Για τους περισσότερους από μας η έννοια της εν Χριστώ
ελευθερίας φέρνει αυτόματα στη σκέψη δύο κυρίως φράσεις από την Καινή Διαθήκη.
Η πρώτη ανήκει στον απόστολο Παύλο:
«εν τη ελευθερία λοιπόν
με την οποίαν ηλευθέρωσεν υμάς ο Χριστός μένετε σταθεροί, και μη υποβληθήτε
πάλιν εις ζυγόν δουλείας» (Γαλ.ε:1).
Η δεύτερη φράση έχει βγει από το στόμα του Κυρίου:
«εάν ο Υιός σας ελευθερώσει, όντως ελεύθεροι θέλετε είσθαι» (Ιωάν.η:36).
Σαν συμπλήρωμα αυτών των εδαφίων έρχονται άλλα δύο να
προσδιορίσουν τις προϋποθέσεις για νάναι η ελευθερία μας αληθινή «εν Χριστώ»
ελευθερία, σε αντιδιαστολή με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο υπόλοιπος
κόσμος την έννοια της ελευθερίας.
Το πρώτο βρίσκεται πάλι στη Γαλ.ε:13 «μόνον μη
μεταχειρίζεσθε την ελευθερίαν εις αφορμήν της σαρκός, αλλά δια της αγάπης
δουλεύετε αλλήλους», που θα πει «με αγάπη υπηρετείτε ο ένας τον άλλο».
Το δεύτερο βρίσκεται στην Α’ Κορ.ι:29, όπου ο Παύλος εξετάζοντας το θέμα των ειδωλοθύτων – μεγάλο
πρόβλημα για την εποχή - αναρωτιέται: «διά
τι η ελευθερία μου κρίνεται υπό άλλης συνειδήσεως;» για να δώσει αμέσως
παρακάτω την απάντηση: να ζείτε έτσι ώστε να
«Μη γίνεσθε πρόσκομμα μήτε εις Ιουδαίους μήτε εις Έλληνας μήτε εις την
εκκλησίαν του Θεού».
Τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε από αυτά τα εδάφια;
Το πρώτο είναι πως η πραγματική ελευθερία βρίσκεται μονάχα
στο Χριστό: «Αν σας ελευθερώσει ο Υιός,
τότε θα είστε πραγματικά ελεύθεροι», επεξηγώντας προηγουμένως ότι εκείνος
που αμαρτάνει είναι δούλος της αμαρτίας, και πως η γνωριμία με την Αλήθεια, που
είναι ο ίδιος ο Χριστός, είναι εκείνη που αληθινά ελευθερώνει.
Το δεύτερο από τα εδάφια που διαβάσαμε μας προειδοποίησε πως
υπάρχει πάντα κίνδυνος να ξαναμπούμε κάτω από ζυγό δουλείας.
Και βέβαια ο κίνδυνος δεν προέρχεται μονάχα από την περιτομή
ή από την τήρηση των διατάξεων του νόμου, όπως συνέβαινε με τους πιστούς του 1ου
μ.Χ. αιώνα.
Δυστυχώς οι χριστιανοί σ’ όλους τους αιώνες είναι
ανεξάντλητοι στο να βρίσκουν τρόπους για να ξαναμπαίνουν κάτω από διάφορους
ζυγούς δουλείας και -το χειρότερο- να ονομάζουν τη σκλαβιά τους «ελευθερία εν
Χριστώ».
Τα επόμενα δυο εδάφια που διαβάσαμε μας είπαν κάποια άλλα
σημαντικά πράγματα.
Το πρώτο απ’ αυτά μας φανέρωσε μια σπουδαία αλήθεια: πως η
ελευθερία συνδέεται άμεσα με την αγάπη, πως όποιος δεν αγαπά δεν είναι
πραγματικά ελεύθερος.
