Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2024

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ (1)



Ο Μαλαχίας είναι ο τελευταίος προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης που διακόνησε γύρω στο 400 π.Χ. Από την εποχή του Μαλαχία, μέχρι που ήρθε ο Χριστός, ο Θεός έπαψε να μιλάει στο λαό Του με προφήτες. Έχουμε δηλαδή 400 σιωπηλά χρόνια!

Όλο αυτό το διάστημα των 400 χρόνων, το θρησκευτικό κατεστημένο θέσπισε ένα σύστημα κανόνων που δεν είχε να κάνει τίποτα με το εκφρασμένο θέλημα του Θεού. Οι Φαρισαίοι, οι Γραμματείς και οι Νομικοί, οι άνθρωποι δηλαδή που κρατούσαν τη θρησκεία στα χέρια τους, είχαν παρασύρει το λαό έξω απ’ τη σωστή ερμηνεία του Νόμου και των Γραφών.

Στο Λουκά α:16 ο άγγελος μιλώντας στο Ζαχαρία, τον πατέρα του Ιωάννη του Βαπτιστή, του λέει

“Και πολλούς των υιών Ισραήλ θέλει επιστρέψει εις Κύριον τον Θεόν αυτών”,

που σημαίνει ότι ο λαός Ισραήλ είχε απομακρυνθεί απ’ τον Θεό κι ο Ιωάννης με το κήρυγμά του θα επέστρεφε πολλούς απ’ αυτούς στην σωστή λατρεία. Όταν ο λόγος του Θεού χάνεται, ο άνθρωπος δημιουργεί δικούς του νόμους για να βολεύεται.

Στον Μάρκο ζ:5 μπορούμε να δούμε πώς αυτό το κατεστημένο αντιμετώπισε τον Κύριο Ιησού όταν ξεκίνησε να κηρύττει την βασιλεία των ουρανών:

“έπειτα ερωτώσιν αυτόν οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς, Διατί οι μαθηταί σου δεν περιπατούσι κατά την παράδοσιν των πρεσβυτέρων;”.

Παράδοση των πρεσβυτέρων ήταν όλα αυτά που είχαν φτιάξει νομίζοντας ότι κάνουν το θέλημα του Θεού. Είχαν γεμίσει με ξερούς τύπους με αποτέλεσμα να χάσουν το Πνεύμα του Θεού και να μην μπορούν ν’ αναγνωρίσουν ποιος ήταν αυτός που ρωτούσαν. Είχαν μπροστά τους τον Βασιλιά των βασιλιάδων, τον Κύριο των κυρίων, το Θεό εν σαρκί και Τον ρωτούσαν διατί οι μαθηταί σου.....!

Δεν μπορούσαν να Τον κατακρίνουν με τον λόγο του Θεού και γι’ αυτό χρησιμοποίησαν τις ανθρώπινες παραδόσεις.

Όλα αυτά έγιναν σ’ ένα διάστημα 400 χρόνων! Από τότε που ο Χριστός έζησε και κήρυξε εδώ στην γη, μέχρι σήμερα, έχουν περάσει περίπου 2.000 χρόνια.

Καταλαβαίνουμε λοιπόν τι μπορεί να έχει γίνει σ’ αυτό το διάστημα, ή μάλλον αυτό θα δούμε.

Οι σημερινοί Φαρισαίοι, με την ίδια αναίδεια έρχονται να ρωτήσουν: “Γιατί δεν περπατάτε σύμφωνα με την παράδοσή μας; Γιατί δεν στολίζετε Χριστουγεννιάτικο δέντρο, γιατί δεν λέτε κάλαντα, γιατί δεν στέλνετε ευχετήριες χριστουγεννιάτικες κάρτες, γιατί δεν ανταλλάσσετε δώρα, γιατί δεν βοηθάτε τους φτωχούς μέρες που είναι;”

Η απάντηση έρχεται απ’ το στόμα του ίδιου του Ιησού Χριστού:

“Ούτος ο λαός διά των χειλέων με τιμά, η δε καρδία αυτών μακράν απέχει απ’ εμού. Διότι αφήσαντες την εντολήν του Θεού, κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων”.

Αυτό τον μήνα ο λαός μας θα τιμήσει και πάλι με το στόμα το Χριστό, αλλά η καρδιά απέχει πολύ απ’ Αυτόν. Και συνεχίζει ο Κύριος:

“εις μάτην δε με σέβονται, διδάσκοντες διδασκαλίας, εντάλματα ανθρώπων” (Μάρκος ζ:7,8).

