Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009

Τι πιστεύουμε για το προτεινόμενο σχέδιο νόμου

Πρόταση Νόμου «Ρύθμιση σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας, θρησκευτικές ενώσεις και κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας».
Πρόκειται για παλαιότερο σχέδιο νόμου που επανήλθε στο κοινοβούλιο από το Κ.Κ.Ε. και τον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. (το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κρατά ουδέτερη στάση , ενώ η κυβέρνηση το θεωρεί άκαιρο) . Περιληπτικά το σ.ν προβλέπει :


Το άρθρο 1 της πρότασης έχει έντονα διακηρυκτικό χαρακτήρα,  κατοχυρώνοντας  το  απαραβίαστο  της  θρησκευτικής  ελευθερίας (άρθρο  13  παρ. 1 Σ).
 Με το άρθρο 2 της πρότασης προβλέπεται ως θεσμικό πρότυπο για την οργάνωση και λειτουργία όλων ανεξαίρετα των αυτοτελών θρησκευτικών κοινοτήτων -δηλαδή όσων αντιστοιχούν σε ξεχωριστά θρησκεύματα- η «θρησκευτική ένωση», ως ιδιότυπο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. Προτείνεται, δηλαδή, για πρώτη φορά η θεσμοθέτηση ενός  «θρησκευτικού νομικού προσώπου» ως μοναδικού  φορέα της συλλογικής θρησκευτικής δράσης, με ταυτόχρονη αναγνώριση στα μέλη του της ελευθερίας να καθορίζουν  κατά το δοκούν τα οργανωτικά τους ζητήματα. Για την απόκτηση της νομικής προσωπικότητας από την θρησκευτική ένωση δεν απαιτείται προηγούμενη άδεια (η οποία, ακόμη και αν η χορήγησή της περιβαλλόταν από δικαστικές εγγυήσεις, θα αντέκειτο πιθανότητα στις εγγυήσεις της θρησκευτικής ελευθερίας) αλλά απλή εγγραφή σε ενιαίο δημόσιο βιβλίο που θα  τηρείται για ολόκληρη τη χώρα στο Εφετείο Αθηνών, ύστερα από αίτηση είκοσι(20) τουλάχιστον ενδιαφερομένων.  Για την διάγνωση του θρησκευτικού χαρακτήρα και της αυτοτέλειας  της ένωσης αναφέρονται ως ενδεικτικά κριτήρια  η διάρκεια και η ύπαρξη συγκροτημένου θρησκευτικού δόγματος . Τέλος, σε ξεχωριστή παράγραφο ρυθμίζεται κατ' ανάλογο τρόπο και η διαγραφή των θρησκευτικών ενώσεων από το οικείο βιβλίο, η οποία δεν έχει ως συνέπεια την απαγόρευση της δράσης τους, αλλά μόνον  την απώλεια της νομικής τους προσωπικότητας.
 Το άρθρο 3  επαναλαμβάνει κατ' ουσία τις ισχύουσες και σήμερα φορολογικές απαλλαγές των θρησκευτικών κοινοτήτων, συμπεριλαμβάνοντας πλέον  ρητά και τα εισοδήματα που αυτές πραγματοποιούν  κατά την επιδίωξη των θρησκευτικών σκοπών τους.  Από την απαλλαγή εξαιρούνται  τα εισοδήματα που πραγματοποιούν οι θρησκευτικές ενώσεις  από εμπορικές δραστηριότητες, από χρεόγραφα και από την εκμετάλλευση ακινήτων. Εν όψει της σημασίας των χορηγούμενων απαλλαγών, σε ξεχωριστή παράγραφο ορίζεται ότι θρησκευτικές ενώσεις δημοσιεύουν κάθε χρόνο τον ισολογισμό τους, μαζί με έκθεση (σε περίληψη) που συντάσσει, για την ειλικρίνεια και αρτιότητα του τελευταίου, ορκωτός ελεγκτής.
Με το  άρθρο 4, η Εκκλησία της Ελλάδος και τα εξαρτώμενα από αυτήν νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου (μητροπόλεις, ενορίες κ.ά.) μετατρέπονται σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Tα αυτά  επίσης ισχύουν για την Εκκλησία της Κρήτης, τις  Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου, το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο και τις ισραηλιτικές κοινότητες, που μετατρέπονται επίσης  σε  νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.  Παύουν οι Μουφτήδες να ασκούν δικαιοδοτικές αρμοδιότητες και οι μουσουλμάνοι απευθύνονται για τις οικογενειακές διαφορές τους μόνον στην τακτική δικαιοσύνη. Οι  μουσουλμάνοι θα επιλέγουν οι ίδιοι τον Μουφτή τους, ο οποίος δεν θα είναι δημόσιος υπάλληλος .
Το  άρθρο 5  της πρότασης νόμου είναι αφιερωμένο στο ζήτημα της ανέγερσης ναών και κάθε είδους χώρων  λατρείας όλων των θρησκειών και δογμάτων, με κατάργηση των σχετικών ρυθμίσεων της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936 -οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν, παρά τις καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- .  Αντί των απαρχαιωμένων -και κραυγαλέα αντισυνταγματικών- ρυθμίσεων αυτών -οι οποίες, υπενθυμίζεται, εμπλέκουν τον επιχώριο ορθόδοξο  μητροπολίτη στην ανέγερση ναού κάθε δόγματος- οι προτεινόμενες ορίζουν ότι την άδεια οικοδομής (καθώς και την αναθεώρησή της) εκδίδει η αρμόδια πολεοδομία
Mε το άρθρο 6 προβλέπεται η μετατροπή του μαθήματος των θρησκευτικών,  από ομολογιακό σε θρησκειολογικό.
Η προτεινόμενη ρύθμιση  είναι σύμφωνη  με  το  Σύνταγμα,  αφού  το  περιεχόμενο  του  μαθήματος των  θρησκευτικών  προσδιορίζεται  εν  όψει  της  συνταγματικής  κατοχύρωσης  της  θρησκευτικής  ελευθερίας (άρθρο  13  Σ.).
Στο άρθρο 7  της πρότασης επέρχεται  μια  σημαντική  αλλαγή  στην  λεγόμενη  εκκλησιαστική  εκπαίδευση.
Προβλέπεται  τα  υπάρχοντα  εκκλησιαστικά  ιδρύματα  να  περιέλθουν,  μέσα  σε  εύλογο  χρονικό  διάστημα,  στην  ευθύνη,  την  εποπτεία και  την  οικονομική  στήριξη  της  εκκλησίας  και  να  πάψουν  να  εντάσσονται  στη  δομή  και  τη  λειτουργία  της  δημόσιας εκπαίδευσης.

