Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2021

Α΄ Τιμοθέου (1)


Α’ Τιμ.α:1,2

Στο χαιρετισμό του ο απόστολος Παύλος βεβαιώνει ότι είναι αυτός ο συγγραφέας της επιστολής και διακηρύττει την αποστολική του εξουσία. Είναι απόστολος κατ' επιταγήν Θεού.

Καθώς απευθύνεται στον Τιμόθεο, αυτό που καταλαβαίνει κανείς να βγαίνει από τον Παύλο είναι τρυφερότητα και αγάπη.

Μπορεί ο Τιμόθεος να είναι πνευματικό παιδί του Παύλου, όμως αυτός τον βλέπει και σαν φυσικό του παιδί - ίσως το είχε ανάγκη λόγω έλλειψης οικογένειας.

 

α:3-7

Δεν υπήρξε εποχή που η εκκλησία να ήταν απαλλαγμένη από ψευδοδιδάσκαλους, οι οποίοι πάντοτε αρέσκονται να παρουσιάζουν νέες και παράξενες διδασκαλίες.

Είναι δύσκολο να τους πολεμήσει κανείς, γιατί στηρίζουν τις διδασκαλίες τους σε μέρη του λόγου του Θεού, τον οποίο βέβαια παρερμηνεύουν, διαστρεβλώνουν και δεν τον δέχονται σαν ένα ενιαίο σύνολο.

Σε τέτοιες περιπτώσεις αυτό που χρειάζεται η εκκλησία είναι οδηγία στις βασικές αλήθειες.

Αυτοί οι άνθρωποι ανακάτευαν την χριστιανική διδασκαλία με διάφορους μύθους τους οποίους θεωρούσαν το ίδιο σημαντικούς.

Σχετικά με τις γενεαλογίες, αυτές είχαν αξία όσο οι Εβραίοι περίμεναν τον Μεσσία. Αφού ο Χριστός γεννήθηκε, δεν υπήρχε πλέον λόγος να ασχολείται κανείς μ’ αυτό το θέμα.

Γι’ αυτό ο Παύλος προτρέπει τον Τιμόθεο να παραγγείλει στην εκκλησία να κηρύττει μόνο υγιή διδασκαλία.

Η έννοια του “να παραγγείλεις εις τινας...” φαίνεται να σημαίνει περισσότερα απ’ ότι εμείς σήμερα ίσως καταλαβαίνουμε.

Αν ήταν μια απλή οδηγία ή εντολή, θα μπορούσε να το είχε κάνει και ο Παύλος όταν ήταν εκεί. Αλλά φαίνεται ότι αναφέρεται σε μια συνεχή προσπάθεια, επαγρύπνησης και φρούρησης της εκκλησίας απ’ αυτούς τους ψευδοδιδάσκαλους.

Όταν πριν από 7 χρόνια περίπου ο Παύλος έφυγε από την Έφεσο, τους είχε προειδοποιήσει ότι λύκοι βαρείς θα έπεφταν πάνω στο χριστιανικό ποίμνιο:

Πράξ.κ:29,30 Διότι εγώ εξεύρω τούτο, ότι μετά την αναχώρησίν μου θέλουσιν εισέλθει εις εσάς λύκοι βαρείς μη φειδόμενοι του ποιμνίου· και εξ υμών αυτών θέλουσι σηκωθή άνθρωποι λαλούντες διεστραμμένα, διά να αποσπώσι τους μαθητάς οπίσω αυτών.

Οι λύκοι αυτοί είχαν κάνει τώρα την εμφάνισή τους και αποτελούσαν το κυριότερο πρόβλημα της εκκλησίας και κατ’ επέκταση του Τιμόθεου.

Φαίνεται ότι οι λύκοι της Εφέσου ήταν ίδιοι με τους λύκους της Κρήτης, με τους οποίους είχε να κάνει ο Τίτος, γιατί κι αυτοί τις παράξενες διδασκαλίες τους τις στήριζαν σε Ιουδαϊκούς μύθους και τις γενεαλογίες της Παλαιάς Διαθήκης.