Όλα αυτά είναι μάταια, δεν ωφελούν τίποτα γιατί τα σύστησαν άνθρωποι και όχι ο Θεός.

Έχουμε λοιπόν απ’ τη μια μεριά την παράδοση, τα εντάλματα των ανθρώπων κι απ’ την άλλη τον λόγο του Θεού. Ο Χριστός περιμένει απ’ τον καθένα μας τι απ’ τα δύο θ’ ακολουθήσει τελικά, τις παραδόσεις ή τον λόγο Του. 

Ας ακούσουμε τι λέει ο Ιησούς και στο εδάφιο 13 του ίδιου βιβλίου:

“ακυρούντες τον λόγον του Θεού χάριν της παραδόσεώς σας”.

Ο δωδέκατος και τελευταίος μήνας του σύγχρονου ημερολογίου εξακολουθεί να λέγεται Δεκέμβριος, δηλαδή δέκατος, διατηρώντας το αρχαίο του όνομα από το ρωμαϊκό ημερολόγιο στο οποίο ο χρόνος άρχιζε από τον Μάρτιο κι όχι τον Ιανουάριο. Είναι μήνας γεμάτος “χριστιανικές” γιορτές και πλούσιος σε λαογραφικά έθιμα, τα οποία, έχουν καθαρή προχριστιανική προέλευση.

Είναι αλήθεια ότι πολλοί Χριστιανοί δεν είναι πληροφορημένοι σωστά γύρω από τα πραγματικά γεγονότα. Ακόμη και χριστιανικά περιοδικά παρουσιάζουν πολλές φορές μια ανακριβή εικόνα των πραγμάτων.

Πλησιάζουν λοιπόν τα Χριστούγεννα κι ο καινούριος χρόνος, γι’ αυτό κι οι άνθρωποι ετοιμάζονται από τώρα να “γιορτάσουν”. Θα χρειαζόταν ολόκληρο λαογραφικό σύγγραμμα για ν’ απαριθμηθούν και να ερμηνευτούν όλα τα ειδωλολατρικά στοιχεία που έχουν διατηρηθεί ως τις μέρες μας, όμως υπάρχει πολύ πλούσια βιβλιογραφία γύρω από το θέμα, στην οποία κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί ν’ ανατρέξει.

Με την ευκαιρία όμως αυτή, χρησιμοποιώντας διάφορες εγκυκλοπαίδειες όπως του Πυρσού, τον Πάπυρο Λαρούς, αποκόμματα από περιοδικά, το βιβλίο “Οι δύο Βαβυλώνες”, την Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια “Κόσμος” του Κονταίου, την λαογραφία του Κ. Ρωμαίου κ.α. θα κάνουμε μία ιστορική αναδρομή με σκοπό να μελετήσουμε την προέλευση όλων αυτών των εθίμων και των συνηθειών που συνδέονται μ’ αυτές τις “γιορτινές” μέρες.

Ξέροντας ότι η μόνη αλήθεια είναι ο λόγος του Θεού κι ότι η σωστή διδασκαλία για τον τρόπο ζωής και λατρείας των Χριστιανών δόθηκε από τους αποστόλους του Χριστού, θα δούμε τι μεσολάβησε στους αιώνες που ακολούθησαν και ποιες πρακτικές, ξένες με τη χριστιανική αλήθεια, εισέβαλαν κι επικράτησαν.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι αυτό που ζούμε σήμερα, όλες αυτές οι παγανιστικές, ειδωλολατρικές δοξασίες και τελετουργίες να έχουν καθιερωθεί ως “χριστιανικές”, εκτοπίζοντας τελείως αυτά που οι πρώτοι χριστιανοί πίστευαν κι έκαναν, υπακούοντας στον λόγο του Θεού και μόνο σ’ αυτόν.

Η πρώτη Εκκλησία, όπως είναι γνωστό, δεν γιόρταζε τα Χριστούγεννα. Μέσα στην Χριστιανική Εκκλησία, μέχρι τον 3ο αιώνα, ποτέ δεν έγινε λόγος για γιορτή Χριστουγέννων, η οποία καθιερώθηκε μετά τον 4ο αι. ακριβώς επειδή οι ειδωλολάτρες γιόρταζαν αυτές τις μέρες τη γέννηση του γιου της Βαβυλώνιας “Βασίλισσας των Ουρανών”.

