Εδώ, η θεωρία της τριάδας, βλέπει
τον προϋπάρχοντα «θεό Υιό».
Λένε δε ότι αυτή είναι μια
καταφανής ομολογία του ίδιου του Χριστού για την προΰπαρξη Του δίπλα στον
Πατέρα.
Ας δούμε το εδάφιο αυτό από το
κριτικό κείμενο:
«καὶ νῦν δόξασον με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δοξῇ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί».
Βλέπουμε ότι στο κείμενο η έννοια
αλλάζει τελείως. Ο Ιησούς ζητά από τον Πατέρα να τον δοξάσει «παρά τον Εαυτό
Του», με τη δόξα που είχε, πριν ακόμη ο κόσμος υπάρξει κοντά Του.
Το «παρά σοι», δεν αναφέρεται στο
Χριστό, αλλά στον κόσμο, δηλ. στους ανθρώπους, ή ακόμη και σε όλη τη
δημιουργία.
Η θεωρία της τριάδας θέλει να μας
δείξει εδώ το «θεό Υιό», προϋπάρχοντα «παρά» δηλ. δίπλα στον Πατέρα, ίσο
προαιώνιο και συνάναρχο.
Όμως, πουθενά ο λόγος του Θεού,
δεν αναφέρει το Χριστό έτσι. Αντίθετα, ο Ίδιος μας διευκρίνισε πολλές φορές ότι
«ΕΞΗΛΘΕ ΕΚ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ», ή «ΕΞΗΛΘΕ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ». Σύμφωνα με τη γραμματική, το «παρά» όταν
συντάσσεται με γενική, φανερώνει κίνηση εκ τινός, δηλ. κίνηση από μέσα προς τα
έξω.
Αφού λοιπόν είναι βέβαιο, ότι ο
Χριστός εξήλθε μέσα από τον Πατέρα, σημαίνει ότι είχε την προΰπαρξη Του όχι
ΠΑΡΑ, αλλά ΕΝ, δηλ. μέσα στον Πατέρα.
Πριν γεννηθεί ο Χριστός, ήταν ο λόγος
του Πατέρα. Ο Πατέρας προείδε τη ζωή και τη διακονία του Χριστού και με βάση αυτό,
θεμελίωσε τα πάντα. Μέσα σ' Αυτόν είδε όλη τη δημιουργία, τόσο την υλική όσο
και την πνευματική. Η δόξα που είχε ο Χριστός πριν να υπάρξει ακόμη ο κόσμος,
ήταν η δόξα του προγνωρισμένου Αμνού, ο οποίος επρόκειτο να πεθάνει για τις
αμαρτίες όλου του κόσμου και έτσι να επαναφέρει στον Πατέρα τα πλάσματα Του.
Αυτό μας λέει ο απ. Πέτρος (Α’
Πέτρ.α:19-20) «ἀλλὰ τιμίῳ αἵματι ὡς ἀμνοῦ ἀμώμου καὶ ἀσπίλου Χριστοῦ, προεγνωσμένου
μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου φανερωθέντος δὲ ἐπ' ἐσχάτου τῶν χρόνων δι' ὑμᾶς..»
Ο Χριστός πριν υπάρξει ο κόσμος,
ήταν μέσα στην πρόθεση και πρόγνωση του Πατέρα, σαν το Αρνίο της θυσίας, για την
εξιλέωση όλου του κόσμου, δηλαδή σαν Λόγος, το ρήμα του Πατέρα, διά του οποίου
έγινε ότι έγινε.
Η δόξα λοιπόν που είχε ο Χριστός,
είναι αυτή που μας περιγράφει ο λόγος του Θεού με τόση ακρίβεια και
λεπτομέρεια, που είναι n δόξα του Αμνού της θυσίας, του Μεσίτη του Αρχιερέα.
Αυτό που η θεωρία της τριάδας ονομάζει
δόξα την οποία είχε ο Χριστός πριν ακόμη υπάρξει ο κόσμος, είναι η δόξα του «θεού
Υιού». Η θέση Του δηλαδή μέσα στη θεότητα, σαν το δεύτερο πρόσωπο.
