Ο Conybeare προχωρά
(στο περιοδικό Hibbert, 1902, σελ.105): «είναι εμφανές ότι αυτό ήταν το κείμενο
που βρέθηκε από τον Ευσέβιο σε πολύ αρχαίους κώδικες που είχαν συλλεχθεί
πενήντα έως και εκατόν πενήντα χρόνια πριν από τη γέννησή του από τους μεγάλους
προκατόχους του(σημ. μετ.: δηλ. τον Πάμφυλο και τον Ωριγένη).
Δεν είχε ακούσει
ποτέ καμιά άλλη μορφή κειμένου, και δεν ήξερε τίποτα άλλο εωσότου επισκέφτηκε
την Κωνσταντινούπολη και παρευρέθηκε στη Σύνοδο της Νίκαιας. Τότε σε δύο
αμφιλεγόμενα έργα που γράφτηκαν στα βαθιά γηρατειά του, και με τον τίτλο, το
ένα, «Κατά του Μαρκέλλου της Αγκύρας» και το άλλο «Για τη Θεολογία της
Εκκλησίας,» χρησιμοποίησε το γνωστό ανάγνωσμα.
Ένα άλλο γραπτό του το περιέχει επίσης, δηλαδή μια επιστολή γραμμένη, αφού τελείωσε η Σύνοδος της Νίκαιας, προς την μητρόπολή του την Καισάρεια».
Στην Κριτική του
Κειμένου της Καινής Διαθήκης ο Conybeare γράφει: «Είναι σαφές, επομένως, ότι το
αρχαίο ελληνικό χειρόγραφο που ο Ευσέβιος κληρονόμησε από τον προκάτοχό του
Πάμφυλο, στην Καισάρεια στην Παλαιστίνη, κατά κάποιο τρόπο διατήρησε
τουλάχιστον την αρχική ανάγνωση, στην οποία δεν υπήρξε καμία αναφορά είτε του
βαπτίσματος είτε του Πατέρα, του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος. Έχει υποτεθεί
από το Δρ. Davidson, το Δρ. Martineau, τον κοσμήτορα του Westminister, και από
τον καθηγητή Harnack (για να αναφέρουμε μερικά ονόματα από τα πολλά) ότι εδώ το
αναφερόμενο κείμενο δεν θα μπορούσε να περιέχει τα ίδια τα λόγια του Ιησού,
μέχρι ότου κανείς άλλος εκτός από τον Δρ. Burgon, που κράτησε την ανακάλυψη για
τον εαυτό του, ανακάλυψε τη Ευσεβιανή μορφή του γνωστού εδαφίου».
Φυσικά μια αντίδραση
εγέρθηκε από το Δρ. Chase, επίσκοπο του Ely, «ο οποίος υποστηρίζει ότι ο
Ευσέβιος βρήκε το Textus Receptus (παραδεδεγμένο κείμενο) στα χειρόγραφά του,
αλλά αντικατέστησε τον συντομότερο τύπο στα έργα του από φόβο μήπως εκχυδαϊστεί
και κοινολογηθεί ο ιερός τριαδικός τύπος».
Είναι ενδιαφέρον να
βρίσκουμε έναν σύγχρονο Επίσκοπο που να αναβιώνει το ίδιο το επιχείρημα που
χρησιμοποιήθηκε 150 χρόνια πριν, για να υποστηρίξει το παραχαραγμένο εδάφιο της
Α΄ Ιωάν.ε:7-8.
Σύμφωνα με τον
Porson (σε μια εισαγωγή στις επιστολές του): «Ο Bengel... παραδέχτηκε ότι οι
λέξεις (οι τρεις μάρτυρες) δεν υπάρχουν σε κανένα γνήσιο αρχαίο ελληνικό χειρόγραφο...
σίγουρα, τότε, το εδάφιο είναι πλαστό!
Σημ.: αυτός ο
μορφωμένος άνθρωπος βρίσκει έναν τρόπο διαφυγής. Το εδάφιο ήταν τόσο θείο και
μυστήριο στη φύση του, που η μυστική πειθαρχία της εκκλησίας το απέσυρε από τα
δημόσια βιβλία, μέχρις ότου χάθηκε βαθμιαία. Κάτω από ποια ανάγκη μαρτυρίας -
απόδειξης πρέπει ένας κριτικός να εργαστεί, ο οποίος προσφεύγει σε ένα τέτοιο
επιχείρημα!