Δεν ξέρουμε ακριβώς ποιοι ήταν αυτοί, αλλά αυτό που μπορούμε να διακρίνουμε είναι ότι ήταν Ιουδαίοι.

Στο εδ.6 το κριτικό κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη “αστοχήσαντες” αντί “αποπλανηθέντες” που μας ερμηνεύει καλύτερα τί είχε συμβεί σ’ αυτούς τους ανθρώπους και είχαν εκτραπεί στην ματαιολογία, είχαν χάσει τον στόχο τους, τον σκοπό τους.

Επρόκειτο για μια λάθος προσέγγιση του Νόμου και ο Τιμόθεος έπρεπε να σταματήσει την εξάπλωσή τους.

Ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπιση λαθεμένων ιδεών, είναι η διδασκαλία της αλήθειας.

Το χριστιανικό μήνυμα, η υγιής διδασκαλία, θα οδηγήσει σε πίστη, σε αγάπη και καθαρή συνείδηση - όχι σε ματαιολογία.

Πάντα φαινόταν πολύ πιο συναρπαστικό να συζητούν πάνω σε αφηρημένα θέματα, παρά να ζουν τη χριστιανική ζωή.

Άνθρωποι φιλόδοξοι που επιθυμούσαν να κάνουν τους δασκάλους του Νόμου.

Ο Παύλος αφού δίνει τις οδηγίες του στον Τιμόθεο, του λέει “ούτω πράττε” προφανώς γιατί αισθάνθηκε ότι έπρεπε να τον παρακινήσει, να τον “κεντήσει”.

 

α:8-13

Ο Παύλος ξεκαθαρίζει ότι ο Νόμος δεν ήταν για τον δίκαιο, αλλά για τον άνομο και τον ανυπότακτο. Δεν είχε σκοπό να βαρύνει αυτούς που ήταν δίκαιοι και θέλανε με την ζωή τους να ευχαριστήσουν τον Θεό.

Κάνει ένα κατάλογο από κατηγορίες ανθρώπων για τους οποίους έγινε ο Νόμος. Στο εδάφιο 8 ομολογεί ότι ο Νόμος είναι καλός, για να μην παρεξηγηθεί η στάση του απέναντί του.

Ο Παύλος ήταν Χριστιανός για περισσότερα από 30 χρόνια. Ταξίδευε κηρύττοντας το ευαγγέλιο για 20 χρόνια. Όμως, ποτέ δεν ξεχνούσε ότι κάποτε είχε προσπαθήσει με κάθε τρόπο να καταστρέψει αυτή την πίστη (Πραξ.η:1-3, θ).

Ποτέ δεν έπαψε να θαυμάζει το γεγονός ότι ο Κύριος πήρε ένα άνθρωπο σαν κι αυτόν στην υπηρεσία Του. Ομολογεί ότι πριν την μεταστροφή του ήταν βλάσφημος και διώκτης. Ωστόσο βρήκε έλεος γιατί ό,τι έκανε το έκανε από απιστία και αγνωσία.

Αυτά τα λόγια του Παύλου θα πρέπει να τα συγκρίνουμε με την ασυγχώρητη αμαρτία που βλέπουμε στο Ματθ.ιβ:31-32. Ήταν η αγνωσία του που του επέτρεψε να βρει έλεος και συγχώρεση. Σίγουρα είναι διαφορετικό να είναι κανείς βλάσφημος σκόπιμα και με πλήρη συνείδηση.

 

α:14-16

Μία από τις πιο καθαρές αναφορές του λόγου του Θεού σχετικά με τον σκοπό του ερχομού του Χριστού στον κόσμο δίνεται εδώ από τον Παύλο.

Ο Ιησούς υπηρέτησε του αρρώστους και τους πάσχοντας, αλλά ο κύριος λόγος για τον οποίο γεννήθηκε στην φάτνη της Βηθλεέμ ήταν για να σώσει τους αμαρτωλούς. Κάθε κήρυκας του ευαγγελίου πρέπει να έχει αυτό το εδάφιο πάνω από κάθε τι μέσα στο μυαλό του.