 
Με το άρθρο 8, καταργείται ο θρησκευτικός όρκος.Σε ορκωμοσίες που πραγματοποιούνται σε δημόσιες αρχές και υπηρεσίες δεν συμμετέχουν θρησκευτικοί λειτουργοί.
To άρθρο 9 της πρότασης τερματίζει μιαν εκκρεμότητα που χρονολογείται από την μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, το 1982: θεσμοθετεί ως μόνον έγκυρο τρόπο τέλεσης του γάμου τον πολιτικό . Όσοι το επιθυμούν, σε οποιοδήποτε θρήσκευμα και αν ανήκουν, θα έχουν το δικαίωμα να τελέσουν και θρησκευτικό γάμο, όπως και σήμερα.
με το άρθρο 10  καθιερώνεται  ως μοναδικός τύπος ονοματοδοσίας η από κοινού δήλωση των γονέων του παιδιού στον ληξίαρχο. Βεβαίως,  δεν  περιορίζεται με οποιοδήποτε τρόπο το δικαίωμα των τελευταίων να τελούν και βάπτιση, εάν το επιθυμούν, σύμφωνα με τους κανόνες της θρησκείας ή του δόγματός τους.
Με το άρθρο 11,  καταργούνται μια σειρά ειδικών ρυθμίσεων  για τους κληρικούς και αρχιερείς, οι οποίες, μετά τον προτεινόμενο χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας, δεν δικαιολογούνται, ως αντικείμενες προς την αρχή της ισότητας. 
Το  άρθρο 12  απαγορεύει  την αναγραφή του θρησκεύματος σε δημόσια έγγραφα, τίτλους σπουδών ή βεβαιώσεις δημόσιας αρχής.Βεβαιώσεις που εκδίδουν σήμερα  τα  ληξιαρχεία για υπαγωγή στο καθεστώς του αντιρρησία συνείδησης, ή  για είσοδο σε ΑΕΙ με ποσοστώσεις ,  μπορεί  να  αντικατασταθούν  με  άλλα  αποδεικτικά  στοιχεία.
Με  το  άρθρο  13,  προτείνεται  η  απαγόρευση  της  ανάρτησης  θρησκευτικών  συμβόλων  στις  δημόσιες  υπηρεσίες,  καθώς  επίσης και  της  υποχρεωτικής προσευχής,  αλλά  και  του  υποχρεωτικού  εκκλησιασμού.
το  άρθρο 14  της πρότασης επαναπροσδιορίζει την ποινική υπόσταση του προσηλυτισμού, απειλώντας  με  την ποινή του προστίμου (αν ο προσηλυτισμός επιχειρείται σε βάρος ενηλίκου) ή της φυλάκισης έξη(6) μηνών (αν επιχειρείται σε βάρος ανηλίκων). 
To  άρθρο 15  της πρότασης επιβάλλει στους οικείους ΟΤΑ  την υποχρέωση να διαμορφώσουν στα κοιμητήρια που τους ανήκουν  διακεκριμένο χώρο πένθους και περισυλλογής, για τον αποχαιρετισμό των νεκρών προτού ενταφιασθούν, σε περίπτωση που αυτοί είχαν εκφράσει την επιθυμία να αποφύγουν την θρησκευτική κηδεία. Διευκολύνεται, κατ' αυτόν τον τρόπο, η  πολιτική κηδεία
Στο άρθρο 17  της πρότασης, αντιμετωπίζεται  το ειδικότερο ζήτημα της μισθοδοσίας των κληρικών. Προτείνεται  η  παράταση  του  ισχύοντος  καθεστώτος  μισθοδοσίας  των  κληρικών  της  επικρατούσας  θρησκείας  με  δαπάνες  του  Κράτους,  με  μέριμνα  όμως  της  Εκκλησίας. Ανάλογη  ρύθμιση  προτείνεται  και  για  το  καθεστώς  μισθοδοσίας  των  Μουφτήδων.
Στο  άρθρο 18  ρυθμίζεται το συναφές ζήτημα της ασφάλισης των κληρικών  της  επικρατούσας  θρησκείας.
Προτείνεται  να  διατηρηθεί  το  ασφαλιστικό  και  συνταξιοδοτικό  καθεστώς  που  ισχύει  και  σήμερα  για  τους  κληρικούς  της  επικρατούσας  θρησκείας. 
Με το  άρθρο 19,  το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μετονομάζεται σε Υπουργείο Παιδείας, ενώ καταργούνται η Γενική Γραμματεία και η Γενική Διεύθυνση Θρησκευμάτων. .
Με το  άρθρο  20  της πρότασης  καταργούνται οι οργανικές θέσεις ιερέων στις ένοπλες δυνάμεις, τα σώματα ασφαλείας και τα σωφρονιστήρια.
Το  άρθρο 21  απαριθμεί τις καταργούμενες ή τροποποιούμενες  διατάξεις ενώ τέλος, το  άρθρο  22  ορίζει ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αρχίζουν να ισχύουν με την δημοσίευση του σχετικού νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,  εκτός  αν  άλλως  ορίζεται  στις  επιμέρους  διατάξεις  του.