Ο απώτερος σκοπός ήταν να πληθήνει ο αριθμός των δήθεν “πιστών” του χριστιανισμού με τον προσεταιρισμό των ειδωλολατρών. Αν ο Χριστός ήθελε να γιορτάζουμε την γέννησή Του, δεν θα το έλεγε; Θα βλέπαμε τουλάχιστον μέσα στο βιβλίο των Πράξεων των αποστόλων - που περιγράφει την ζωή της πρώτης εκκλησίας - κάποια αναφορά, όμως δεν υπάρχει πουθενά.

Οι δίκαιοι άνθρωποι μόχθησαν ν’ αναχαιτίσουν το ειδωλολατρικό κύμα που εισέβαλε στην εκκλησία αλλά, παρά τις προσπάθειές τους, συνεχίστηκε η αποστασία, ώσπου η Εκκλησία, μ’ εξαίρεση ένα μικρό υπόλοιπο, υποτάχθηκε στις ειδωλολατρικές δεισιδαιμονίες.

Αυτή την περίοδο των συμβιβασμών και των συγχωνεύσεων ο Κύριος την καυτηριάζει σαν “Υπεργαμία”, περισσότεροι από ένα γάμοι, απ’ όπου προέρχεται και το όνομα αυτής της εκκλησιαστικής περιόδου, Πέργαμος (Αποκ.β:12-15).

Η εκκλησία απομακρύνθηκε απ’ τον ένα άνδρα της τον Νυμφίο Ιησού και προσκολλήθηκε σε πολλούς διαπράττοντας πνευματικές πορνείες.

Είναι απόλυτα εξακριβωμένο και σίγουρο ότι τα Χριστούγεννα είναι ειδωλολατρική γιορτή. Η εποχή του έτους και οι τελετές με τις οποίες ακόμη γιορτάζονται, αποδεικνύουν την προέλευσή τους.

Στην Αίγυπτο ο γιος της Ίσιδας, Ώρος, της Αιγύπτιας Βασίλισσας του ουρανού, γεννήθηκε αυτή την εποχή, του χειμερινού ηλιοστασίου. Το όνομα με το οποίο είναι γνωστά τα Χριστούγεννα στους Αγγλοσάξονες, “Γιούλε-ντέι”, (Yule Day) αποδεικνύει την βαβυλωνιακή προέλευσή τους, γιατί “Γιούλε” είναι το Χαλδαϊκό όνομα για το μωρό (βρέφος) ή παιδάκι.

Η 25η Δεκεμβρίου ονομαζόταν από τους ειδωλολάτρες Yule Day ή “Ημέρα του Βρέφους” και η νύχτα που προηγείτο ονομαζόταν “Νύχτα της μητέρας”.

Όλα τα παραπάνω που συνέβαιναν πολύ πριν οι άνθρωποι αυτοί έρθουν σ’ επαφή με τον χριστιανισμό, αποδεικνύουν τον ειδωλολατρικό χαρακτήρα της γιορτής.

Η Σεμίραμις αυτοχρίσθηκε αρχιέρεια της Βαβυλωνιακής θρησκείας και θεωρήθηκε σαν ο μεσάζων μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Όταν ο γιος της, ο Θαμμούζ (στην Ελληνική μυθολογία ονομάζεται Άδωνις) έφτασε στη νεαρή ηλικία, σκοτώθηκε στο κυνήγι. Η Σεμίραμις τότε συγκέντρωσε ένα αριθμό από νεαρές παρθένες, οι οποίες έμειναν σε προσευχή και νηστεία για 40 ημέρες (από δω κρατάνε οι 40 μέρες νηστείας πριν τα Χριστούγεννα. Μέσα στον λόγο του Θεού πουθενά δεν βλέπουμε να ορίζονται σαραντάημερα νηστείας, εκτός απ’ αυτά που τηρούσαν οι Εβραίοι όταν είχαν πέσει στην ειδωλολατρία λατρεύοντας τον Θαμμούζ, τα οποία ο Θεός ονομάζει βδελύγματα (Ιεζεκιήλ η:13,14).

Μετά απ’ αυτή την περίοδο, υποτίθεται ότι ο Θαμμούζ θα ανασταινόταν από τους νεκρούς με την δύναμη της μητέρας του, της “Βασίλισσας των Ουρανών”.

Αυτό το 40ήμερο προσευχής και νηστείας έγινε μία ετήσια συνήθεια σ’ όλο το Βαβυλωνιακό κράτος. Στο τέλος αυτής της περιόδου λάβαινε χώρα γιορτή προς τιμήν της Σεμίραμις και του Θαμμούζ. Στα γενέθλια του Θαμμούζ έστηναν αειθαλή δένδρα όπως έλατα σαν σύμβολα της αιώνιας ζωής και στα κλαδιά τους κρεμούσαν αφιερώματα και δώρα για τον γιο της Σεμίραμις.