Εδώ βλέπουμε έναν άνθρωπο που έκανε τόσα για τον Χριστό, σκυμμένο στα γόνατα με το συναίσθημα της αναξιότητάς του. Παρόλο που ήταν κάποτε βλάσφημος, τώρα η χάρις του Θεού τον έκανε απόστολο και μολονότι Τον είχε διώξει, τώρα μπορούσε να κηρύττει την αγάπη Του.

Όσο πιο κοντά πηγαίνουμε στην καρδιά του Χριστού, τόσο πιο πολύ συναισθανόμαστε την αμαρτωλότητα μας.

Ο Παύλος έβλεπε την επιστροφή του στον Χριστό σαν κάτι που έκανε ο Θεός για να το παραδώσει αιώνιο παράδειγμα της μακροθυμίας Του στους σκληροτράχηλους ανθρώπους.

α:17

Ο Παύλος εδώ εκρήγνυται σε δοξολογία και λατρεία επειδή αν και ο πρώτος των αμαρτωλών τώρα είναι σωσμένος και δηλώνει ότι υπάρχει μόνο ένας Θεός. Ο μόνος Θεός που ο Παύλος λατρεύει είναι αιώνιος, αόρατος, άφθαρτος και πάνσοφος.

 

α:18-20

Ο Παύλος παραγγέλλει στο πνευματικό του παιδί “να στρατεύσει την καλήν στρατείαν”.

Να κρατάει την πίστη και να έχει αγαθή συνείδηση γιατί αυτά σώζουν τους ανθρώπους από πνευματικά ναυάγια.

Είναι συγκλονιστικό θέαμα να βλέπεις ένα πλοίο να παρασύρεται από τα κύματα και τελικά να βυθίζεται. Άλλο τόσο λυπηρό είναι να βλέπεις ένα χριστιανό που ξεκινάει το ταξίδι της ζωής να ναυαγεί!

Ο Παύλος μιλάει για δύο ταραχοποιούς από τους ψευδοδιδάσκαλους της Εφέσου, τον Υμέναιο και τον Αλέξανδρο, που απομακρύνθηκαν από την πίστη και την αγαθή συνείδηση και ναυάγησαν.

Βλασφήμησαν επειδή αντιτάχθηκαν στην υγιή διδασκαλία. Πρόκειται για τον ίδιο Αλέξανδρο που αργότερα πήγε στην Ρώμη για να καταθέσει σαν μάρτυρας εναντίον του Παύλου (Β’Τιμ.δ:14) αν και ήταν φίλος του πριν (Πραξ.ιθ:33).

Ακόμα βλέπουμε τις ψευδοδιδασκαλίες του Υμέναιου στη Β’ Τιμ.β:17.

Αυτοί οι άνθρωποι παραδόθηκαν στον Σατανά όχι για καταδίκη αλλά για παιδεία (Α’ Κορ.ε:5). Αυτή η παιδεία σημαίνει ότι αποκόπηκαν από την κοινωνία της εκκλησίας κι έτσι δεν ήταν πια κάτω από την ασφάλεια και την προστασία της. Έτσι ήταν ανοιχτοί στις επιθέσεις του Σατανά μέχρι να καταλάβουν και να μετανοήσουν.

Ακόμα και σ’ αυτή την εκκλησία του πρώτου αιώνα, υπάρχει ανάγκη προειδοποίησης κατά της ψευδοδιδασκαλίας που μοιάζει πολύ μ’ αυτή του 21ου αιώνα.

Η παραγγελία του Παύλου στον Τιμόθεο περιλάμβανε κάτι περισσότερο από την υγιή διδασκαλία.

Ήθελε υγιή ζωή. Ήξερε ότι ένας άνθρωπος μπορεί να πιστεύει στον λόγο του Θεού απόλυτα κι όμως να ζει μια ζωή μακριά απ’ τις αλήθειες του.

Ο καλύτερος τρόπος για να καταπολεμήσεις την πλάνη, είναι κατ’ αρχή μια ζωή που μετριέται με τα μέτρα του λόγου του Θεού. Πολλοί από μας είμαστε οι μοναδικές Γραφές που οι άλλοι διάβασαν ποτέ. Ο Παύλος θέλει τον Τιμόθεο να ζει μια ζωή που θα επισφραγίζει την αλήθεια που κηρύττει.

