ΠΡΟΒΛΗΜΑ 7.
Δεν μπορεί να υπάρχουν τρία πανταχού
παρόντα πρόσωπα του Θεού.
Αν και το σύμβολο της πίστης του Αθανάσιου
δεν αναφέρει ιδιαίτερα την πανταχού παρουσία, αυτό μπορεί κανείς να το συμπεράνει
από το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Θεού ότι είναι άπειρος.
Ακόμα, κάθε τριαδικός πιστεύει ότι ο Πατέρας είναι πανταχού Παρών, ο Υιός είναι πανταχού Παρών, και το Άγιο Πνεύμα είναι πανταχού Παρόν και για να πούμε αυτά που λέει το δόγμα, δεν είναι τρεις πανταχού παρόντες, αλλά Ένας πανταχού Παρών.
Το ουσιαστικό πρόβλημα μ’ αυτό το σημείο της
τριαδικής θεολογίας είναι ότι, αν η τριαδική αυτή πρόταση είναι αληθινή, τα
τρία πρόσωπα δεν μπορούν να διαχωριστούν το ένα από το άλλο. Αν και τα τρία
πρόσωπα είναι πανταχού Παρόντα και εάν είναι άπειρα και με την ίδια υπόσταση (πνεύμα),
είναι αδύνατον να διαχωριστούν μεταξύ τους.
Όλα τα πρόσωπα κατέχουν τον ίδιο ακριβώς
χώρο, όλα έχουν την ίδια υπόσταση και δεν υπάρχουν όρια για να πει κανείς πού
τελειώνει το ένα και πού αρχίζει το άλλο.
Για παράδειγμα, κάποιος δεν θα μπορούσε να μετακινηθεί
από τη φυσική περιοχή στην οποία βρίσκεται ο Θεός Πατέρας, στη φυσική περιοχή
που βρίσκεται ο Θεός Υιός αφού και ο Πατήρ και ο Υιός είναι πανταχού Παρόντες.
Ακριβώς επειδή είναι και οι δύο πνεύματα, δεν υπάρχει διαχωρισμός της υπόστασής
τους, είτε στον ένα είτε στον άλλο.
Όταν φθάσουμε σ’ αυτό το λογικό συμπέρασμα,
αυτή η θεολογία πραγματικά καταλήγει στην ιδέα μόνο ενός απείρου, πανταχού
Παρόντος πνεύματος μέσα στο οποίο δεν υπάρχουν καθόλου διαχωρισμοί!!!
Οι τριαδικοί αντιδρούν υποστηρίζοντας ότι
υπάρχουν διαχωρισμοί, αλλά δεν μπορεί να τους εντοπίσει κανείς, ή ότι τα τρία
πρόσωπα είναι «αλληλοεισδύοντα» το ένα στο άλλο.
Αλλά η Γραφή πουθενά δεν αναφέρει κάποιον ή
κάτι που είναι «αλληλοεισδύων», ούτε αναφέρει ανεξακρίβωτους διαχωρισμούς
μεταξύ τριών ξεχωριστών, πανταχού Παρόντων προσώπων.
ΠΡΟΒΛΗΜΑ 8.
Δεν μπορεί να υπάρχουν τρία
άπειρα πρόσωπα του Θεού
«Άπειρος» σημαίνει χωρίς όρια σε όλες τις
περιοχές και περιγράφει κάτι που με κανένα τρόπο δεν έχει όρια. Το δόγμα του
Αθανάσιου αναφέρει ότι και τα τρία πρόσωπα είναι άπειρα και ότι δεν είναι τρεις
άπειροι αλλά ένας άπειρος.
Είναι φανερό ότι η πρόταση αυτή, ότι οι τρεις
δεν είναι τρεις, αλλά, στην πραγματικότητα ένας, είναι μια αντίφαση.
Υπάρχει επίσης μια βαθύτερη αιτία γιατί δεν
μπορούν να υπάρχουν τρία ξεχωριστά πρόσωπα, τα οποία να είναι άπειρα.
Αν και τα τρία πρόσωπα ήταν άπειρα, θα ήταν
αδύνατο να ξεχωριστούν μεταξύ τους. Για να προσδιορίσει κανείς ξεχωριστά
πρόσωπα, πρέπει να αναγνωρίσει τους περιορισμούς ή τα όρια τους, με βάση τη λογική.
Κάθε πρόσωπο πρέπει να είναι διαφορετικό από
τ’ άλλα δύο, κατά κάποιο τρόπο τουλάχιστον, για να μπορεί να διαχωριστεί.
Οποιαδήποτε διαφορά, πάντως, σημαίνει ότι τα
πρόσωπα είναι περιορισμένα κατά κάποιο τρόπο και έρχεται σ’ αντίθεση με το
δόγμα των τριών ξεχωριστών αλλά απείρων προσώπων του Θεού.
Για παράδειγμα, πρέπει να υπάρχει κάποιο
σημείο στο οποίο ο Θεός Πατέρας διαφέρει από το Θεό Υιό για να πούμε ότι είναι
ξεχωριστοί. Ωστόσο, οποιοδήποτε σημείο στο οποίο διαφέρουν είναι ένα σημείο στο
οποίο ένα από τα δύο πρόσωπα δεν μπορεί να είναι άπειρο.
Εάν η βάση για διαχωρισμό είναι ότι ο Πατέρας
ασκεί διαφορετική εξουσία πάνω στη δημιουργία από τον Υιό, τότε ο Υιός δεν
ασκεί άπειρη εξουσία. Αυτό όμως που φαίνεται καθαρά στη Γραφή είναι ότι ο Υιός
θα υποταχθεί στον Πατέρα (Α΄Κορ.ιε:24,28) και κατά συνέπεια είναι περιορισμένος
και όχι άπειρος.
Αν δύο πρόσωπα ή αντικείμενα είναι πράγματι
άπειρα, με οποιοδήποτε τρόπο, θα πρέπει να είναι ακριβώς όμοια μεταξύ τους. Ο
μόνος δυνατός τρόπος να διαχωρίσει κανείς δύο πράγματα είναι να βρει όρια,
περιορισμούς (δηλαδή διαφορές).
Ακριβώς επειδή οι τριαδικοί λένε ότι τα μέλη
της Τριάδας μπορούν να διαχωριστούν σε ξεχωριστά πρόσωπα, αυτό σημαίνει ότι,
κατά κάποιο τρόπο, περιορίζονται και έτσι δεν μπορούν να είναι άπειρα.