Πώς κερδίζεται η χάρη του Θεού;
ΜΕ ΤΙΠΟΤΑ! ΜΑΣ ΑΓΑΠΑΕΙ!!!
Εφεσ.β:4,5 ο Θεός όμως πλούσιος ων εις έλεος, διά την πολλήν αγάπην αυτού με την οποίαν ηγάπησεν ημάς, και ενώ ήμεθα νεκροί διά τα αμαρτήματα, εζωοποίησεν ημάς μετά του Χριστού· κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι·
Εφεσ.α:3-5 Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού, ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία πνευματική εις τα επουράνια διά
Χριστού, καθώς εξέλεξεν ημάς δι' αυτού προ καταβολής κόσμου, διά να
ήμεθα άγιοι και άμωμοι ενώπιον αυτού διά της αγάπης, προορίσας ημάς εις
υιοθεσίαν διά Ιησού Χριστού εις εαυτόν, κατά την ευδοκίαν του θελήματος αυτού,
Πρέπει να αισθανόμαστε ασφάλεια στην αγάπη του Θεού μας!
Ο διάβολος θέλει να διασαλεύσει αυτή την ασφάλεια.
Ανασφάλεια = φόβος.
Α’ Ιωάν.δ:18 Φόβος δεν είναι εν τη αγάπη, αλλ' η τελεία
αγάπη έξω διώκει τον φόβον, διότι ο φόβος έχει κόλασιν· και ο φοβούμενος δεν
είναι τετελειωμένος εν τη αγάπη.
Δεν καταφέρνουμε τίποτα αμφιβάλλοντας.
Ο διάβολος κλόνισε την εμπιστοσύνη της Εύας στην αγάπη του
Θεού και σ’ εκείνο που είπε ο Θεός.
Την απογύμνωσε από την πραγματική γνώση του μόνου αληθινού
Θεού.
Ιωάν.ιζ:3 Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι
σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.
Ο Θεός μας αγάπησε όταν ήμασταν ακόμη αμαρτωλοί:
Ιωάν.γ:16 Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε
έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν,
αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.
Ρωμ.ε:8 αλλ' ο Θεός δεικνύει την εαυτού αγάπην εις
ημάς, διότι ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ ημών.
Ο Σατανάς θέλει να νομίζουμε ότι είμαστε αμαρτωλοί, ένοχοι, ανάξιοι
των επαγγελιών. Όμως η Γραφή μας λέει ότι:
Α’ Πέτρ.ε:7 και πάσαν την μέριμναν υμών ρίψατε επ' αυτόν, διότι αυτός φροντίζει περί υμών.
Δευτ.κ:1-8 Στις
μάχες, εμπιστεύσου Τον.
Ησ.μα:13 Διότι εγώ Κύριος ο Θεός σου είμαι ο κρατών
την δεξιάν σου, λέγων προς σε, Μη φοβού· εγώ θέλω σε βοηθήσει.
Ησ.μγ:1 Και τώρα ούτω λέγει Κύριος, ο δημιουργός
σου, Ιακώβ, και ο πλάστης σου, Ισραήλ· Μη φοβού· διότι εγώ σε ελύτρωσα, σε
εκάλεσα με το όνομά σου· εμού είσαι.
Ησ.μς:3 Ακούσατέ μου, οίκος Ιακώβ και παν το
υπόλοιπον του οίκου Ισραήλ, τους οποίους εσήκωσα από κοιλίας, τους οποίους
εβάστασα από μήτρας·
Ησ.μθ:15,16 Δύναται γυνή να λησμονήση το θηλάζον βρέφος
αυτής, ώστε να μη ελεήση το τέκνον της κοιλίας αυτής; αλλά και αν αύται
λησμονήσωσιν, εγώ όμως δεν θέλω σε λησμονήσει. Ιδού, επί των παλαμών μου σε
εζωγράφισα· τα τείχη σου είναι πάντοτε ενώπιόν μου.