Το χριστουγεννιάτικο δένδρο, το οποίο προέρχεται από το δένδρο των γενεθλίων του Θαμμούζ ήταν διαδεδομένο στην ειδωλολατρική Ρώμη και την Αίγυπτο. Εκεί ήταν φοινικιά, ενώ στη Ρώμη ήταν έλατο.

Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς τί κάνει όταν στολίζει “Χριστουγεννιάτικο” δέντρο. Βέβαια δημιουργείται ωραία ατμόσφαιρα.... είναι ωραία - λέει - ν’ ακούς το “Άγια νύχτα” το βράδυ δίπλα στο φωτισμένο δέντρο με το τζάκι αναμμένο κτλ, όμως ο διάβολος πάντα θέλει να παίζει με τα συναισθήματα των ανθρώπων.

Ο Ιησούς κάποτε είπε στο Ιωάν.η:32: θέλετε γνωρίσει την αλήθεια, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.

Αν θες να αισθανθείς όμορφα, πήγαινε κατευθείαν στον Χριστό, χωρίς δέντρα, χωρίς εικόνες, χωρίς μάταια πράγματα.

Από τον 18ο αιώνα επικράτησε η χρήση του φωτισμένου χριστουγεννιάτικου δέντρου, η οποία γρήγορα γενικεύτηκε στην Ευρώπη. Οι Σάξονες χρησιμοποιούσαν κισσό και πρίνο, ενώ το γκι κατά το γιορτασμό είναι κελτικό υπόλειμμα.

Τα θρησκευτικά δράματα με θέμα την γέννηση του Χριστού αποτέλεσαν από νωρίς μέρος του γιορτασμού των Χριστουγέννων ενώ τα θρησκευτικά τραγούδια έκαναν την εμφάνισή τους τον 13ο αι.

Η αναπαράσταση της φάτνης, η οποία συνηθίζεται στους ρωμαιοκαθολικούς ναούς, λέγεται πως οφείλεται στον Αγ. Φραγκίσκο της Ασίζης. Η αποστολή ευχετήριων καρτών άρχισε να γίνεται από τα μέσα του 19ου αιώνα.

Το γιορτινό καθεστώς των Χριστουγέννων έχει το ακριβές αντίγραφό του στην “Γιορτή του Μεθυσιού” της Βαβυλώνας και όλοι σχεδόν οι λατρευτικοί τύποι και οι συνήθειες που τηρούνται από τους “χριστιανούς” αυτές τις μέρες προήλθαν απ’ την ίδια εκείνη περιοχή.

Αυτές τις μέρες οι Βαβυλώνιοι γιόρταζαν τα γενέθλια του γιου της Σεμίραμις, του Θαμμούζ, ο οποίος θεωρείτο η ενσάρκωση του θεού Ήλιου ή Βάαλ. Τα κεριά και οι λαμπάδες που ανάβονται αυτές τις μέρες, τα οποία διατηρούνται αναμμένα όσο διαρκεί η γιορταστική περίοδος (πρβλ. το στολισμό της αγοράς και των δρόμων με φώτα και λαμπιόνια καθώς και τα φωτάκια στο στολισμένο δέντρο) τα άναβαν οι ειδωλολάτρες την παραμονή της γιορτής του Βαβυλώνιου θεού για να τον τιμήσουν.

Η ίδια γιορτή πέρασε και στην αρχαία Ρώμη σαν Σατουρνάλια κι εμπλουτίστηκε με κάποιους ιδιαίτερους τρόπους εορτασμού. Τις μέρες που διαρκούσε επιτρεπόταν κάθε ελευθεριότητα, χαλάρωναν όλοι οι φραγμοί κι επικρατούσαν τα μεθύσια και τα ξεφαντώματα. Οι σκλάβοι είχαν προσωρινή ελευθερία κι επιτρεπόταν κάθε είδους ακολασία με τους κυρίους τους.

Ήταν, μάλιστα, έθιμο οι κύριοι να υποτάσσονται στους δούλους τους κι ένας απ’ αυτούς να κυβερνάει το σπίτι, ντυμένος με πορφύρα σα βασιλιάς.

Αυτόν τον πορφυροντυμένο υπηρέτη τον αποκαλούσαν “Ζογάνες”, δηλαδή “Άνθρωπο του κεφιού και της ακολασίας” κι αντιστοιχούσε ακριβώς στον “Κύριο της Αναρχίας”, ο οποίος τον Μεσαίωνα εκλεγόταν σ’ όλες τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες για να διευθύνει τα ξεφαντώματα των Χριστουγέννων. Αυτός είναι ο Santa-Claus (Άι-Βασίλης) ο χριστουγεννιάτικος πορφυροντυμένος άνδρας, με τα άσπρα γένια.

