21 Εκείνο τον καιρό είχε γίνει έθιμο, την 8η μέρα που γινόταν η περιτομή να γίνεται και η ονοματοδοσία ενώ στην Παλιά Διαθήκη η ονοματοδοσία γινόταν με τη γέννηση του παιδιού (Φαρές: χαλασμός, Ισαάκ: γέλως).

Την 8η μέρα γινόταν η περιτομή: αποβολή της σαρκός, για μια καινούρια αρχή (8).

Λευιτ.ιβ:3 Έπρεπε να εκπληρωθεί ο Νόμος και η διαθήκη του Αβραάμ Γέν.ιζ:10-14.

Ο Ιησούς είναι ο ΜΟΝΟΣ που εκπλήρωσε την έννοια της περιτομής.

ΙΗΣΟΥΣ: το όνομα του δόθηκε όταν μπήκε μέσα στη Διαθήκη.

β:22 Τις μέρες του καθαρισμού (40) τις βλέπουμε στο Λευιτ.ιβ:1-6 Βλέπουμε ότι η Μαριάμ και ο Ιωσήφ τηρούσαν το Νόμο κατά πάντα (Μα, εγώ είμαι η μητέρα του Μεσσία, τι να πάω να κάνω στο ναό;). Ο Νόμος του Θεού είναι για όλους.

παραστήσωσιν εις τον Κύριον Να Τον δώσουν στον Κύριο σαν πρωτότοκο (εδ.23) Έξοδ.ιγ:12, Αριθ.γ:12, 13, ιη:15. Ο Χριστός σαν πρωτότοκος του Θεού ήταν ο Λυτρωτής, διότι δεν χρειάστηκε να εξαγοραστεί από το Θεό επειδή ανήκε πάντοτε σ’ Αυτόν.

Ο Ιησούς είναι το αργύριο της εξαγοράς, της απολύτρωσης των ψυχών μας.

β:24 Εδώ αποκαλύπτεται η πτωχεία του Ιωσήφ και της Μαριάμ, δεν είχαν να προσφέρουν αρνί και πρόσφεραν ζεύγος από τρυγόνια, ή δύο νεοσσούς περιστερών.

β:25,26 Ο Θεός συμμαρτυρεί πάλι ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας.

ΣΥΜΕΩΝ = Ο ΑΚΟΥΩΝ δηλαδή αυτός που περιμένει τη φωνή του Θεού. Ήταν «ευλαβής», - προσμένων την «παράκλησιν» του Ισραήλ: Περίμενε τον Παράκλητο τον Κύριο Ιησού Χριστό Ησ.ια:10, μ:1, Ιωάν.ιδ:16, 18.

Χρησιμοποιείτο συχνά από τους Ιουδαίους και αναφερόταν στο Μεσσία - Ακόμα συνήθιζαν να ορκίζονται «στον παράκλητο».

β:26 Αυτή είναι αξιοθαύμαστη πίστη!! Θα μπορούσε να έλεγε κανείς στο Συμεών: Καλά, τόσοι προφήτες πέρασαν, εσύ έτυχε να έχεις αυτή την αποκάλυψη; Ναι, ο Κύριος το αποκάλυψε στον Συμεών! Βλέπουμε πώς ο Θεός κατατάσσει τους ταπεινούς με τους προφήτες - χρησιμοποιεί τους ταπεινούς και απορρίπτει τους υπερήφανους.

β:27 Το βρέφος παρουσιάζεται στον ιερέα, ο οποίος προσφέρει τα 2 περιστέρια για τους γονείς.

β:28-32 το σωτήριόν σου Ησ.ξγ:5 Ο βραχίονάς Του έφερε σωτηρία.

β:33 Οπωσδήποτε δεν εννοούσαν το μέγεθος της Σωτηρίας ότι ήταν ακόμα και για τα έθνη. Πιθανόν να μην είχαν καταλάβει ακόμη την πνευματική ελευθερία.

β:34 πτώση και ανάσταση πολλών Ησ.η:14, Ματθ.κα:42-44

σημείον αντιλεγόμενον Πράγματι, οι Φαρισαίοι δεν Τον αναγνώρισαν σαν Χριστό (Ματθ.ιβ:38).

Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε καλά κατατοπισμένοι σε ότι έχει να κάνει με τον Κύριο Ιησού Χριστό, για να μπορούμε να σταθούμε για Εκείνον, να κρατήσουμε το όνομά Του, και να Τον ομολογήσουμε σαν τον ΜΟΝΟ ΣΩΤΗΡΑ! Α’ Τιμ.β:5

Όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν στο Θεό, το σημείο το αντιλεγόμενο είναι ο Υιός του Θεού, ο Σωτήρας του κόσμου, η θύρα, η οδός.

Το Χριστό, ο άνθρωπος κάπου πρέπει να Τον κατατάξει μέσα στη ζωή του, δεν μπορεί να κάνει αυτό που έκανε ο Πιλάτος. Για μας ο Χριστός είναι: Ο ΣΩΤΗΡΑΣ ΜΑΣ, Ο ΛΥΤΡΩΤΗΣ ΜΑΣ, Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΣ και Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ.

Οι περισσότερες διαμάχες των οικουμενικών συνόδων, είχαν σαν κέντρο το πρόσωπο του Χριστού και τη σχέση Του με το Θεό. Κι επειδή είχαν χάσει το Πνεύμα του Θεού, αγωνιζόταν σε λάθος βάσεις και έβγαζαν τελείως λάθος συμπεράσματα.

β:35 ρομφαία: μεγάλη σπάθα - χρησιμοποιείται στη μετάφραση των Ο' για το σπαθί του Γολιάθ.

1)     Αναφέρεται στην οδύνη της ψυχής, όταν τη διαπερνά το δόρυ.

2)     Τον αγαπούσε, και αναγκαστικά εξ αιτίας της κλήσης Του, ήταν χωρισμένη απ’ Αυτόν. Από τη μέρα που ο Χριστός μπήκε στη διακονία, οι σχέσεις Του με την μητέρα Του δεν ήταν φυσιολογικές, την απομάκρυνε και αυτό ήταν λύπη για τη σάρκα της γιατί κάθε μάννα θέλει την αγάπη και την αναγνώριση από το παιδί της. Όμως βλέπουμε ότι ο Χριστός με σκληρό ίσως τρόπο έκοβε τη μητέρα Του.

3)     Περίμενε ένα βασιλιά όπως όλος ο Ισραήλ με βασιλικές κατακτήσεις, ενώ Αυτός μεγάλωσε όπως όλοι οι άνθρωποι και πέθανε σαν ένας ληστής χωρίς να ζητήσει ποτέ να ξεχωρίσει. Θα έλεγε κανείς ότι οι ανθρώπινες προσδοκίες της Μαριάμ κόπηκαν. Ο Θεός δεν θέλει να έχουμε ανθρώπινες προσδοκίες, αλλά οι προσδοκίες μας να βλέπουν στον ουρανό.

Ο Θεός δεν χρειάζεται «ονόματα» εδώ στη Γη, αλλά απλούς καθημερινούς ανθρώπους μέσα από τους οποίους θα δείξει το μεγαλείο και τη δόξα Του.

δια να ανακαλυφθώσιν οι διαλογισμοί πολλών καρδιών: όπως του Ισραήλ, του Πιλάτου, του Ηρώδη, αλλά μέχρι και σήμερα, ο Χριστός είναι η λύδια λίθος η οποία δοκιμάζει τους διαλογισμούς των καρδιών.

β:36-38 Όταν λέει ιερόν εννοεί όλο το Ναό. Η Άννα, μια αφιερωμένη γυναίκα στο Θεό, προφητεύει και έτσι συμμαρτυρεί το Πνεύμα ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας! Αλλά ποιος το πίστεψε μέσα στην καρδιά του; Ο λόγος ήταν ότι δεν περίμενε κανείς να έρθει τόσο απλά ο Χριστός, από μια άσημη γυναικούλα και κάποιο μαραγκό. Ίσως και σήμερα ο κόσμος να περιμένει το Χριστό όπως οι Ιουδαίοι τότε, αλλά ο Χριστός θα έρθει μέσα από απλούς, άσημους, καθημερινούς ανθρώπους.