Κι ακόμη πως ελευθερία σημαίνει με αγάπη –κι όχι με
καταναγκασμό –να υπηρετεί ο ένας τον άλλο, αντί να δαγκάνει και να τρώει ο ένας
τον άλλο, όπως φαίνεται πως γινόταν συχνά – και γίνεται.
Στο δεύτερο εδάφιο είδαμε πως ναι, είμαστε ελεύθεροι, μερικές
φορές όμως πρέπει να αυτοπεριοριζόμαστε για να μην εμποδίζουμε την
ελεύθερη πνευματική προκοπή του αδελφού μας, αυτό που με μια λέξη η Αγία Γραφή
ονομάζει «σκανδαλισμό»:
Β’ Κορ.ια:7-9 Η έπραξα αμαρτίαν ταπεινόνων εμαυτόν διά να υψωθήτε σεις,
διότι σας εκήρυξα δωρεάν το ευαγγέλιον του Θεού; Άλλας εκκλησίας
εγύμνωσα λαβών τα αναγκαία διά την υπηρεσίαν σας, και ότε ήμην παρών εις εσάς
και εστερήθην, δεν κατεβάρυνα ουδένα· διότι την στέρησίν μου προσανεπλήρωσαν οι
αδελφοί ελθόντες από Μακεδονίας· και κατά πάντα εφύλαξα εμαυτόν και θέλω
φυλάξει αβαρή προς εσάς.
Με βάση και οδηγό όλα εκείνα που διαβάσαμε μέχρι τώρα,
μπορούμε να προχωρήσουμε στο θέμα μας πατώντας σε γερό έδαφος.
Και πρώτα απ’ όλα: τι δεν είναι ελευθερία εν Χριστώ. Ή τι
δεν είναι κατ’ ανάγκην ελευθερία εν Χριστώ.
Μεγάλωσα σε μια εκκλησία, που αυτοχαρακτηριζόταν βιβλική,
αγορασμένη με το αίμα του Χριστού, αναγεννημένη, με σωστές διδασκαλίες σε
εσχατολογικά θέματα και σε θέματα ιστορικής πορείας της εκκλησίας και ερμηνείας
των διαφόρων προφητειών, πιστή σε θεμελιώδεις αλήθειες της Αγίας Γραφής.
Ωστόσο ο άμβωνας αυτής της τόσο αυτοδιαφημιζόμενης εκκλησίας
πολύ συχνά χρησιμοποιούνταν σαν προπύργιο θρησκευτικού φανατισμού.
Είναι τραγικό – κι εντελώς αντιβιβλικό - για μια εκκλησία να
εκπαιδεύει και να διαμορφώνει τους πιστούς της με τέτοιο τρόπο.
Και να προσπαθεί να τους περάσει όλους μέσα από το ίδιο
καλούπι. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι.
Άλλοι, πιο «βολικοί» και πιο «εύκολοι», ας πούμε, δεν
αντιδρούν καθόλου και ευθυγραμμίζονται απόλυτα με τη γραμμή που παίρνουν, χωρίς
αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι μεγάλη η ευθύνη εκείνων που τους μαθαίνουν να
πιστεύουν έτσι.
Άλλοι είναι λιγότερο εύκολοι, ή σκέπτονται κάπως περισσότερο.
Μερικοί απ’ αυτούς βγαίνουν πληγωμένοι, μερικοί βγαίνουν κατεστραμμένοι.
Δεν είναι δυνατόν ο Χριστός να σχεδίασε έτσι την εκκλησία
Του.
Εκείνος αποστρεφόταν τον τύπο και έβλεπε μονάχα την ουσία,
κήρυττε το νόμο του Θεού και απεχθανόταν το «νομικισμό», την τήρηση δηλ.
κάποιων νομικών διατάξεων σε βάρος του αληθινού νόμου, όπως ήταν η διαστροφή
της έννοιας και του περιεχομένου της αργίας του Σαββάτου.
Εκείνος κήρυττε την ουσιαστική ηθική και αποστρεφόταν τον
«ηθικισμό», την επιφανειακή και υποκριτική ηθική των φαρισαίων.
