Η αλήθεια είναι
ότι λίγες ερωτήσεις μπορούν να συγκριθούν σε σπουδαιότητα με εκείνες που
σχετίζονται με τη φύση, την κλήση, τα προνόμια, τις ευθύνες και τον προορισμό
της «Εκκλησίας του Θεού».
Βέβαια, υπάρχουν
ερωτήματα θεμελιώδους αλήθειας, ως προς τον ίδιο τον Θεό, τα οποία προηγούνται
όλων των άλλων.
Αλλά όταν αυτά, με τη χάρη του Θεού, είναι διευθετημένα, και η ψυχή με πίστη γνωρίζει τον Θεό, αισθάνεται την ανάγκη για περισσότερη γνώση των σχεδίων του Θεού.
Πιστεύουμε ότι
αυτό που η Γραφή ονομάζει «η Εκκλησία», δεν υπήρχε στην εποχή της Παλαιάς
Διαθήκης.
Αν υπήρχε, πού
είναι τα εδάφια που το αποδεικνύουν;
Πού εμφανίζεται
αυτός ο όρος στην Παλαιά Διαθήκη;
Ή πού αντιμετωπίζεται
το θέμα με άλλους όρους;
Αν υπάρχουν
περικοπές στις αρχαίες γραφές που αναγνωρίζουν ότι η «Εκκλησία» υπήρχε, τι θα
μπορούσε να είναι ευκολότερο από το να τις αναφέρουμε; Αλλά δεν υπάρχουν τέτοια
αποσπάσματα.
Ο Αβραάμ και οι
άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης δεν είχαν την ίδια πληρότητα φωτός, ούτε τα ίδια
προνόμια της σημερινής οικονομίας, όπως είχαν ο Πέτρος, ο Παύλος και ο Ιωάννης.
Απέχουμε πολύ από
την γνώμη, ότι «η Εκκλησία» και «η βασιλεία των ουρανών» είναι ισοδύναμοι όροι.
Λουκ.ι:23,24 Και στραφείς προς τους μαθητάς, είπε κατ'
ιδίαν· Μακάριοι οι οφθαλμοί οι βλέποντες όσα βλέπετε. Διότι σας λέγω ότι πολλοί
προφήται και βασιλείς επεθύμησαν να ίδωσιν όσα σεις βλέπετε, και δεν είδον, και
να ακούσωσιν όσα ακούετε, και δεν ήκουσαν.
Και οι μαθητές
απείχαν πολύ από το να έχουν ακούσει ή δει τότε όλα αυτά που προοριζόταν γι'
αυτούς.
Πολύ καιρό μετά
από αυτό, ακριβώς την παραμονή της αναχώρησής Του, τους είπε:
Ιωάν.ις:12,13 Έτι πολλά έχω να είπω προς εσάς, δεν
δύνασθε όμως τώρα να βαστάζητε αυτά. Όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα της
αληθείας, θέλει σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν· διότι δεν θέλει λαλήσει
αφ' εαυτού, αλλ' όσα αν ακούση θέλει λαλήσει, και θέλει σας αναγγείλει τα
μέλλοντα.
Ασφαλώς, αν αυτά
που είδαν και άκουσαν, στο προηγούμενο στάδιο της διδασκαλίας τους από τον
Κύριό μας, ήταν αντικείμενο ανικανοποίητου πόθου για τους αγίους των
προηγούμενων εποχών, πρέπει να υπάρχει ακόμη μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ όλων όσων
απολάμβαναν οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης και της μακαριότητας των μαθητών,
όταν ο Παράκλητος, το Πνεύμα της
αλήθειας, είχε έρθει.
Υπήρχε στις
αρχαίες ημέρες, όπως αναγνωρίστηκε από τον Θεό, μια κατάσταση πραγμάτων εντελώς
ασυμβίβαστη με τις βιβλικές συνθήκες της ύπαρξης της «Εκκλησίας».
Στην «Εκκλησία»
δεν υπάρχει ούτε Ιουδαίος ούτε Εθνικός, ενώ στους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης
αυτά τα λόγια εξέφραζαν μια διάκριση θεϊκά θεσμοθετημένη, η οποία δεν θα
μπορούσε σε καμία περίπτωση να παραμεριστεί.