Τι πιστεύουμε :
   Λαμβάνοντας υπόψην τα όσα έχουν συμβεί σε άλλες ευρωπαικές χώρες και όσα διαβάζουμε στο νομοσχέδιο η εκτίμησή μας είναι : 

-ότι θα οδηγήσει στη χορήγηση της ιδιότητας του θρησκευτικού νομικού προσώπου :
   α)   Σε ενώσεις εκκλησιών ( πχ Πανελλ.Ευαγγ.Σύνδεσμος , Αδελφότητα των Εκκλησιών της Πεντηκοστής , Ελευθέρα Αποστολική εκκλησία Πεντηκοστής ,Κοινωνία Ελεύθερων Ευαγγελικών Εκκλησιών)
   β)   Σε εκκλησίες παραρτήματα των παγκοσμίως καθ έδρας εκκλησιών που στο παρελθόν ή στο παρόν είτε έχουν αναμιχθεί με τα συστήματα της εξουσίας είτε υπάρχει σκοπιμότητα ανακήρυξης τους σε ξεχωριστά θρησκεύματα (πχ Καθολική εκκλησία , Ευαγγελική εκκλησία , Λουθηρανοί , Μάρτυρες του Ιαχωβά , Κόπτες , Βαπτιστές , Ουνιταριανοί , Αγγλικανοί , Μορμόνοι , Αβησσύνιοι , Κουακεροί , Αρμένιοι , Χαλδαίοι , Μεθοδιστές , Αντβεντιστές , Επισκοπικοί , Χριστάδελφοι κλπ)

-ότι θα οδηγήσει μικρές εκκλησίες (κυρίως πεντηκοστιανές και ευαγγελικές) να προσχωρήσουν σε κάποια ένωση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ισπανία που ισχύει κάτι ανάλογο η Ορθόδοξη εκκλησία έχει προσχωρήσει στην Ευαγγελική ένωση για να αποκτήσει τον χαρακτήρα του θρησκευτικού νομικού προσώπου .