Ο ειδωλολατρικός Σάντα Κλάους δεν έχει καμιά σχέση με τον επίσκοπο Καισαρείας Βασίλειο, γνωστό απ’ την ιστορία για την λιτή ζωή του και τη διάθεση των υπαρχόντων του στους φτωχούς. Ωστόσο, τα καταστήματα, τα σπίτια κι οι εκκλησίες ακόμη στολίζονται τις μέρες αυτές μ’ αυτή την ειδωλολατρική μορφή που γελάει ευτυχισμένα για το κατάντημα του χριστιανικού κόσμου.

Αργότερα, γύρω στο 300 μ.Χ. καθιερώθηκαν τα Επιφάνια ή Θεοφάνια που γιορτάζονταν στις 6 Ιανουαρίου ως ημέρα της επιφάνειας (Θεοφανίας) στον κόσμο της θεότητας του Ιησού Χριστού. Μαζί άρχισε να γιορτάζεται η γέννηση κι η βάπτιση του Σωτήρα.

Από την Ανατολή τα Θεοφάνια ή Φώτα ταξίδεψαν στη Δύση, όπου είχαν οριστεί και ως ιδιαίτερη γιορτή τα Χριστούγεννα. Ο καθορισμός των Χριστουγέννων ως χωριστής πλέον γιορτής την 25η του Δεκεμβρίου έγινε για πρώτη φορά στη Ρώμη, γύρω στο 335 μ.Χ.

Ακριβώς επειδή την ίδια μέρα γιορταζόταν η ειδωλολατρική γιορτή του Ήλιου (DIES NATALIS INVICTI SOLIS = γενέθλια του αήττητου ήλιου), με την οποία τιμούσαν το θεό Άττη και τον Μίθρα, τα Χριστούγεννα καθιερώθηκε να γιορτάζονται αυτή την ημερομηνία για να αντικαταστήσουν την μεγάλη εκείνη γιορτή των εθνικών, εφόσον και για τους Χριστιανούς ο Ιησούς Χριστός είναι ο Ήλιος της Δικαιοσύνης.

Ωστόσο, παρά το χριστιανικό μανδύα τους, αυτοί οι γιορτασμοί και τα έθιμα μιλούν για την προχριστιανική τους προέλευση. Όπως σχολιάζουν σχεδόν όλες οι εγκυκλοπαίδειες, τα περισσότερα έθιμα του Δωδεκαημέρου κατάγονται από τις ρωμαϊκές εορτές που γινόταν την ίδια περίοδο, δηλαδή τα Σατουρνάλια (17 - 23 Δεκεμβρίου), αμέσως μετά την λήξη της σποράς του σταριού και γιορτάζονταν για να τιμήσουν το θεό Κρόνο (Saturnus = Saturnalia).

Τα γενέθλια του αήττητου ήλιου στις 25 Δεκεμβρίου, την πρώτη των Καλένδων του Ιανουαρίου και τα Βότα στις 3 Ιανουαρίου. Οι γιορτές αυτές, εξαιρετικά δημοφιλείς, είχαν ενσωματώσει πολλά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής λατρείας, καθώς και της Ανατολής.

Η τοποθέτηση μεγάλων “χριστιανικών” επετείων (Γέννησης, Περιτομής και Βάπτισης του Χριστού) στο ίδιο χρονικό διάστημα δεν μπόρεσε, όπως ήταν φυσικό, να εκτοπίσει τελείως και προπαντός στην ύπαιθρο, τις μακρόχρονες και βαθιά ριζωμένες συνήθειες των ημερών αυτών.

Την 17η Δεκεμβρίου γινόταν θυσία χοίρου προς τιμή του θεού Κρόνου και της Δήμητρας για την καρποφορία και την ευφορία της γης και μετά προσφέρονταν κοινά γεύματα για όλους τους πολίτες, δημοσία δαπάνη.

Η ημέρα αυτή καθώς και οι τρεις επόμενες ήταν αργία για τα σχολεία και τα δικαστήρια. Πομπές από άντρες και γυναίκες, στεφανωμένοι με γιρλάντες από λουλούδια και κρατώντας κεριά, πρόσφεραν πράσινα στεφάνια (είναι τα ίδια που σήμερα κρεμάνε έξω απ’ τις πόρτες) στον Κρόνο σα δώρα.