Ωστόσο, η εκκλησία Του ξεχνά πολύ συχνά και το νόμο και την
ουσιαστική ηθική και στρέφεται προς το νομικισμό και τον ηθικισμό που τη
βολεύει πολύ πε
ρισσότερο, γιατί πάντα ο τύπος είναι πολύ πιο εύκολος να
τον τηρήσουμε και να τον ακολουθήσουμε απ’ την ουσία.
Αντί για τη χρηστότητα, την αγαθοσύνη, την πραότητα, την
εγκράτεια κι όλα τ’ άλλα, «μη πιάσης, μη γευθής, μη εγγίσης», όπως έλεγε κι ο
απόστολος Παύλος.
Πόσο ταλαιπωρούνται και πόσο πολύτιμο χρόνο χάνουν οι
εκκλησίες που η βασική ενασχόλησή τους
είναι ο νομικισμός και τα σχετικά…
Βέβαια, καλό είναι να υπάρχουν κάποιες διατάξεις που διέπουν
τη λειτουργία της εκκλησίας, αυτό δεν περιορίζει τόσο την ελευθερία όσο την
αυθαιρεσία και την αταξία.
Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι από το άλλο μέρος δεν καραδοκεί
και ο κίνδυνος να οδηγηθούμε στην τυπολατρία και στο νομικισμό.
Ελευθερία εν Χριστώ βέβαια, από το άλλο μέρος, δε σημαίνει
ασυδοσία και κατεδάφιση των πάντων.
Δε σημαίνει ότι επειδή είμαστε όλοι ίσοι –είμαστε «βασιλείς
και ιερείς», κατά τη βιβλική έκφραση- θα τα ισοπεδώσουμε όλα, δε θα σεβόμαστε
κανέναν και τίποτε, θα περιφρονήσουμε οποιαδήποτε γνώση κι οποιαδήποτε αυθεντία,
θα θεωρήσουμε ότι έχουμε «εξ επιφοιτήσεως» την ικανότητα να θεολογούμε, να
ερμηνεύουμε όπως μας καπνίσει ή μας ταιριάζει ακόμη και τα πιο δύσκολα μέρη του
λόγου του Θεού χωρίς σοβαρή μελέτη, χωρίς σπουδή, χωρίς να ξέρουμε τι έχει
ειπωθεί ή τι έχει γραφτεί από σοβαρούς μελετητές πάνω στα διάφορα σημαντικά
θέματα, ή να γινόμαστε όλοι ειδικοί σε θέματα μουσικής, διακόσμησης, ιστορίας,
αρχιτεκτονικής».
Ελευθερία εν Χριστώ ακόμη δε σημαίνει ηθική ασυδοσία, κι αυτό
είναι τόσο αυτονόητο που θα μπορούσε και να μην αναφερθεί.
Η Αγία Γραφή είναι ένα άκρως συντηρητικό βιβλίο (για
κάποιους) μόνο με μια έννοια: ότι προβάλλει τον αναλλοίωτο και διαχρονικό ηθικό
νόμο του Θεού.
Καμιά χαλάρωση στα ήθη, κανένας συμβιβασμός στην ηθική και
στην ακεραιότητα δεν επιτρέπεται επειδή η κοινωνία μας έχει γίνει πιο ανεκτική
σε πολλά.
Όσο απαράδεκτη ήταν η ελαφρότητα στην αντιμετώπιση του θεσμού
του γάμου και των διαζυγίων στον 1ο μ.Χ. αιώνα, άλλο τόσο είναι και
σήμερα.
Όσο απαράδεκτο ήταν το ψέμα, η απάτη, η υποκρισία κι όλες οι άλλες
αμαρτίες στα χρόνια των αποστόλων, άλλο τόσο είναι και σήμερα.
Ας μη συγχέουμε λοιπόν την εν Χριστώ ελευθερία με την
χαλάρωση στα ήθη και στις αρχές μας.