Ο Conybeare
συνεχίζει, αντικρούοντας τα επιχειρήματα του επισκόπου του Ely: «Είναι
ικανοποιητική απάντηση να επισημάνουμε εκείνο το επιχείρημα του Ευσέβιου, όταν
παραθέτει το κείμενο, αναμιγνύει τη φράση «στο όνομά μου».
Γιατί, ρωτάει, σε
ποιου όνομα; και απαντάει ότι ήταν το όνομα που ειπώθηκε από τον Παύλο στην
επιστολή του στους Φιλιπ.β:10.
Η Εγκυκλοπαίδεια της
Θρησκείας και της Ηθικής αναφέρει: «Τα γεγονότα είναι περιληπτικά, ότι ο
Ευσέβιος αναφέρει το Ματθ.κη:19, είκοσι μία (21) φορές, είτε παραλείποντας τα
πάντα μεταξύ των λέξεων «τα έθνη» και «διδάσκοντες», ή με τη μορφή «μαθητεύσατε
πάντα τα έθνη εν τω ονοματί μου», η τελευταία μορφή είναι όντας η πιο
συχνή.
Τώρα ας εξετάσουμε τους άλλους πρώιμους συγγραφείς που
αναφέρουν το Ματθ.κη:19.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΛΛΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
Ο συγγραφέας του «DE REBAPTISMATE»
Ο ανώνυμος συντάκτης του «de Rebaptismate» (3ος αιώνας)
τόσο κατάλαβε αυτά, και επέμενε στη δύναμη του ονόματος του Ιησού, που το επικαλέστηκε
επάνω σε ένα άτομο κατά το βάπτισμα (De Rebaptismate 6.7 Smith's Dictionary of
the Bible, Vol. i, p. 352).
Ωριγένης
Στα έργα του Ωριγένη όπως διατηρούνται στα ελληνικά, το
πρώτο μέρος του εδαφίου παρατίθεται τρεις φορές, αλλά η παράθεσή του σταματά
πάντα απότομα στις λέξεις «τα έθνη» και αυτό από μόνο του συστήνει ότι το
κείμενό του έχει λογοκριθεί, και οι λέξεις που ακολουθούσαν, «εν τω ονόματι»,
διαγράφτηκαν (Conybeare).
Κλήμης Αλεξανδρείας
Στις σελίδες του Κλήμεντα της Αλεξάνδρειας ένα κείμενο κάπως
παρόμοιο με το Ματθ.κη:19 παρατίθεται μία φορά αλλά από έναν γνωστικό αιρετικό
που ονομαζόταν Θεόδοτος, και όχι από το κανονικό κείμενο, ως εξής: «Και στους
αποστόλους δίνει την εντολή. Πορευθείτε και κηρύξτε και βαφτίστε εκείνους που
πιστεύουν στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Excerpta,
cap. 76, ed. Sylb. p. 987, Conybeare).
Ιουστίνος Μάρτυρας
Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας αναφέρει ένα λόγο του Χριστού ως
απόδειξη της ανάγκης της αναγέννησης, αλλά επιστρέφει πίσω στη χρήση του Ησαΐα
και της αποστολικής παράδοσης για να δικαιολογήσει την πρακτική του βαπτίσματος
και τη χρήση του τριαδικού τύπου.
Αυτό βεβαίως φανερώνει ότι ο Ιουστίνος δεν ήξερε το
παραδοσιακό κείμενο του Ματθ.κη:19» (Ency. Rel. and Ethics, p 380).
Στον Ιουστίνο το Μάρτυρα, που έγραψε μεταξύ 130 και 140
μ.Χ., υπάρχει ένα εδάφιο που έχει θεωρηθεί ως παραπομπή ή ηχώ του Ματθ.κη:19
από τους διάφορους μελετητές, π.χ..ο Resch στο Ausser canonische
Parallelstellen, που βλέπει σ' αυτό μια συντόμευση του συνηθισμένου κειμένου.
Το εδάφιο είναι μέσα στο Διάλογο του Ιουστίνου με τον
Τρύφωνα 39, σελ. 258: «Ο Θεός δεν επέβαλε ακόμα ούτε επιβάλλει την κρίση, όπως
ξέροντας για μερικούς που ακόμα και σήμερα γίνονται μαθητές στο όνομα του
Χριστού, και εγκαταλείπουν το λανθασμένο μονοπάτι, οι οποίοι επίσης λαμβάνουν
χαρίσματα ο καθένας σαν να αξίζουν, όντας φωτισμένοι από το όνομα αυτού του
Χριστού.