Είδαμε όμως ότι αυτό είναι μια υπόθεση,
ανύπαρκτη μέσα στο λόγο του Θεού, χωρίς κανένα Βιβλικό στήριγμα. Αν τώρα
υποθέσουμε ότι πράγματι ο Χριστός ήταν το δεύτερο πρόσωπο της θεότητας, ίσο και
παντοδύναμο με τα άλλα δυο, τότε ρωτάμε: Γιατί ο Χριστός να ζητάει τη δόξα του «θεού
Υιού» από τον Πατέρα, τη στιγμή που ενώ ήταν κάτω στη γη ήταν ταυτόχρονα
άνθρωπος και «θεός Υιός»;
Αφού ο Ίδιος είχε τη δύναμη να κάνει τα πάντα σαν θεός, γιατί ζητάει
κάτι που εκ φύσεως του ανήκει;
Μήπως ο Υιός φοβόταν ότι ο
Πατέρας δεν θα τον άφηνε να πάρει τη δόξα που είχε πριν;
Εάν ναι, τότε ο Πατέρας πράγματι
είναι μεγαλύτερος από το «θεό Υιό», οπότε έχουμε δυο θεούς, έναν μεγάλο και
έναν μικρό.
Εάν όχι, τότε γιατί να
προσεύχεται για κάτι που δικαιωματικά του ανήκει;
Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να
υπάρξει ο θεός χωρίς το δεύτερο πρόσωπο, γιατί τότε δεν θα ήταν πλήρωμα
(σύμφωνα πάντα με το σκεπτικό της θεωρίας της τριάδας) αλλά ελλιπής.
Υπάρχουν ορισμένοι που πιστεύουν
ότι όταν ο Χριστός ήταν στη γη, δεν ήταν θεός υιός, αλλά σκέτος άνθρωπος, γιατί
λένε ότι ο «θεός Υιός» άφησε τη δόξα του και έγινε άνθρωπος και τώρα ο Χριστός
ζητάει τη δόξα του «θεού Υιού» την οποία άφησε.
Αυτό είναι μεγάλο λάθος. Η Γραφή
μας λέει ότι ο Θεός είναι ΑΝΑΛΛΟΙΩΤΟΣ και ότι σ’ Αυτόν, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΚΙΑ
ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ!! (Ιάκ.α:17, Μαλαχ.γ:6). Πως λοιπόν ο θεός αλλοιώθηκε και έγινε
άνθρωπος;
Αν όντως συνέβη αυτό, τότε ο Θεός
έχασε το ένα τρίτο Του, όταν ο «θεός Υιός» έγινε άνθρωπος. Δηλαδή, ο θεός για
ένα διάστημα υπήρχε χωρίς να είναι πλήρωμα, αφού έλειπε το ένα τρίτο.
Όταν ο Χριστός στο Ιωάν.η:58
είπε: «πριν γίνει ο Αβραάμ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ»
η θεωρία της τριάδας λέει ότι είναι απόδειξη της προΰπαρξης του «θεού Υιού». Αν
δεχτούμε τη θεωρία της «κένωσης», ότι δηλ. ο «θεός Υιός» έγινε άνθρωπος και
έπαψε να υπάρχει σαν «θεός», τότε δεν έπρεπε να μας πει: «...πριν γίνει ο
Αβραάμ εγώ ειμί», αλλά «…εγώ ΗΜΟΥΝ» γιατί εκείνη τη στιγμή που μιλούσε δεν ήταν
«θεός Υιός», αφού είχε αφήσει τη δόξα του και τη θεότητα Του.
Όμως λέει «ΕΓΩ ΕΙΜΙ» που σημαίνει
ότι εκείνη την ώρα που το έλεγε συνέχιζε να είναι ο Μέγας «εγώ ειμί». Αν λοιπόν
το «ΕΓΩ ΕΙΜΙ» το έλεγε σαν «θεός Υιός», τότε γιατί να προσεύχεται για τη δόξα
που είχε; Γιατί ζητούσε κάτι που ήδη είχε σαν ο υποτιθέμενος «θεός Υιός»;
Ο Χριστός, πριν να γεννηθεί στη
γη, ήταν μέσα στον Πατέρα σαν ο Λόγος Του. Όταν γεννήθηκε διά μέσου της
παρθένου Μαρίας (ο λόγος σαρξ εγένετο),
άρχισε να υπάρχει ξεχωριστά από τον Πατέρα, σαν προσωπικότητα, σαν τέλειος
άνθρωπος, ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς.