Η παραμέληση
καθορισμένων εορτών και αγίων ημερών, στην τελευταία οικονομία, ήταν τόσο σοβαρή
αμαρτία, ώστε η αιχμαλωσία και η διασπορά του Ισραήλ, συνέβη για να «απολαύσει
η γη τα Σάββατα της.
Λευ.κς:34,35 Τότε η γη θέλει απολαύσει τα σάββατα αυτής
καθ' όλον τον καιρόν όσον αυτή μείνη έρημος και σεις εν τη γη των εχθρών σας·
τότε θέλει αναπαυθή η γη και θέλει απολαύσει τα σάββατα αυτής. Καθ' όλον τον
καιρόν της ερημώσεως αυτής θέλει αναπαύεσθαι διότι δεν ανεπαύετο εις τα σάββατά
σας, ότε κατωκείτε επ' αυτής.
Τώρα, το να «παρατηρούμε
ημέρας και μήνας και καιρούς και ενιαυτούς», είναι αρκετό για να κάνει έναν
απόστολο να αμφιβάλλει για εκείνους που το κάνουν:
Γαλ.δ:10,11 Ημέρας παρατηρείτε και μήνας και καιρούς
και ενιαυτούς. Φοβούμαι διά σας, μήπως ματαίως εκοπίασα εις εσάς.
Τότε, υπήρχε ένα
μέρος, όπου ο Κύριος είχε επιλέξει να τοποθετήσει το όνομά Του, και μόνο εκεί
θα μπορούσε να Τον πλησιάσουν και να Τον προσκυνήσουν.
Τώρα, καμία
ιδιαίτερη αγιότητα δεν αποδίδεται σε έναν τόπο από έναν άλλο, αλλά «όπου είναι
συγκεντρωμένοι δύο ή τρεις», λέει ο Κύριός μας, «στο όνομά μου, εκεί είμαι εγώ
ανάμεσά τους».
«Οι απερίτμητοι»
ήταν τότε μια ονομασία που στηριζόταν σε όλους εκτός από την ευνοημένη, ξεχωρισμένη
φυλή:
Τώρα διαβάζουμε:
«Εγώ ο Παύλος σας λέω, ότι αν περιτμηθείτε, ο Χριστός δεν θα σας ωφελήσει
τίποτα».
Αυτό δείχνει ότι
οι διαφορές που εξετάζουμε δεν είναι απλά παραλλαγές περιστάσεων ή
λεπτομερειών, αλλά ριζικές, θεμελιώδεις διαφορές.
Σίγουρα υπήρχαν
αληθινοί άγιοι εκείνη την εποχή – συγχωρέθηκαν, χωρίς αμφιβολία, και έγιναν
κληρονόμοι της απόλυτης, αιώνιας ευδαιμονίας, μέσω της αναδρομικής
αποτελεσματικότητας του πολύτιμου αίματος του Χριστού.
Αλλά η χάρη με
την οποία σώθηκαν, όχι μόνο δεν τους έβγαλε έξω από το πλαίσιο της οικονομίας στην
οποία ζούσαν, αλλά έκανε τις καρδιές τους να τηρούν, με μια πίστη ιδιόμορφη για
τον εαυτό τους, τόσο τις αρχές όσο και τους θεσμούς αυτής της οικονομίας.
Γι’ αυτούς ήταν
υπακοή και πιστότητα να τα παρατηρούν,
για την «Εκκλησία» είναι πιστότητα να τα αγνοεί.
Πόσο φανερό είναι
ότι «η Εκκλησία» όχι μόνο δεν υπήρχε,
αλλά δεν μπορούσε τότε να υπάρξει.
Ο τέλειος άνθρωπος.
Αν ο Χριστός είναι η Κεφαλή και η εκκλησία είναι το σώμα,
τότε και οι δύο πρέπει να αποτελούν ένα τέλειο άνθρωπο, γιατί δεν μπορούμε να διανοηθούμε
μια τέλεια Κεφαλή όπως ο Χριστός, ενωμένη με ένα ατελές σώμα.