Ησ.μ:28-31 Δεν εγνώρισας; δεν ήκουσας, ότι ο αιώνιος
Θεός, ο Κύριος, ο Ποιητής των άκρων της γης, δεν ατονεί και δεν αποκάμνει; δεν
εξιχνιάζεται η φρόνησις αυτού. Δίδει ισχύν εις τους ητονημένους και αυξάνει την
δύναμιν εις τους αδυνάτους. Και οι νέοι θέλουσιν ατονήσει και αποκάμει, και οι
εκλεκτοί νέοι θέλουσιν αδυνατήσει παντάπασιν· αλλ' οι προσμένοντες τον Κύριον
θέλουσιν ανανεώσει την δύναμιν αυτών· θέλουσιν αναβή με πτέρυγας ως αετοί·
θέλουσι τρέξει και δεν θέλουσιν αποκάμει· θέλουσι περιπατήσει και δεν θέλουσιν
ατονήσει.
Ιωάν.ιγ:1 Προ δε της εορτής του πάσχα εξεύρων ο Ιησούς
ότι ήλθεν η ώρα αυτού διά να μεταβή εκ του κόσμου τούτου προς τον Πατέρα,
αγαπήσας τους ιδικούς του τους εν τω κόσμω, μέχρι τέλους ηγάπησεν αυτούς.
Έπλυνε όλων τα πόδια, δεν προσπέρασε κανέναν, χωρίς όρια
περιστάσεων (μέχρι τέλους) – σε λίγο θα πέθαινε.
Παρ.ιε:3 Οι οφθαλμοί του Κυρίου είναι εν παντί
τόπω, παρατηρούντες κακούς και αγαθούς.
Έξοδ.λδ:6 Και παρήλθε Κύριος έμπροσθεν αυτού και
εκήρυξε, Κύριος, Κύριος ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και
πολυέλεος, και αληθινός,
Έξοδ.λδ:7 φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών
ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν και ουδόλως αθωόνων τον ένοχον· ανταποδίδων
την ανομίαν των πατέρων επί τα τέκνα και επί τα τέκνα των τέκνων, έως τρίτης
και τετάρτης γενεάς.
Δευτ.ζ:7 Δεν προετίμησεν εσάς Κύριος ουδέ εξέλεξεν
εσάς, διότι είσθε πολυπληθέστεροι παρά πάντα τα έθνη· επειδή σεις είσθε οι
πλέον ολιγάριθμοι παρά πάντα τα έθνη·
Δευτ.ζ:8 αλλ' επειδή ο Κύριος σας ηγάπησε και διά
να φυλάξη τον όρκον, τον οποίον ώμοσε προς τους πατέρας σας, σας εξήγαγεν ο
Κύριος εν χειρί κραταιά και σας ελύτρωσεν εκ του οίκου της δουλείας, εκ χειρός
Φαραώ, βασιλέως Αιγύπτου.
Ρωμ.η:28 Εξεύρομεν δε ότι πάντα συνεργούσι προς το
αγαθόν εις τους αγαπώντας τον Θεόν, εις τους κεκλημένους κατά τον προορισμόν
αυτού……
Επειδή ο Θεός μας αγαπά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν τιμωρεί
τις αταξίες μας!
Εφεσ.γ:19 και να γνωρίσητε την αγάπην του
Χριστού την υπερβαίνουσαν πάσαν γνώσιν, διά να πληρωθήτε με όλον το πλήρωμα
του Θεού.
Β’ Θεσ.β:9 όστις θέλει ελθεί κατ' ενέργειαν του
Σατανά εν πάση δυνάμει και σημείοις και τέρασι ψεύδους
Β’ Θεσ.β:10 και εν πάση απάτη της αδικίας μεταξύ
των απολλυμένων, διότι δεν εδέχθησαν την αγάπην της αληθείας διά να σωθώσι·
Ουέ, σ’ αυτούς που δε δέχονται αυτή την αγάπη.