«Η αντίρρηση έως τώρα σε αυτά τα λόγια που αναγνωρίζονται ως
παραπομπή του κειμένου μας ήταν ότι αγνοούσαν τον τύπο «βαπτίζοντες αυτούς εις
το όνομα του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος». Αλλά η ανακάλυψη της
μορφής του κειμένου του Ευσέβιου αφαιρεί αυτήν την δυσκολία και ο Ιουστίνος
φαίνεται να είχε το ίδιο κείμενο από το έτος 140, το οποίο ο Ευσέβιος κανονικά
βρήκε στα χειρόγραφά του από 300-340 «[Conybeare Hibbert περιοδικό σελ. 106].
Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το κείμενο δεν ήταν αρκετά
σταθερό όταν έγραφε ο Τερτυλλιανός, νωρίς στον τρίτο αιώνα. Στο μέσο εκείνου
του αιώνα ο Κυπριανός θα μπορούσε να επιμένει στη χρήση του τριπλού τύπου ότι
είναι ουσιαστικό ακόμη και στο βάπτισμα των ορθοδόξων.
Υπάρχει και
ένας άλλος μάρτυρας που πρέπει να λάβουμε υπόψη την μαρτυρία του. Είναι ο
Αφρατός που έγραψε μεταξύ 337 και 345. Αναφέρει το κείμενό μας με επίσημο
τρόπο, ως εξής: «μαθητεύσατε πάντα τα έθνη και θα πιστέψουν σε μένα». Οι
τελευταίες λέξεις φαίνονται να είναι μια ερμηνεία στα γραπτά του Ευσεβίου «στο
όνομά μου». Αλλά σε κάθε περίπτωση, αποκλείουν το «παραδεδεγμένο κείμενο» που
περιέχει την εντολή βαπτίσματος στο τριαδικό όνομα. Αν τα γραπτά του Αφρατού
ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός, θα μπορούσαμε να το θεωρήσουμε σαν ένα χαλαρό
επιχείρημα, αλλά στο φως των γραπτών του Ευσέβιου και του Ιουστινιανού, αυτό
είναι αδύνατο. -Conybeare
Μακεδόνιος
Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το κείμενο δεν ήταν αρκετά
καθορισμένο όταν ο Τερτυλλιανός έγραφε στις αρχές του τρίτου αιώνα. Στα μέσα
εκείνου του αιώνα ο Κυπριανός μπορούσε να επιμένει στη χρήση του τριπλού τύπου
σαν αναγκαίου στο βάπτισμα ακόμη και των ορθόδοξων.
Ο πάπας Στέφανος του απάντησε ότι τα βαπτίσματα ακόμη και
των αιρετικών ήταν έγκυρα, εάν επικαλούνταν μόνο το όνομα του Ιησού «(εντούτοις,
αυτή η απόφαση δεν εμπόδισε τους πάπες του έβδομου αιώνα από το να αφορίσουν
ολόκληρη την κελτική εκκλησία για την προσκόλλησή της στην παλαιά χρήση της
επίκλησης του ονόματος του Ιησού).
Στο τελευταίο μισό του τέταρτου αιώνα το κείμενο «εις το
όνομα του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος» χρησιμοποιήθηκε ως
κραυγή μάχης από τους ορθόδοξους ενάντια στους υποστηρικτές του Μακεδόνιου, οι
οποίοι ονομάστηκαν πνευματομάχοι ή μαχητές εναντίον του αγίου πνεύματος, γιατί
αρνήθηκαν να περιλάβουν το Πνεύμα σε μια Τριάδα προσώπων σαν ισότιμο, ομοούσιο
και συνάναρχο με τον Πατέρα και τον Υιό.
Επίσης αποφασιστικά αρνήθηκαν ότι οποιοδήποτε κείμενο της
Καινής Διαθήκης ενέκρινε έναν τέτοιο συντονισμό του Πνεύματος με τον Πατέρα και
τον Υιό. Από όπου συμπεραίνουμε ότι τα κείμενά τους συμφωνούσαν με εκείνα του
Ευσέβιου «-- F.C. Conybeare (περιοδικό Hibbert Journal, σελίδα 107).
Ευνόμιος
Βρίσκονται εξαιρέσεις που ίσως δείχνουν μια παλαιά πρακτική
που εξαφανίζεται. Ο Κυπριανός (Ep.73) και οι ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ (αριθ. 50)
μάχονται τον συντομότερο τύπο, δείχνοντας καθαρά με αυτό τη χρήση του σε
ορισμένες περιόδους.