Αυτό ακριβώς λέει ο Παύλος ότι πρέπει να γίνει:
Εφεσ.δ:11-13 Και αυτός έδωκεν άλλους μεν
αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και
διδασκάλους, προς την
τελειοποίησιν των αγίων, διά το έργον της διακονίας, διά την
οικοδομήν του σώματος
του Χριστού, εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της
πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις
μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού,
Στην Α ́ Κορ.γ:9-17, ο Παύλος μιλάει για την
Εκκλησία, κάτω από το σχήμα ενός κτιρίου ή ναού, του οποίου ο Χριστός είναι ο
κύριος ακρογωνιαίος λίθος:
«Διότι του Θεού είμεθα συνεργοί· σεις είσθε του Θεού
αγρός, του Θεού οικοδομή. Εγώ κατά την χάριν του Θεού την δοθείσαν εις
εμέ ως σοφός αρχιτέκτων θεμέλιον έθεσα, άλλος δε εποικοδομεί· έκαστος
όμως ας βλέπη πως εποικοδομεί· διότι θεμέλιον άλλο ουδείς δύναται να θέση παρά
το τεθέν, το οποίον είναι ο Ιησούς Χριστός…..».
«εν τω οποίω πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται
εις ναόν άγιον εν Κυρίω· εν τω οποίω και σεις συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον
του Θεού διά του Πνεύματος» (Εφες.β:19-22).
Εδώ βλέπουμε ότι όπως η παρουσία του Θεού φανερώθηκε στη
Σκηνή του Μαρτυρίου, έτσι και τώρα, σε αυτή την οικονομία, αφού ο Ισραήλ σε
εθνικό επίπεδο είναι εκτός κοινωνίας με τον Θεό, και δεν υπάρχει Ναός στα
Ιεροσόλυμα, η Εκκλησία από την Πεντηκοστή, είναι η ορατή «Κατοικία του Θεού»
στη γη.
Ο Ιωάννης μας λέει (Ιωάν.α:14), ότι ο «ΛΟΓΟΣ» (Ιησούς) «ἐσκήνωσεν
ἐν ἡμῖν», και μίλησε για το Σώμα Του σαν Ναό:
Ιωάν.β:19-21 Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε προς
αυτούς· Χαλάσατε τον ναόν τούτον, και διά τριών ημερών θέλω εγείρει αυτόν. Και
οι Ιουδαίοι είπον· Εις τεσσαράκοντα και εξ έτη ωκοδομήθη ο ναός ούτος, και συ
θέλεις εγείρει αυτόν εις τρεις ημέρας; Εκείνος όμως έλεγε περί του ναού του
σώματος αυτού.
Έτσι, μεταξύ της φανέρωσης του Θεού στο Ναό, και τώρα μέσω
του Πνεύματός Του στην Εκκλησία, φανερώθηκε στο «πρόσωπο» του Ιησού, και ο
Ιωάννης μας λέει ότι αυτός, ο Πέτρος και ο Ιάκωβος είδαν τη «Δόξα του Θεού» στο
πρόσωπο του Ιησού στο Όρος της Μεταμόρφωσης.
Ιωάν.α:14 Καὶ ὁ λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν
ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης
χάριτος καὶ ἀληθείας.
4. Πρέπει να είναι η «Νύφη του Χριστού».
Προς το παρόν, η Εκκλησία είναι μια αρραβωνιασμένη παρθένος.
Ο Παύλος είπε στην Εκκλησία της Κορίνθου:
Β’ Κορ.ια:2 Διότι είμαι ζηλότυπος προς εσάς κατά
ζηλοτυπίαν Θεού· επειδή σας ηρραβώνισα με ένα άνδρα, διά να σας παραστήσω
παρθένον αγνήν εις τον Χριστόν.
Στις ημέρες του Χριστού η μνηστεία ήταν τόσο ιερή όσο και ο
γάμος.
Ο πρώτος Αδάμ είχε τη Νύφη Του και ο δεύτερος ή ο Έσχατος
Αδάμ πρέπει να έχει τη Νύφη Του.
Ο λόγος του Θεού, μας λέει πώς ο πρώτος Αδάμ πήρε τη Νύφη
του:
Γέν.β:18 Και είπε Κύριος ο Θεός, Δεν είναι καλόν
να ήναι ο άνθρωπος μόνος· θέλω κάμει εις αυτόν βοηθόν όμοιον με αυτόν.
Γέν.β:21-24 Και επέβαλε Κύριος ο Θεός έκστασιν επί
τον Αδάμ, και εκοιμήθη· και έλαβε μίαν εκ των πλευρών αυτού και έκλεισε με
σάρκα τον τόπον αυτής. Και κατεσκεύασε Κύριος ο Θεός την πλευράν, την οποίαν
έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα και έφερεν αυτήν προς τον Αδάμ. Και είπεν ο
Αδάμ, Τούτο είναι τώρα οστούν εκ των οστέων μου και
σαρξ εκ της σαρκός μου· αύτη θέλει ονομασθή ανδρίς, διότι εκ του ανδρός
αύτη ελήφθη. Διά τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα
αυτού, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού· και θέλουσιν είσθαι οι δύο
εις σάρκα μίαν.