Λουκ.ια:42 Αλλ' ουαί εις εσάς τους Φαρισαίους,
διότι αποδεκατίζετε το ηδύοσμον και το πήγανον και παν λάχανον, και παραβλέπετε
την κρίσιν και την αγάπην του Θεού· ταύτα έπρεπε να κάμητε και εκείνα να μη
αφήσητε.
Λουκ.ιθ:41-44 Και ότε επλησίασεν, ιδών την πόλιν έκλαυσεν
επ' αυτήν, λέγων, Είθε να εγνώριζες και συ, τουλάχιστον εν τη ημέρα σου ταύτη,
τα προς ειρήνην σου αποβλέποντα· αλλά τώρα εκρύφθησαν από
των οφθαλμών σου· διότι θέλουσιν ελθεί ημέραι επί σε και οι εχθροί σου θέλουσι
κάμει χαράκωμα περί σε, και θέλουσι σε περικυκλώσει και θέλουσι σε στενοχωρήσει
πανταχόθεν, και θέλουσι κατεδαφίσει σε και τα τέκνα σου εν σοι, και δεν
θέλουσιν αφήσει εν σοι λίθον επί λίθον, διότι δεν εγνώρισας τον καιρόν της
επισκέψεώς σου.
Η Ιερουσαλήμ δεν γνώρισε τον καιρό της επισκέψεώς της.
Εβρ.α:1 Πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως πάλαι ὁ θεὸς
λαλήσας τοῖς πατράσιν ἐν τοῖς προφήταις.
Από την εποχή του Δαβίδ, όταν έγινε πρωτεύουσα.
Συνεχείς ευλογίες, ευκαιρίες, προνόμια, με αποκορύφωμα τον
Ιησού Χριστό!
Όμως, η Ιερουσαλήμ καταφρόνησε:
Μαλ.α:6-8 Ο υιός τιμά τον πατέρα και ο δούλος τον
κύριον αυτού· αν λοιπόν εγώ ήμαι πατήρ, που είναι η τιμή μου; και αν κύριος
εγώ, που ο φόβος μου; λέγει ο Κύριος των δυνάμεων προς εσάς, ιερείς, οίτινες
καταφρονείτε το όνομά μου, και λέγετε, Εις τι κατεφρονήσαμεν το όνομά σου;
Προσεφέρετε άρτον μεμιασμένον επί του θυσιαστηρίου μου και είπετε, Εις τι σε
εμιάναμεν; Εις το ότι λέγετε, Η τράπεζα του Κυρίου είναι αξιοκαταφρόνητος. Και
αν προσφέρητε τυφλόν εις θυσίαν, δεν είναι κακόν; και αν προσφέρητε χωλόν ή
άρρωστον, δεν είναι κακόν; πρόσφερε τώρα τούτο εις τον αρχηγόν σου· θέλει άρα
γε ευαρεστηθή εις σε ή υποδεχθή το πρόσωπόν σου; λέγει ο Κύριος των δυνάμεων.
Ρωμ.β:4 Η καταφρονείς τον πλούτον της χρηστότητος
αυτού και της υπομονής και της μακροθυμίας, αγνοών ότι η χρηστότης του Θεού σε
φέρει εις μετάνοιαν;
Μάρκ.ιβ:1-12 «έσχατον»: δεν υπάρχει τίποτε άλλο!
Ματθ.κγ:37,38 Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους
προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς σέ· ποσάκις ηθέλησα να
συνάξω τα τέκνα σου καθ' ον τρόπον συνάγει η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας
πτέρυγας, και δεν ηθελήσατε. Ιδού,
αφίνεται εις εσάς ο οίκός σας έρημος.
1.
τώρα εκρύφθησαν (Λουκ).
2.
αφίνεται εις εσάς ο οίκός σας έρημος
(Ματθ).
ΜΗ ΓΕΝΟΙΤΟ!