Την εβδομάδα αυτή και σ’ όλη τη διάρκεια των Καλένδων του Γενάρη ξεχνούσαν κάθε ταξική διαφορά. Τις μέρες των εορτών επιτρέπονταν τα τυχερά παιγνίδια με χρήματα που ήταν γενικά απαγορευμένα (Σας θυμίζει τίποτα αυτό; Γιατί τα ίδια πράγματα να συμβαίνουν τις ίδιες μέρες;).

Στις 21 και 22 Δεκεμβρίου πωλούνταν στην αγορά μικρά αγαλμάτια, τα οποία οι άνθρωποι αγόραζαν και δώριζαν στους γνωστούς τους. (Σήμερα αυτά είναι σοκολατένια πάνινα ή χάρτινα και απεικονίζουν τον “Άγιο Βασίλη”!).

Όταν συναντιόνταν αυτές τις μέρες χαιρετιόνταν με την προσφώνηση “Bona Saturnalia”, “Καλά Σατουρνάλια” (πρβλ. τις ευχές για “Καλά Χριστούγεννα” που ανταλλάσσονται σήμερα). Οι πλούσιοι μοίραζαν στους φτωχούς μεγάλα χρηματικά ποσά. (Και σήμερα οι πλούσιοι θέλουν να κάνουν το ίδιο!)

Τα δώρα λέγονταν στα Λατινικά στρέναι (strenae) που σημαίνει προμήνυμα και οιωνός (bona strena = καλός οιωνός). Αυτό δηλώνει ότι τα δώρα ανταλλάσσονταν συμβολικά, για να αποτελέσουν καλό οιωνό για την χρονιά που ερχόταν. Αρχικά τα δώρα ήταν φύλλα δάφνης, αργότερα τρόφιμα κι αντικείμενα τέχνης.

Τέτοια σώθηκαν ως εμάς με κάποιες επιγραφές, όπως “annum novum felicem tibi” , δηλ. “ο καινούριος χρόνος ας είναι για σένα ευτυχισμένος”. (Δεν είναι λοιπόν τίποτα καινούριο οι ευχές που σήμερα γράφουν στις χριστουγεννιάτικες κάρτες!).

Κάποιοι Πατέρες ξεσηκώθηκαν ενάντια σ’ αυτή τη συνήθεια, ονομάζοντάς τα “δώρα διαβολικά”, ενώ η σύνοδος στην Οξέρ της Γαλλίας το 578 τα απαγόρευσε, για να μην ξοδεύονται τόσα χρήματα που μπορούσαν να διατεθούν σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. Ωστόσο, η συνήθεια της ανταλλαγής δώρων αυτές τις μέρες επικράτησε τελικά.

Στην Ανατολή η ανταλλαγή δώρων γίνεται την παραμονή της Πρωτοχρονιάς (Αγ. Βασίλης), ενώ στη Δύση συνηθίζεται τα Χριστούγεννα (Αγ. Νικόλαος, Αγ. Μαρτίνος).

Από τα παραπάνω γίνεται φανερή η προέλευση πολλών εθίμων που λαμβάνουν χώρα σήμερα, σε πολλά μέρη της χώρας μας αλλά και στο εξωτερικό.

Πέρα απ’ αυτά που αναγνωρίζει κανείς με την πρώτη ανάγνωση, αξίζει να αναφέρουμε ιδιαίτερα τα χοιροσφάγια, την σφαγή δηλ. οικόσιτου χοίρου, ο οποίος προορίζεται για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι, συνήθεια που επιβιώνει σε πολλές περιοχές της χώρας μας από τα αρχαία Σατουρνάλια.

Με το αίμα των χοίρων που σφάζονται τα Χριστούγεννα αλείφουν τα κέρατα των άλλων κτηνών για να τα προφυλάξουν από ασθένειες, γιατί το αίμα του χοίρου θεωρείται αγιασμένο εξαιτίας της γιορτής.

Ακόμα η νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων θεωρείται κατάλληλος για μαντείες, ιδιαίτερα από και για τις νεαρές κοπέλες. (Α.Χ. Μπούτουρα Προλήψεις του Ελληνικού λαού και ερμηνεία αυτών).

Αυτά κάνουν οι άνθρωποι, αλλά ας δούμε τί λέει ο λόγος του Θεού πάνω σ’ αυτό το θέμα. Ο Θεός έχει εκφράσει την απέχθειά Του για το αίμα και το κρέας του χοίρου (Ησ.ξε:4, ξς:3, 17) γιατί ο Αντίοχος ο Επιφανής - τύπος του Αντίχριστου - μόλυνε τα Αγια των Αγίων σφάζοντας χοίρο μέσα σ’ αυτά και ραντίζοντας με το αίμα του τον χώρο.