 

β:1-8

Στο δεύτερο κεφάλαιο ο Παύλος συνεχίζει τις προτροπές δίνοντας οδηγίες για προσευχή και λατρεία. Έγραψε ότι οι άνδρες πρέπει να προσεύχονται οπουδήποτε σηκώνοντας καθαρά χέρια χωρίς οργή και δισταγμό.

Η εκκλησία έχει μια μεγάλη κλήση. Δεν καλούμαστε μόνο να παρακαλούμε τους ανθρώπους να επιστρέψουν στον Θεό, αλλά να παρακαλούμε τον Θεό για τους ανθρώπους.

Ας θυμόμαστε όταν προσευχόμαστε ότι ο Θεός “θέλει να σωθώσι πάντες οι άνθρωποι...” που σημαίνει ότι θέλει να προσευχόμαστε για όλους, δίκαιους και άδικους.

Η εκκλησία οδηγείται να προσεύχεται για την κυβέρνηση κι όλους αυτούς που είναι σε εξουσίες. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτό τον καιρό αυτοκράτορας στη Ρώμη είναι ο Νέρων, αυτός που έβαλε φωτιά στην πόλη και ενοχοποίησε τους χριστιανούς με αποτέλεσμα μεγάλο διωγμό. Κάτω απ’ αυτό τον κακό άρχοντα ο Παύλος ήταν αιχμάλωτος και μάλλον που ήξερε ότι θα τον αποκεφάλιζαν. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προσευχόμαστε για καλούς και κακούς άρχοντες.

Η βάση κάθε προσευχής και λατρείας είναι ότι υπάρχει ένας Θεός, και ένας Μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός. Εξαιτίας αυτού ξέρουμε ότι ο Θεός ακούει και δέχεται τις προσευχές και τις ευχαριστίες μας.

 

Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΛΑΤΡΕΙΑ

 (Θα μιλήσουμε άλλη φορά γι' αυτό το θέμα)

 

ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΟΙ

γ:1

Ο Παύλος πάντοτε διόριζε πρεσβυτέρους για να φροντίζουν την κάθε εκκλησία. Εκτός από τα πέντε χαρίσματα της διακονίας που αναφέρονται στην Εφεσ.δ:11 (απόστολοι, προφήτες, ευαγγελιστές ποιμένες και δάσκαλοι) υπάρχουν και κάποιοι άλλοι τίτλοι που χρησιμοποιούνται για λειτουργούς της εκκλησίας: πρεσβύτεροι, επίσκοποι, προεστώτες και διάκονοι. Επίσκοπος είναι αυτός που επι-σκοπεί, ο επιτηρητής, ο επόπτης και είναι το ίδιο με το πρεσβύτερος και προεστός.

Στην Φιλιπ.α:1 φαίνεται ότι υπάρχουν δύο λειτουργήματα στην εκκλησία που είναι ξεχωριστά από την υπόλοιπη συνάθροιση και αυτά είναι του επισκόπου και του διακόνου. Αυτοί οι λειτουργοί, ονομάζονται πρεσβύτεροι και επίσκοποι στον Τιτ.α:5 και Πραξ.κ:17,28. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι πνευματικοί ηγέτες στην εκκλησία αποκαλούνται επίσκοποι, προεστώτες και πρεσβύτεροι.

Η λέξη “διάκονος” σημαίνει υπηρέτης, αυτός που υπηρετεί. Ο διάκονος υπηρετεί τις φυσικές ανάγκες της εκκλησίας. Ο Παύλος δεν κατακρίνει αυτούς που επιθυμούν να χρησιμοποιηθούν απ’ τον Θεό σαν λειτουργοί της εκκλησίας, αλλά χρησιμοποιεί ένα γνωμικό της εποχής - “Εάν τις ορέγηται επισκοπήν, καλόν έργον επιθυμεί” - για να δώσει έμφαση στο “καλόν έργον” αναφέροντας τα προσόντα που πρέπει να έχει ένας επίσκοπος κι ένας διάκονος.