Αυτό που ζητάει τώρα στο Ιωάν.ιζ:5
ο Χριστός, είναι να δοξαστεί παρά τον Πατέρα, δηλ. ζητάει τη θέση του Μεσίτη
για το ανθρώπινο γένος. Δεν ζητάει κάποια θέση ή κάποιο αξίωμα, αλλά τη θέση
για την οποία γεννήθηκε, τη θέση που πάντοτε είχε μέσα στη καρδιά του Πατέρα,
πριν ακόμη γίνει ο κόσμος.
Η μεσιτεία του Χριστού, άρχισε
μέσα στο Λόγο του Πατέρα, μέσω της πρόγνωσης Του, πριν ακόμη υπάρξει σαν
οντότητα ξεχωριστή από Αυτόν.
Αυτός ο Υιός, είναι το μέσο δια
του οποίου ο Πατέρας έκανε τα πάντα, Αυτός είναι ο αμνός της θυσίας, Αυτός
είναι διά του οποίου έλαβαν τη δικαίωση οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης, πριν
ακόμη λάβει χώρα η θυσία στο Γολγοθά.
Η θέση και η δόξα του Χριστού μας
λοιπόν, δεν ήταν θέση κάποιου «θεού Υιού», άγνωστου στο λαό του Θεού, αλλά ήταν
η θέση του μεσίτη, η θέση του Αρνίου της εξαγοράς του ανθρώπινου γένους από την
αμαρτία. Αυτή τη δόξα ζητά ο Υιός!!
Δεν είναι ιδιοτελής ο Χριστός! Αν
ζητάει αυτή τη δόξα, δεν είναι για τον Εαυτό Του, για να υψωθεί Εκείνος, αλλά
για να σώσει εμάς έχοντας τη θέση του μεσίτη «παρά τον Εαυτό» του Πατέρα. Τώρα
η σωτηρία μας πραγματώνεται, διότι είναι ο Μεσίτης στους ουρανούς, ο μέγας
αρχιερέας που μένει στους αιώνας για να μεσιτεύει υπέρ ημών μέχρι να έλθει
εκείνη η ευλογημένη ώρα να μας παραλάβει προς τον Εαυτό Του.
Η δόξα την οποία έχει ο Χριστός
σήμερα, σαν Θεός, (εκτός από αυτή του μεσίτη που περιγράψαμε) δεν είναι δόξα «θεού
Υιού», αλλά δόξα «Θεού Πατρός».
Δεν λατρεύουμε τον Ιησού σαν άλλο
θεό, κατώτερο από τον Πατέρα, αλλά με τη δόξα του ίδιου του Πατέρα. Αυτό λέει ο
Παύλος στην Φιλιπ.β:11 «...ότι ο Ιησούς
Χριστός είναι Κύριος ΕΙΣ ΔΟΞΑΝ ΘΕΟΥ ΠΑΤΡΟΣ» που σημαίνει Κύριος μέσα στη
δόξα του Θεού Πατέρα. Σ' Αυτόν κατοικεί όλη η θεότητα και φυσικά όλη η δόξα της
θεότητας είναι στο Πρόσωπο Του, γι' αυτό λέει «μέσα στη δόξα του Θεού Πατέρα».
ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΔΟΞΑ ΠΟΥ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΧΕ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ
ΚΟΣΜΟΥ;
Ιωάν.ιζ:5 “και νύν δόξασόν με συ, Πάτερ, παρά σεαυτώ τη
δόξη ή είχον προ του τον κόσμον είναι παρά σοί.”
Εδώ ο Ιησούς προσεύχεται
για τον δοξασμό που ανήκει ακόμα στο μέλλον, όσο αφορά στο χρόνο, αλλά που ήταν
στο σχέδιο και στο νου του Θεού από την αρχή. Ας θυμηθούμε ότι όταν ο Ιησούς
προσευχήθηκε, ήταν η ανθρώπινη φύση του Χριστού που προσευχόταν προς τον Θεό, ο
άνθρωπος έχει ανάγκη από προσευχή, άρα δεν μπορούσε να ήταν ο θεός Υιός.