Και τέλος, άλλο ελευθερία εν Χριστώ κι άλλο προχειρότητα και
λαϊκισμός στην εκκλησία, στην ώρα της λατρείας και στις κάθε μορφής εκδηλώσεις
της.
Προσωπικά δε θα ένιωθα καθόλου πως περιορίζεται η ελευθερία
μου αν η λατρεία μας είχε περισσότερο λειτουργική μορφή.
Αντίθετα μάλιστα, θα αισθανόμουν πως το πνεύμα μου υψώνεται
περισσότερο και επικοινωνεί βαθύτερα και ουσιαστικότερα με το Θεό.
Ελευθερία εν Χριστώ δε σημαίνει πως στην ώρα της λατρείας θ’
αρχίσω να χοροπηδάω ή να εκτελώ άλλες γυμναστικές ασκήσεις για να επικοινωνήσω
τάχα πιο αποτελεσματικά με το Θεό, όπως συμβαίνει σε κάποιες εκκλησίες.
Ασφαλώς η ομοιομορφία και η τυπικά ευσεβής στάση, ίδια κι
απαράλλαχτη για όλους, δεν είναι ό,τι καλύτερο.
Χαίρομαι πολύ να βλέπω στην εκκλησία μας άλλους να λατρεύουν
τον Κύριο με υψωμένα χέρια, άλλους πιο θερμά, άλλους πιο συγκρατημένα, ανάλογα
με την ιδιοσυγκρασία τους και τη χριστιανική παιδεία τους.
Σε όλα όμως υπάρχει ένα μέτρο. Η ευπρέπεια και η καλώς
εννοούμενη αξιοπρέπεια θα πρέπει να χαρακτηρίζει όλες τις εκδηλώσεις του
χριστιανού.
Άλλο ελεύθερη λατρεία προς το Θεό και ελεύθερη έκφραση της
πίστης, κι άλλο λαϊκό γλέντι.
Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος εκφράζοντας την αντίθεσή του
σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις, καταλήγει: «πάντα
ας γίνωνται ευσχημόνως και κατά τάξιν» - όλα να γίνονται με ευπρέπεια και
τάξη.
Αν τώρα προσπαθήσουμε ν’ απαντήσουμε στο ερώτημα «ποια
είναι τα πραγματικά χαρακτηριστικά της εν Χριστώ ελευθερίας», τότε είναι
πιθανό πως στα περισσότερα θα υπάρξουν διαφορετικές απόψεις και αρκετές
διαφωνίες.
Είναι, βλέπετε, ένα κεφάλαιο η ελευθερία που έχει ελάχιστα
συζητηθεί ανάμεσα στους χριστιανούς, που συνήθως περιορίζονται στις διακηρύξεις
πως είναι «αληθινά ελεύθεροι», πως «απολαμβάνουν την εν Χριστώ ελευθερία», χωρίς
όμως να προσπαθούν και να προσδιορίσουν το περιεχόμενό της.
Βέβαια εκεί που όλοι συμφωνούμε είναι πως ασφαλώς ένα από τα
κυριότερα χαρακτηριστικά της είναι η απαλλαγή
από πάθη, από αμαρτίες, από σκοτεινά συναισθήματα.
Είναι πολλοί εκείνοι σ’ ολόκληρο τον κόσμο που μπορούν να
βεβαιώσουν πως ο Χριστός τους ελευθέρωσε από το πιοτό, από τα ναρκωτικά, από
σαρκικά πάθη, από εγωισμούς κακίες και μίση.
Κι όσο περισσότερο αφήνουμε το Πνεύμα το Άγιο να δουλέψει
ελεύθερα μέσα μας, τόσο πιο ελεύθεροι απ’ όλα αυτά νιώθουμε.
Θα ευχόμουν μάλιστα οι περισσότεροι από αυτούς που ομολογούν
το Χριστό νάταν απελευθερωμένοι από αισθήματα φθόνου και από εκδηλώσεις
μικροψυχίας. Φαίνεται όμως πως αυτά τα τελευταία πολύ δύσκολα βγαίνουν μέσα από
την ανθρώπινη καρδιά.