Ο Ιησούς κατά τη διάρκεια της ζωής Του σαν άνθρωπος, ήταν
μόνος, αλλά ένας βαθύς ύπνος, ο ύπνος του θανάτου έπεσε επάνω Του και από την
πληγωμένη πλευρά Του, σαν αποτέλεσμα της εξιλέωσης που έκανε στον σταυρό, προήλθε
η Εκκλησία στην οποία το Άγιο Πνεύμα έδωσε ζωή την Ημέρα της Πεντηκοστής.
Έτσι, όπως είπε ο Αδάμ για την Εύα «Τούτο είναι τώρα
οστούν εκ των οστέων μου και σαρξ εκ της σαρκός μου», έτσι μπορούμε να
πούμε για την Εκκλησία «μέλη
είμεθα του σώματος αυτού, εκ της σαρκός αυτού και εκ των οστέων αυτού»
(Εφες.ε:29-33).
Η γυναίκα φέρθηκε στον Αδάμ και παρουσιάστηκε σε αυτόν, αλλά
ο Χριστός θα παραστήσει την Εκκλησία στον εαυτό Του:
Εφες.ε:27 διά να παραστήση αυτήν εις εαυτόν
ένδοξον εκκλησίαν, μη έχουσαν κηλίδα ή ρυτίδα ή τι των τοιούτων, αλλά διά να
ήναι αγία και άμωμος.
Το ότι η Εύα ήταν παντρεμένη με τον Αδάμ φαίνεται στη Γέν.β:24
και αναφέρεται στα εδάφια Ματθ.ιθ:4,5 και Εφες.ε:31.
Γέν.β:24 Διά τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον
πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού·
και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν.
Ματθ.ιθ:4,5 Ο δε αποκριθείς είπε προς αυτούς· Δεν
ανεγνώσατε ότι ο πλάσας απ' αρχής άρσεν και θήλυ έπλασεν αυτούς και είπεν,
Ένεκεν τούτου θέλει αφήσει άνθρωπος τον πατέρα και την μητέρα και θέλει
προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού, και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν;
Εφεσ.ε:31 Διά τούτο θέλει αφήσει ο άνθρωπος τον
πατέρα αυτού και την μητέρα και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού, και
θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν.
Έχουμε μια όμορφη απεικόνιση του πώς ο Χριστός συγκεντρώνει
τη Νύφη Του, την Εκκλησία, στην ιστορία του πώς ο Ισαάκ πήρε τη νύφη του.
Στις Γραφές:
·
Ο Αβραάμ είναι τύπος Θεού.
·
Η Σάρρα είναι τύπος Ισραήλ.
·
Ο Ισαάκ είναι τύπος του Ιησού.
·
Ο Ελιέζερ είναι τύπος των εργατών του Θεού.
·
Η Ρεβέκκα είναι τύπος της Εκκλησίας.
·
Η Χετούρα, είναι τύπος του αποκατεστημένου Ισραήλ.
Όταν ήρθε ο καιρός να αποκτήσει σύζυγο ο Ισαάκ, ο πατέρας
του ο Αβραάμ δεν ήθελε να παντρευτεί μια Χαναναία, και έτσι έστειλε τον υπηρέτη
του τον Ελιέζερ στην Παδάν Αράμ για να βρει μία γι' αυτόν από τους συγγενείς
του Αβραάμ.
Όταν ο Ελιέζερ έφτασε στην Παδάν Αράμ, κατευθύνθηκε θεϊκά
στο σπίτι του Λάβαν, ενός εγγονού του Αβραάμ, του οποίου την αδελφή, τη Ρεβέκκα,
ο Θεός είχε επιλέξει να είναι σύζυγος του Ισαάκ (Γέν.κδ:12-14).
Η Ρεβέκκα συναίνεσε να γίνει σύζυγος ενός άνδρα που δεν είχε
δει ποτέ μόνο στις περιγραφές του Ελιέζερ, και αναχώρησε μαζί του, αφήνοντας
πίσω τους συγγενείς της.