Μια ερώτηση που μπορεί να
είναι καθοριστική στο θέμα μας είναι: Αν αυτή η συνομιλία δεν είναι προσευχή,
τότε ποιος μιλάει στο Θεό; Ο άνθρωπος Χριστός, ή ο θεός Υιός; Αν μιλάει ο άνθρωπος Χριστός και ζητάει τη
δόξα που είχε πριν γίνει ο κόσμος, τότε αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από τη
δόξα του αρνίου του εσφαγμένου μέσα στην καρδιά και το νου του Πατέρα. Αλλά αν
μιλάει ο υποτιθέμενος θεός Υιός, γιατί ζητάει κάτι που δικαιωματικά του ανήκει;
Μήπως φοβόταν ότι ο Πατέρας δεν θα τον άφηνε να πάρει τη δόξα που είχε
πριν; Μα, αν δεν την έπαιρνε, δεν θα
μπορούσε να υπάρξει ο Θεός χωρίς δεύτερο πρόσωπο!
Μια άλλη παρατήρηση είναι
ότι, αυτό που ο Ιησούς ζητάει από τον Πατέρα είναι να τον δοξάσει “παρά τον
Εαυτό Του” με τη δόξα που είχε πριν ακόμα υπάρξει ο κόσμος κοντά Του. Το “παρά
σοι” δεν αναφέρεται στον Χριστό, αλλά στον κόσμο.
Η δόξα που είχε ο Χριστός
πριν θεμελιωθεί ο κόσμος, ήταν η δόξα του Αμνού του εσφαγμένου που επρόκειτο να
πεθάνει για τις αμαρτίες όλου του κόσμου κι έτσι να επαναφέρει στον Πατέρα τα
χαμένα πρόβατά Του. Η δόξα λοιπόν που
είχε, ήταν η δόξα του Αμνού της θυσίας, του Μεσίτη, του Αρχιερέα. Αυτή τη θέση ζητάει ο Χριστός, αυτή για την
οποία γεννήθηκε, και όχι κάποιο αξίωμα.
Δεν τη ζητάει για τον εαυτό του, για να υψωθεί εκείνος, αλλά για να
σώσει εμάς έχοντας αυτή τη θέση “παρά τον Εαυτό” του Πατέρα.
· Ιωάν.ιζ:4-5 Ο Ιησούς προσεύχεται και λέει «εγώ σε εδόξασα επί της γης, το έργον
τελειώσας ο δέδωκάς μοι ίνα ποιήσω και νυν δόξασόν με συ, πάτερ παρά σεαυτώ τη
δόξα ή είχον προ σου τον κόσμον είναι παρά σοι»
Εδώ ο Ιησούς στέκεται μπροστά στον Πατέρα και
παρακαλεί για όλη την ανθρωπότητα σαν ιερέας και μεσίτης μεταξύ Θεού και
ανθρώπων αντιπροσωπεύοντας όλους αυτούς που θα έλθουν σ’ Αυτόν.
«προ του τον κόσμον είναι
παρά σοι» θα πει «πριν ο κόσμος να
είναι κοντά σου» και δεν μπορούμε να μην σκεφθούμε το εξής: Ποια ήταν η δόξα
του Υιού του Θεού πριν γίνει ο κόσμος;
Ας αφήσουμε τον λόγο να μας πει: Α’Πετρ.α:19-20,
Εφ.α:4, Εβρ.θ:26, Αποκ.ιγ:8 & ιζ:8.
Η δόξα που είχε ο Ιησούς πριν ακόμα υπάρξει ο κόσμος
ήταν ως αμνός, και μάλιστα σφαγμένος, σαν η θυσία και το μέσο εξαγοράς και
εξιλασμού ολόκληρης της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα της εκκλησίας.
Το ζητά τώρα που σε λίγο θα έλθουν στον κήπο της
Γεθσημανής που προσεύχεται, να Τον πάρουν για να Τον σταυρώσουν. Ζητά από τον
Πατέρα να δεχθεί την θυσία και να του δώσει την δόξα σαν αμνού σφαγμένου,
άμωμου και άσπιλου, σαν μεσίτη και αρχιερέα, σαν του εξιλασμού της εκκλησίας,
σαν του Σωτήρα κάθε πιστού.
Αυτή την δόξα είχε ο Χριστός στην πρόθεση και στο
σχέδιο του Θεού και τώρα ζητά να γίνει πραγματικότητα, να γίνει ο Νέος Αδάμ, ο
πρωτότοκος εκ των νεκρών, η αρχή της κτίσεως του Θεού.
Στους Εβρ.ε:7-10 μας λέει ότι «εισηκούσθει δια την ευλάβειαν Αυτού.....και γενόμενος τέλειος κατεστάθη
αίτιος σωτηρίας αιωνίου εις πάντας τους υπακούοντας εις Αυτόν, ονομασθείς υπό
του Θεού αρχιερεύς κατά την τάξιν Μελχισεδέκ». Αυτό ζήτησε ο Κύριος και
αυτό του έδωσε ο Πατέρας!