Προσωπικά στα χρόνια που ζω ανάμεσα σε χριστιανούς ελάχιστα
έχω δει ή ακούσει για κάποιους αληθινά μεγαλόψυχους.
Ίσως φταίει και το ότι η μεγαλοψυχία –απαραίτητη προϋπόθεση
για να συγχωρείς και ν’ αγαπάς- ελάχιστα ή και καθόλου δεν τονίζεται ή δε
διδάσκεται σα χριστιανική αρετή.
Η μεγαλοψυχία από τις λέξεις
μεγάλος και ψυχή (το αντίθετο είναι η μικροψυχία) μεταφράζεται και σαν
γενναιοδωρία, επίσης σαν προθυμία να αντιμετωπίσει κανείς τον κίνδυνο ή η δράση
για ευγενείς σκοπούς.
Κι όμως πολλά θάχαν να κερδίσουν οι χριστιανοί κι οι
χριστιανικές κοινότητες αν χαρακτηρίζονταν από κάπως περισσότερη μεγαλοψυχία.
Και θα ένιωθαν όλοι, πολύ πιο ελεύθεροι- εν Χριστώ…
Τι άλλο όμως περιέχει η αληθινή εν Χριστώ ελευθερία;
Ασφαλώς αρκετά από τα συστατικά της ελευθερίας, όπως έχουν
διαμορφωθεί στην παγκόσμια συνείδηση μέσα στους αιώνες, ύστερα από πολλούς
αγώνες και πολύ συζήτηση.
Κι είναι αυτά τα συστατικά –όλα- βασισμένα στις αρχές του λόγου
του Θεού, όπως εύκολα θα μπορούσε να διαπιστώσει κάθε καλόπιστος παρατηρητής.
Προσωπικά ξεχωρίζω δύο απ’ αυτά, χωρίς να αποκλείσω ότι
υπάρχουν κι άλλα, ίσως όχι τόσο θεμελιακά:
1)
Ελευθερία
στο στοχασμό, στο διάλογο και στη διακίνηση των ιδεών, μέσα στα πλαίσια πάντοτε
του λόγου του Θεού.
2)
Κατάργηση
κάθε εξωβιβλικού καταναγκασμού και κάθε κομματικής γραμμής σε θέματα
συμπεριφοράς, εξωτερικών εκδηλώσεων και εκκλησιαστικής πορείας.
Και πρώτα ο ελεύθερος στοχασμός κι ο ελεύθερος διάλογος.
Σαν ποιμένες, σαν πρεσβύτεροι, σαν παλιότεροι στην πίστη
δικαιούμαστε να διαμορφώνουμε την άποψή μας και να την εκφράζουμε.
Σε θέματα ερμηνείας εδαφίων, σε θέματα ατομικής και
εκκλησιαστικής τακτικής και καθημερινής συμπεριφοράς, σε θέματα κοινωνικά και
πολλά άλλα.
Δεν έχουμε όμως το δικαίωμα να παρουσιάζουμε την άποψή μας
αυτή σαν το μοναδικό δρόμο της αλήθειας και να προσπαθούμε να την επιβάλλουμε
σε όλους ανεξαίρετα τους πιστούς, είτε τους ταιριάζει είτε όχι, είτε
ανταποκρίνεται σ’ αυτή την άποψη η εσωτερική πνευματική τους συγκρότηση είτε
όχι.
Είναι πολύ κακή η εικόνα μιας εκκλησίας που οι πιστοί της
παρουσιάζουν ή, πιο σωστά, προσπαθούν να παρουσιάσουν ομοιομορφία αντιλήψεων σε
όλα τα θέματα – και βέβαια δεν μιλούμε για τις βασικές αρχές της Γραφής όπου
όλοι συμφωνούμε.
