Τώρα, αφού καθορίσαμε την έννοια κάποιων λέξεων - που μπορούν (όπως και έγινε) να αλλάξουν το νόημα και να οδηγήσουν στο χάος - είμαστε έτοιμοι να δούμε καθαρά την ερμηνεία αυτών των εδαφίων.
Είναι ευνόητο ότι ο Θεός στα εδάφια αυτά δεν μιλάει για την ιδιότητά της σοφίας Του, αλλά για κάτι που είναι η προσωποποίησή της.
Η σοφία του Θεού είναι δική Του, μέρος του Εαυτού Του και είναι αδιανόητο ο Θεός να υπήρξε ποτέ χωρίς αυτήν. Άρα μας μιλά παραβολικά για την προσωποποίησή της σχετικά με τη δημιουργία και τον άνθρωπο.
Είναι το σημείο αυτό μέσα στο άπειρο του παρελθόντος, που η σοφία του Θεού πήρε υπόσταση, πήρε πρόσωπο, επειδή έχει να κάνει με τους υιούς των ανθρώπων. Όπως η σοφία είναι μέρος του Θεού και υπάρχει μέσα Του, έτσι και η προσωποποίηση της που είναι ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς, άρχισε να υπάρχει μέσα στο Θεό, σαν η σοφία Του, η τρυφή Του σχετικά με τους υιούς των ανθρώπων.
Έχουμε λοιπόν τη Σοφία του Θεού, παραβολικά, να μας μιλάει για τον Εαυτό της, πώς ήρθε σε ύπαρξη και φυσικά γνωρίζουμε ότι κάτω από την μεταφορά αυτή ο λόγος του Θεού μας μιλάει ακριβώς γι’ αυτό που εξετάζουμε, πώς συνέβη η «πνευματική γέννηση» του Υιού μέσα στο Θεό. Μας λέει ότι ο Κύριος τον έκτισε, ή τον μόρφωσε όπως δηλαδή κτίζεται και μορφώνεται το παιδί μέσα στη μήτρα πρώτα και μετά γεννιέται, μόνο που εδώ αυτό συμβαίνει μέσα στη σοφία του Θεού, στο λόγο τού Θεού. Ακριβώς έτσι αρχίζει το ευαγγέλιο του ο απ. Ιωάννης θέλοντας να μας φανερώσει την προαιώνια ύπαρξη του Υιού μέσα στο Θεό:
Ιωάν.α:1 «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεόν, καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος».
Τόσο ο λόγος όσο και η σοφία, είναι ιδιότητες του Θεού που αναφέρονται στο Νου του Θεού. Όπως στον άνθρωπο που είναι πλασμένος κατά την εικόνα του Θεού, ο λόγος και η σοφία του υπάρχουν μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο (στο νου του), με τον ίδιο τρόπο (πάντοτε ανθρωπομορφικά μιλώντας) καταλαβαίνουμε ότι το ίδιο συμβαίνει και με το Θεό.
Δεν γίνεται λόγος για κάποιο άλλο Θεό ή πρόσωπο που συμπληρώνει τη θεότητα που είναι ο Πατέρας, επειδή Αυτός είναι πλήρης, τέλειος, άπειρος και αναλλοίωτος.
Η γέννα αυτή μέσα στον Πατέρα, είναι προϊόν της άπειρης αγάπης Του, της σοφίας Του και της τελειότητάς Του, την οποία θέλει να εκφράσει στο πρόσωπο του Υιού Του και δια μέσου Αυτού στην εκκλησία Του.
Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στο «είναι» του Πατέρα Θεού αναπόσπαστα πάντοτε απ’ Αυτόν. Γι' αυτό και ο Θεός μας μιλάει με αυτούς τους όρους, διότι μπορούμε να τους εννοήσουμε με βάση αυτό που συμβαίνει στον ίδιο μας τον εαυτό.
Το γεγονός λοιπόν αυτής της γέννας, γίνεται μέσα στην έδρα του λόγου του Θεού, από όπου πηγάζει η σοφία και η σύνεση Του. Αυτή μάλιστα είναι και η αιτία που το Πνεύμα του Θεού ταυτίζει τον Υιό με τη σοφία και με το λόγο. Η πρώτη αρχή των πάντων, σχετικά με όλη τη δημιουργία, γίνεται μέσα στο λόγο του Θεού, από τη σοφία του Θεού στο πρόσωπο του Υιού.