Όσο αφορά τις μαντείες, ο Θεός και πάλι έχει εκφραστεί σχετικά μ’ αυτό στο Δευτ.ιη:9-12 “Αφού εισέλθης εις την γήν την οποίαν Κύριος ο Θεός σου δίδει εις σε, δεν θέλεις μάθει να πράττης κατά τα βδελύγματα των εθνών εκείνων. Δεν θέλει ευρεθή εις σε ουδείς διαπερνών τον υιόν αυτού ή την θυγατέρα αυτού διά του πυρός, ή μαντευόμενος μαντείαν, ή προγνώστης των καιρών, ή οιωνοσκόπος, ή μάγος, ή γόης, ή ανταποκριτής δαιμονίων, ή τερατοσκόπος, ή νεκρόμαντις. Διότι πάς ο πράττων ταύτα είναι βδέλυγμα εις τον Κύριον και εξαιτίας των βδελυγμάτων τούτων, Κύριος ο Θεός σου εκδιώκει αυτούς απ’ έμπροσθέν σου”.

Το ερώτημα που προβάλει εδώ είναι, γιατί η κρατική εκκλησία δεν κάνει κάτι για όλα αυτά; Γιατί δεν τα απαγορεύει; Γιατί δεν λέει την αλήθεια στους ανθρώπους;

Από την γιορτή αυτή προέρχεται και η συνήθεια της καύσης των κεριών και των λαμπάδων, τις οποίες αντάλλασσαν μεταξύ τους σαν δώρα. Τα φώτα, γενικά, διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο σε πολλές γιορτές του χειμερινού ηλιοστάσιου. Οι άνθρωποι άναβαν κεριά, δάδες και λαμπάδες ή έβαζαν ξύλα στο τζάκι για να μένει αναμμένο χωρίς διακοπή, σε μία προσπάθεια να ενισχύσουν το φως του ήλιου που λιγόστευε το χειμώνα, όπως πίστευαν. Μ’ αυτό τον τρόπο, εκφράζανε την εξάρτησή τους από τον ήλιο, τον οποίο λάτρευαν σαν θεό. Στις μέρες μας σε πολλές αγροτικές περιοχές της Ελλάδας έχουν επιβιώσει ανάλογες συνήθειες και δεισιδαιμονίες.

Η οικουμενική σύνοδος στον Τρούλλο το 692 επέβαλε ποινή καθαίρεσης στους κληρικούς κι αφορισμό στους λαϊκούς που έπαιρναν μέρος στις γιορτές αυτές, ωστόσο είχαν τόσο μεγάλη απήχηση κι ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες που δεν έπαψαν να γιορτάζονται. Ακόμα και κληρικοί μεταμφιέζονταν κι έψαλλαν απρεπή τραγούδια χορεύοντας προκλητικά.

Τα σημερινά έθιμα της Πρωτοχρονιάς είναι πολύ αρχαία και προέρχονται απ’ την ειδωλολατρική γιορτή των Καλένδων. Τον στολισμό της αγοράς αναφέρει ο Χρυσόστομος, ενώ όπως μας πληροφορεί ο Λιβάνιος συνηθίζονταν από τότε τα γλέντια: “πανταχού δε πότοι και τράπεζαι συβαριτικαί και γέλωτες”.

Βέβαια ο λόγος του Θεού για όλα αυτά έχει να πει ότι ο δούλος του Κυρίου “εις πάντα εγκρατεύεται” (Α’ Κορ.θ:25) καθώς και ότι “είτε λοιπόν τρώγετε, είτε πίνετε, είτε πράττετε τι, πάντα πράττετε εις δόξαν Θεού” (Α’ Κορ.ι:31).

Η δοκιμή της τύχης με τυχερά παιχνίδια, όπως αναφέραμε πιο πάνω, συνηθιζόταν απ’ την αρχαιότητα.

Επίσης, απ’ αυτή την εποχή, ξεκίνησε το έθιμο, παιδιά κι ηλικιωμένοι να γυρίζουν στα σπίτια και να ψάλλουν επαινετικά ή περιγελαστικά τραγούδια που επικράτησε αργότερα να λέγονται “Κάλαντα”, γιατί ψάλλονταν κυρίως στις Καλένδες του Γενάρη, την Πρωτοχρονιά και πέρασαν ύστερα στα Χριστούγεννα και τα Φώτα.