Κι είναι πολύ καλή, και πολύ ευλογημένη η εικόνα μιας
εκκλησίας όπου πολλοί πιστοί – μακάρι και όλοι - προβληματίζονται, μελετούν,
ερευνούν, συζητούν, στοχάζονται για να διαμορφώσουν τις δικές τους ατομικές
αντιλήψεις πάνω σε θέματα σαν τα παραπάνω, κι αυτά δεν είναι καθόλου λίγα.
Πάντα ονειρεύομαι μια εκκλησία με ομάδες συζητήσεων πάνω σε
χίλια – δυο θέματα όπου ο καθένας θα εκφράζει ελεύθερα την άποψή του, ό,τι έχει
ή ό,τι κρύβει μέσα του, χωρίς να χαρακτηριστεί «μοντερνιστής» ή «κοσμικός» ή «μη πνευματικός» από τους
υπόλοιπους.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό της εν Χριστώ ελευθερίας είπαμε πως
είναι η κατάργηση κάθε καταναγκασμού και κάθε κομματικής γραμμής σε θέματα
συμπεριφοράς, εξωτερικών εκδηλώσεων και εκκλησιαστικής πορείας.
Αυτή η «κοινωνική», ας την πούμε, καταπίεση μέσα σε διάφορες
εκκλησίες και εκκλησιαστικές ομάδες, όπου πρέπει νάναι όλοι ίδιοι, όλοι να
εμφανίζονται, να συμπεριφέρονται, να μιλούν σα να βγήκαν απ’ το ίδιο καλούπι,
κι αλίμονο σ’ αυτόν που θα θελήσει ν’ ακολουθήσει κάπου μια δική του πορεία,
είναι ό,τι ακριβώς χρειάζεται για να καταπνίγει και να καταργεί την αληθινή εν
Χριστώ ελευθερία.
Ο Χριστός μας χάρισε την πιο υπέροχη ελευθερία που μπορούσε
να υπάρξει στο σύμπαν, κι εμείς την αποδιώχνουμε και καμιά φορά αποδιώχνουμε
και τον ίδιο το Χριστό.
Έχουν περάσει 21 αιώνες από τότε που ο Χριστός διακήρυξε πως
η Αλήθεια ελευθερώνει, κι ο απόστολος Παύλος μας προειδοποίησε για τον κίνδυνο
να μπούμε και πάλι κάτω από ζυγό δουλείας, αν δεν επιμένουμε στην ελευθερία που
μας χάρισε ο Χριστός.
Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια η εκκλησία πήρε κάποια μαθήματα
πάνω στο σημαντικό αυτό θέμα, φοβάμαι όμως πως μαθαίνει πολύ λιγότερα απ’ όσα
έπρεπε να μαθαίνει και με πολύ αργό ρυθμό.
Ακόμη και σε ένα τομέα που θάπρεπε να είναι πρώτοι οι
χριστιανοί, στον έπαινο και στον καλό λόγο για τον αδελφό τους, ακόμη και σ’
αυτό, πολλοί είναι εκείνοι που μετρούν τα καλά τους λόγια με το σταγονόμετρο,
κι είναι κι αυτό δείγμα μικροψυχίας κι έλλειψης εσωτερικής ελευθερίας.
Δυστυχώς οι «υιοί του αιώνος τούτου» πολύ συχνά είναι
σοφότεροι από τους πιστούς των εκκλησιών.
Σήμερα υπάρχουν εκατομμύρια χριστιανοί σ’ ολόκληρο τον κόσμο
που ομολογούν αναγέννηση, που ζουν μια συνεπή ηθική ατομική ζωή, που
προσεύχονται τακτικά, που μελετούν καθημερινά το λόγο του Θεού, που όμως κάθε
άλλο παρά ελεύθεροι εν Χριστώ είναι στη νοοτροπία και στις αντιλήψεις τους,
εντελώς αντίθετα με το παράδειγμα της ελευθερίας που μας έχει δώσει ο Κύριος.