Όπως ένας αρχιτέκτονας πριν χτίσει έναν σπίτι, πρώτα το σχεδιάζει τέλεια και μετά βάζει το σχέδιο σε πράξη, έτσι και ο Ουράνιος Αρχιτέκτονας του Σύμπαντος, προκειμένου να χτίσει το κατοικητήριό Του, την εκκλησία Του, κάθισε και έκανε πρώτα το ουράνιο σχέδιο Του γι' αυτήν, όπως και το πρότυπο της, που είναι συνάμα και ο «θεμέλιος λίθος της» δηλ. ο ακρογωνιαίος λίθος, καθώς και η κεφαλή της γωνίας (την οποία απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες) δηλ. η αρχή και το τέλος της, το Άλφα και το Ωμέγα, ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσουμε τον Υιό από τον Πατέρα στην προαιώνια αυτή κατάσταση, όπως δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσει ο Λόγος Του και η Σοφία Του από τον ίδιο το Θεό. Όταν όμως ο Υιός γεννήθηκε από τον Πατέρα στην Παρθένο Μαρία και εξήλθε από Αυτόν για να υπάρξει σαν φυσικό πρόσωπο, τότε πάλι ο Ιωάννης λέει:
«Και ο λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» Ιωάν.α:14
Όταν ο λόγος έγινε σάρξ, δηλ. γεννήθηκε φυσιολογικά σαν άνθρωπος από τον Πατέρα Θεό μέσω της Παρθένου Μαρίας, τότε άρχισε να υπάρχει ξεχωριστά από τον Πατέρα σαν πρόσωπο, σαν ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς, όχι σαν άλλος Θεός, ένα όμως με τον Πατέρα κατά το Πνεύμα, διότι ήταν και είναι η εικόνα και η έκφραση του Πατέρα Θεού στη γη, το απαύγασμα της δόξας Του, ο χαρακτήρας της υπόστασής Του, είναι ο Θεός που φανερώθηκε εν σαρκί, ο λόγος και η σοφία του Θεού που έγινε, όχι Θεός, (διότι ο Θεός δεν γίνεται ούτε γεννιέται) αλλά ΣΑΡΞ, δηλ. άνθρωπος, ο κεχρισμένος, ο Μεσσίας.
Α’ Κορ.α:30 «ἐξ αὐτοῦ δὲ ὑμεῖς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὃς ἐγενήθη σοφία ἡμῖν ἀπὸ θεοῦ, δικαιοσύνη τε καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις».
Ο Υιός του Θεού λοιπόν έγινε η σοφία του Θεού σ' εμάς, για να μας δικαιώσει και να μας λυτρώσει. Είναι αυτή η σοφία που μας μιλάει στις Παροιμίες ότι «εμορφώθη από τον Κύριο, να είναι αρχή των οδών Του»
Ξέρουμε ότι ο Χριστός δεν προϋπήρχε σαν άνθρωπος με σάρκα και αίμα στον ουρανό πριν έρθει στη γη, γιατί ο λόγος του Θεού λέει ότι «σάρκα και αίμα βασιλείαν Θεού δεν θέλουσι κληρονομήσει».
Ο λόγος του Θεού μας δείχνει το Χριστό σαν τον εσφαγμένο Αμνό, «προεγνωσμένου μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου φανερωθέντος δὲ ἐπ' ἐσχάτου τῶν χρόνων δι' ὑμᾶς» (Α’ Πέτρ.α:20).
Που όμως εσφάγη ο Χριστός σαν Αμνός πριν ακόμη υπάρξει ο κόσμος; Η απάντηση είναι, μέσα στο νου του Θεού, μέσα στο λόγο του Θεού, μέσα στον Εαυτό του Θεού. Μέσα εκεί ο Θεός «έκτισε, γέννησε, έχρισε και θεμελίωσε» το Γιό Του, το Μεσσία, το Μεσίτη, τον Αμνό, το Χριστό το κατά σάρκα, τον Υιό του ανθρώπου, τον άνθρωπο Χριστό Ιησού.
Στο εδ.22 είπαμε ότι λέει: «Ο ΓΙΑΧΒΕ με έκτισεν ΑΡΧΗ οδών αυτού». Πόσο όμορφα δένει ο λόγος του Θεού, χωρίς αντιξοότητες και περισπασμούς.
Στην Αποκ.γ:14 ο ίδιος ο Κύριος λέει: «Τάδε λέγει ὁ ἀμήν, ὁ μάρτυς ὁ πιστὸς καὶ [ὁ] ἀληθινός, ἡ ἀρχὴ τῆς κτίσεως τοῦ θεοῦ».