Οι μεταμφιέσεις στις γιορτές των Βρουμαλίων και των χειμερινών Καλένδων, παρ’ όλες τις απαγορευτικές διατάξεις δεν έπαψαν. Η συνήθεια αυτή προήλθε από την ελληνική λατρεία του Διόνυσου, όπου η μεταμφίεση των ανδρών σε γυναίκες θεωρούνταν τόσο απαραίτητη, ώστε στην Αλεξάνδρεια τον 10ο μ.Χ. αι. κάποιος φιλόσοφος κατηγορήθηκε από τον βασιλιά ότι μόνο αυτός δε ντύθηκε γυναικεία.

Είναι επίσης γνωστό ότι σ’ όλη την ελληνική επικράτεια, αυτές τις μέρες, επικρατεί η δοξασία ότι το Δωδεκάμερο, δηλ. το χρονικό διάστημα από την παραμονή των Χριστουγέννων ως την παραμονή των Φώτων βγαίνουν οι Καλικάντζαροι.

Αυτοί είναι καταχθόνιοι δαίμονες, οι οποίοι πιστεύεται ότι μπαίνουν στα σπίτια συνήθως από την τρύπα της καμινάδας. Κατά την τουρκοκρατία στην Αθήνα κι αλλού λέγονταν Κωλοβελόνηδες και το Δωδεκάμερο λεγόταν “του Κωλοβελονιού”.

Ο λαός φαντάζεται τους Καλικάντζαρους μαύρους κι άσχημους, με κόκκινα μάτια, με τράγινα πόδια, με χέρια σαν της μαϊμούς και με τρίχες σ’ όλο τους το σώμα. Πιστεύουν ότι πελεκούν το δένδρο που βαστάει την γη με τα τσεκούρια τους, αλλά όταν πλησιάζουν να το κόψουν έρχεται ο Χριστός και τότε χιμάνε πάνω στην γη κι ενοχλούν και πειράζουν τους ανθρώπους.

Από πού προέρχεται αυτή η δοξασία για τους Καλικάντζαρους. Το γεγονός ότι έρχονται από τον Κάτω Κόσμο, όπου διαμένουν όλο τον χρόνο, ότι έχουν διάφορες μορφές, ότι θορυβούν, πηδούν, χορεύουν και ενοχλούν, χωρίς να κακοποιούν θανάσιμα τους ανθρώπους ή μιαίνουν απλώς τις τροφές, κάνει πολύ πιθανό το συσχετισμό τους με τους νεκρούς.

Σύμφωνα με μια πλατιά διαδεδομένη πίστη - όχι όμως με τον λόγο του Θεού - οι νεκροί μπορούν να επιστρέφουν κάθε τόσο ανάμεσα στους ζωντανούς.

Στην Καππαδοκία πίστευαν ότι το Δωδεκάμερο, από τις 25 Δεκεμβρίου ως τις 6 Ιανουαρίου, οι πεθαμένοι γυρίζουν στους δρόμους και μπαίνουν στα σπίτια από την καπνοδόχο, όπως οι Καλικάντζαροι. Εκεί, όμως, τους αποκαλούσαν “μνημοράτους”, δηλ. νεκρούς που ήρθαν απ’ τα μνημούρια, τα μνήματα.

Οι αρχαίοι Αθηναίοι πίστευαν ότι οι ψυχές στον Άδη, “οι κήρες”, ξαναγύριζαν στον κόσμο στην γιορτή των Ανθεστηρίων, επειδή ο Άδης ήταν ανοιχτός. Πίστευαν ακόμα ότι ενοχλούσαν τους ανθρώπους κι ότι μίαιναν τις τροφές. Γι’ αυτό κι οι αρχαίοι Αθηναίοι, για να αποφύγουν το μίασμα, περίζωναν τα ιερά με κόκκινο νήμα, δημιουργώντας έτσι ένα μαγικό κύκλο, τον οποίο δεν μπορούσαν να υπερβούν οι ψυχές ή άλειφαν με πίσσα τις πόρτες των σπιτιών.

Όταν περνούσαν οι μέρες των γιορτών, έδιωχναν τους ενοχλητικούς επιδρομείς πίσω στον Άδη, τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, φωνάζοντας μια φράση που έμεινε παροιμιώδης. Έλεγαν δηλ., “Θύραζε, κήρες, ουκέτ’ Ανθεστήρια” που σημαίνει, “Εμπρός, έξω από την πόρτα, ψυχές επιβλαβείς, δεν είναι πια Ανθεστήρια”. Σε πολλά μέρη και σήμερα προσπαθούν να αποδιώξουν τους Καλικάντζαρους με ανάλογους τρόπους.

ΑΥΡΙΟ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