Καθώς το καραβάνι πλησίαζε στο σπίτι του Αβραάμ, διαβάζουμε
ότι «εξήλθεν ο Ισαάκ να προσευχηθή εν τη πεδιάδι περί το εσπέρας»
και είδε τις καμήλες του πατέρα του να επιστρέφουν, και «υψώσασα η Ρεβέκκα
τους οφθαλμούς αυτής είδε τον Ισαάκ και κατεπήδησεν από της καμήλου». Συστήθηκε
από τον Ελιέζερ στον Ισαάκ και έγεινεν αυτού γυνή.
Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Θεός σήμερα στέλνει τους εργάτες Του,
με την οδηγία του Αγίου Πνεύματος, σε αυτόν τον κόσμο, σε αυτή την οικονομία
για να βρουν σύζυγο για τον Γιο Του Ιησού, και όταν ολοκληρωθεί ο πλήρης
αριθμός της Εκκλησίας, το Άγιο Πνεύμα θα την πάρει πίσω, στο σπίτι του Πατέρα
και ο Ιησούς, θα βγει στο μεσουράνημα κατά το εσπέρας αυτής της οικονομίας για
να τη συναντήσει (Α ́ Θεσ.δ:15-17).
Μερικοί υποστηρίζουν ότι επειδή η νύφη του Ισαάκ πάρθηκε από
τους συγγενείς του, για να ολοκληρωθεί ο τύπος, η Νύφη του Ιησού πρέπει να
είναι ο Ισραήλ, οι δικοί Του συγγενείς, και όχι η Εκκλησία που αποτελείται
κυρίως από εθνικούς.
Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, ενώ ο Αβραάμ ήταν ο πρώτος
Εβραίος, οι συγγενείς του ήταν εθνικοί.
Ο Αβραάμ δεν ήταν, αυστηρά μιλώντας, Ιουδαίος, διότι οι
Ιουδαίοι είναι απόγονοι του Ιούδα, του τέταρτου γιου του Ιακώβ ή του Ισραήλ.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η Ρεβέκκα δεν ήταν Ισραηλίτισσα, αλλά
Εθνική, οπότε ο τύπος ισχύει.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν «Δύο Νύμφες» που
αναφέρονται στις Γραφές.
Η μία στην Παλαιά Διαθήκη και η άλλη στην Καινή Διαθήκη.
·
Στην Παλαιά Διαθήκη είναι ο Ισραήλ, η Νύμφη του Γιάχβε.
·
Στην Καινή Διαθήκη είναι η Εκκλησία, η Νύμφη του
Χριστού.
Για τον Ισραήλ λέγεται: «Διότι ο ανήρ σου είναι ο Ποιητής
σου» (Ης.νδ:5-8).
Λόγω της πορνείας της, ο Ισραήλ είναι μια αποβληθείσα
σύζυγος, αλλά ο Θεός, ο σύζυγός της, υπόσχεται να την πάρει πίσω όταν
σταματήσει από τις μοιχείες της (Ιερ.γ:1-18, Ιεζ.ις:1-63, Ωσηέ β:1-23, γ:1-5).
Η Σάρρα είναι τύπος του Ισραήλ πριν από την πτώση του, και η
Χετούρα όταν ο Θεός θα τον πάρει πίσω ξανά.
Αλλά ο Αμνός (Χριστός) πρόκειται να παντρευτεί μία
ΠΑΡΘΕΝΟ.
Έτσι, η σύζυγος (Ισραήλ) της Παλαιάς Διαθήκης δεν μπορεί
να είναι η Νύφη (Παρθένος) της Καινής Διαθήκης.
Και πάλι η «Σύζυγος» (Ισραήλ) πρόκειται να κατοικήσει στην
επίγεια Ιερουσαλήμ κατά τη διάρκεια της Χιλιετίας, ενώ η «Νύφη» (η Εκκλησία) θα
κατοικήσει στη Νέα Ιερουσαλήμ.
Αυτές οι διακρίσεις δείχνουν ότι ο Ισραήλ δεν μπορεί να
είναι η «Νύμφη» του Χριστού.
Όσο για το ότι η Εκκλησία είναι και το «Σώμα» και η «Νύμφη»
του Χριστού, έχουμε τον τύπο της Εύας που ήταν από το «σώμα» του Αδάμ πριν
γίνει «νύμφη» του.