 

ΤΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ

γ:2-7

Αν η εκκλησία θέλει να εκπληρώσει την αποστολή της κηρύττοντας το ευαγγέλιο προσευχόμενη για όλους, πρέπει να κυβερνάται σωστά και να γνωρίζει την πραγματική αιτία της ύπαρξής της.

Εδώ περιγράφονται δύο αξιώματα που θα διευθύνουν την εκκλησία, επίσκοποι και διάκονοι. Ο Παύλος σκιαγραφεί τις απαιτήσεις και για τις δύο ομάδες.

Καθώς διαβάζουμε τα προσόντα του επισκόπου, εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί λέει “καλόν έργον”. Καθένας που επιθυμεί μια τέτοια θέση, έχει πραγματικά μια ευγενική φιλοδοξία. Γενικά, ο επίσκοπος πρέπει να είναι ένας άνδρας που θα έχει υψηλές ηθικές αξίες, να είναι διδακτικός, να μπορεί να ελέγχει και να χαλιναγωγεί τον εαυτό του και την οικογένειά του και να είναι πνευματικά ώριμος.

Υπάρχουν κάποιες παρατηρήσεις που μπορούν να γίνουν σχετικά με τα προσόντα των επισκόπων και διακόνων: Ο όρος “μιας γυναικός ανήρ” δε σκοπεύει να αποκλείσει τους άγαμους, αλλά μάλλον τους πολύγαμους. Βέβαια προτιμάται γι’ αυτή τη θέση κάποιος που θα είναι παντρεμένος και κρατάει την οικογένειά του σε αγιασμό από ένα ανύπαντρο. Ωστόσο, αυτό δεν κάνει τον γάμο επιτακτικό για ένα επίσκοπο, γιατί και ο Παύλος και μερικοί απ’ αυτούς που τον ακολουθούσαν ήταν απάντρευτοι. Ο επίσκοπος πρέπει να είναι πιστός στην μία εν ζωή σύζυγό του.

Ακόμα ο όρος αυτός αναιρεί την ψευδοδιδασκαλία της αγαμίας. Ο Παύλος έδωσε έμφαση στο πώς πρέπει να είναι το σπίτι του επισκόπου. Να υπάρχει αγιασμός και να είναι φιλόξενο. Τα τέκνα του να είναι κάτω από τον έλεγχο των γονέων και σε υπακοή. Διαφορετικά πώς θα φροντίσει την εκκλησία του Θεού. Η υπόδειξη να μην είναι νεοκατήχητος προειδοποιεί για την υπερηφάνεια που μπορεί να γίνει αιτία να πέσει στην καταδίκη του διαβόλου.

 

ΤΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑΚΟΝΟΥ

γ:8-13

Είναι σημαντικό το γεγονός ότι τα προσόντα για ένα διάκονο είναι σχεδόν ίδια μ’ αυτά του επισκόπου. Θα αναφέρουμε αυτά που προστίθενται στα προσόντα του επισκόπου.

1.     Να μην είναι δίγλωσσοι

2.     Να κατέχουν το μυστήριο της πίστης με καθαρή συνείδηση

3.     Πρώτα να δοκιμάζονται

Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στον χαρακτήρα της  γυναίκας του διακόνου. Πρέπει να είναι σεμνή, εγκρατής, πιστή κατά πάντα και να μην διαβάλλει.

Φαίνεται, ότι αν η γυναίκα είχε κοσμικό φρόνημα, αυτό ήταν αιτία για να χάσει ο άνδρας τα προσόντα γι’ αυτή την θέση. Παραδείγματα για το εδάφιο 13 μπορούμε να αναφέρουμε τον Φίλιππο και τον Στέφανο.

 

ΓΙΑΤΙ Ο ΠΑYΛΟΣ ΕΓΡΑΨΕ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

γ:14,15

Αν και ο Παύλος έλπιζε να δει τον Τιμόθεο, έγραψε αυτές τις οδηγίες. Κάτι μπορεί να τον καθυστερούσε, όμως ήταν βασικό η εκκλησία να είναι σωστά οδηγημένη.

Η εκκλησία είναι που κρατάει ψηλά την αλήθεια του Θεού και είναι ζωτικό για το καλό της εκκλησίας οι ηγέτες της να πληρούν τα απαραίτητα προσόντα.