Μιλά σαν άνθρωπος, σαν ο πιστός μάρτυρας του Θεού, που είναι «αρχή της κτίσεως». Για την ίδια αυτή αρχή της κτίσης μιλά και το εδάφιο των Παροιμιών. Δεν λέει Ο ΓΙΑΧΒΕ με έκτισεν ΕΝ αρχή των οδών αυτού.., αλλά σκέτο «...αρχή των οδών αυτού» γιατί δεν υπάρχει το «Μπε», που μαζί με το «ρεσίθ», που σημαίνει «αρχή», μας κάνουν το «Μπερεσίθ», «εν αρχή» όπως ακριβώς στη Γέν.α:1.
Εδώ μας μιλά για την αρχή της κτίσης του Θεού, το πρώτο στοιχείο της, την αρχή της, αλλά και το καλούπι της θα λέγαμε, που είναι ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς. Αυτόν «έκτισε» πρώτα ο Πατέρας σαν Αρχή όλης της δημιουργίας, Αυτόν προείδε σαν Αμνό τέλειο, σαν το μέσο εξιλασμού, ώστε δια μέσου Αυτού να αποκτήσει και όλους του υπόλοιπους «υιούς των ανθρώπων» που θα δεχόταν τη θυσία και τη λύτρωση του Αμνού.
Αυτό τον Υιό, τον άνθρωπο Χριστό Ιησού ο Πατέρας «γέννησε», «έκτισε», «έχρισε» και «θεμελίωσε», πριν ακόμη υπάρξουν τα βουνά και οι άβυσσοι, οι ουρανοί και το πλήρωμα τους.
Όταν ο Γιάχβε «ητοίμαζε τους ουρανούς» και «ότε περιέγραφε καμάραν υπεράνω του προσώπου της αβύσσου», Αυτός ήταν εκεί. Μέσα στην καρδιά του Πατέρα, μέσα στο λόγο Του, σαν το κύριο δημιουργό αίτιο σαν το ρήμα του Πατέρα που μόρφωσε τα πάντα.
Ήταν εκεί σαν η σοφία δια της οποίας ο Θεός έκανε τα πάντα. Αυτός ήταν κάθε μέρα η τρυφή του Πατέρα, η ευτυχία και η δόξα του Πατέρα, γιατί όλα αυτά που ο Πατέρας δημιουργούσε ο Υιός θα τα τελείωνε και θα τα πλήρωνε με το λυτρωτικό Του έργο.
Η τρυφή του Πατέρα είναι η εκκλησία Του, της οποίας κεφαλή είναι ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς. Αυτή την τρυφή ο Πατέρας την απόκτησε δια του Μονογενή Υιού Του. Η τρυφή της σοφίας Του Θεού, ήτο μετά των υιών των ανθρώπων, και μάλιστα με τους υιούς της βασιλείας, της άνω Ιερουσαλήμ.
Η τρυφή του Χριστού σήμερα είναι και πάλι με τους υιούς των ανθρώπων, τους οποίους φιλιώνει και ενώνει με τον Πατέρα και τους δίνει αιώνια ζωή.
Έτσι, ο Πατέρας, αφού είχε ήδη δει, δημιουργήσει και τελειώσει το έργο Του μέσα στο λόγο Του διά του Υιού Του, του Αμνού, άρχισε να το εκτελεί. Αυτό είχε ήδη τελειώσει μέσα στο Θεό δια του Υιού, αλλά άρχισε να συμβαίνει και να φανερώνεται με το «γεννηθήτω φως».
Μια άλλη παρατήρηση που πρέπει να γίνει είναι στο εδ.30 που λέει: «τότε ήμην πλησίον αυτού δημιουργούσα».
Η λέξη «δημιουργούσα» είναι μετοχή ενεστώτα θηλυκού γένους δηλ. «η δημιουργούσα σοφία». Όμως στο Εβραϊκό δεν έχει αυτή την έννοια, αλλά έχει την λέξη «Αμόν» που σημαίνει αρχιτέκτονας ή εργάτης, με την έννοια του καλλιτέχνη. Προέρχεται από τη ρίζα «αμάν» που σημαίνει καλλιτέχνης (Ασμ.Ασμ.ζ:1).
Οι Εβδομήκοντα λένε «αρμόζουσα», όμως αυτό δεν δίνει την πλήρη έννοια, όσο αυτή καθ' αυτή η έννοια της λέξης που είναι «εργάτης, αρχιτέκτων».