Μαζί με τον Χριστό, παίρνουμε κι εμείς την θέση που
είχαμε χάσει, την δόξα που είχαμε στο πρόσωπο του Αδάμ και της Εύας όταν ζούσαν
στην παρουσία του Θεού στον παράδεισο της Εδέμ χωρίς αμαρτία και είχαν τέλεια
επικοινωνία με τον Πατέρα.
Ο Ιησούς εκεί προσεύχεται και για μας και ζητά από τον
Πατέρα την αποκατάσταση του ανθρώπινου γένους, με την δόξα που είχε ο άνθρωπος
κοντά στον Θεό πριν ακόμα γίνει ο υπόλοιπος κόσμος. Προσεύχεται για την
καινούρια κτίση, την νέα γενιά της οποίας αρχή γίνεται ο Ίδιος.
Το βλέπουμε καθαρά στο Ιωάν.ιζ:24 όπου ο Ιησούς λέει: «Πάτερ εκείνους τους οποίους μοι έδωκας,
θέλω όπου είμαι εγώ, να είναι και εκείνοι μετ’ εμού δια να θεωρώσι την δόξαν
μου, την οποίαν μοι έδωκας, διότι με ηγάπησας προ καταβολής κόσμου».
Την ίδια δόξα, ως αμνού εσφαγμένου, βλέπουμε να έχει ο
Ιησούς στην Απόκ.ε:6 «και είδον και ιδού
εν μέσω του θρόνου και των τεσσάρων ζώων και εν μέσω των πρεσβυτέρων, Αρνίον
ιστάμενον ως εσφαγμένον έχον κέρατα επτά, και οφθαλμούς επτά...».
Μέσα στην δόξα του Πατέρα και των αγίων, στέκεται ο
Υιός με την δόξα Του Αρνίου.
Το ίδιο βλέπουμε και στο τέλος των αιώνων, στην
αιωνιότητα, να είναι η ίδια δόξα του Υιού ως Αρνίου μέσα από το οποίο φαίνεται
η δόξα του Πατέρα και το πρόσωπο του Πατέρα έτσι ώστε να υπάρχει πλήρης
ταυτότητα, ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ, ΕΝΑ ΟΝΟΜΑ
«Και ναόν δεν είδον εν
αυτή, διότι ναός αυτής είναι ο Κύριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ και το ΑΡΝΙΟΝ. Και η
πόλις δεν έχει χρείαν του ήλιου ουδέ της σελήνης δια να φέγγωσιν εν αυτή, διότι
η δόξα του Θεού εφώτισεν αυτή, και Ο ΛΥΧΝΟΣ ΑΥΤΗΣ είναι το ΑΡΝΙΟΝ» (Αποκ.κα:22,23).
Αποκ.κβ:3,4 «Και ουδέν ανάθεμα θέλει είσθαι πλέον, και ο
θρόνος του θεού ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΝΙΟΥ θέλει είσθαι εν αυτή, και οι δούλοι ΑΥΤΟΥ
θέλουσι λατρεύσει ΑΥΤΟΝ και θέλουσι ιδεί το ΠΡΟΣΩΠΟΝ ΑΥΤΟΥ και το ΟΝΟΜΑ ΑΥΤΟΥ
θέλει είσθαι επί των μετώπων αυτών».
Ο Ιησούς δοξάστηκε με την δόξα που ο Πατέρας είχε μέσα
στην πρόθεσή Του για Εκείνον. Το ίδιο κι εμείς, θα πάρουμε την δόξα που είχαμε
στην πρόθεσή Του (Εφ.α:3-9), θα είμαστε άγιοι, άμωμοι και υιοί της δόξας Του.
Όπως ο Θεός τελειοποίησε τον Αρχηγό της σωτηρίας μας, έτσι θα τελειοποιήσει κι
εμάς δια των παθημάτων ώστε όπως λέγει να μην εντρέπεται να μας καλεί αδελφούς.
Αυτά λοιπόν περιλαμβάνονται σ’ αυτό που λέει ο Χριστός
στην εκκλησία της Λαοδίκειας ότι είναι η αρχή της κτίσεως του Θεού, της οποίας
κτίσεως το «απομεινάρι» είναι η εκκλησία αυτής της περιόδου.