Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ηλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ηλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

Η θεότητα (20)

ΕΒΡΑΪΚΟΙ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΞΗ «ΘΕΟΣ».

1. ΗΛ η ΕΛ (Εβραϊκό)

α. Σημαίνει «Θεός» και έχει την έννοια του «δυνατός, ισχυρός»

β. Χρησιμοποιείται 248 φορές στην Εβραϊκή Παλαιά Διαθήκη

γ. ΗΛ είναι ο γενικός όρος για τη θεότητα και η πλειοψηφία των χρήσεων αναφέρονται στο ΓΙΑΧΒΕ, τον αληθινό Θεό, όπως Γέν.ιζ:1 (ΕΛ Σαντάϊ, ο Θεός Παντοκράτωρ), Ψαλμ. 90:2 (ΕΛ Ο Θεός), Ησ.μγ:12 (ΕΛ, και εγώ ο Θεός).