-ότι αντίθετα μεσοπρόθεσμα στον χώρο της κρατικής εκκλησίας θα δημιουργηθούν φυγόκεντρες δυνάμεις (Παλαιοημερολογίτες , Ζηλωτές , και διάφορες ορθόδοξες σέχτες με γνωστική διδασκαλία).

-ότι δεν θα υπάρξει καμμιά μονοθειστική εκκλησία σαν θρησκευτικό νομικό προσώπο διότι οι μονοθειστές είτε βρίσκονται στο εσωτερικό άλλων εκκλησιών (πεντηκοστιανών , ορθοδόξων , ευαγγελικών , καθολικών, χαρισματικών κλπ), είτε επειδή (όταν έχουν αυτόνομη παρουσία) δεν έχουν ποτέ αναμειχθει με τα του Καίσαρος (την κοσμική εξουσία) ούτε έχουν περιχαρακώσει τον χώρο τους δημιουργώντας θρησκευτικούς υπηκόους .

-ότι η ανισότητα ανάμεσα στις εκκλησίες θα συνεχιστεί εφόσον η κρατική μισθοδοσία θα εξακολουθήσει όπως και πρώτα .

-ότι η μετατροπή του μαθήματος των θρησκευτικών σε «θρησκειολογία» μπορεί απλά να υποκρύπτει την προσπάθεια επικράτησης του οικουμενισμού μέσω του συγκριτισμού .

-ότι οι υπόλοιπες αλλαγές είναι αυτονόητες σε μια στοιχειώδη δημοκρατία , όμως είναι προπέτασμα αποφυγής της ουσιαστικής αλλαγής (του συντάγματος) . Όπως εύστοχα επισημαίνει το ΚΚΕ  :

"....Η παρούσα πρόταση νόμου δεν περιλαμβάνει βέβαια ζητήματα που άπτονται του Συντάγματος καθώς γι΄ αυτό απαιτείται αναθεώρησή του. Το ΚΚΕ υποστηρίζει ότι το ίδιο το Σύνταγμα της χώρας οφείλει να προσαρμοστεί στην ανάγκη αυτή και να απαλείψει ή να τροποποιήσει τις σχετικές διατάξεις και αναφορές. Έτσι, πρέπει να καταργηθούν:
α. η εισαγωγική αναφορά του Συντάγματος
«στο όνομα της Αγίας Τριάδας». β. το άρθρο 3 που ορίζει ότι κρατούσα θρησκεία είναι η ορθόδοξη. γ. το άρθρο 14 παρ. 3α που επιτρέπει την κατάσχεση εντύπου με εισαγγελική εντολή για προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας
δ. το άρθρο 16 παρ. 2 που αναγορεύει σε σκοπό της εκπαίδευσης την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης
ε. Το άρθρο 18 παρ. 8 που ορίζει ότι δεν μπορούν να απαλλοτριωθούν αγροτικές εκτάσεις και περιουσία ορισμένων μονών και πατριαρχείων
στ. Να τροποποιηθεί το άρθρο 33 παρ. 2 που ορίζει ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κατά την ανάληψη των καθηκόντων του, ορκίζεται στο όνομα της Αγίας Τριάδας.
ζ. Το ίδιο πρέπει να τροποποιηθεί το άρθρο 59 περί ορκωμοσίας βουλευτών έτσι ώστε οι βουλευτές να επικαλούνται τη συνείδησή τους χωρίς θρησκευτικό όρκο.
η.  Είναι αναγκαία η αναθεώρηση του άρθρου 13 του Συντάγματος έτσι ώστε να κατοχυρώνει πλήρως την ελευθερία συνείδησης, δηλαδή το δικαίωμα του καθενός να πιστεύει σε οποιαδήποτε θρησκεία ή να είναι άθεος. Το κράτος δεν αναμιγνύεται στα ζητήματα αυτά που είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση αλλά φροντίζει μόνο την τήρηση των νόμων..."

 Συμπερασματικά εμείς πιστεύουμε αυτό που πάντα πιστεύαμε :
    Πιστεύουμε και διακηρύττουμε ότι η Εκκλησία του Ιησού Χριστού ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ, ΟΡΓΑΝΩΣΗ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ, ΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ, ΣΩΜΑΤΕΙΟ ή ΕΤΑΙΡΕΙΑ.
    Η Εκκλησία του Ιησού Χριστού ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Οντότητα πνευματική που με κανένα τρόπο και κανένα λόγο ΔΕΝ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ, ούτε έχει λόγο να το κάνει, με τα οποιαδήποτε ανθρώπινα σχήματα και συστήματα.