«Αρμόζουσα» έχει την έννοια «συναρμόζω, προσαρμόζω ομού, συναρμολογώ, συνδέω». Ο J. Green, στο τρίτομο έργο του της μετάφρασης της Παλαιάς Διαθήκης χρησιμοποιεί την έννοια του «αρχιτέκτονα, καλλιτέχνη». Έτσι με όλα αυτά βλέπουμε την έννοια του εδαφίου αυτού ότι αναφέρεται στη σχέση του Υιού προς την δημιουργία. Είδαμε ότι ο Υιός προσωποποιείται στη Σοφία του Θεού και είναι γεγονός ότι ο Θεός έκαμε τα πάντα με την Σοφία Του. Αυτή είναι και η μαρτυρία του παροιμιαστή στο γ:19-20:
«Διά της σοφίας εθεμελίωσεν ο Κύριος, εστερέωσε τους ουρανούς εν συνέσει. Διά της γνώσεως αυτού αι άβυσσοι ηνοίχθησαν και τα νέφη σταλάζουσι δρόσον».
Την ίδια μαρτυρία δίνει ο Δαυίδ και ο Ιερεμίας:
«Πόσον μεγάλα είναι τα έργα σου, Κύριε· τα πάντα εν σοφία εποίησας· η γη είναι πλήρης των ποιημάτων σου» Ψαλμ.ρδ:24
«Αυτός εποίησε την γην διά της δυνάμεως αυτού, εστερέωσε την οικουμένην εν τη σοφία αυτού, και εξέτεινε τους ουρανούς εν τη συνέσει αυτου» Ιερεμ.ι:12
Αυτή η Σοφία είναι διά της οποίας ο Θεός έκανε τα πάντα και προσωποποίηση της είναι ο Χριστός, ο Οποίος δεν προϋπήρχε σαν δεύτερη οντότητα, ξεχωριστή από τον Πατέρα, αλλά ενδιάθετος, μέσα στον Πατέρα. Ο Πατέρας μέσα στον Υιό συγκεφαλαίωσε τα πάντα, συγκέντρωσε τα πάντα και μέσα σ' Αυτόν είναι που βλέπουμε, προσκυνούμε, λατρεύουμε και απολαμβάνουμε τον «Ένα Θεό».
Στην Α’ Κορ.α:24 ο Παύλος λέει: «εις αυτούς όμως τους προσκεκλημένους, Ιουδαίους τε και Έλληνας, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν».
Επίσης στην Κολ.β:2-3 λέει: «ἵνα παρακληθῶσιν αἱ καρδίαι αὐτῶν συμβιβασθέντες ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς πᾶν πλοῦτος τῆς πληροφορίας τῆς συνέσεως εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ θεοῦ, Χριστοῦ, ἐν ᾧ εἰσιν πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ γνωσέως ἀπόκρυφοι».
Αυτό το μυστήριο, για το οποίο ο Παύλος θέλει να έχουμε επίγνωση, είναι του Θεού Χριστού. Αυτό είναι το οποίο αναλύουμε σε όλες αυτές τις σελίδες και σ' αυτό οδηγεί όλος ο λόγος του Θεού. Ο Πατέρας Θεός, που είναι Χριστός ταυτόχρονα» αυτό θα πει «του Θεού Χριστού» και βλέπουμε ότι χρησιμοποιεί το οριστικό άρθρο, που σημαίνει ότι ορίζει όλη τη θεότητα στο Χριστό.
Αυτό ακριβώς μας λέει πάλι λίγο παρακάτω στην προς Κολοσσαείς ο Παύλος ότι «Παν το πλήρωμα της θεότητος κατοικεί εν αυτώ σωματικώς».
Ο Θεός που είναι το πλήρωμα, και ο Χριστός που είναι το σώμα, ο άνθρωπος, ο κεχρισμένος, ο Αμνός, που έχει την ύπαρξή Του μέσα στον Πατέρα πριν από οτιδήποτε άλλο. Δια μέσου Αυτού, μέσα στο λόγο του Πατέρα, έγινε πρώτα η εκκλησία και στη συνέχεια ο Πατέρας άρχισε να δημιουργεί κάθε τι με σειρά, μέχρις ότου ήρθε η ώρα να φανερώσει και Αυτόν, τον ΠΡΟΓΝΩΡΙΣΜΕΝΟ Υιό και Μεσσία στο κόσμο.
Αυτή την ομολογία δίνει και ο Πέτρος την ημέρα της Πεντηκοστής μπροστά στον Εβραϊκό λαό, ο οποίος είχε άκρα μονοθεϊστική συνείδηση και λέει: «τούτον λαβόντες παραδεδομένον κατά την ωρισμένην βουλήν και πρόγνωσιν του Θεού, διά χειρών ανόμων σταυρώσαντες εθανατώσατε» Πράξ.β:23.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