Η διαταγή του Αποστολικού κανόνα 50 επιτάσσει: «Εάν
οποιοδήποτε επίσκοπος ή πρεσβύτερος δεν πραγματοποιεί τα τρία βαπτίσματα της
μύησης, αλλά ένα βάπτισμα που γίνεται στο θάνατο του Κυρίου, ας καθαιρείται».
Αυτό ήταν ο τύπος των οπαδών του Ευνομίου (Σωκρ. 5.24) «γιατί
δεν βαφτίζονται στην Τριάδα, αλλά στο θάνατο του Χριστού.
Κατά συνέπεια, έκαναν μόνο μία καταβύθιση. - Encyclopaedia
Biblical (Article on «Baptism»).
Πώς τα Πρωτότυπα χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης άλλαξαν
όταν άρχισε η Μεγάλη Αποστασία.
Οι ακόλουθες αναφορές θα δείξουν την ευκολία με την οποία οι
γραφείς άλλαξαν άνετα τα Πρωτότυπα χειρόγραφα της
Καινής Διαθήκης, αντίθετα από τους γραφείς της Παλαιάς Διαθήκης που
αντέγραψαν τις ιερές γραφές με σεβασμό και αυστηρή ακρίβεια.
Αυτές οι αναφορές θα δείξουν επίσης την πρόωρη έναρξη της
πρακτικής της τριπλής βύθισης τον καιρό που το δόγμα της τριάδας διαμορφωνόταν.
Θα δείξουν επίσης πώς τα γραπτά της Καινής Διαθήκης αλλάχθηκαν έτσι ώστε να
προσαρμοστούν στην παραδοσιακή πρακτική.
CONYBEARE
Στην περίπτωση που τώρα εξετάζεται (Ματθ.κη:19), θα δούμε
ότι δεν έχει διατηρηθεί σε μας σαν αληθινό ανάγνωσμα ένα ενιαίο και μοναδικό
χειρόγραφο ή μια αρχαία έκδοση.
Αλλά αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει καθώς ο Δρ. C. R.
Gregory, ένας από τους μεγαλύτερους κριτικούς κειμένου, μας υπενθυμίζει, «τα
ελληνικά πρωτότυπα γραπτά χειρόγραφα του κειμένου της Καινής Διαθήκης συχνά
αλλαζόταν από τους γραφείς, οι οποίοι προσέθεταν σ' αυτά τα αναγνώσματα που
ήταν σ' αυτούς γνωστά και το διατηρούσαν σαν το σωστό ανάγνωσμα» (Canon and Text of the N.T., 1907, page 424)».
Αυτά τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Τα ελληνικά κείμενά
μας, όχι μόνο των Ευαγγελίων, αλλά και των Επιστολών, έχουν αναθεωρηθεί και
παραποιηθεί με προσθήκες από τους ορθόδοξους αντιγραφείς.
Μπορούμε να επισημάνουμε τις παραφθορές τους στο κείμενο σε
μερικές περιπτώσεις, με την βοήθεια των πατερικών παραπομπών και των αρχαίων
εκδόσεων.
Αλλά πρέπει να παραμένουν πολλά εδάφια που δεν έχουν
διορθωθεί κατ' αυτό τον τρόπο, αλλά που δεν μπορούμε σήμερα να εκθέσουμε την
απάτη.
Ήταν απαραίτητο να δώσουμε έμφαση σ' αυτό το σημείο, επειδή
οι Δρ. Westcott και Hort συνήθιζαν να ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει καμία
μαρτυρία απλά και μόνο για τις δογματικές αλλαγές που έχουν γίνει στο κείμενο
της Καινής Διαθήκης.
Αυτό είναι ακριβώς το αντίθετο της αλήθειας, και τόσο
διακεκριμένοι μελετητές όπως ο Alfred Loisy, J. Wellhausen, Eberhard Nestle,
Adolph Harnack, για να αναφέρουμε μόνο τέσσερα ονόματα, δεν διστάζουν να
αναγνωρίσουν το γεγονός «Ενώ αυτό είναι εντελώς αληθές, εντούτοις, υπάρχουν
διάφοροι λόγοι για τους οποίους μπορούμε να αισθανθούμε βέβαιοι για τη γενική
αξιοπιστία των μεταφράσεών μας» (Peter Watkins, 'Bridging the Gap'
στο The Christadelphian,
January 1962, pp. 4-8).